Από τα λιγότερο ευρέως γνωστά αλλά πλέον αξιόλογα πρόσωπα της αθηναϊκής αντικουλτούρας, συμμετείχε ενεργά σε διάφορα πρωτοποριακά εγχειρήματα στα 80's (η πανκ μπάντα Μάβρα Ιδανικά, τα φανζίν Γιατί και Λαυχατάθλιψη, το περιοδικό Κοντροσόλ στο Χάος, η Ομάδα Εδάφους), παθιάστηκε στα 90's με την ηλεκτρονική μουσική και την Goa trance «σκηνή», πέρασε φάσεις δύσκολες παλεύοντας με θεούς και δαίμονες εκτός κι εντός του και ξαναδίνει τώρα «παρών» με ένα ακόμα αξιόλογο (το δεύτερο στη σειρά) ποιητικό βιβλίο – ένα απόσταγμα σκέψεων, εμπειριών και βιωμάτων μιας ζωής που μόνο αδιάφορη δεν τη λες. «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από το τέλος πάντων» ο τίτλος του (εκδ. Στο Περιθώριο), αριθμημένα και με διαφορετικά εξώφυλλα τα αντίτυπά του, θαυμάσια εικονογραφημένα από την εικαστικό Βίκυ Βέργου.
Επαγγελματικά ο Παύλος ασχολήθηκε με την ηχοληψία, την επιμέλεια κειμένων και τη μετάφραση, συμμετείχε δε στην ομάδα που εισήγαγε το σύστημα ISBN στην ελληνική βιβλιογραφία. Παρά όμως τα πολλά του ταλέντα και δεξιότητες, παρότι συνεργάστηκε στενά με πρόσωπα που ξεχώρισαν, δεν υπήρξε ούτε κι έγινε ποτέ «άνθρωπος καριέρας», από επιλογή καταρχήν.
Στην κουβέντα που κάναμε με αφορμή την «Ανάλωση» μιλήσαμε για την πανκ και την ηλεκτρονική μουσική, για τα 80's και τα 90's, για τα Εξάρχεια του τότε και του τώρα, για τον πρόωρα χαμένο Αλέξη Μπίστικα με τον οποίο είχε συνδεθεί στενά, για κινήματα και πολιτική, για χορτοφαγία και βιγκανισμό, για τη σεξουαλικότητα και το queer, για το μέλλον ως ένα διαρκές παρών, για τις απαντήσεις εκείνες που έρχονται όταν έχουν πια εκλείψει οι ερωτήσεις.
Τα Εξάρχεια σήμερα έχουν μεν ιστορία, αμφιβάλλω όμως αν διατηρούν ακόμα κάποιο σοβαρό πολιτικό πρόσημο. Δεν νιώθω πια εκεί την οικειότητα, ούτε βλέπω την ανεκτικότητα που γνώρισα. Δεν αισθάνομαι καν άνετα να κινηθώ όπως, όπου κι όποτε θέλω καθώς γίνανε κι επικίνδυνα, λούμπεν με την κακή έννοια.
— Για πες, πώς άρχισες με το γράψιμο;
Ξεκίνησα να γράφω μικρός, ανάμεσα 15-20 χρονών. Κυρίως ποιήματα, καμιά φορά και πεζά. Ακολούθησε μια δεκαετία που δεν έκανα σχεδόν τίποτα και στα μέσα των 90's –στην «ψυχεδελική», ας πούμε, δεκαετία που σχετίστηκε με την Goa trance– κάτι εντός μου άνοιξε κι άρχισα να ξαναγράφω μανιωδώς για άλλη μια δεκαετία περίπου προτού «ξαναμαζευτώ! Η «Ανάλωση» γράφτηκε κυρίως ανάμεσα 1995-1999, υπάρχουν όμως και γραπτά της δεκαετίας του '80. Είναι το πρώτο βιβλίο που ολοκλήρωσα και το δεύτερο που εκδίδεται – προηγήθηκε «To Παιχνίδι» (εκδ. Παρατηρητής, 2004). Υπάρχει κι ένα τρίτο ανέκδοτο ακόμα ονόματι «Anima».
— Στο εσώφυλλο αναφέρεις ότι αφιερώνεις το βιβλίο αυτό «στη γενιά μας». Ποιαν γενιά εννοείς;
Εννοώ ανθρώπους σαν κι εμάς που ζήσανε τα νεανικά τους χρόνια τη δεκαετία του '80, που μοιραστήκαμε κοινά όνειρα, ευαισθησίες, ανησυχίες και βιώματα. Στα μέσα λοιπόν εκείνης της περίεργης, «σημαδιακής» δεκαετίας για την οποία τόσα ακόμα λέγονται και γράφονται ήμουνα 20 χρονών και βρέθηκα σε ένα μεταίχμιο: Το πρώτο μισό της ήταν πολλά υποσχόμενο και αντεχόταν, το δεύτερο υπήρξε αρκετά πιο σκοτεινό. Το πολιτικοκοινωνικό κλίμα σκλήρυνε, η μουσική επίσης, έσκασε και το AIDS κι αρχίσαμε να μετράμε απώλειες...
— Ανακατευόσουν με τη μουσική από μικρός. Όταν γνωριστήκαμε τραγουδούσες κι έγραφες στίχους για μια πανκ μπάντα, τα Μάβρα Ιδανικά.
Ναι, τη φτιάξαμε το 1983 με τους Στάθη Σαλβάνο και Χρήστο Βουγά. Αρχικά υπήρχε ένας ακόμα κιθαρίστας κι αργότερα προστέθηκε μια μπασίστρια. Κράτησε δύο μόνο χρόνια εκείνο το εγχείρημα και κανείς από το βασικό σχήμα δεν ακολούθησε έπειτα κάποια μουσική καριέρα. Αφήσαμε πίσω μας πιο πολύ κείμενο και εικόνα παρά μουσική!
Είχαμε κυκλοφορήσει δύο φανζίν με φουλ περιεχόμενο («Γιατί», «Λαυχατάθλιψη»), στίχους, σχέδια, κολάζ, κείμενα, ζωγραφιές... Ήμασταν πολύ επηρεασμένοι από την αναρχοπάνκ κολεκτίβα των Crass αλλά κι από τους Rudimentary Peni. Όλο αυτό το υλικό το μαζέψαμε και το κυκλοφορήσαμε μόνοι μας το 2012 σε βινύλιο ώστε να μείνει κάτι στον χρόνο.
— Λίγο μετά εκδίδετε με τον Αλέξη Μπίστικα και τον Δημήτρη Παπαϊωάννου το Κοντροσόλ στο Χάος που στα καλιαρντά μεταφράζεται ως «Φιλί στο Στόμα» - ένα περιοδικό το οποίο έκανε αίσθηση και που με σύγχρονους όρους το λες και πρώιμο queer.
Υπήρξαμε πράγματι οι τρεις αυτοί ο βασικός εκδοτικός πυρήνας. Βγάλαμε πέντε συνολικά τεύχη ανάμεσα 1986-1992. Ναι, παρότι ο όρος queer δεν υπήρχε τότε θα μπορούσες όντως να το χαρακτηρίσεις επίσης έτσι αισθητικά και θεματολογικά. Όπως και τα φανζίν που είχα πρωτύτερα ανακατευτεί, έτσι κι αυτό διέθετε έναν αντιπατριαρχικό, αντισεξιστικό, αντι-φαλλοκρατικό λόγο, με πολυάριθμες αναφορές στον φεμινισμό και την ομοφυλόφιλη επιθυμία.
Φιλοξενήσαμε στο Κοντροσόλ πολλά σχετικά κείμενα, φωτογραφίες και κόμικ, καθώς και κάποιες πρώτες μεταφράσεις κειμένων από Τζάρμαν, Παζολίνι, Μπάροουζ, Μπάλαρντ κ.ά., που κάποια κυκλοφόρησαν έπειτα σε κανονικές εκδόσεις στα ελληνικά. Εστιάζαμε επίσης ιδιαίτερα στην απελευθέρωση των ζώων και τη χορτοφαγία όταν τέτοιες ευαισθησίες δεν ήταν καθόλου «συρμός»!
— Είχατε θυμάμαι πράγματι μια πολύ «στρατευμένη» στάση απέναντι στη βιομηχανική κτηνοτροφία και στην κρεοφαγία γενικότερα. Απέχεις ακόμα από ζωικές τροφές;
Εδώ και αρκετά χρόνια δεν είμαι πια χορτοφάγος. Πριν καμιά εικοσαετία είχα περάσει ένα μεγάλο ψυχολογικό «πατατράκ» που με έκανε να αναθεωρήσω αρκετά πράγματα επειδή δεν μπορούσα πια να τα στηρίξω μέσα μου – ανάμεσά τους κι αυτό. Διατηρώ εντούτοις ακόμα αυτές τις αρχές και πάντως δεν πολυτρώω κρέας! Πέρα από την υγεία και την επίκληση στην ηθική ή το συναίσθημα, το σοβαρότερο επιχείρημα υπέρ μιας χορτοφαγικής ή vegan διατροφής είναι πως ο πλανήτης αδυνατεί πια να συντηρήσει έναν αυξανόμενο πληθυσμό κρεατοφάγων.
Απλώς δεν υπάρχει άλλο περιθώριο, όπως συμβαίνει και με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Κινδυνεύουμε να είμαστε η τελευταία γενιά που ξέρει τι σημαίνει οικοσύστημα. Βλέπω τώρα κάποια άλλα νέα παιδιά με παρόμοιους προβληματισμούς να επιτίθενται σε κρεοπωλεία κ.λπ. Βλέπω με πολλή συμπάθεια τέτοιες ενέργειες, ταυτόχρονα όμως διακρίνω το λάθος που έκανα κι εγώ μικρότερος, να εισάγω ριζοσπαστικές ιδέες στην ελληνική πραγματικότητα χωρίς αυτή πρώτα να έχει «μπολιαστεί» με αυτές.
— Μια κι ο λόγος περί queer, πώς βλέπεις σήμερα την εξέλιξή του;
Δεν ξέρω, δυσκολεύομαι ομολογώ πολύ να παρακολουθήσω κάποια σύγχρονα queer κείμενα – όχι πως μου λείπει η κατάρτιση, απλά δεν έχω πια τη διάθεση να εμβαθύνω σε κάτι τόσο θεωρητικό, καίγεται ο εγκέφαλός μου! Θα μου πεις, διάβαζες άνετα πιο μικρός Καταστασιακούς; Ναι, διότι τότε είχα τη λαχτάρα να στύψω το κεφάλι μου και να τους κατανοήσω.
Κοίτα, νομίζω γενικά ότι χρειάζεται να επιστρέψουμε στην απλότητα κι αυτό ισχύει επίσης για την πολιτική και τα κινήματα. Στην απλότητα και τον ανθρωπισμό γιατί τελικά αυτά είναι που έχουν σημασία. Πολιτικά έτεινα πάντα προς την Αριστερά και παραπέρα από αυτή και δεν βρήκα ποτέ λόγο να μετακινηθώ. Αν εντούτοις οι άνθρωποι μπορούν να αυτοπραγματωθούν, να ζήσουν καλά και να προκόψουν με κάποιον τρόπο, μικρή σημασία νομίζω έχει το πώς θα αποκαλείται αυτός – αρκεί μόνο να είναι εφικτός.
Πέρα έπειτα από την κοινωνική οργάνωση και το οικονομικό, σημαντικό ρόλο στη ζωή παίζει επίσης ο ψυχολογικός μας κόσμος. Οι περιορισμοί που δεχόμαστε είναι και εσωτερικοί. Οποιαδήποτε κίνηση συμβάλλει να ελαφρύνουμε από πόνους, φορτία και τραύματα τέτοιας φύσης είναι πιστεύω εξίσου ζωτικής σημασίας.
Μια από τις πιο συγκινητικές κινήσεις που πληροφορήθηκα τελευταία είναι η δημιουργία στην Αμερική μιας οργάνωσης για άτομα που εκ γενετής δεν έχουν σαφές φύλο και που διεκδικούν να μπορούν να αποφασίζουν οι ίδιοι μόλις ενηλικιωθούν πώς θέλουν να αυτοπροσδιορίζονται, σε ποιο στοιχείο –αρσενικό ή θηλυκό– προτιμούν να δώσουν έμφαση, αν δώσουν, πάντως σίγουρα όχι με τον χημικό, ευνουχιστικό τρόπο ανίδεων γονέων ή «ειδικών».
— Στο Κοντροσόλ συνεργάστηκες με δύο πολύ ταλαντούχους ανθρώπους που στη συνέχεια κάνανε πράγματα, ο ένας δυστυχώς (ο Αλέξης) έφυγε νωρίς, το 1995, ο άλλος, ο Δημήτρης, έγινε αυτός που όλοι ξέρουμε. Εσύ που διέθετες επίσης ταλέντα πώς και δεν έκανες κάποια καριέρα, ήταν θέμα τύχης ή επιλογής;
Κοίτα αν δεν είχα κάποια δικά μου θεματάκια, ψυχολογικά περισσότερο, ίσως να ήμουν κι εγώ τώρα «επώνυμος». Πέραν τούτου όμως υπήρξα εξαρχής δύσπιστος απέναντι στη φήμη και την απόκτηση πλούτου, κάτι που λειτούργησε επίσης ανασταλτικά, σε κάποιο βαθμό χαντάκωσα εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου! Τώρα πια δεν είμαι τόσο απόλυτος απέναντι σε τίποτα κι αυτό μάλλον σχετίζεται με την εμπειρία που αποκτά κανείς ωριμάζοντας.
— Είδα ότι στο βιβλίο αφιερώνεις ένα ποίημα στον Αλέξη Μπίστικα. Πώς τον θυμάσαι;
Πράγματι, του αφιερώνω ένα σε αυτό κι άλλο ένα στο τρίτο μου βιβλίο, που παραμένει ανέκδοτο. Ο Αλέξης δεν ήταν απλώς ένας καλός φίλος και συνεργάτης αλλά κι από τους σημαντικότερους ανθρώπους που γνώρισα. Πέρναγε ένα μήνυμα ότι υπάρχουν τρόποι να ερχόμαστε κοντά οι άνθρωποι ανεξάρτητα από καταγωγή, ηλικία, κοινωνική τάξη κι επιλογές ζωής.
Το ζούσε μάλιστα στην πράξη αυτό κι ο τρόπος ζωής του μου δίδαξε πολλά. Υπήρξε, επιπλέον, ένας πολύ φωτεινός άνθρωπος σε μια πολύ σκοτεινή για μένα εποχή. Τον διακατείχε ωστόσο μια άγνοια κινδύνου, πιθανόν έφταιξε κι αυτό που έφυγε νωρίς.
— Τη δεκαετία του '90 συμμετέχεις στις παραγωγές της Ομάδας Εδάφους.
Ναι, συνεργάστηκα με την Ομάδα Εδάφους όλη σχεδόν εκείνη τη δεκαετία ως ηχολήπτης – έφτιαξα συγκεκριμένα το ηχητικό υλικό τριών παραστάσεων (για «Τα Τραγούδια», τα «Φεγγάρια» και τη «Μήδεια» στην πρώτη εκδοχή της). Η πρώτη αυτή «Μήδεια» παιζόταν από το 1993 έως και το 2000! Ήταν σίγουρα από τις πιο ενδιαφέρουσες εμπειρίες μου.
— Την ίδια εποχή ήταν νομίζω που σε κέρδισε η «σκηνή» της psy trance.
Όντως, εκεί όμως δεν έχω κάποιες «περγαμηνές» να επιδείξω! Ούτε με το ντιτζεϊλίκι ασχολήθηκα, ελάχιστες φορές μόνο, τελείως ερασιτεχνικά. Πολύ αργότερα, από το 2010 και μετά, συμμετείχα στην παραγωγή 3 διπλών CD (DAT Mafia Recordings) αλλά αυτό είναι όλο.
— Τι σε εξίταρε πιο πολύ σε αυτό τον νέο τότε ήχο και την κουλτούρα του; Το λέω γιατί αρκετός κόσμος που άκουγε τότε είτε ροκ είτε πανκ και νιου γουέιβ σνόμπαρε τη νέα ηλεκτρονική μουσική.
Κοίτα, το πανκ π.χ. ήταν μια μουσική των πόλεων. Τα νέα ηλεκτρονικά ακούσματα είχαν να κάνουν περισσότερο με τη φύση, γυρεύανε ανοικτούς ορίζοντες. Για μένα κιόλας ήταν η πρώτη φορά που ερχόμουν σε επαφή με μια τέτοια κατάσταση καθότι σχεδόν άσχετος με την ψυχεδελική ροκ που θεωρείται τρόπον τινά «πρόγονος» της ηλεκτρονικής εγγονής της, δεν είχα δηλαδή τέτοιες αναφορές. Για μένα ήταν ειδικά στο ξεκίνημα ένα πολύ δυνατό «σπρώξιμο» που πραγματικά το χρειαζόμουν τότε.
— Τι έμεινε αλήθεια από όλη αυτή τη φάση και πού βρίσκεται λες σήμερα αυτό που γενικά ονομάστηκε rave κουλτούρα;
Κάθε μουσικό κίνημα ή σκηνή αναδεικνύουν στην πρωταρχική φάση τους σπουδαίους καλλιτέχνες και παραγωγές-αριστουργήματα καθώς έλκουν όλα τα φρέσκα μυαλά με τις καλές ιδέες. Αυτό ακριβώς συνέβη με την ηλεκτρονική μουσική στη δεκαετία του '90. Ε τώρα όπως γίνεται πάντοτε, την ακμή ακολουθεί κάποια στιγμή η παρακμή, ώσπου ίσως ένα καινούργιο είδος πάρει αργότερα τη «σκυτάλη». Εξακολουθεί βέβαια και σήμερα να συγκινεί κόσμο, έχουν όμως πια αλλάξει τα δεδομένα και οι προσλαμβάνουσες.
— Πέρα από το μουσικό μέρος, όλη εκείνη η εκστατική «έκρηξη αγάπης» της λεγόμενης Generation of Love άφησε άραγε κάποιο ίχνος;
Υπήρχε πράγματι ένα παρόμοιο μήνυμα με αυτό των 60's – παίξανε βέβαια το ρόλο τους και οι ουσίες, όπως και τότε. Τώρα το πού πήγε... Καταρχήν δημιουργήθηκε μια νέα γενιά "travellers", νέων κυρίως ανθρώπων που εγκατέλειψαν τις μητροπόλεις κι άρχισαν να γυρίζουν τον κόσμο αναζητώντας όχι μόνο «το επόμενο πάρτι» αλλά και νέες εμπειρίες.
Πολλοί κατέληξαν να πηγαινοέρχονται ή να εγκαθίστανται πιο μόνιμα στην Ινδία, στην Γκόα ειδικά, στην Ταϊλάνδη κι άλλα τέτοια μέρη, αλλάζοντας τελείως ζωή. Όπως όμως συμβαίνει με όλες τις καταστάσεις, έτσι έκανε κι αυτή τον κύκλο της που είναι πολλές φορές σκληρός, αμείλικτος: Γιγαντώθηκε, εμπορευματοποιήθηκε, το συλλογικό υποχώρησε χάρη του ατομικού, η ποιότητα επίσης, αρκετοί «ξέφυγαν» ή χάθηκαν από κατάχρηση ουσιών κ.λπ.
— Θα υπάρξει λες κάποιο αντίστοιχης έντασης και έκτασης μουσικό κίνημα για τελείωσαν οι «κινηματικές» εποχές στη μουσική;
Καταρχήν νιώθω τυχερός που πρόλαβα να ζήσω δύο τέτοια μεγάλα δημιουργικά «ξεσπάσματα». Άλλοι συνομήλικοι περιορίστηκαν σε ένα ή απλώς δεν τους συγκίνησε κανένα γιατί δεν είχαν στην καρδιά τους τόσο τη μουσική.
Για το αύριο τώρα... αναρωτιόμουν ξέρεις από χρόνια, θα υπάρξει άραγε ένα «τρίτο κύμα» και αν ναι, θα είμαι σε θέση να το αντιληφθώ; Θα έχω, επιπλέον, διάθεση κι αντοχές να βουτήξω μέσα του όπως έκανα νεότερος; Ας μην ερμηνεύουμε ωστόσο το παρόν με όρους 20ού αιώνα. Είμαστε στην αρχή μιας νέας εποχής και είναι ακόμα πολύ νωρίς για να κατανοήσουμε ή να προβλέψουμε τι θα φέρει.
— Σε νεότερες ηλικίες είχαμε τα Εξάρχεια σημείο αναφοράς. Περνάς ακόμα από εκεί; Πόσο διαφέρει λες σήμερα η «φάση»;
Εξάρχεια σύχναζα κυρίως στα μέσα της δεκαετίας του '80. Φυσικά και με διαμόρφωσε σε πολλά η «θητεία» μου εκεί σε μια ηλικία κιόλας πολύ δεκτική. Τα θυμάμαι σαν ένα μεγάλο καζάνι που «έβραζε» πολιτικά, κοινωνικά αλλά και καλλιτεχνικά. Πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι βρέθηκαν εκεί τα χρόνια εκείνα. Αναφορικά με το σήμερα, η κατάσταση δεν σκλήρυνε απλώς, άλλαξε άρδην – κάτι που συνέβη συνολικότερα στην κοινωνία.
Τα Εξάρχεια σήμερα έχουν μεν ιστορία, αμφιβάλλω όμως αν διατηρούν ακόμα κάποιο σοβαρό πολιτικό πρόσημο. Δεν νιώθω πια εκεί την οικειότητα, ούτε βλέπω την ανεκτικότητα που γνώρισα. Δεν αισθάνομαι καν άνετα να κινηθώ όπως, όπου κι όποτε θέλω καθώς γίνανε κι επικίνδυνα, λούμπεν με την κακή έννοια. Νομίζω ότι πλέον επικρατεί ένα vibe που περισσότερο σε «διώχνει» παρά σε αγκαλιάζει.
— Με τον έρωτα πόσο καλά τα πήγες στη ζωή σου; Σε ένα σου ποίημα γράφεις «το να 'χεις σεξουαλικότητα και να μην μπορείς / σε κάνει να γράφεις».
Η σεξουαλικότητα και τα θέματα σεξουαλικής ταυτότητας ομολογώ ότι με είχαν βασανίσει αρκετά. Ασχολήθηκα μάλλον υπερβολικά μαζί τους για πολλά χρόνια. Η ειρωνεία ήταν πως όταν επιτέλους κατέληξα σε κάποια συμπεράσματα, αυτό συνέβη σε μια εποχή που δεν ήταν πια επιτακτικό το ερώτημα, άρα δε με ενδιέφεραν και τόσο οι απαντήσεις.
— Μου έρχονται κατά νου οι στίχοι του Λειβαδίτη «και η εξήγηση θα 'ρθει κάποτε / όταν δεν θα χρειάζεται πια καμία εξήγηση».
Ακριβώς, αυτό που νομίζω κιόλας συνιστά την τραγική ειρωνεία της ζωής σε διάφορες εκφάνσεις της: να ψάχνεσαι δηλαδή επί μακρόν για κάτι που σε «τρώει» κι όταν τελικά φτάνεις σε μια ερμηνεία, να μην έχεις πια τι να την κάνεις! Στην περίπτωσή μου συνέβη και το άλλο: Όταν βρέθηκα σε μια ηλικία που μπορούσα πλέον να χαρώ το σεξ ανεπιφύλακτα, εμφανίστηκε ο «μπαμπούλας» του AIDS. Και χρησιμοποιώ αυτό τον όρο γιατί θυμάσαι πόσο δραματικά ήταν τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του.
Βρέθηκα στο ίδιο κρεβάτι με ανθρώπους οροθετικούς που λίγο καιρό μετά αρρώστησαν βαριά και πέθαναν. Και όχι, ψυχικά δεν ήμουν αρκετά θωρακισμένος για να το διαχειριστώ όλο αυτό. Θεωρώ ωστόσο άλλη μια τύχη το ότι είμαι ακόμα εδώ ζωντανός όταν γύρω μου έφευγε κόσμος – δεν υπήρχαν βλέπεις οι σημερινές αντιρετροϊκές θεραπείες που άλλαξαν τελείως τα δεδομένα.
— Μιλήσαμε όμως αρκετά για το παρελθόν. Σε φαντάζεσαι καθόλου στο μέλλον;
Το απώτερο εννοείς; Όχι, ζω πλέον κυρίως στο παρόν και στο άμεσο μέλλον! Έκανα ξέρεις πολλά μακρόπνοα σχέδια σε καιρούς που δεν ήμουν συμφιλιωμένος με το παρελθόν μου. Όταν συμφιλιώνεσαι με το χθες σου εστιάζεις νομίζω περισσότερο στο τώρα παρά στο μετά.
— Η προοπτική της μοναξιάς σε έχει απασχολήσει;
Κοίτα, επέλεξα στη ζωή μου να μη δημιουργήσω οικογένεια και δεν το μετάνιωσα. Σχέσεις τώρα έχω κάνει διάφορες κατά καιρούς, και τώρα σε σχέση είμαι. Εκεί κάπου στα 30κάτι έφαγα από το πουθενά ένα φλας να κάνω παιδιά – δεν έκανα και έτσι όπως ήρθε, έτσι κι έφυγε!
Η μοναξιά σε μια μεγαλύτερη ηλικία δεν με φοβίζει προς ώρας. Ενάμιση χρόνο πριν έχασα τη μητέρα μου και ομολογώ ότι η συμπαράσταση που βρήκα από φίλους ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο φανταζόμουν και τελικά χρειαζόμουν. Ίσως η καλύτερη οικογένεια είναι ο κύκλος των στενών φίλων, το «δίκτυο» των ανθρώπων μας.
Info:
16/5/19, 8 μ.μ., Γκαλερί Ηώς: Ο Παύλος Αβούρης συμμετέχει σε αναγνωστική ποιητική περφόρμανς στα πλαίσια της ομαδικής έκθεσης τέχνης «Συνέργειες» (διάρκεια έως 29/5) όπου έργα της εκθέτει και η εικονογράφος του βιβλίου του Βίκυ Βέργου. Χέυδεν 38 πλ. Βικτωρίας τηλ. 210 8237111
σχόλια