«ΝΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ γίνομαι αόρατος»… Η πιο συνηθισμένη απάντηση που δίνουν στο ερώτημα σχετικά με την υπερδύναμη που θα ήθελαν να αποκτήσουν συνεντευξιαζόμενοι για μία θέση εργασίας, αστέρες του κινηματογράφου σε κουίζ, συλλέκτες κόμιξ κατά τη διάρκεια μιας έκθεσης.
Άνθρωποι, δηλαδή, που δεν πέρασαν ποτέ τα σύνορα του κοινωνικού περιθωρίου και κατ’ επέκταση ρατσισμού, που δεν ήρθαν τα «πάνω κάτω» στη ζωή τους από τη μία στιγμή στην άλλη, που δε γνωρίζουν τι πραγματικά σημαίνει να είσαι αόρατος σε μια χώρα που έχει την τάση να κοιτά μυωπικά τις ανισότητες και τα δεινά.
Άνθρωποι που πρωτίστως αντιλαμβάνονται το να μην είσαι ορατός ως comfort zone, ως ένα καταφύγιο ηρεμίας, ως μια κουρτίνα ανωνυμίας. Μόνο που την κουρτίνα αυτήν μπορούν νοερά να την τραβούν οι ίδιοι, όποτε θέλουν.
Ο δρόμος της ουσιαστικής ισότητας και της κοινωνικής συνοχής απαιτεί πολλές θυσίες. Θυσίες που πρέπει να έχουν ως αφετηρία ένα διαφορετικό υπόδειγμα πολιτικής.
Σε αντίθεση με όσους βρέθηκαν σε ανάγκη και αγωνιούν να βγουν από τις σκιές, να γυρίσουν στο φως, να ανακτήσουν τη χαμένη τους αξιοπρέπεια. Σε αυτούς δεν επεφύλασσε η μοίρα κάποια διέξοδο, αλλά μάλλον μια σκληρή δοκιμασία. Μια δοκιμασία με σκοπό να ανακτήσουν την αξιοπρέπεια τους και να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Μια δοκιμασία, στην οποία η ελληνική Πολιτεία αποτελεί τον μόνο συνοδοιπόρο τους.
Μέσα στην περίοδο των μνημονίων, η χώρα μας, δυστυχώς, έμεινε σημαντικά πίσω στη χάραξη κοινωνικών πολιτικών και αδυνατούσε να μπολιάσει στα κέντρα λήψης αποφάσεων το ενδιαφέρον για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Το ελληνικό κράτος χρειάστηκε να προχωρήσει σε μια προσεκτική ενδοσκόπηση και τελικά να επανεφεύρει την αλληλεγγύη ως αναπόσπαστο μέρος της νέας ανατρεπτικής του ταυτότητας. Της νέας του ταυτότητας, στην οποία αναγράφονται με κεφαλαία γράμματα τα προαπαιτούμενα για μια συμπεριληπτική και ποικιλόχρωμη κοινωνία.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας επούλωσης των ανοιχτών πληγών της κοινωνίας μας, ήρθαν στο φως αιτήματα και αγώνες κοινωνικών ομάδων που παρέμεναν για χρόνια περιφρονημένα. Αιτήματα για τα οποία η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, πρόκρινε άμεσες λύσεις.
Μια Κυβέρνηση, άλλωστε, δεν μπορεί να σχεδιάζει πολιτικές «από τα πάνω για τα πάνω». Οφείλει να εξασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση όλων σε ευκαιρίες, να μην αφήνει κανέναν πίσω. Να μην επαφίεται σε τυχαίες πράξης προσφοράς, αλλά να χαράσσει και να εφαρμόζει μια ευρεία στρατηγική κοινωνικής αλληλεγγύης. Χωρίς να σταματά ούτε στιγμή να μάχεται.
Απέναντι σε φαινόμενα αστεγίας, όπως έπραξε με το πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία» μέσα από το οποίο πραγματοποιείται η μετάβαση εκατοντάδων συμπολιτών μας από τους δρόμους στους τέσσερις τοίχους ενός σπιτιού, αλλά και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας που αρμόζουν και στις ηλικιακές τους αντοχές. Από το κρύο στη θαλπωρή, από την ελεημοσύνη στην ουσιαστική επανένταξη. Σε όλους μας μπορεί να τύχει μια στραβή, όλοι μας πρέπει όμως να μπορούμε να υπολογίζουμε σε μια δεύτερη ευκαιρία.
Απέναντι στη δυσανεξία στο διαφορετικό, προωθώντας την εθνική στρατηγική για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, απαλείφοντας αναχρονιστικές διατάξεις από το νομικό πλαίσιο, αλλά και με πρωτοβουλίες όπως η παραχώρηση διαμερισμάτων, τηλεφωνικής και ψυχοκοινωνικής στήριξης σε άτομα που έχουν βιώσει ρατσισμό ή ακόμη έχουν εκδιωχθεί από το οικογενειακό τους περιβάλλον. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν πρέπει να είναι πηγή διακρίσεων, αλλά ουσιαστικής αποδοχής στην εργασία, στο σπίτι, στην κοινωνία μας.
Απέναντι στην γκετοποίηση και τον στιγματισμό των Ρομά, προωθώντας ουσιαστικές πολιτικές για την ένταξη τους, μεταξύ των οποίων η καθολική πρόσβαση στην εκπαίδευση και το κοινωνικό κράτος, αλλά και η επιχορήγηση 15 συνολικά εκ. ευρώ για αυτούς που ονειρεύονται να ανοίξουν τη δική τους επιχείρηση. Οι καταυλισμοί των Ρομά δεν είναι άβατα, όπως θέλουν κάποιοι να τα παρουσιάζουν, αλλά χοάνες διαφορετικών πολιτιστικών και κοινωνικών βιωμάτων. Ο σεβασμός στην ιστορία και τις ανάγκες αυτής της ομάδας είναι προϋπόθεση για την αρμονική ένταξη στην κοινωνία μας.
Απέναντι σε κοινωνικές διακρίσεις σε Άτομα με Αναπηρία, εφαρμόζοντας καινοτόμα προγράμματα όπως αυτό του Προσωπικού Βοηθού, αλλά και διευκολύνοντας την προσβασιμότητα σε υπηρεσίες είτε μέσω ανακατασκευής των κτιρίων είτε μέσω της ψηφιοποίησης του κράτους. Ο σεβασμός στα άτομα αυτά είναι η προμετωπίδα της εξέλιξης μιας προηγμένης χώρας.
Απέναντι σε εκδηλώσεις μισαλλοδοξίας σε όσους δικαιούνται διεθνούς προστασίας και την λαμβάνουν στη χώρα μας, όπως επιτάσσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Μέσα από διμερείς συμφωνίες που δημιουργούν νόμιμες διόδους και ευκαιρίες εργασίας στη χώρα μας, πατάσσοντας τα δίκτυα εκμετάλλευσης της ανθρώπινης δυστυχίας και μειώνοντας τον κίνδυνο επανάληψης τραγωδιών σαν αυτή στην Πύλο. Ανοίγοντας, παράλληλα, μια ζεστή αγκαλιά για τους ασυνόδευτους ανηλίκους με προστατευμένα μέρη διαβίωσης και πρόσβαση στην ελληνική παιδεία. Καταργώντας απαράδεκτες πρακτικές, όπως η κράτηση τους σε αστυνομικά τμήματα. Ο ανθρωπισμός δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο και δεν αποτελεί προνομία κανενός πολιτικού χώρου.
Είναι βέβαια αναγκαίο για να αντιληφθείς ποια είναι η πραγματική ανάγκη, να βρεθείς στις γειτονιές των «αφανών», να καθίσεις μαζί τους, να ακούσεις χωρίς να μιλάς. Στην προβλήτα Ε7 στο λιμάνι του Πειραιά, οι ήχοι της θάλασσας συμπλέκονται με τα γέλια ή και τα κλάματα των ανθρώπων που την έχουν μετατρέψει σε σπίτι τους, με τα φρένα των βαν των ανθρωπιστικών οργανώσεων που ανά τακτά χρονικά διαστήματα φέρνουν φαγητό, με την παρουσία όσων στρέφουν το βλέμμα του κράτους πάνω τους.
Στο καθιερωμένο φεστιβάλ υπερηφάνειας της Αθήνας, βλέπεις για λίγες ώρες ανθρώπους να απεκδύονται τα κοινωνικά στερεότυπα και να νιώθουν άνετα με τους εαυτούς τους. Να μοιράζουν και να δέχονται αγάπη χωρίς δεύτερες σκέψεις.
Σε ένα μεγάλο γλέντι σε καταυλισμό στην κάτω «Αχαγιά», βλέπεις οικογένειες Ρομά να σου ανοίγουν την καρδιά και το σπίτι τους. Αναθεωρείς το τι σημαίνει φιλοξενία μέσα από διαφορετικά μάτια, χορούς και διάλεκτο. Γίνεσαι κομμάτι μιας μυσταγωγίας, με τη συνοδεία παραδοσιακής μουσικής και φαγητού.
Σε μια δομή ασυνόδευτων ανηλίκων, βιώνεις το τι πραγματικά σημαίνει ξεριζωμός. Μέσα από τα δακρυσμένα μάτια παιδιών που διηγούνται τις προσωπικές ιστορίες τους. Μακριά από τη χώρα τους, μακριά από την αγκαλιά των δικών τους. Και νιώθεις ότι το Μεταναστευτικό έχει ένα πολύ σκληρό πρόσωπο, το οποίο σε κάποιες στιγμές «φόρεσες» και εσύ.
Και είναι αυτές, ακριβώς, οι στιγμές που αλλάζουν τον τρόπο σκέψης, που διαλύουν τη «φούσκα» του κομματικού αυτισμού, που «λυγίζουν» ακόμα και τις πιο απαθείς προσεγγίσεις.
Ο δρόμος της ουσιαστικής ισότητας και της κοινωνικής συνοχής απαιτεί πολλές θυσίες. Θυσίες που πρέπει να έχουν ως αφετηρία ένα διαφορετικό υπόδειγμα πολιτικής. Μακριά από τα ιδεολογικά στεγανά παλαιότερων εποχών, κοντά σε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη. Μόνο, έτσι, θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε μαζί με αυτούς τους ανθρώπους ένα καλύτερο αύριο. Ένα αύριο που θα προάγει την ορατότητα και την ουσιαστική συμπερίληψη.
Δίνοντας, τελικά, μια θέση στο φως, σε όσους συνήθισαν να ζουν στις σκιές…
*Η Πορφυλένια Κανελλοπούλου είναι δικηγόρος, υποψήφια βουλευτής Επικρατείας ΝΔ και διευθύντρια Γραφείου Τύπου ΟΝΝΕΔ