Ο Φώκνερ του Μένη Κουμανταρέα

Ο Φώκνερ του Μένη Κουμανταρέα Facebook Twitter
Η παράσταση «Καθώς ψυχορραγώ», στη μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα, ανεβαίνει σε σκηνοθεσία της Σοφίας Φιλιππίδου στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής, από τις 20 Φεβρουαρίου.
0

Φέρετρο ή κιβούρι; Στο διάολο ή σιχτίρ; Και τι είναι αυτή η «μιλιά» του ποταμού που ακούγεται στη σελίδα 162; Χαμένος μέσα στα διλήμματα της μετάφρασης ο Μένης Κουμανταρέας ετοίμαζε τη δική του πρόταση για το «Καθώς ψυχορραγώ» του Φώκνερ αρκετούς μήνες πριν από την τελική κυκλοφορία στον «Κέδρο» το 1970. Ο Αμερικανός συγγραφέας υπήρξε άλλωστε «σκάνδαλο» για πολλούς συνοδοιπόρους του Έλληνα μυθιστοριογράφου, οι οποίοι είδαν στον εσωτερικό μονόλογο και την αυτόματη συνειδησιακή γραφή του την επικράτηση της τεχνικής πάνω στην υπόθεση. Διόλου τυχαίο ότι ο Φώκνερ θα μεταφραστεί περισσότερο από κάθε άλλον ξένο πεζογράφο –μαζί ίσως με τον Κάφκα- από Έλληνες ομοτέχνους: Κοσμάς Πολίτης («Άγρια φοινικόδεντρα»), Κωστούλα Μητροπούλου («Άνυδρος Σεπτέμβρης»), Άρης Αλεξάνδρου («Οι αδούλωτοι»), Νίκος Μπακόλας («Βουή και πάθος», «Ένα ρόδο για την Έμιλι»), Παύλος Μάτεσις («Η βουή και η μανία»).


Η ιστορία ενός από τα κορυφαία μυθιστορήματα του 20ού αιώνα –γραμμένο μία ημέρα πριν από το Κραχ του 1929- είναι ένα γεγονός τετριμμένο όσο και αποκαλυπτικό: η περιπετειώδης προσπάθεια της αγροτικής οικογένειας Μπάντρεν να μεταφέρει τη νεκρή σύζυγο και μητέρα πίσω στην πόλη της καταγωγής της (Τζέφερσον). Στα χέρια του Φώκνερ μεταμορφώνεται σε τοιχογραφία με την τεχνική του κυβισμού: ένα ψηφιδωτό σε 59 κεφάλαια από 15 αφηγητές. Η απληστία και η αθωότητα, η απομάκρυνση από τις ρίζες, η εισβολή του πολιτισμού στην επαρχία, όλα εμπλέκονται σε αυτό το «επικό, τραγικό και συνάμα γελοίο» ταξίδι, σύμφωνα με τον μεταφραστή. Τις «ηδονικές» δυσκολίες ενός τέτοιου κειμένου επισημαίνει πρώτος ο Κουμανταρέας στον πρόλογό του. Γνωρίζει ότι πρέπει να διασχίσει και ο ίδιος με τις λιγότερες απώλειες τη φωκνερική επικράτεια: τους λαϊκούς γλωσσικούς ιδιωματισμούς του αμερικανικού Νότου, την πρωτοποριακή γραφή και συγχρόνως τον παραδοσιακό τρόπο αφήγησης, τις χρονικές ανακολουθίες και την πυκνή συντακτική δομή.


Κι όμως, καταφέρνει να παραδώσει 15 «ασκήσεις ύφους» από 15 φωνές μέσα στην ίδια αφήγηση. Εκεί όπου συγκρούονται αρμονικά το ποιητικό με το ρεαλιστικό στοιχείο, η «λαϊκή μιλιά» και η «γλαφυρή ρητορεία». «Άφησα τη γλώσσα να εξελιχθεί καταπώς θα μιλιόταν από έναν απλό μέσο άνθρωπο στις κωμοπόλεις και στα χωριά μας, χωρίς να ξεχνώ πάντα πως βασικά πρόκειται για μια οικογένεια αγροτών... Βασικά δε θέλησα ν' απομακρυνθώ από ένα ύφος απλοϊκό και συνάμα λόγιο που χαρακτηρίζει τον πεζό λόγο του Φώκνερ...». Για την ιστορία, ο Κουμανταρέας αφιερώνει τη μετάφρασή του στον φίλο, ο οποίος τον βοήθησε και τον παρακίνησε «με την αγάπη του και με το ένστικτό του για τούτο το βιβλίο»: στον Λευτέρη Βογιατζή.

Ο Φώκνερ του Μένη Κουμανταρέα Facebook Twitter
Για την ιστορία, ο Κουμανταρέας αφιερώνει τη μετάφρασή του στον φίλο, ο οποίος τον βοήθησε και τον παρακίνησε «με την αγάπη του και με το ένστικτό του για τούτο το βιβλίο»: στον Λευτέρη Βογιατζή.

Ο δευτερότοκος της οικογένειας, Νταρλ, θυμάται την παιδική του ηλικία

«Όταν ήμουν μικρό παιδί, πρωτόμαθα πόσο γευστικότερο γίνεται το νερό σαν έχει μείνει κομμάτι μέσα σε κουβά από κέδρο. Χλιαρό προς δροσερό, μ' ανεπαίσθητη γεύση – ίδιο το άρωμα ζεστού αέρα τον Ιούλη μεσ' από κέδρους. Πρέπει να μείνει έξι ώρες τουλάχιστον και να πιωθεί από φλασκί. Το νερό δεν πρέπει να πίνεται ποτέ από μέταλλο.

Κι ακόμα καλύτερα τις νύχτες. Ξάπλωνα σ' αχυρένιο στρώμα στο διάδρομο περιμένοντάς τους ωσότου κοιμηθούν όλοι, έπειτα σηκωνόμουν και ξαναγύριζα στο μαστέλο. Μαύρος ο κάδος, το σανίδι μαύρο, η ακύμαντη επιφάνεια του νερού ένα στρόγγυλο χάσμα στην ανυπαρξία, όπου, προτού την αναταράξω ξυπνώντας την μες στο κανάτι, μπόραγα ίσως να δω κανένα αστέρι ή δυο μες στο μαστέλο και ίσως μες στο κανάτι κανένα αστέρι ή δυο προτού το πιω. Ύστερα έριξα μπόι, αντρώθηκα. Τότες περίμενα μέχρι να πλαγιάσουν όλοι, για να μπορώ να μένω ξαπλωμένος, με την άκρια της πουκαμίσας μου ανασηκωμένη, ακούοντάς τους βυθισμένους σε ύπνο, νιώθοντας εμένα τον ίδιο χωρίς ν' αγγίζομαι, νιώθοντας τη δροσερή σιωπή να φυσάει πάνω στα μεριά μου και βασανίζοντας το μυαλό μου να βρω αν πέρα εκεί μες στο σκοτάδι ο Κας έκανε και αυτός το ίδιο, κι αν είχε αρχίσει να το κάνει τα τελευταία δυο χρόνια, προτού θελήσω είτε μπορέσω να το κάνω κι εγώ».

Ο εσωτερικός μονόλογος –εξού και η έλλειψη σημείων στίξης- της μοναχοκόρης των Μπάντρεν, Ντιούη Ντελ

«Όταν κοιμόμουν στο ίδιο κρεβάτι με τον Βάρνταμαν είδα κάποτες έναν εφιάλτη θαρρούσα πως ήμουν ξυπνή όμως δεν μπόραγα να δω ούτε να νιώσω το κρεβάτι μου και δεν μπόραγα να σκεφτώ τι ήμουν δεν μπόραγα να σκεφτώ τ' όνομά μου δεν μπόραγα καν να σκεφτώ ότι είμαι κοπέλα δεν μπόραγα ούτε να σκεφτώ είμαι ούτε να σκεφτώ πως ήθελα να ξυπνήσω ούτε να θυμηθώ τι είναι το αντίθετο του να ξυπνά κανείς για να μπορέσω να το κάνω καταλάβαινα πως κάτι έτρεχε αλλά δεν μπόραγα ούτε να σκεφτώ το χρόνο και τότες άξαφνα εντελώς κατάλαβα πως ήταν κατιτίς ήταν ο αγέρας που με φυσούσε ήταν θαρρείς κι ο αγέρας ερχόταν να με σπρώξει από κει που δεν ήμουν φυσώντας το δωμάτιο και τον Βάρνταμαν που κοιμόταν κι όλους τους άλλους ξανά από κάτω μου θαρρείς κι ήταν ένα κομμάτι δροσερό ύφασμα μεταξωτό καθώς περνούσε ξυστά μέσ' απ' τα γυμνά μου ποδάρια».

Ο γείτονας των Μπάντρεν, Βέρνον Ταλ, που παραστέκεται στα βάσανά τους. Η Κόρα είναι η σύζυγός του

«Σα γύρισα να κοιτάξω το μουλάρι μου ήταν θαρρείς και το 'βλεπα σαν μέσα από την ανάποδη από κιάλια, μπόραγα και το τηρούσα να στέκει εκεί, κι αγνάντευα όλο τον απέραντο κάμπο και το σπιτικό μου βγαλμένο μεσ' απ' τον ιδρώτα μου θαρρείς όσος περισσότερος ίδρωτας τόσο περισσότερη γης. κι όσο περσότερος ίδρωτας τόσο περισσότερο το σπίτι γιατί ταιριάζει στην Κόρα να 'χει ένα σπιτικό στέρεο για να κρατάει την Κόρα καθώς η δροσερή πηγή μια στάμνα γάλα: γιατί χρειάζεται να 'χεις μια δυνατή πηγή για να 'χεις στέρεη στάμνα, γιατί έτσι κι έχεις πηγή καλή αυτό σου δίνει όρεξη να 'χεις στέρεες, καλοφτιαγμένες στάμνες, γιατί ξινό για όχι, έχεις να κάνεις με το δικό σου γάλα, γιατί βέβαια προτιμάς να 'χεις γάλα που να ξινίζει παρά να μην έχεις καθόλου γάλα, κι αυτό επειδής είσαι άντρας».

Στη μία και μοναδική αφήγησή της η «νεκρή» Άντυ Μπάντρεν εξιστορεί τη γνωριμία της με τον Ανς

«Το λοιπόν έτσι πήρα τον Ανς. Και όταν κατάλαβα πως ήμουν έγκυος στον Κας, ένιωσα το πως να ζει κανείς είναι κάτι το τρομαχτικό και να την η απάντηση. Τότες έμαθα για πρώτη φορά πως τα λόγια δε φελάνε κι ότι δεν είναι τρόπος οι λέξεις να κολλήσουν πουθενά οτιδήποτε κι αν είναι αυτό που πασχίζουν να το εκφράσουν. Όταν ο Κας γεννήθηκε κατάλαβα ότι η λέξη μητρότητα εφευρέθηκε από κάποιον που ήθελε σώνει και καλά να της δώσει ένα όνομα γιατί όσοι κατέχουν τα παιδιά πεντάρα δε δίνουν αν υπάρχει μια λέξη γι' αυτά ή όχι. Κατάλαβα ότι ο φόβος εφευρέθηκε από κάποιον που ποτές του δεν απόχτησε φόβο. περηφάνια που δεν υπερηφανεύτηκε ποτέ. Τότε κατάλαβα πως δεν ήταν επειδής ήσαν βρώμικα και μυξιασμένα, αλλά ότι ο λόγος ήταν πως ήμασταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούμε ο ένας τον άλλον με μέσο τις λέξεις σαν τις αράχνες που κρεμασμένες σε δοκάρι απ' το στόμα τους ταλαντεύονται στο κενό, γυρνοφέρνοντας δίχως ν' αγγίζονται ποτές τους, και πως μόνο με τα χτυπήματα της βέργας μπόραγε το αίμα μου και το αίμα τους να τρέξει αντάμα στο ίδιο το αυλάκι. Ένιωσα τότες πως η μοναξιά μου δεν ήταν ανάγκη να παραβιάζεται, μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, μα πως μέχρι τη μέρα που γέννησα τον Κας δεν είχε ποτές της παραβιαστεί, ούτε καν απ' τον ίδιο τον Ανς τις νύχτες.

Ο Άρμστιντ φιλοξενεί στο υποστατικό του την οικογένεια Μπάντρεν μαζί με το κιβούρι

«Κάπου γύρω στις εννιά ο καιρός πήρε να ζεσταίνει. Τότες δα βλέπω και το πρώτο κοράκι – ένεκα η υγρασία, λέω. Όπως και να 'χει το πράγμα δεν τα πρόσεξα παρά σαν ο ήλιος είχε πια ψηλώσει. Και ήταν ευχής έργον που τ' αεράκι δε φύσαγε κατά το σπίτι, έτσι αργοπόρησαν κομμάτι, θα 'χε πια προχωρήσει η μέρα. Όμως δεν είχα προκάμει να τα δω όταν μου φάνηκε πως άρχισα κιόλας να μυρίζω την αποφορά ως πέρα κάτω στο χωράφι μου μακριά κάπου ένα μίλι. και μόνο που τα 'βλεπα, αυτό μου 'φτανε. Κι αυτά να κόβουν ολοένα τις γυροβολιές τους σαν για να δείξουν σ' ολο τον ντουνιά το τι εγώ είχα φυλαγμένο μέσα στο στάβλο μου.... Θα 'πρεπε να 'σαν καμιά ντουζίνα από δαύτα, κουρνιασμένα πάνω στο δοκάρι της στέγης του στάβλου, και ο μικρός να 'χει πάρει καταπόδι ένα από δαύτα θαρρείς κι είχε να κάνει με καμιά γαλοπούλα, και κάθε που πήγαινε να το πιάσει, το πουλί υψωνόταν ξεφεύγοντάς του με τέχνη. ώσπου τελικά πήγε εκεί όπου ο μικρός το 'χε βρει, θρονιασμένο πάνω στο κιβούρι».

INFO
Η παράσταση «Καθώς ψυχορραγώ», στη μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα, ανεβαίνει σε σκηνοθεσία της Σοφίας Φιλιππίδου στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής, από τις 20 Φεβρουαρίου.

Παίζουν: Σοφία Φιλιππίδου, Κώστας Βασαρδάνης, Μιχάλης Καλιότσος, Έλενα Μεγγρέλη, Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος, Μιχαήλ Ταμπακάκης και Μορφέας Παπουτσάκης

Παραστάσεις: Δευτέρα και Τρίτη. Ώρα έναρξης: 21.00.

Πληροφορίες: Τηλ.: 2108217877

Τιμές εισιτηρίων: 15€, 10€ μειωμένο

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ