ΟTAN TO 2001 στις πανελλήνιες εξετάσεις της Β’ Λυκείου ζητήθηκε από τους μαθητές να γράψουν έκθεση με θέμα τις συνέπειες της τηλεργασίας, οι τότε 17ρηδες ίσως δεν φαντάζονταν ότι θα περνούσαν σχεδόν 20 χρόνια για να γίνει η τηλεργασία καθημερινότητα. Γιατί, παρόλο που οι πλατφόρμες τηλεργασίας, τα ψηφιακά εργαλεία συνεργασίας και οι cloud υποδομές υπήρχαν και προ κορωνοϊού, η επιτάχυνση του ρυθμού αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών δεν συνέβη ομαλά αλλά αναπάντεχα λόγω της πανδημικής κρίσης.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό σταθερής και περιστασιακής τηλεργασίας, που ανερχόταν στην Ελλάδα στο 4,3% το 2009, αυξήθηκε μόλις κατά μία μονάδα στο 5,3% το 2019, ενώ σύμφωνα με στοιχεία του Eurofound ξεπέρασε το 26% μέσα στο 2020.
Σήμερα, ανεξάρτητα από τη μορφή της τηλεργασίας (π.χ. εργασία με έδρα το σπίτι, νομαδική τηλεργασία, τηλε-υπηρεσίες κ.λπ.), η συνθήκη της τοπικής εγγύτητας παύει να αποτελεί προϋπόθεση για ολοένα και περισσότερα επαγγέλματα. Με ένα laptop και καλή σύνδεση Internet οι εργαζόμενοι μπορούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου και, αντίστοιχα, οι εργοδότες μπορούν να προσλαμβάνουν εργαζόμενους ανεξάρτητα από τις γεωγραφικές τους συντεταγμένες. Αυτό που ίσχυε εδώ και χρόνια σε κλάδους, όπως οι τηλεπικοινωνίες ή οι εκδόσεις, γίνεται εργασιακή πραγματικότητα ακόμη και στις δημόσιες υπηρεσίες.
Η τηλεργασία ήρθε για να μείνει, όπως δείχνουν οι πρόσφατες διεθνείς έρευνες, που αποτυπώνουν την επιθυμία των εργαζομένων να συνεχίσουν να εργάζονται εξ αποστάσεως για τουλάχιστον μία μέρα την εβδομάδα, ακόμη και μετά την πανδημία.
Βέβαια, για να λειτουργήσει η τηλεργασία απρόσκοπτα και επωφελώς για όλους, πρέπει να εστιάσουμε στην κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού. Πολλές επιχειρήσεις και οργανισμοί επενδύουν ήδη στην επιμόρφωση του προσωπικού τους μέσω προγραμμάτων ανάπτυξης δεξιοτήτων.
Σ’ αυτή την αποστολή το κράτος καλείται να είναι αρωγός. Βασικό μέλημα για τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα πρέπει να είναι ο ανασχεδιασμός των επαγγελματικών προσόντων και η κατάρτιση για την απόκτηση ή αναπροσαρμογή των προσωπικών, κοινωνικών και ψηφιακών δεξιοτήτων στο υβριδικό εργασιακό περιβάλλον, που συνδυάζει στοιχεία της διά ζώσης εργασίας και της τηλεργασίας. Πιο συγκεκριμένα:
• Η διαφορετική οργάνωση της εργασίας δίνει στους εργαζόμενους νέες δυνατότητες διευθέτησης του χώρου και του χρόνου αλλά ταυτόχρονα θέτει και νέες προκλήσεις, προκειμένου να διατηρείται η ισορροπία επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής. Το κλειδί εδώ είναι η παγίωση μιας εύρυθμης εργασιακής ρουτίνας. Αυτό προϋποθέτει προσωπικές δεξιότητες, όπως η αυτοπειθαρχία, η ικανότητα αυτο-ενεργοποίησης και η προσαρμοστικότητα. Σε συνδυασμό με ένα επικαιροποιημένο νομικό πλαίσιο, οι δεξιότητες αυτές διασφαλίζουν την τήρηση ίσων αποστάσεων τόσο από την αμέλεια όσο και από την υπερεργασία.
• Μία από τις συνηθέστερες συνέπειες τις τηλεργασίας είναι το αίσθημα απομόνωσης και περιθωριοποίησης, που κλονίζει συναισθηματικά τους εργαζόμενους. Επιπλέον, μεγάλο μέρος της άμεσης, διά ζώσης επικοινωνίας χάνεται, δυσχεραίνοντας την επίλυση προβλημάτων. Γι’ αυτό, πρέπει να καλλιεργηθούν οι κοινωνικές δεξιότητες, όπως η επικοινωνία σε όλες τις διαστάσεις της (ενεργητική ακρόαση, ευχέρεια στη διατύπωση της σκέψης, αποκωδικοποίηση των λεκτικών μηνυμάτων και της γλώσσας του σώματος κ.λπ.), η ενσυναίσθηση και η ικανότητα επίλυσης συγκρούσεων, η ομαδικότητα, η ευγενική και προσηνής συμπεριφορά, ακόμη και στο εικονικό περιβάλλον, ώστε να αλληλεπιδρούμε και να συνεργαζόμαστε αρμονικά, ακόμη και εξ αποστάσεως.
• Τέλος, οι ψηφιακές δεξιότητες είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τους τηλεργαζόμενους, εφόσον τα αναδυόμενα μοντέλα εργασίας, που εξαρτώνται από την αξιοποίηση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας, στηρίζονται στον «τεχνολογικό γραμματισμό». Αυτή είναι μία κρίσιμη συνιστώσα του ζητήματος της τηλεργασίας, καθώς σχετίζεται άμεσα με την εφαρμογή πολιτικών και την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, ώστε να αποτραπεί ο ψηφιακός αποκλεισμός.
Η τηλεργασία ήρθε για να μείνει, όπως δείχνουν οι πρόσφατες διεθνείς έρευνες, που αποτυπώνουν την επιθυμία των εργαζομένων να συνεχίσουν να εργάζονται εξ αποστάσεως για τουλάχιστον μία μέρα την εβδομάδα, ακόμη και μετά την πανδημία.
Επομένως, η Κυβέρνηση πράττει σωστά αξιοποιώντας πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης για τη ριζική αναθεώρηση και τον εκσυγχρονισμό του συστήματος αναβάθμισης δεξιοτήτων του ενεργού πληθυσμού. Στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» αποτυπώνεται η νέα στρατηγική για τη Διά Βίου Μάθηση και Κατάρτιση και προβλέπεται η σύσταση Εθνικού Συμβουλίου για τις Δεξιότητες.
Στη μετά-Covid εποχή, στόχος της Πολιτείας και των επιχειρήσεων είναι να προετοιμαστούν για το αναδυόμενο υβριδικό περιβάλλον εργασίας. Σ’ αυτό το εγχείρημα, η κυριότερη παράμετρος επιτυχίας είναι η κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού για την απόκτηση των κατάλληλων δεξιοτήτων. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, ο πολυτιμότερος πόρος είναι ο άνθρωπος.
* O Χρήστος Ταραντίλης είναι Καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Βουλευτής Επικρατείας ΝΔ