Ο κολοφώνας έχει μακρά ιστορία, που πάει πίσω ως τα μέσα του 15ου αιώνα. Την εποχή που η τυπογραφία ήταν τέχνη αποτελούσε την αποφασιστική ακροτελεύτια πινελιά του αρχιμάστορα τυπογράφου. Εκεί, στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, αναφέρονταν τα τεχνικά χαρακτηριστικά της έκδοσης και όλοι όσοι συνεργάστηκαν για να πραγματοποιηθεί.

 

Οι κολοφώνες τυπώνονταν σχηματίζοντας διάφορα εντυπωσιακά και θαυμαστά σχήματα (κλεψύδρες, ανεστραμμένα τρίγωνα, κ.α.), συνοδεύονταν συνήθως και από διάφορα εικαστικά στοιχεία, κάποιο γραμμικό σχέδιο, ένα χαρακτικό, μια ξυλογραφία. Η όλη εικόνα του κολοφώνα ήταν ένα εικαστικό κατόρθωμα, ένα αυθεντικό έργο τέχνης «πίνακας» αληθινός, με τη διπλή σημασία του όρου: «κατάλογος» δηλαδή και «ζωγραφικό έργο» ταυτόχρονα.

 

Σήμερα ο κολοφώνας τείνει να εξαφανιστεί. Για τον Γιάννη Μαμάη όμως, ένα βιβλίο, εκτός από το να έχει σπουδαίο περιεχόμενο πρέπει να είναι και το ίδιο ένα έργο τέχνης και ο κολοφώνας του είναι «μια σπουδαία λεπτομέρεια», όπως τονίζει στον κατάλογο της έκθεσης. «Γιατί στον κολοφώνα σώζεται ο ευεργετικός (για μας τους μοναχικούς πλέον ανθρώπους) απόηχος μιας αγαστής συμβιωτικής σχέσης. Οι δεξιοτέχνες δημιουργοί του βιβλίου, αφού έχουν επιτελέσει το έργο τους, εμφανίζονται συγκεντρωμένοι στον «οίκο» του βιβλίου, για να σημάνουν το συνεργατικό πνεύμα, τον συλλογικό καλλιτέχνη που έφερε στον κόσμο ένα κόσμημα –το βιβλίο τους, το βιβλίο του».

 

Η έκθεση είναι αφιερωμένη στα 60 χρόνια των εκδόσεων Gutenberg και περιλαμβάνει μερικούς από τους πιο χαρακτηριστικούς κολοφώνες-έργα τέχνης με τους οποίους στόλισε τα εκατοντάδες όμορφα βιβλία που φροντίζει καθημερινά υπηρετώντας πιστά την παράδοση της καλλιτεχνικής τυπογραφίας.