«Η ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ δεν έχουν πλέον σχέση οφειλέτη - πιστωτή» είπε ο πρωθυπουργός την περασμένη Τρίτη μιλώντας σε ένα γερμανικό φόρουμ, όταν η συζήτηση πήγε στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και στο πώς πείστηκε για αυτό η Γερμανία. Δεν αποκλείεται ο πρωθυπουργός να ήθελε να περάσει κι ένα γενικότερο μήνυμα, καθώς τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ελλάδας και της Γερμανίας μοιάζει να μη συμπλέουν, για άλλη μια φορά στην ιστορία του τελευταίου αιώνα, καθώς η στήριξη της Μέρκελ προς την Τουρκία, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια, είναι τόσο προφανής που συχνά δεν τηρούνται ούτε τα προσχήματα.
Βέβαια, η Γερμανία δεν είναι απρόθυμη μόνο στο να υποστηρίξει την Ελλάδα όταν χρειάζεται την έμπρακτη αλληλεγγύη της, κυρίως είναι απρόθυμη να υποστηρίξει την περαιτέρω ενοποίηση της Ε.Ε. Αυτό αποκαλύπτει και το παιχνίδι που κάνει με την Τουρκία ή ακόμα και με τη Ρωσία, κάτι που εκ των πραγμάτων τη φέρνει απέναντι στα συμφέροντα των ΗΠΑ, της Γαλλίας και του Ισραήλ. Τους παίκτες δηλαδή με τους οποίους έχει επιλέξει να συμμαχήσει η ελληνική κυβέρνηση, ειδικά στα θέματα της ανατολικής Μεσογείου (και όχι μόνο, όμως).
Με αυτές τις χώρες ήρθε σε συνεννόηση ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας (αγνοώντας τη Γερμανία, που αυτήν τη φορά πάντως δεν μπορεί να ταχθεί στην ίδια πλευρά με την Τουρκία, δηλαδή απέναντι στο Ισραήλ) πριν αναπτύξει τη διπλωματική του πρωτοβουλία, επισκεπτόμενος το Ισραήλ, την Παλαιστίνη και την Ιορδανία, συνομιλώντας με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές της κρίσης του παλαιστινιακού ζητήματος.
Οι επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει, και το Μαξίμου φυσικά το γνωρίζει, ότι η πανδημία θα είναι εδώ με τρόπο που δεν θα μπορούμε να την αγνοήσουμε για τουλάχιστον αρκετούς μήνες ακόμα. Ο πρωθυπουργός ωστόσο ποντάρει στον εμβολιασμό και στο καλοκαίρι, ελπίζοντας ότι αυτοί οι δύο παράγοντες αρκούν.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη (όπως και η κυβέρνηση Τσίπρα) έχει αναπτύξει μια στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ, αλλά δεν θέλει να χαλάσει και τις παραδοσιακά καλές σχέσεις που είχε η Ελλάδα με τον αραβικό κόσμο και οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελούν διπλωματικό πλεονέκτημα. Η ανάδειξη της Χαμάς τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ως πρώτης πολιτικής δύναμης στους Παλαιστίνιους, και οι στενοί δεσμοί της ηγεσίας της ισλαμιστικής οργάνωσης με τον Ταγίπ Ερντογάν δυσχεραίνουν περισσότερο μια σχέση που έχει αλλάξει αρκετά στο πέρασμα του χρόνου. Αυτό βέβαια δεν αφορά τους λαούς, αλλά το πολιτικό παιχνίδι, τις συμμαχίες και τις πολιτικές ισορροπίες.
Ο Νίκος Δένδιας δήλωσε ότι «το Ισραήλ, όπως και κάθε χώρα του κόσμου, έχει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα», θέση σαφώς υπέρ του Ισραήλ, την οποία όμως προσπάθησε να εξισορροπήσει λέγοντας ότι η λύση στην οποία πρέπει να καταλήξουν είναι σαφής: «Είναι η λύση την οποία προβλέπουν το Διεθνές Δίκαιο και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Δύο κράτη στα σύνορα του 1967, με την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα και των δύο κρατών». Λύση που αρνείται όμως να αποδεχτεί η κυβέρνηση Νετανιάχου.
ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ της πανδημίας, η κυβέρνηση, αφού έστειλε το μήνυμα για χαλάρωση και ο κόσμος το πήρε, προσπαθεί εκ των υστέρων να εξηγήσει ότι δεν έχουμε ξεμπερδέψει μαζί της, αλλά όλο και λιγότεροι πολίτες είναι πρόθυμοι να ακούσουν κάτι τέτοιο τώρα. Οι επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει, και το Μαξίμου φυσικά το γνωρίζει, ότι η πανδημία θα είναι εδώ με τρόπο που δεν θα μπορούμε να την αγνοήσουμε για τουλάχιστον αρκετούς μήνες ακόμα. Ο πρωθυπουργός ωστόσο ποντάρει στον εμβολιασμό και στο καλοκαίρι, ελπίζοντας ότι αυτοί οι δύο παράγοντες αρκούν. Μένει όμως να δούμε αν και πότε θα επιτευχθεί η ανοσία του πληθυσμού, καθώς από αυτό θα κριθούν πολλά. Ως τότε ο κίνδυνος θα παραμένει, όσο κι αν πολλοί τον αγνοούν.
Κίνδυνος όμως εξακολουθεί να υπάρχει και για την οικονομία από την πανδημία, η εξέλιξη της οποίας μπορεί να βάλει σοβαρά εμπόδια στην ανάκαμψη και την οικονομική ανάπτυξη. Το μεγάλο ασφαλιστικό έλλειμμα, το πέρα από τις αρχικές προβλέψεις δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, και μερικοί ακόμα επιβαρυντικοί παράγοντες μπορούν να αποτελέσουν σοβαρές απειλές.
Κι εδώ η κυβέρνηση, όσον αφορά το θέμα των πρώτων βημάτων της άμεσης ανάκαμψης της οικονομίας, τα πόνταρε όλα στον τουρισμό, παραβλέποντας τον ρόλο που παίζει η καλή επιδημιολογική εικόνα της χώρας. Οι αρχικές προσδοκίες του οικονομικού επιτελείου για το 2021 προέβλεπαν ότι τα φετινά έσοδα θα έφταναν στο 60% του 2019. Σήμερα κυβερνητικοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι θα είναι ικανοποιημένοι και με το 50%, αλλά οι παράγοντες της αγοράς φοβούνται ακόμα χαμηλότερο ποσοστό, όσο η χώρα αργεί να «πρασινίσει» στον επιδημιολογικό χάρτη, καθώς όλες οι ανταγωνιστικές χώρες (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία) αυτήν τη στιγμή είναι σε καλύτερη θέση από την Ελλάδα.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πάντως, σε έκθεσή της για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αυτή την εβδομάδα προειδοποίησε για την πιθανότητα μιας νέας κρίσης, λόγω του χρέους που συσσωρεύεται από την πανδημία, τόσο στα κράτη όσο και στις επιχειρήσεις, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν οικονομικούς μετασεισμούς και να πυροδοτήσουν χρηματοπιστωτική αστάθεια, εντείνοντας την ανησυχία για την επόμενη μέρα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.