ΟΤΑΝ Η ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ προσκάλεσε τον Τ.Σ. Έλιοτ για ένα Σαββατοκύριακο στην εξοχή το 1920, κατέληγε στην πρόσκλησή της με τη φράση «Παρακαλώ μη φέρετε ρούχα». Αυτό δεν σήμαινε ότι ο διάσημος συγγραφέας θα έπρεπε να φτάσει στο Ανατολικό Σάσεξ γυμνός. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο ήταν ούτως ή άλλως απίθανο, αφού εκείνη τη στιγμή ο ποιητής εξακολουθούσε να εργάζεται ως αυστηρά κοστουμαρισμένος υπάλληλος στη Lloyds Bank.
Αυτό που εννοούσε με το «μη φέρνετε ρούχα» ήταν ότι στην εξοχική κατοικία με την επωνυμία Monk's House οι καλεσμένοι δεν ντύνονταν για το δείπνο, δεν άλλαζαν για την εκκλησία (δεν υπήρχε εκκλησία άλλωστε), ούτε ανησυχούσαν μήπως λερώσουν τα καλά τους ρούχα στον κήπο. Αυτός ήταν ο λογοτεχνικός (και όχι μόνο) κύκλος του Bloomsbury, ή μάλλον η εξοχική εκδοχή του, και οι συμβάσεις ένδυσης στις οποίες είχε επιστρέψει η υπόλοιπη κοινωνία της ανώτερης μεσαίας τάξης μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο δεν είχαν θέση εκεί.
Η επιλογή να μη φορέσουν μαύρη γραβάτα για το δείπνο ή γάντια «στην πόλη» ήταν όλα μέρος ενός κώδικα που περιλάμβανε επίσης την άρνηση να πάρουν τα όπλα εναντίον των Γερμανών ή να ακολουθήσουν τους συνήθεις κανόνες σχετικά με το ποιος μπορούσε να κοιμηθεί με ποιον ή να ακολουθούν συμβατικές καλλιτεχνικές νόρμες.
Στο βιβλίο του με τίτλο Bring No Clothes: Bloomsbury and the Philosophy of Fashion [«Μη φέρετε ρούχα: Το Bloomsbury και η φιλοσοφία της μόδας»] ο δημοσιογράφος μόδας Charlie Porter σημειώνει ότι ο τρόπος με τον οποίο ο διάσημος κύκλος αντιλαμβανόταν το ντύσιμο ήταν μέρος μιας ευρύτερης εξέγερσης ενάντια στις κοινωνικές συμβάσεις της ύστερης Βικτωριανής εποχής στην οποία είχαν μεγαλώσει τα μέλη του (η Γουλφ είχε γεννηθεί το 1882, ο Έλιοτ έξι χρόνια αργότερα).
Η επιλογή να μη φορέσουν μαύρη γραβάτα για το δείπνο ή γάντια «στην πόλη» ήταν όλα μέρος ενός κώδικα που περιλάμβανε επίσης την άρνηση να πάρουν τα όπλα εναντίον των Γερμανών ή να ακολουθήσουν τους συνήθεις κανόνες σχετικά με το ποιος μπορούσε να κοιμηθεί με ποιον ή να ακολουθούν συμβατικές καλλιτεχνικές νόρμες –γραμμική αφήγηση στη μυθοπλασία, μίμηση στη ζωγραφική– προς χάρη μιας πιο ιμπρεσιονιστικής αντίληψης.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Porter για τις στυλιστικές προτιμήσεις του Bloomsbury, η Γουλφ αντικατέστησε τον στενό εδουαρδιανό κορσέ της νιότης της με μια χαλαρή, ρέουσα σιλουέτα ως προϋπόθεση για τον σεξουαλικό πειραματισμό της με τη συγγραφέα Βίτα Σάκβιλ-Γουέστ. Παρομοίως, η τάση του Ντάνκαν Γκραντ να κυκλοφορεί γυμνός ήταν σύμφωνη με την ικανότητά του να είναι ταυτόχρονα εραστής ανδρών και σταθερός σύντροφος της αδελφής της Γουλφ, Βανέσα, η οποία επισήμως ήταν ακόμη παντρεμένη με τον Κλάιβ Μπελ.
Σε αντίθεση με τους παραπάνω βρισκόταν ενδυματολογικά ο Ε.Μ. Φόρστερ, ο οποίος φορούσε πάντα σφιχτά κουμπωμένο το επίσημο κοστούμι ως αμυντική πανοπλία ενάντια στη λαχτάρα του για τα ανδρικά σώματα. Ο μυθιστοριογράφος δεν έχασε την παρθενιά του μέχρι τα 38 του χρόνια, ακόμα και τότε όμως δεν άλλαξε τις ενδυματολογικές του προτιμήσεις. Ο Porter περιλαμβάνει πολλές φωτογραφίες του μυθιστοριογράφου να ιδρώνει στον μεσημεριανό ήλιο, ενώ στέκεται δίπλα στους πολλούς υπέροχους εξωτικούς νεαρούς άνδρες που συναντούσε στα ταξίδια του.
Με στοιχεία από The Guardian