Η ΛΟΑΤΚΙ+ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ, οι ομόφυλες σχέσεις, η αμφισβήτηση των έμφυλων ρόλων και στερεοτύπων, η ταυτότητα φύλου, η τρανς συνθήκη, το camp, ο παρενδυτισμός και πολλά ακόμη απ’ όσα περιλαμβάνει η λεγόμενη woke ατζέντα, εναντίον της οποίας καταφέρονται λυσσωδώς από τον Τραμπ και τον Έλον Μασκ μέχρι τον Πούτιν και από τους απανταχού φονταμενταλιστές μέχρι τις TERF, ακούγονται πολύ μοντέρνα, δεν είναι. Οι απαρχές τους δεν ανιχνεύονται καν στη ρηξικέλευθη δεκαετία του ’60, όπως ευρέως πιστεύεται, αλλά στον Μεσοπόλεμο, μια περίοδο πολύ πρωτοποριακή στα γράμματα, στις τέχνες, στις επιστήμες, πολύ ανοιχτή ταυτόχρονα σε νέες ιδέες, εκφράσεις και τρόπους ζωής.
Κοντά σε αυτά ανθεί το πρώτο μεγάλο κύμα σεξουαλικής απελευθέρωσης μέσα στον 20ό αιώνα, που περιλαμβάνει βέβαια και το ΛΟΑΤΚΙ+ κομμάτι, με κύριο σημείο αναφοράς το Βερολίνο αλλά και το Παρίσι, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ, το Σαν Φρανσίσκο – ο κόσμος μας σίγουρα θα ήταν πολύ διαφορετικός αν δεν είχε μεσολαβήσει ο Β’ Παγκόσμιος. «Η συνείδηση των μεσοπολεμικών υποκειμένων ότι ζούσαν σε “Νέους Καιρούς” (ή “Μοντέρνους Καιρούς”, κατά τη γνωστή ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν) είναι κάτι που βρίσκουμε ιδιαίτερα γοητευτικό, καθώς αναφερόμαστε σε μια εποχή που κοιτάζει μπροστά», σημείωνε η Εύα Γανίδου όταν παρουσιάσαμε τον αφηγηματικό χάρτη «Πού έκαναν σεξ στην Αθήνα του Μεσοπολέμου» (εκδ. Red‘n’Noir), το πρώτο μεσοπολεμικό πόνημα που συνέγραψαν με τον Τάσο Θεοφίλου, προτού μας «χαρίσουν» την απολαυστική «Woke Ατζέντα».
Ο αναγνώστης άλλοτε θα εκπλαγεί ευχάριστα, άλλοτε θα παραξενευτεί, άλλοτε θα γελάσει με την καρδιά του, άλλοτε πάλι θα νιώσει ένα σφίξιμο, καθώς καταγράφονται και δραματικά γεγονότα που δείχνουν ότι το να τολμάς τότε να ζεις ως ανοιχτά ΛΟΑΤΚΙ+ μπορούσε να σου στοιχίσει σε προσβολές, ξύλο, στιγματισμό, διαπόμπευση και φυλάκιση, μέχρι και τη ζωή σου.
Και μπορεί η Αθήνα των δεκαετιών του ’20 και του ’30 να μην ήταν ακριβώς στην πρώτη γραμμή της νεωτερικότητας, δεν έμεινε όμως ανεπηρέαστη όπως αποδεικνύουν τα διανθισμένα με φωτογραφίες και σκίτσα δημοσιεύματα της εποχής που συνέλεξαν οι δύο συγγραφείς. Δεν είναι τυχαίο ότι την περίοδο εκείνη εμφανίζονται ανοιχτά γκέι ποιητές όπως ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Μήτσος Παπανικολάου και ο Βασίλης Λαμπρολέσβιος, η Ντόρα Ρωζέττη γράφει το πρώτο λεσβιακό μυθιστόρημα, εκδίδεται ο πρώτος τόμος του «Συμποσίου» του Πλάτωνα, μεταφρασμένος και σχολιασμένος από τον Ιωάννη Συκουτρή (1934), ο οποίος σκανδαλίζει τον καθωσπρέπει πνευματικό κόσμο με τις ομοερωτικές αναφορές του, όπως εξάλλου συμβαίνει και με την ποίηση του Καβάφη.
Έχουμε επίσης τους πρώτους ΛΟΑΤΚΙ+ χαρακτήρες στο θέατρο, έστω ως καρικατούρες, ενώ ακόμα και το «πολλά βαρύ» ρεμπέτικο δεν μένει ασυγκίνητο, σύμφωνα με όσα μας μεταφέρει ο Michael Alexandratos στα «Queerμπέτικα». Υπήρχαν ακόμα σημεία συνάντησης, κυρίως υπαίθρια, ενώ στα περίφημα «σεπαρέ» που διέθεταν τότε τα περισσότερα κέντρα διασκέδασης θρυλείται ότι ενίοτε κατέφευγαν και ομόφυλα ζευγάρια.
Ανατρέχοντας στις δώδεκα ιστορίες που παραθέτει η έκδοση, όσες και οι μήνες του χρόνου –πολύ έξυπνο το εύρημα να κυκλοφορήσει η «Woke Ατζέντα» ως μια κανονική ημερολογιακή ατζέντα του 2025!–, ο αναγνώστης άλλοτε θα εκπλαγεί ευχάριστα, άλλοτε θα παραξενευτεί, άλλοτε θα γελάσει με την καρδιά του, άλλοτε πάλι θα νιώσει ένα σφίξιμο, καθώς καταγράφονται και δραματικά γεγονότα που δείχνουν ότι το να τολμάς να ζεις ως ανοιχτά ΛΟΑΤΚΙ+ εκείνους τους καιρούς μπορούσε να σου στοιχίσει σε προσβολές, ξύλο, στιγματισμό, διαπόμπευση και φυλάκιση, μέχρι και τη ζωή σου. Θα βγάλει το καπέλο σε κάποια άτομα που διεκδίκησαν με απίστευτο για τότε θάρρος και δίχως κανένα στήριγμα ελευθερία, αποδοχή και ορατότητα, θα γνωρίσει επιπλέον πρόσωπα, σκηνές και καταστάσεις που μοιάζουν απόλυτα σημερινά, κι ας αφορούν σχεδόν έναν αιώνα πριν.
Από την «ουδετεροποίησιν των δύο φύλων», τους «ερμαφρόδιτους και τρανσβεστιστές», την ιδιόμορφη περίπτωση της Μαίρης Γουλανδρή που ντυνόταν μάγκικα και σύχναζε στα καταγώγια του Πειραιά (εν τέλει την έκλεισαν στο Δρομοκαΐτειο) και την αδελφοκτονία «διά λόγους τιμής», όπως ισχυρίστηκε ο δράστης –το θύμα ήταν ο μικρός του αδελφός που ήταν «τέτοιος» και «όποτε τον έβαζε να δουλεύει έκλεβε και τα λεφτά τα χαλούσε να κάνει μανικιούρ και να αγοράζει κρέμες»– μέχρι τις υποθέσεις παρενδυσίας στις οποίες εμπλεκόταν και η Ελληνίδα «Μις Ευρώπη» του 1930, η οποία μάλιστα επισκέφθηκε μεταμφιεσμένη σε ναύτη το Άγιο Όρος, καθώς επίσης το «κύμα γυναικοποιημένων» που προκάλεσε ηθικό πανικό στον αθηναϊκό Τύπο το 1932.
Από τις «αντρογυναίκες» Τούλα Βελλιανίτου και Χριστίνα Καραβία μέχρι τα όργια «ψιμυθιωμένων (βαμμένων) λωποδυτών» στα ξενοδοχεία της Ομόνοιας και τα «κρησφύγετα κιναίδων» που αποκαλύφθηκαν στα Εξάρχεια, όπου συνελήφθη και ιερωμένος, μέχρι τη «θηλυπρεπή συμμορία» τα μέλη της οποίας είχαν αλλάξει τα ανδρικά τους ονόματα σε γυναικεία και εκδίδονταν «εις διαφθορείον», το «σκανδαλώδες ειδύλλιον» μιας νεαρής κυρίας της καλής κοινωνίας με την υπηρέτριά της και την «επιδημία ψιμυθιωμένων νέων» και «επαγγελματιών θηλυπρεπών» οι οποίοι «ενέδρευαν» σε λαϊκούς κινηματογράφους, γύρω από γυμνάσια, ακόμα και μαγαζιά ενοικιάσεως ποδηλάτων «προς άγραν θυμάτων», μας αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος για την ύπαρξη του οποίου ελάχιστα έχουν γραφτεί.
Μαθαίνουμε, μεταξύ άλλων, ότι για το γεγονός ότι «τα δύο φύλα απογυμνώνονται σταδιακά από τις διακριτικές τους ιδιότητες, οδεύοντας προς ένα ακαθόριστο, αρνητικό ή ουδέτερο φύλο» ευθύνονται εν πολλοίς… η τζαζ και το τσάρλεστον, για «τον αντίκτυπο που είχαν στον εγχώριο Τύπο οι έρευνες του πρωτοπόρου σεξολόγου Μάγκνους Χίρσφελντ στο Βερολίνο για την ομόφυλη σεξουαλικότητα» (έρευνες που σύντομα θα τερμάτιζε βίαια η άνοδος των ναζί στην εξουσία, με τον Χίρσφελντ να εγκαταλείπει εσπευσμένα τη Γερμανία). Για την πρώτη, πιθανότατα, «εναλλαγή φύλου» κάποιας Ελένης εκ Σερρών «που έγινε Ηλίας» (1938), για τις πανσεξουαλικές κραιπάλες που συνέβαιναν στο διαβόητο «Βανκούβερ Απάρτμεντ» της οδού Δεριγνύ και άλλες «βρωμερότητες της νυχτερινής Αθήνας» των πρώιμων ’30s, για την πρώτη παράσταση με λεσβιακά στοιχεία που ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη («Η γκαρσόν», 1929) και για τα μέτρα «κατά όσων επιχειρούν να φουστανοποιήσουν τη νέα γενιά» που καλούνται να πάρουν η Ασφάλεια και ο νέος υπουργός Εσωτερικών, τότε, Ιωάννης Μεταξάς (1933).
«Ο Μεσοπόλεμος δεν ήταν ασπρόμαυρος, αλλά έγχρωμος, και μάλιστα στα χρώματα του ουράνιου τόξου. Μακριά από τη λογική του “woke washing”, η ανά χείρας έκδοση είναι περισσότερο ένα “μαρτυρολόγιο”, μια γενεαλογία και μια προσφορά με πολύ σεβασμό προς τα μέλη της ίδιας της κοινότητας, προκειμένου να εντοπισθούν οι καταβολές και οι ρίζες της μέσα από πραγματικές υποθέσεις και αληθινές περιπτώσεις ανθρώπων με ονοματεπώνυμα», αναφέρουν οι δύο συγγραφείς στο κλείσιμο του προλόγου, και σε μια περίοδο που καταβάλλεται πολύπλευρη προσπάθεια για την ανάδειξη της ιστορίας της ελληνικής ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας μια τέτοια έκδοση-ντοκουμέντο, η οποία έχει ευρύτερο ιστορικό όσο και δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη.