Όταν ο Μπερνάρ Πιβό επιτέθηκε στη μέση νοικοκυρά για τα τηλεοπτικά σκουπίδια που καταναλώνει

Μπερνάρ Πιβό: «Αμήχανοι θεατές» Facebook Twitter
Ο Πιβό γνώριζε καλά ότι η τηλεόραση δεν είναι παντοδύναμη κι ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο όλες τις μορφές της τέχνης και της επιστήμης. Φωτ.: Jean-Paul Guilloteau/Kipa/Sygma via Getty Images/Ideal Image
0

Τον Ιανουάριο του 1975, ένας σαραντάχρονος, μικροκαμωμένος, διοπτροφόρος δημοσιογράφος ξεκινούσε στο δεύτερο κανάλι της γαλλικής τηλεόρασης μια εκπομπή που έμελλε να πάρει διαστάσεις θρύλου. Γιος αγροτών, λάτρης του καλού κρασιού και φανατικός θεατής αγώνων ποδοσφαίρου, ο Μπερνάρ Πιβό (1935-2024) πέτυχε με τις «Apostrophes» («Αποστροφές») κάτι που ακόμα και σήμερα μοιάζει ακατόρθωτο: επί μια δεκαπενταετία κρατούσε ενήμερους τους συμπατριώτες του για την εκδοτική παραγωγή, παροτρύνοντάς τους ν’ αγοράσουν βιβλία και, κυρίως, να τα διαβάσουν.

Ο ίδιος δεν ήταν ούτε κριτικός ούτε συγγραφέας. Το τελευταίο ίσως θα το ήθελε πολύ, αλλά η αδυναμία του δεν τον δηλητηρίασε με απογοήτευση ή πικρία. Αντίθετα, τον προίκισε με θαυμασμό και περιέργεια για εκείνους που γράφουν.

Ο Πιβό λειτουργούσε απλώς ως δημοσιογράφος. Κι όπως στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων εκτίθενται πρωτόλεια, έργα επικαιρικά, βιβλία ενδιαφέροντα μεν αλλά αποτυχημένα, έτσι και από το σαλόνι των «Apostrophes» πέρασαν συγγραφείς που δεν στέκονταν στο ύψος του Ναμπόκοφ, του Νόρμαν Μέιλερ ή της Γιουρσενάρ. Το σίγουρο, ωστόσο, είναι πως η εκπομπή του Πιβό, με αφορμή πάντα κάποια βιβλία, κατέγραψε όλα τα πάθη, τα ερωτήματα, ακόμα και τα ευτράπελα μιας εποχής.

O Πιβό αντιλαμβανόταν ότι οι νέοι αρνούνται να παραδώσουν τη σκυτάλη της πολιτιστικής τους έκφρασης στην τηλεόραση, ότι δεν περιμένουν το «κουτί» για να τους εξηγήσει τον κόσμο ούτε να τους διαφωτίσει για τις συμπεριφορές και τα γούστα τους.

Όταν με δική του πρωτοβουλία ο κύκλος των «Apostrophes» έκλεισε, τη σκυτάλη πήρε μια καινούργια εκπομπή, με τίτλο «Bouillon de culture» («Πολιτιστική σούπα»). Σ’ αυτήν, μεταξύ 1991-2001, ο Πιβό ανακάτευε τη λογοτεχνία με τον κινηματογράφο και τον χορό, και τα εικαστικά με τη μουσική και το θέατρο, χωρίς όμως να σαγηνεύει τα πλήθη που τον παρακολουθούσαν παλιότερα. Τι συνέβη; Είχε χάσει την ικανότητα να συνθέτει πάνελ ομιλητών; Δεν έκανε με την ίδια όρεξη τη δουλειά του; Δεν αντλούσε ενδιαφέρον υλικό από την πολιτιστική επικαιρότητα; Ή μήπως είχε αλλάξει γλώσσα και δεν απευθυνόταν πια στον μέσο τηλεθεατή;

Apostrophes Facebook Twitter
Η Λορίν Μπακόλ καλεσμένη στην εκπομπή του Μπερνάρ Πιβό «Apostrophes» στο Παρίσι, Γαλλία, στις 11 Μαΐου 1979. Φωτ.: Louis MONIER/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image

Κάθε άλλο. Η «Πολιτιστική σούπα» αποτελούσε όαση στη γαλλική τηλεόραση και κάθε βδομάδα τροφοδοτούσε τον Τύπο με ειδήσεις και ευνοϊκά σχόλια. Γιατί η θεαματικότητά της, σε σχέση με την προηγούμενη εκπομπή του Πιβό, είχε πέσει στα μισά; Για τον ίδιο η απάντηση ήταν απλή: έφταιγε η ώρα προβολής της. Οι «Αpostrophes» ξεκινούσαν μεταξύ εννιά με εννιάμισι, ενώ η «Πολιτιστική σούπα» γύρω στις έντεκα το βράδυ. Στην αρχή της βραδιάς, οι πιθανότητες συνάντησης ενός χαρισματικού παρουσιαστή μ’ ένα περιφερόμενο, ακαθόριστο και μάλλον επιφυλακτικό κοινό είναι πολύ περισσότερες. Αυτήν την ώρα μπορεί κανείς να στρατολογήσει οπαδούς της ανάγνωσης, του θεάτρου ή της μουσικής. Πιο αργά, όμως, όσο πλησιάζουν μεσάνυχτα, στήνονται μπροστά στην οθόνη μόνο οι φανατικοί, οι «ψωνισμένοι» με την κουλτούρα. Οι εκ των προτέρων πεπεισμένοι.

Από την εποχή που ξεκίνησε ο Πιβό την τηλεοπτική του καριέρα ως το τέλος των '90s, είχαν έρθει τα πάνω κάτω (και) στο γαλλικό οπτικοακουστικό πεδίο. Η ιδιωτικοποίηση του TF1 το 1986 και η δημιουργία ιδιωτικών καναλιών επέφεραν ριζικές αλλαγές στον τηλεοπτικό χάρτη. Ο ανταγωνισμός των σταθμών, η αναζήτηση διαφημιστικών εσόδων όχι μόνο από τα ιδιωτικά αλλά και από τα κρατικά κανάλια, και η δικτατορία των μετρήσεων θεαματικότητας υπέσκαψαν την ποιοτική στάθμη των εκπομπών και εξόρισαν τις πολιτιστικές εκπομπές στις μεταμεσονύχτιες ώρες.

Μοναδικός ίσως επιζών της «απορρύθμισης», πιστός στην Αntenne 2 (το δεύτερο κρατικό κανάλι), παρά τις δελεαστικές προσφορές που δέχτηκε κατά καιρούς για να το εγκαταλείψει, ο Μπερνάρ Πιβό αποφάσισε τo 1998 να περάσει στην επίθεση. Και το έκανε γραπτώς, μ’ έναν λίβελο, επιπλήττοντας τις νοικοκυρές κάτω των πενήντα ετών –το target group στο οποίο απευθύνονταν οι διευθυντές προγράμματος για ν’ αυξήσουν τα διαφημιστικά έσοδα των σταθμών τους– για την απάθεια που επιδεικνύουν καταναλώνοντας φτηνές εκπομπές, οι οποίες υποτίθεται πως ανταποκρίνονται στα χαμηλά τους γούστα.

Μπερνάρ Πιβό «Αμήχανοι θεατές» Facebook Twitter
Η «Πολιτιστική σούπα» αποτελούσε όαση στη γαλλική τηλεόραση και κάθε βδομάδα τροφοδοτούσε τον Τύπο με ειδήσεις και ευνοϊκά σχόλια. Φωτ.: Raphaël GAILLARDE/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image

Το βιβλίο του –εξαντλημένο προ πολλού, δυστυχώς– «Αμήχανοι θεατές» (μτφρ. Ελένη Ψυχούλη, Λιβάνης) ήταν σαν τις εκπομπές του, ανάλαφρο και ταυτόχρονα διεισδυτικό. Ακόμα κι αν το εύρημα της επίπληξης των «νοικοκυρών κάτω των πενήντα ετών» μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους ατυχές ή κακόγουστο, ο προβληματισμός του Γάλλου δημοσιογράφου για την παιδευτική λειτουργία της τηλεόρασης και για την τύχη των εκπομπών που στοχεύουν στην καλλιέργεια του κοινού παραμένει σημαντικός. Πόσο μάλλον όταν προέρχεται από έναν άνθρωπο που απεχθανόταν όσο τίποτε άλλο τους διανοούμενους που μεμψιμοιρούν για τα χάλια της τηλεόρασης επειδή δεν έχουν αντιληφθεί τι είναι τελικά αυτό το μέσον και σε τι χρησιμεύει.

Ο Πιβό γνώριζε καλά ότι η τηλεόραση δεν είναι παντοδύναμη κι ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο όλες τις μορφές της τέχνης και της επιστήμης. Είχε επίσης συνείδηση ότι, όσον αφορά τις νέες γενιές, η κουλτούρα έχει χάσει την παλιά της αίγλη, ότι φαντάζει λιγότερο απαραίτητη στην ολοκλήρωση της ύπαρξης. Αντιλαμβανόταν ότι οι νέοι αρνούνται να παραδώσουν τη σκυτάλη της πολιτιστικής τους έκφρασης στην τηλεόραση, ότι δεν περιμένουν το «κουτί» για να τους εξηγήσει τον κόσμο ούτε να τους διαφωτίσει για τις συμπεριφορές και τα γούστα τους.

Ο λόγος για τον οποίο εξεγέρθηκε ο Πιβό ήταν επειδή όλοι –ακόμα και οι επικεφαλής των κρατικών καναλιών– είχαν καταθέσει τα όπλα στον βωμό των αριθμών: «Αντί να διαμορφώσουμε το γούστο του κοινού, προλάβαμε τις επιθυμίες του. Αντί να το ταράζουμε κάθε τόσο με κάτι το απρόβλεπτο, το παρακινδυνευμένο, το κολακέψαμε με εύκολες λύσεις. Ας έχουν χάρη η τηλεθέαση και η διαφήμιση που μας έκοψαν κάθε φόρα για τόλμη στις ζώνες υψηλής θεαματικότητας». Τα βέλη του μάλιστα δεν τα εκτόξευε γενικώς και αορίστως. Στις σελίδες του βιβλίου του, υπουργοί, βουλευτές και γερουσιαστές, επιχειρηματίες και στελέχη καναλιών, όλοι έχουν την τιμητική τους.

Μπερνάρ Πιβό «Αμήχανοι θεατές» Facebook Twitter
Γιος αγροτών, λάτρης του καλού κρασιού και φανατικός θεατής αγώνων ποδοσφαίρου, ο Μπερνάρ Πιβό (1935-2024) πέτυχε με τις «Apostrophes» («Αποστροφές») κάτι που ακόμα και σήμερα μοιάζει ακατόρθωτο. Φωτ.: Eric BOUVET/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image

Σύμφωνα με τη γνώμη του διαπρεπούς κοινωνιολόγου Ντομινίκ Βολτόν –την οποία μνημονεύει ο Πιβό στους «Αμήχανους θεατές»–, η τηλεόραση είναι η μόνη δραστηριότητα που μοιράζονται όλες οι κοινωνικές τάξεις και όλες οι ηλικίες, η μόνη που συντελεί στη δημιουργία δεσμού ανάμεσα στα περιβάλλοντα. Καθώς το κοινωνικό ρήγμα διευρύνεται συνεχώς λόγω της οικονομικής κρίσης, της επέκτασης της ανεργίας και του ξέφρενου αγώνα για περισσότερο κέρδος, όσο η τηλεόραση παίζει τον ρόλο του καθρέφτη που επιτρέπει τη συνάντηση της μεγάλης πλειονότητας των κοινωνικών στρωμάτων τόσο περιορίζει τον αποκλεισμό εκείνων που αισθάνονται στο περιθώριο της κοινωνίας. Ο Βολτόν ήδη προέβλεπε ότι σ’ ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον κάθε τηλεθεατής, απομονωμένος στο ιδιωτικό του σύμπαν, θα έχει πρόσβαση στο καλωδιακό κανάλι που θα προβάλλει τα εξειδικευμένα προγράμματα που τον ενδιαφέρουν. Μόνο τα μη ειδικά κανάλια με τα ποικίλα και διαφοροποιημένα προγράμματά τους, υποστήριζε, μπορούν να συντελέσουν στη δημιουργία κοινωνικού δεσμού.

Ωστόσο, όπως παρατηρούσε ο Πιβό, αυτά τα μη ειδικά κανάλια λειτουργούν με τους αμείλικτους όρους της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού, πριμοδοτούν φτηνές εκπομπές τύπου reality show, εξορίζοντας από τα προγράμματά τους τον πολιτισμό: «Η τηλεθέαση εκμεταλλεύτηκε αυτό το δημοκρατικό και κοινωνικό, σχεδόν πατριωτικό άλλοθι που της προσέφερε ο περίφημος “κοινωνικός δεσμός” για να επιβάλει λιγάκι παραπάνω τους δικούς της νόμους, σε βάρος φυσικά της κουλτούρας». Κι από τη μεριά του επέμενε ότι μακροπρόθεσμα η ταυτότητα ενός έθνους σμιλεύεται περισσότερο μέσα από τις κοινές πολιτισμικές πρακτικές και την αλληλεπίδραση των πατροπαράδοτων αξιών και των σύγχρονων έργων, παρά μέσα από τις εξομολογήσεις των ανθρώπων της διπλανής πόρτας που εκθέτουν δημόσια τη δυστυχία ή την «τρέλα» τους.

Τι πρότεινε τελικά ο Πιβό στις… νοικοκυρές κάτω των πενήντα ετών μέσα από τον λίβελό του; Ν’ αντισταθούν, φυσικά. Να διαψεύσουν τα προγνωστικά των επικεφαλής του μάρκετινγκ και να μην παραδίδονται στις εκπομπές που απευθύνονται ειδικά σ’ εκείνες. Τις καλούσε να ανακαλύψουν τις χαρές που στερούνται εξαιτίας της ρουτίνας, ν’ απελευθερωθούν από το «κουτί», να ονειροπολήσουν. Όπως αποδείχτηκε, ήταν ένας από τους τελευταίους ρομαντικούς.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σελίν Κιριόλ «Φωνή χωρίς ήχο»

Το πίσω ράφι / «Ένα από τα πιο ιδιοφυώς γραμμένα μυθιστορήματα της σύγχρονης λογοτεχνίας»

Έτσι είχε γράψει ο Πολ Όστερ εξαίροντας τη γραφή της Σελίν Κιριόλ στο «Φωνή χωρίς ήχο» για την οικονομία, τη συμπόνια και τις χιουμοριστικές πινελιές της, για τον τρόπο που προσεγγίζει μια γυναίκα αποξενωμένη σε μια απέραντη μεγαλούπολη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαίρη Κουκουλέ

Οι Αθηναίοι / Μαίρη Κουκουλέ (1939-2025): Η αιρετική λαογράφος που κατέγραψε τη νεοελληνική αθυροστομία

Μοίρασε τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, υπήρξε σύντροφος ζωής του επίσης αιρετικού Ηλία Πετρόπουλου. Ο Μάης του ’68 ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο έζησε. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Στρατής Τσίρκας και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες

Βιβλίο / Ο Στρατής Τσίρκας και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες

Σε ποια εποχή γράφτηκε η φημισμένη τριλογία; Πώς διαβάζουμε σήμερα αυτό το σημαντικό μυθιστόρημα; Ποιοι είναι οι ήρωές του; Αυτά και πολλά ακόμα αναλύει με εξαιρετικό τρόπο η Κωνσταντίνα Βούλγαρη σε τρία ηχητικά ντοκιμαντέρ. 
THE LIFO TEAM
Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας

Οι Αθηναίοι / «Δεν μπορεί να κερδίζει συνέχεια το δίκιο του ισχυρού»

Στο Λονδίνο, ο Θανάσης Σκρουμπέλος έλεγε ότι είναι «απ’ τον Κολωνό, γείτονας του Σοφοκλή». Έχοντας βγει από τα σπλάχνα της, ο συγγραφέας που έγραψε για την Αθήνα του περιθωρίου, για τη γειτονιά του και τον Ολυμπιακό, πιστεύει ότι η αριστερά που γνώρισε έχει πεθάνει, ενώ το «γελοίο που εκφράζει η ισχυρή άρχουσα τάξη» είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
M. HULOT
Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή

Πέθανε Σαν Σήμερα / Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό θέατρο

Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κυκλοφόρησε έναν τόμο 535 σελίδων, αφιερωμένο στον σπουδαίο σκηνοθέτη, φιλόλογο, συγγραφέα και ακαδημαϊκό που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μέριλιν Γιάλομ: «H ιστορία της συζύγου»

Το Πίσω Ράφι / H ιστορία της συζύγου από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα

Η φεμινίστρια συγγραφέας και ιστορικός Μέριλιν Γιάλομ εξερευνά τη διαδρομή της συζυγικής ταυτότητας, αποκαλύπτοντας πώς η έννοια του γάμου μεταλλάχθηκε από θρησκευτικό καθήκον σε πεδίο συναισθηματικής ελευθερίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ο γενναιόδωρα οργισμένος Τζορτζ Όργουελ

Βιβλίο / Ο γενναιόδωρα οργισμένος Τζορτζ Όργουελ

Η έκδοση με τα κριτικά κείμενα του Τζορτζ Όργουελ για τη λογοτεχνία και την πολιτική με τον τίτλο «Ό,τι μου κάνει κέφι» μας φέρνει ενώπιον ενός τρομερά οξυδερκούς και ενίοτε γενναιόδωρα οργισμένου στοχαστή.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το βιβλιοπωλείο Κάουφμαν και η ανεκτίμητη προσφορά του στην πνευματική ζωή της Αθήνας

Βιβλίο / Το βιβλιοπωλείο Κάουφμαν και η ανεκτίμητη προσφορά του στην πνευματική ζωή της Αθήνας

Μέσα από αφηγήσεις, φωτογραφίες και ντοκουμέντα μιας νέας έκδοσης ζωντανεύει το βιβλιοπωλείο που συνδέθηκε με τις μνήμες χιλιάδων Αθηναίων και έπαιξε ρόλο στην πολιτιστική διαμόρφωση και καλλιέργεια πολλών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μπρους Τσάτουιν: Ένας αεικίνητος ταξιδιώτης

Πέθανε Σαν Σήμερα / Μπρους Τσάτουιν: Ένας αεικίνητος ταξιδιώτης

Ο αιώνιος ταξιδευτής, μυθιστοριογράφος και ταξιδιωτικός συγγραφέας περιπλανήθηκε στα πιο άβατα σημεία του κόσμου αναζητώντας το DNA των νομάδων και έζησε μια μυθιστορηματική ζωή που υπερβαίνει αυτήν που κατέγραψε στα βιβλία του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
10 σημαντικά βιβλία που θα κυκλοφορήσουν το πρώτο τρίμηνο του 2025

Βιβλίο / Δέκα σημαντικά βιβλία που θα κυκλοφορήσουν το πρώτο τρίμηνο του 2025

Το πιο πρόσφατο Booker, επανεκδόσεις μυθιστορημάτων με θέμα τον Εμφύλιο, το τελευταίο βιβλίο του Μάριο Βάργκας Λιόσα, η νέα Αμάντα Μιχαλοπούλου και μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Αργύρη Χιόνη είναι μερικές μόνο από τις πολυαναμενόμενες προσεχέις εκδόσεις.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ