Επικείμενος ζόφος. Προφανώς, το Παρίσι δεν είναι πια αυτό που ήταν. Όπως και η νοσταλγία, άλλωστε. Όλα αλλάζουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και πολλοί είναι οι συγγραφείς που καταγράφουν την ανησυχία όλων μας για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Στο μυθιστόρημά του Μπλε άσπρο μαύρο (μτφρ. Μιχάλης Μητσός, εκδ. Πόλις), ο Karim Amellal (Παρίσι, 1978) καταγράφει με επιστημονική και κοινωνιολογική ακρίβεια τις αναταράξεις στον κοινωνικό ιστό και στον πολιτικό στίβο της Γαλλίας αλλά και όλης της Ευρώπης. Η άνοδος της ασημαντότητας, για την οποία προειδοποιούσε ο Κορνήλιος Καστοριάδης, συνοδεύεται πλέον από την άνοδο της σκληροπυρηνικής τάσης μιας δεξιάς που εκμεταλλεύεται τον μαρασμό των ιδεών και επελαύνει σχεδόν άνευ αντιπάλου. Ο Amellal αλλάζει τα ονόματα των πολιτικών, των δημοσιολόγων, των διανοουμένων που πρωταγωνιστούν σε αυτές τις ανησυχητικές αλλαγές στο πολιτικό τοπίο και σπεύδει να προειδοποιήσει: κάτω από την επιφάνεια της προσποιητής χαράς, όπως λέει, και του μηχανικού γέλιου, πίσω από το επαναλαμβανόμενο τελετουργικό των υποκριτικών συζητήσεων, από το αράδιασμα κοινοτοπιών, θεριεύει η κατάθλιψη, η απουσία νοήματος, η καταρράκωση των σημασιών, η γενικευμένη απάθεια, η συλλογική δυστυχία. Το Παρίσι του Αντρέ Μπρετόν και του Ζακ Πρεβέρ, το Παρίσι των φιλοσόφων και των μποέμ, το Παρίσι της μουσικής και της ποίησης έχει γίνει πια μια άγονη επικράτεια ή, όπως ακούμε στην όπερα «Τραβιάτα», μια πυκνοκατοικημένη έρημος. Και αυτό οδηγεί στην κατίσχυση των πιο αντιδραστικών πρακτικών, στο προβάδισμα ενός γκρίζου θυμικού έναντι της πολυπρισματικής λογικής, στην πρωτοκαθεδρία του μηχανισμού της άλογης βίας. Ο Amellal προειδοποιεί για τον επικείμενο ζόφο.
2.
Απάθεια και αδιαφορία. Ο αφηγητής είναι γεννημένος τον Μάρτιο του 1981 στη Ναντέρ, είναι Γάλλος αλγερινής καταγωγής, ανερχόμενο στέλεχος στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ένας «γιάπης», όπως λέγαμε παλαιότερα, που αρχίζει να αντιλαμβάνεται, κάπως αργά, τις θυελλώδεις αλλαγές γύρω του. Παρατηρεί, άναυδος στην αρχή, την επέλαση της Μιρέιγ Λεφλέκ, όπως ονομάζει στο μυθιστόρημα ο Amellal τη Μαρίν Λεπέν, συνειδητοποιείται σταδιακά, μέσα από κάποιες γνωριμίες με ανθρώπους που ξέρουν να ακούν τη χλόη να βλασταίνει, που δεν καταπίνουν αμάσητους τους φανφαρονισμούς των πολιτικών της καλπάζουσας νεοδεξιάς, που δεν έχουν καθηλωθεί στην απάθεια, στην παραλυτική αίσθηση αδυναμίας και στην αδιαφορία. «Διαπιστώναμε όμως πια κι εμείς, όπως πολύς κόσμος, ότι ήμασταν αναίσθητοι, απογοητευμένοι, αδιάφοροι και, με μια έννοια, άπιστοι. Παρακολουθούσαμε τα γεγονότα από απόσταση, παθητικοί, σχεδόν αηδιασμένοι, σίγουρα πάντως αδύναμοι» γράφει ο Amellal. «Σε αυτές τις συνθήκες, η άνοδος του Εθνικού Κόμματος μας φάνηκε μια αναπόφευκτη συνέπεια για την οποία δεν μπορούσαμε να κάνουμε απολύτως τίποτα. Το Εθνικό Κόμμα, άλλωστε, δεν ήταν παρά η κορυφή ενός κολοσσιαίου παγόβουνου φτιαγμένου από καταπιεσμένο φόβο, διάχυτη αγωνία και μια χρόνια απαισιοδοξία που νιώθαμε όλοι μας εδώ και δεκαετίες, βλέποντας την πολιτική τάξη, στο σύνολό της, να μετρά τραγικές αποτυχίες σε όλα τα επίπεδα. Ήμασταν τρομοκρατημένοι με τις ιδέες που διατύπωναν η Μιρέιγ Λεφλέκ και η ακολουθία της, αλλά δεν διαθέταμε πια ούτε ενέργεια ούτε ελπίδα για να τις πολεμήσουμε αποτελεσματικά. Αρκούμασταν έτσι σε μάταιες επικρίσεις και στείρες προειδοποιήσεις. Και παρακολουθούσαμε το θέαμα».
3.
Ζόμπι στην καταχνιά. Στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος το κακό έχει συντελεστεί. Η Λεφλέκ σαρώνει στις προεδρικές εκλογές και, εν συνεχεία, στις βουλευτικές. Και θέτει σε εφιαλτική εφαρμογή το πρόγραμμά της: σταδιακή εξόντωση των «απειλητικών» στοιχείων, των μουσουλμάνων, των Ρομά, των ομοφυλόφιλων, των διαφορετικών, όλων όσοι δεν συμμορφώνονται. Μεθοδικά και με τη συναίνεση της μεγάλης μάζας αρχίζουν να στήνονται ζώνες προστασίας, να γκετοποιούνται ολόκληρες περιοχές, να ωθούνται ακόμα οι περισσότεροι πολίτες στην απάθεια και στην αδιαφορία. Ο ιός του φόβου εξαπλώνεται παντού, μαζί με το ταίρι του, τον νεοκυνισμό. Ο αφηγητής θα συνειδητοποιηθεί ακόμα πιο πολύ, σιγά-σιγά στην αρχή και μετά απότομα, όπως έλεγε ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Θα ενταχθεί σε μια αντιστασιακή οργάνωση και θα διαπιστώσει ότι αρχίζουν να ξεπετάγονται κι άλλες. Κάμποσοι Παριζιάνοι περνάνε στη δράση. Ο Amellal συνδυάζει εδώ, στο δεύτερο μέρος, την κοινωνιολογική εμβρίθεια με λυρικές εκλάμψεις, στην προσπάθειά του να προειδοποιήσει και να δείξει πώς φτάνουμε σε τέτοιες ζοφερές σκληρύνσεις: «Καλοαναθρεμμένα πρόβατα σε έναν κόσμο φτηνό και σκάρτο», βάζει τον αφηγητή του να λέει, «μεγαλωμένοι με τη μιντιακή σκέψη [...] Βάδιζαν σαν ζόμπι στην καταχνιά των ετοιματζίδικων ιδεών και στο σκοτάδι των χαμένων αξιών, με μάτια θαμπωμένα από τις οθόνες, τυφλωμένα από το φως ενός μαύρου αστεριού, της ίδιας τους της ύπαρξης». Η ένταση της προειδοποίησης είναι φανερή και το ότι ο μυθιστοριογράφος μας καταφεύγει πολλές φορές σε έναν οχληρό διδακτισμό δικαιολογείται ακριβώς από το επείγον της προειδοποίησης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO