Με το βιβλίο με έφερε σε επαφή ο πατέρας μου Φίλιππος. Ρωτούσε, μάθαινε, διάβαζε εφημερίδες και ήξερε ποια βιβλία έπρεπε να φέρει σπίτι. Έτσι, μας έφερε αρχικά τα τεύχη από το «Ελληνόπουλο», τον «Θησαυρό των Παιδιών», την εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος», όλους τους τόμους. Τη φιλολογική «Πρωτοχρονιά», πολλά βιβλία ιστορικά, λογοτεχνικά, ποίηση, τα κλασικά έργα από δεύτερο χέρι. Χάρη σ' αυτόν αγάπησα το βιβλίο. Αργότερα, στο πανεπιστήμιο, δημιουργήθηκαν ανάγκες ειδικής μελέτης. Πολλές φορές ζήτησα από ανθρώπους που εκτιμούσα λίστες βιβλίων. Μια τέτοιες λίστα 30 βιβλίων μού έδωσε να μελετήσω ο Σπύρος Βραχωρίτης, μια άλλη λίστα μου συνέστησε ο Βασίλης Διοσκουρίδης. Αυτές οι λίστες από ανθρώπους σοφούς, όταν πας να χαθείς στην ανάγνωση, μπορεί να σε φωτίσουν. Μ' εμένα έτσι έγινε. Επίσης, στο σπίτι μας έμπαινε πάντα εφημερίδα και με την αδελφή μου κάναμε αιματηρές οικονομίες για να αγοράζουμε τον «Ταχυδρόμο». Το αγαπημένο μου παιδικό ανάγνωσμα, βέβαια, ήταν οι περιπέτειες του Ντίσνεϊ και ως παιδί του αμερικανικού ονείρου αγαπούσα τη «Μικρή Λουλού», που νομίζω πως της μοιάζω...
1.
Το πρώτο βιβλίο που θα θυμάμαι πάντα είναι αυτό που μου έφερε ο μπαμπάς μου, όταν έπεσα στο κρεβάτι με 40 πυρετό, στο δημοτικό ακόμη. Δεν ξέρω με ποια κριτήρια το διάλεξε, είναι ο «Ευγένιος Ονιέγκιν» του Αλ. Πούσκιν, σε έμμετρη μετάφραση Νίκου Παπακωνσταντίνου. Το έχω ακόμη.
2.
Με τον Διονύσιο Σολωμό με συνδέει μια ανεπανάληπτη εμπειρία, γι' αυτό η «Γυναίκα της Ζάκυθος» έγινε αργότερα ένα από τα αγαπημένα μου αναγνώσματα... Στο δημοτικό, και κατά τη διάρκεια της απαγγελίας του Εθνικού Ύμνου, λίγο πριν από το κλασικό: «Απ' τα κόκαλα βγαλμένη», κόλλησα στο «Ναι, αλλά τώρα αντιπαλεύει κάθε τέκνο σου με ορμή», και έφαγα από τον διευθυντή ένα μοναδικό και αλησμόνητο χαστούκι.
3.
Κάπου στο τέλος της εφηβείας μου διάβασα κι εγώ Σιμόν ντε Μποβουάρ και το «Δεύτερο Φύλο» της –ένα καλοκαίρι σε μια εκδρομή δίπλα στη θάλασσα– και δεν θα ξεχάσω την απωθητική αίσθηση που μου άφησαν οι απόψεις της μεγάλης υπαρξίστριας. Ίσως και γιατί λόγω της τάξης και της δεινής μου θέσης έδινα τότε τη μάχη της επιβίωσης και της ανεξαρτησίας.
4.
Εκεί μέσα στη δεκαετία του '70 ο πατέρας μου βρήκε και μας έφερε από δεύτερο χέρι την «Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη, έναν χαρτόδετο κόκκινο τόμο 900 σελίδων που είχε και αφιέρωση από κάποια Έλσα: «Σ' αγαπώ για το θάρρος σου μέσα σ' αυτή την τρομαγμένη ατμόσφαιρα». Μου έκαναν εντύπωση η δύναμη του λόγου, οι εικόνες και οι πολλές λέξεις που άκουγα για πρώτη φορά. Είναι ένα βιβλίο που με απωθεί και με ελκύει και που ακόμη δεν τελείωσα.
5.
Στη ίδια σειρά βιβλίων ανήκουν και τα «Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη», ένας μαύρος, χαρτόδετος τόμος, με χρυσά γράμματα. Μεγάλη εντύπωση μου έκανε που ο Μακρυγιάννης ήταν αγράμματος και έγραφε με αγανάκτησιν. Το βιβλίο το αγάπησα και με σημάδεψε.
6.
Η γνωριμία μου με το Ιονέσκο και το «Παιχνίδι της σφαγής» μέσα από την παράσταση που ανεβάσαμε στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης Θεσσαλονίκης ήταν καθοριστική, γιατί αμέσως κατάλαβα πως σ' αυτόν το χώρο του παραλόγου καθώς και στον χώρο όπου κινήθηκαν οι μεγάλοι σουρεαλιστές με αρχηγό τον Αντρέ Μπετόν μπορούσα να αναπνέω καλύτερα.
7.
Μια εργασία πάνω στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» σε κάποια σεμινάρια Θεατρολογίας στο πανεπιστήμιο και οι μελέτες μεγάλων θεωρητικών του θεάτρου με έφεραν πιο κοντά στον Ευριπίδη και στην έννοια της πολιτικής και της θυσίας.
8.
Διαβάζω και ξαναδιαβάζω τις «Βάκχες» του Ευριπίδη σε μετάφραση Χειμωνά. Είναι ο αγαπημένος μου γρίφος, η άσκηση άλγεβρας ή γεωμετρίας που άφηνα πάντα για το τέλος και για ευχαρίστηση στα γυμνασιακά μου χρόνια.
9.
Χέρμαν Μέλβιλ και «Μόμπι Ντικ ή η φάλαινα», το έργο που με συγκλόνισε. Eννιακόσιες εννιά σελίδες που διάβασα με πάθος. Άλυτος ακόμη ο γρίφος του μονολόγου του Αχαάβ πάνω στο κατάστρωμα προς το κομμένο κεφάλι της φάλαινας. «Μίλα, τεράστια και σεβάσμια κεφαλή...».
10.
Μπέκετ και «Ω, οι ευτυχισμένες μέρες». Δύσκολος, στριφνός, απαιτητικός. Καθώς τον μετέφραζα, ένιωθα πως με τις λέξεις και τις παύσεις του με έδενε χειροπόδαρα, σαν άλλο Προμηθέα Δεσμώτη πάνω στον λόφο από χώμα κάπου στο πουθενά, για να με κατασπαράξουν τα κοράκια ζωντανή, πεθαμένη και μόνη.
Ας μου επιτραπεί να σας πω πόσο πολύ αγάπησα τον Ουίλιαμ Φόκνερ και το «Καθώς ψυχορραγώ» δουλεύοντας πάνω στη μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα, προκειμένου να σκηνοθετήσω την παράσταση στην οποία παίζω.
σχόλια