TO 1924 Ο ΒΑΛΤΕΡ ΜΠΕΝΓΙΑΜΙΝ είναι τριάντα δύο ετών και βρίσκεται στο Κάπρι, όπου ολοκληρώνει τη διατριβή του επί υφηγεσία. Ακατάτακτος διανοούμενος, που βιοπορίζεται από την κριτική και τη μετάφραση, σκοπεύει να κάνει ακαδημαϊκή καριέρα. Η διατριβή του επί υφηγεσία είχε ως θέμα της το γερμανικό μπαρόκ δράμα, ενώ η διατριβή του που είχε υποστηρίξει στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης το 1919 είχε ως θέμα της την έννοια της κριτικής στον πρώιμο γερμανικό ρομαντισμό.
Αλλά στο Κάπρι συμβαίνει μια μεγάλη ανατροπή. Ο Μπένγιαμιν γνωρίζει εκεί, και ερωτεύεται, τη Λετονή ηθοποιό και σκηνοθέτρια Άσια Λάτσις (1891-1979), «μια μπολσεβίκα από τη Ρίγα», όπως έγραψε ο ίδιος στον φίλο του Γκέρσομ Σόλεμ, τον κατοπινό ιστορικό και φιλόσοφο. Η συνάντηση με την «μπολσεβίκα» φαίνεται ότι είναι καταλυτική όχι μόνο στο συναισθηματικό/σεξουαλικό αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Μελετητές του Μπένγιαμιν παρατηρούν ότι η γνωριμία του με την Άσια είναι η αιτία της πολιτικοποίησης του έργου του.
Μπορεί να είναι επίσης η αιτία της εγκατάλειψης του σχεδίου του για ακαδημαϊκή καριέρα. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1925 αναγκάζεται να αποσύρει τη διατριβή που από το Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, όπου την είχε καταθέσει. Ο Μπένγιαμιν είναι παντρεμένος αυτόν τον καιρό με τη δημοσιογράφο και συγγραφέα Ντόρα Κέλνερ, αλλά ο έρωτάς του για την Άσια Λάτσις γίνεται εμμονή και πάθος – και διανοητικό πάθος.
Το έργο του Μονόδρομος, μια κονστρουκτιβιστική συλλογή αποσπασμάτων που εκδίδεται το 1928, είναι αφιερωμένο στη Λάτσις. Η αφιέρωση στο βιβλίο είναι χαρακτηριστική για την επιρροή που ασκούσε η «Λετονή μπολσεβίκα» στον Γερμανοεβραίο διανοούμενο: «Αυτός ο δρόμος ονομάζεται Οδός Άσια Λάτσις χάρη σ’ εκείνη που ως μηχανικός τον διάνοιξε ειδικά για τον συγγραφέα».
Φαίνεται ότι αυτή η σχέση μεταμορφώνει τον Μπένγιαμιν. Η Ντόρα Κέλνερ γράφει σχετικά σ’ ένα γράμμα της προς τον Σόλεμ: «Με τον Βάλτερ είναι πολύ άσχημα τα πράγματα… Βρίσκεται απολύτως υπό την επιρροή της Άσια και κάνει πράγματα που η πένα αρνείται πεισματικά να γράψει και που με εμποδίζουν να ξαναμιλήσω μαζί του σε αυτήν τη ζωή. Αποτελείται μόνο από κεφάλι και μόριο, όλα τα άλλα είναι παντελώς ανύπαρκτα».
Διαβάζοντας τις έγγραφές, βλέπουμε, πέρα από το πάθος για την Άσια, όλον τον κόσμο του Μπένγιαμιν για τη φιλοσοφία, την εμπειρία, τη μνήμη, την κριτική, τις συλλογές (ακόμη και τη μανιώδη αναζήτηση παιγνιδιών), τη γραφή, τη γλώσσα, το θέατρο, δηλαδή όλα αυτά που τον κάνουν απόλυτο στοχαστή του καιρού μας.
Η Λάτσις είναι η αιτία του ταξιδιού που έκανε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στη Μόσχα το διάστημα από 6 Δεκεμβρίου 1926 έως 1 Φεβρουαρίου 1927. Για το ταξίδι αυτό ο Μπένγιαμιν κράτησε ημερολόγιο, το Ημερολόγιο Μόσχας, που εκδίδεται τώρα στα ελληνικά από τον Καστανιώτη. Πρόκειται για ένα γοητευτικό κείμενο, όπου ο Μπένγιαμιν καταγράφει, πέρα από το «κυνηγητό» της Άσια, μια πόλη σε μετάβαση: από την τσαρική Μόσχα στη σοβιετική πρωτεύουσα.
Στον πρόλογο της γερμανικής έκδοσης του ημερολογίου το 1980, που αναδημοσιεύεται στην παρούσα ελληνική έκδοση, ο φιλόσοφος και ιστορικός Γκέρσομ Σόλεμ γράφει ότι οι λόγοι του ταξιδιού του Μπένγιαμιν στη Μόσχα ήταν τρεις. Πρώτoν, ο έρωτάς του και το πάθος για την Άσια Λάτσις, ίσως το βασικότερο κίνητρο. Δεύτερον, η επιθυμία του να γνωρίσει βαθύτερα και από κοντά τις συνθήκες στη Ρωσία.
Το σοβιετικό πείραμα ήταν ακόμη πολύ ελκυστικό. Διαβάζοντας το ημερολόγιο, βλέπουμε ότι στη Μόσχα ο Μπένγιαμιν προσπαθεί να δημιουργήσει μόνιμους επαγγελματικούς δεσμούς. Προσπαθεί να γίνει ανταποκριτής ρωσικών εφημερίδων ή λημματογράφος στη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια. Δεν τα καταφέρνει. Τρίτον, να ξεκαθαρίσει μέσα του, σε συνθήκες εφαρμοσμένου κομμουνισμού, ενδεχόμενη ένταξή του στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας. Στο ημερολόγιό του καταγράφονται λεπτομερώς οι σκέψεις του, οι προβληματισμοί του και ζυγίζονται τα υπέρ και τα κατά της ένταξης στο ΚΚΓ. Τελικά, αποφασίζει να μην ενταχθεί, καθώς η ένταξη θα σήμαινε την παραίτηση από κάποιες αρχές που δεν ήταν διατεθειμένος να εγκαταλείψει.
Ο Σόλεμ ήταν φίλος του Μπένγιαμιν. Τη δεκαετία του 1930 μετανάστευσε στην Παλαιστίνη και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο γνωστούς φιλοσόφους του Ισραήλ, ερμηνευτής της Καμπάλα. Μάλιστα είχε ζητήσει από τον Μπένγιαμιν να μεταναστεύσει κι αυτός στην Παλαιστίνη. Ο Σόλεμ μας λέει ότι στη Μόσχα ο Μπένγιαμιν κινήθηκε κυρίως μέσα σε εβραϊκούς κύκλους που ανήκαν στην αντιπολίτευση. Οι περισσότεροι απ’ όσους γνώρισε ο Μπένγιαμιν κατηγορήθηκαν ως τροτσκιστές ή εχθροί του λαού. Ακόμη και η Άσια Λάτσις έπεσε θύμα των σταλινικών εκκαθαρίσεων και πέρασε πολλά χρόνια σε στρατόπεδο.
Ο Μπένγιαμιν καταγράφει στο ημερολόγιο μικροϊστορίες που επιτρέπουν στον αναγνώστη να καταλάβει τι θα συνέβαινε στη Σοβιετική Ρωσία τα επόμενα χρόνια. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το επεισόδιο για το πώς ο Λουνατσάρσκι, από το Λαïκό Επιτροπάτο Διαφώτισης, απέρριψε το λήμμα «Γκαίτε» που είχε γράψει ο Μπένγιαμιν για τη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια. Το λήμμα δεν είναι αρκούντως «διαλεκτικό» και η θέση ότι «οι Γερμανοί επαναστάτες δεν ήταν διαφωτιστές» είναι, κατά τον Λουνατσάρκσι, εσφαλμένη. «Επαναλαμβάνω τη σύσταση να μη συμπεριληφθεί το άρθρο του Μπένγιαμιν».
Ο συγγραφέας και μεταφραστής Κώστας Καλφόπουλος γράφει στο επίμετρο που συνοδεύει την ελληνική έκδοση με τίτλο Συναισθηματικό ταξείδι στην καρδιά της Μόσχας ότι το Ημερολόγιο είναι «κείμενο-κλειδί για την κατανόηση της ψυχοσύνθεσης του Μπένγιαμιν». Πραγματικά: διαβάζοντας τις έγγραφές, βλέπουμε, πέρα από το πάθος για την Άσια, όλον τον κόσμο του Μπένγιαμιν για τη φιλοσοφία, την εμπειρία, τη μνήμη, την κριτική, τις συλλογές (ακόμη και τη μανιώδη αναζήτηση παιγνιδιών), τη γραφή, τη γλώσσα, το θέατρο, δηλαδή όλα αυτά που τον κάνουν απόλυτο στοχαστή του καιρού μας.
Ο Μπένγιαμιν αυτοκτόνησε το 1940 στο Πορτ Μπου, στα γαλλοϊσπανικά σύνορα, προσπαθώντας να διαφύγει από τους Γερμανούς, αλλά η σκέψη του είναι σήμερα πιο ζωντανή από ποτέ, γονιμοποιώντας ποικίλα πεδία των επιστημών.
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το Ημερολόγιο Μόσχας διαβάζεται με αμείωτο ενδιαφέρον από τον σύγχρονο αναγνώστη. Πριν απ’ όλα είναι το ημερολόγιο μιας απομάγευσης ή καλύτερα το ημερολόγιο ενός αποτυχημένου, διπλού ειδυλλίου: του ειδυλλίου με την Άσια και του ειδυλλίου με τη σοβιετική επανάσταση και τον κομμουνισμό. Προσωπικά, διαβάζω το Ημερολόγιο ως ένα πορτρέτο της Μόσχας.
«Τη Μόσχα τη νοσταλγείς όχι μόνο για το χιόνι, αλλά και για τον ουρανό της… Πάρα πολλά σπίτια είναι χαμηλά. Έτσι, στην πόλη αυτή έχεις διαρκώς την αίσθηση του απέραντου ορίζοντα της ρωσικής στέπας» γράφει. Η μία δυνατή εικόνα εναλλάσσεται με μία άλλη. Σε μια εγγραφή βλέπουμε να περνά μπροστά μας μια «κόκκινη» κηδεία, καθώς το φέρετρο, η άμαξα και τα χαλινάρια των αλόγων είναι όλα κόκκινα. Σε μια άλλη βλέπουμε έναν πλανόδιο πωλητή βαλσαμωμένων πουλιών. Αλλού εξωτικές μορφές από τη Μογγολία και εισπρακτόρισσες σε τραμ, τυλιγμένες σε γούνες, που μοιάζουν να βγαίνουν από έλκηθρα ανθρώπων του Βορρά. Αλλά και απίθανες άλλες σκηνές, όπως η αποδοκιμασία του σκηνοθέτη Μέγερχολντ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.