Μόνο «δυστοπικός» δεν ήταν ο καημένος ο Όργουελ

Μόνο «δυστοπικός» δεν ήταν ο καημένος ο Όργουελ Facebook Twitter
Ο Τζορτζ Όργουελ σημειώνει πάντως ότι και η ίδια η συγγραφή μπορεί να είναι «ένας τρομακτικός, εξοντωτικός αγώνας, σα να περνάς μια μακρά και επώδυνη ασθένεια».
0



ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΔΥΝΑΤΟΝ σε μια χρονιά σαν κι αυτή να μην πεταγόταν κάθε τόσο στη δημόσια συζήτηση σαν ελατήριο το όνομα του Όργουελ (ή ο όρος «οργουελικό») αναφορικά με την δυστοπία που μας βρήκε φέτος – πανδημία συνδυασμένη με καθεστώς επιτήρησης και ελέγχου. Προσωπικά πάντως, δεν αναζήτησα στο «1984», αλλά σε κάποια από τα πολλά άρθρα, δοκίμια και "ταξιδιωτικά" (με την πιο αυστηρή δημοσιογραφική έννοια) που είχε προλάβει να γράψει, στοιχεία που έχουν να κάνουν με τις απανωτές κρίσεις και διαταραχές – υγειονομικές, κοινωνικοπολιτικές, ψυχοσυναισθηματικές – που βιώνουμε συλλογικά φέτος.


Και ήταν παρήγορο, με έναν τρόπο, να διαβάζεις για γεγονότα και καταστάσεις που μοιάζουν περιέργως οικεία και καίρια παρότι συνέβησαν πριν από ογδόντα και πλέον χρόνια (συχνά υπό την απειλητική σκιά του φασισμού και του ναζισμού που απλωνόταν στην Ευρώπη), όπως τα είδε και τα έγραψε ο Τζορτζ Όργουελ. Που σημαίνει: ευφυία στην παρατήρηση, διορατικότητα, κοινωνική ευαισθησία, ενσυναίσθηση (παρότι δεν ήταν τόσο δόκιμος ο όρος στην εποχή του), διαρκή συνειδητοποίηση της κοινωνικής (και φυλετικής) ανισότητας, βαθιά δυσανεξία προς τις πρακτικές του ολοκληρωτισμού και προσήλωση σ' έναν ιδεατό δημοκρατικό σοσιαλισμό.

Ήταν παρήγορο, με έναν τρόπο, να διαβάζεις για γεγονότα και καταστάσεις που μοιάζουν περιέργως οικεία και καίρια παρότι συνέβησαν πριν από ογδόντα και πλέον χρόνια.


Όπως γράφει στο δοκίμιο «Η χώρα μου Δεξιά ή Αριστερά», ο Όργουελ εκνευριζόταν συχνά με «κάποιους αριστερούς διανοούμενους που είναι τόσο "διαφωτισμένοι" ώστε τους είναι αδύνατον να κατανοήσουν τα πιο κοινά αισθήματα», και ίσως γι' αυτό όταν ήταν νεαρός ακόμα στο Παρίσι, αντί να ζητήσει ιδιωτική φροντίδα, επέλεξε να συρθεί με βρογχοπνευμονία και σαράντα πυρετό σ' ένα άθλιο δημόσιο νοσοκομείο όπου έμεινε για κανένα μήνα παρακολουθώντας φτωχά, ευάλωτα, γέρικα κορμιά να σβήνουν τριγύρω του. Χρόνια μετά, θα έγραφε γι' αυτή του την εμπειρία στο αφήγημα «Πώς πεθαίνουν οι φτωχοί»:


«...Οι άνθρωποι μιλάνε για τις φρίκες του πολέμου, όμως ποιο από τα τρομερά όπλα που έχουν εφευρεθεί μπορεί να προσεγγίσει καν την σκληρότητα κάποιων από τις πιο κοινές ασθένειες; Εξ ορισμού σχεδόν, ο "φυσιολογικός" θάνατος σημαίνει κάτι αργό, δυσώδες και οδυνηρό. Ακόμα κι έτσι πάντως, έχει διαφορά αν είσαι τυχερός και σου συμβεί στο ίδιο σου το σπίτι και όχι σε ένα δημόσιο ίδρυμα. Αυτό το έρημο γέρικο κουφάρι που μόλις είχε σβήσει δίπλα μου σαν το κερί, ήταν τόσο ασήμαντο ώστε στο νεκροκρέβατο να μην έχει κανέναν στο προσκέφαλό του... Όσο ευγενικό και ικανό κι αν είναι το προσωπικό ενός νοσηλευτικού ιδρύματος, σε κάθε θάνατο που συμβαίνει μέσα σ' ένα νοσοκομείο υπάρχει πάντα κάποια σκληρή και άθλια λεπτομέρεια, κάτι πολύ μικρό ίσως που όμως αφήνει πίσω του φριχτές αναμνήσεις, και προκαλείται από την βιασύνη, τον συνωστισμό και την απρόσωπη διάσταση που χαρακτηρίζουν αυτά τα μέρη όπου καθημερινά πεθαίνουν άνθρωποι ανάμεσα σε αγνώστους...».

Στο δοκίμιο «Γιατί γράφω» σημειώνει πάντως ότι και η ίδια η συγγραφή μπορεί να είναι «ένας τρομακτικός, εξοντωτικός αγώνας, σα να περνάς μια μακρά και επώδυνη ασθένεια». Ή σαν ένα διαρκές lockdown, σύμφωνα με το σπαρταριστό πορτραίτο ενός έγκλειστού γραφιά στις «Εξομολογήσεις ενός βιβλιοκριτικού»:

«Σ' ένα κρύο αλλά συγχρόνως αποπνικτικό δωμάτιο γεμάτο αποτσίγαρα και μισοάδειες κούπες τσαγιού, ένας άντρας κάθεται φορώντας την σκοροφαγωμένη ρόμπα του, προσπαθώντας να βρει χώρο για την γραφομηχανή του ανάμεσα στους σωρούς των σκονισμένων χαρτιών που κατακλύζουν το ξεχαρβαλωμένο τραπέζι. Δεν μπορεί να τα πετάξει επειδή το καλάθι των σκουπιδιών έχει ήδη ξεχειλίσει και επιπλέον, υπάρχει περίπτωση κάπου ανάμεσα στους απλήρωτους λογαριασμούς και στις αναπάντητες επιστολές να κρύβεται μια επιταγή για δύο γκινέες, την οποία είναι βέβαιος ότι έχει ξεχάσει να εξαργυρώσει στην τράπεζα. Υπάρχουν επίσης διάφορα γράμματα με διευθύνσεις που θα έπρεπε να έχει καταχωρήσει στην ατζέντα του, την οποία όμως δεν μπορεί να βρει, και η σκέψη και μόνο της αναζήτησής της, ή της αναζήτησης οποιουδήποτε πράγματος, του προκαλεί έντονες τάσεις αυτοκτονίας. Είναι γύρω στα 35, αλλά μοιάζει πενηντάρης. Είναι φαλακρός, έχει κιρσούς στα πόδια και φορά γυαλιά, ή μάλλον θα τα φορούσε αν δεν τα έχανε διαρκώς. Υπό κανονικές συνθήκες, υποφέρει απλά από ελλιπή σίτιση, κάποιες φορές όμως, αν υπήρξε τυχερός το προηγούμενο βράδυ, μπορεί επίσης να υποφέρει κι από χανγκόβερ. Είναι ήδη εντεκάμιση το πρωί και σύμφωνα με το πρόγραμμά του, θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει την δουλειά του πριν από δύο ώρες...».


Ακόμα και ένα ταξιδιωτικό κομμάτι – από τα «Ημερολόγια του Μαρόκου» – περιέχει μια καταγραφή ενός «αντανακλαστικού» αντισημιτισμού που ισχύει ατόφιος και στις μέρες μας, καθώς γράφει τις εντυπώσεις του από το γκέτο και την αγορά των Εβραίων του Μαρακές στα τέλη της δεκαετίας του '30:


«Καθώς οι Εβραίοι ζουν κι αυτοί σε κλειστές και αυτάρκεις κοινότητες, εξασκούν τις ίδιες τέχνες με τους Άραβες, εκτός από την γεωργία. Οπωροπώληδες, αγγειοπλάστες, αργυροχόοι, σιδηρουργοί, χασάπηδες, δερματοποιοί, ράφτες, νερουλάδες, επαίτες, αχθοφόροι – όπου κι αν κοιτάξεις βλέπεις μόνο Εβραίους. Δεκατρείς χιλιάδες απ' αυτούς βρίσκονται συγκεντρωμένοι σε μερικά στρέμματα γης. Ευτυχώς δεν είναι εδώ ο Χίτλερ. Ίσως βρίσκεται καθ' οδόν όμως. Κι εδώ ακούς πάντως τις συνήθεις σκοτεινές φήμες για τους Εβραίους, όχι μόνο από τους Άραβες αλλά και από τους φτωχότερους των Ευρωπαίων.


"Ναι, όπως στα λέω παλιόφιλε, μου πήραν την δουλειά μου και την έδωσαν σ' έναν Εβραίο! Αυτοί κυβερνάνε την χώρα στην πραγματικότητα. Αυτοί έχουν όλα τα λεφτά. Ελέγχουν τις τράπεζες, την οικονομία – τα πάντα".


"Μα δεν είναι γεγονός", αντιλέγω, "ότι ο μέσος Εβραίος είναι απλός εργάτης που αμείβεται με πενταροδεκάρες;"


"Αυτό είναι μόνο για βιτρίνα! Όλοι τους τοκογλύφοι είναι στην πραγματικότητα. Είναι πανούργοι οι Εβραίοι".


Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, καμιά διακοσαριά χρόνια πριν, έκαιγαν στην πυρά φτωχές ηλικιωμένες γυναίκες με την κατηγορία της μαγείας, όταν οι δύστυχες δεν μπορούσαν να κάνουν μαγικά ούτε για να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους ένα πιάτο φαΐ...».

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η «Φάρμα των ζώων» ή ένα παραμύθι για την προδοσία της επανάστασης

Λέσχη Ανάγνωσης: Μεταμορφώσεις / Η «Φάρμα των ζώων» ή ένα παραμύθι για την προδοσία της επανάστασης

Το σύστημα εξουσίας που εγκαθίσταται στη φάρμα δίνει στα γουρούνια ανθρώπινα χαρακτηριστικά, μεταμορφώνοντας τον καταπιεσμένο σε νέο δυνάστη. Το βιβλίο του Όργουελ είναι μια διαχρονική ιστορία για τον κίνδυνο που περικλείει κάθε επανάσταση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ