«Άσχημοι ήχοι με βοηθούν να περιγράψω πόσο όμορφα νιώθω μέσα σ’ αυτό το βουητό / πώς ξεκουρδίζει κάθε αίσθηση ασφάλειας, όμως ακόμη νιώθω καλά μέσα σ’ αυτό το βουητό» τραγουδάει η Nalyssa Green στο τραγούδι «Άσχημοι Ήχοι» που ανοίγει το νέο άλμπουμ του Pan Pan.
«Το βουητό είναι κάτι που με γοητεύει και προσπαθώ να βάλω σε πλαίσιο απ’ όταν συνειδητοποίησα πως θέλω να λέω ιστορίες με εικόνες ή ήχους» λέει ο Pan Pan. «Είναι ο κόσμος που μας περιβάλλει και ρέουμε μέσα του. Στις στιγμές έντασης γίνεται φράχτης και αφήνει εκτός την ομορφιά και στις στιγμές ηρεμίας γίνεται κουβέρτα και την κλείνει μέσα. Δεν μπορώ να το ορίσω σύντομα και με σαφήνεια, αλλά θα συνεχίσω να προσπαθώ».
Ο Pan Pan είναι πολυτάλαντος και δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να δημιουργεί μέσα στο lockdown και στη μαυρίλα. Το «Φαντασμαγορία Δύο» είναι ένα άλμπουμ που ήρθε λίγο πριν από το τέλος της άνοιξης, ακριβώς τη στιγμή που η ζωή ξαναρχίζει να επιστρέφει, δειλά-δειλά, στους παλιούς ρυθμούς, προ επιδημίας, και έχει τραγούδια με πολύ χορό, που μιλάνε για ταξίδια στ’ αστέρια και το Αγόρι-Φάντασμα που περιφέρεται στην πίστα «ανάμεσα σε μόνα κορίτσια, που θέλουν αγόρια που ήταν κορίτσια / που θέλαν αγόρια και θέλαν κορίτσια / που δεν είναι αγόρια και ούτε κορίτσια / χορεύουνε μόνα να φύγει η νύστα / χορεύουν και βάζουν το όπλο στη ζώνη / ζωή που σκοτώνει».
Το τραγούδι «Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα» είναι το πρώτο hit του άλμπουμ, ένα κομμάτι με τη συμμετοχή της Melentini σε ένα υπέροχο ρεφρέν: «Μέχρι τότε όμως σε παρακαλώωωωω ‒τριάντα χρόνια νύστα‒, χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα».
Οι ποπ δομές μού αρέσουν και με εξυπηρετούν σε αυτό που θέλω να κάνω με αυτά τα άλμπουμ, αλλά το ραπ υπάρχει σίγουρα. Όχι τόσο φανερά από την πρώτη στιγμή αλλά ως παιδεία.
«Όταν γνώρισα την Ελένη (σ.σ. τη Melentini), μέσω του φίλου μου του Αντώνη, δεν είχα ιδέα τι θα ακολουθούσε, κυρίως γιατί εκείνη τη μέρα δεν ξέρω καν αν είπαμε ότι παίζουμε μουσική» λέει ο Pan Pan. «Λίγο καιρό μετά, όμως, βρεθήκαμε να μοιραζόμαστε τη σκηνή σε live με τους Sequence Theory Project, όπου η Ελένη ίσως και να μην πατούσε στη γη, ο Ριχάρδος έδινε “πόνο” με μπιτ και με σκρατς (!) και ο Κώστας σε κάποια φάση μας “δολοφόνησε” με μια μπασογραμμή. Ξαναπαίξαμε με STP μια-δύο φορές ακόμη, μετά η Ελένη έβγαλε σόλο δίσκο με την μπλε ορχήστρα της και έπειτα μου είπε ότι ήθελε να κάνει live με εκείνη σε πιάνο-φωνή κι εμένα στα μπιτ. Κάναμε πρόβες στο σπίτι μου και για έναν χειμώνα κάναμε κάποια live που ούτε ένα δεν είχε κάτι “ξεχάσιμο”.
Σε ένα από αυτά έμαθα τη μουσική της Molly Nilsson, σε κάποιο άλλο μας προλόγισε ο Γιάννης Σερβετάς (true story), σε ένα άλλο έμαθα ότι ο διοργανωτής, που δεν ήθελε να μας πληρώσει τα συμφωνημένα λεφτά, γιατί δεν είχε τον κόσμο που υπολόγιζε, κάποτε είχε πληγωθεί πολύ από τους Wu Tang, γιατί δεν ήρθαν όλοι, και γύρισε σπίτι και έσκισε τα βινύλιά τους με ψαλίδι ‒ “εντάξει, ναι, θα μας πληρώσεις όμως;”.
Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα (feat. Melentini)
Μετά από οκτώ χρόνια έγραψα το “Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα”. Ένα microbrute για το μπάσο, ένα microkorg για όλα τα άλλα. Έγραψα τις στροφές μου, έγραψα πρόχειρα με ένα vocoder και το ρεφρέν και το έστειλα στην Ελένη, γιατί το είχα γράψει με τη φωνή της στο μυαλό μου. Εκείνη όμως έκανε την έκπληξη και μου είπε “ναι, να σου πω, δεν θα πω το ρεφρέν, ωραίο είναι με vocoder, απλώς ξαναγράψ’ το να ακούγεται πιο καθαρά”. Εντάξει, Ελένη. “Εγώ θα πω το τρίτο μέρος, που είναι σε φάση girls and boys”. Εντάξει, Ελένη. “Και να βγάλεις το πολύ distortion και το πολύ delay από τη φωνή σου”. Εντάξει, Ελένη. Τελικά, είχε δίκιο, γι’ αυτό είναι ωραίες οι συνεργασίες όπου ο τρίτος έρχεται και σου ανατρέπει αυτά που είχες δεδομένα».
— Πες μου για τα κορίτσια που συμμετέχουν στο άλμπουμ.
Χωρίς τις συμμετοχές των πέντε τους και χωρίς την προσωπικότητα που έφερε η καθεμία στο σημείο που μπήκε, κάτι θα μου έλειπε. Όταν τελείωσα τα κομμάτια, ήξερα ποια χρειαζόμουν σε ποιο κομμάτι, ώστε να γίνει το όραμά μου πραγματικότητα. Ευτυχώς, όλες δέχτηκαν και δεν χρειάστηκε να αναθεωρήσω τα πλάνα μου.
Καθεμία έφερε ό,τι είχε ανάγκη κάθε κομμάτι: η Nalyssa Green μια γλυκιά μελαγχολία, η Katrinpi ένα μάντρα να κεντράρει το κομμάτι, η Melentini τη δροσιά σε ένα τραγούδι θαμμένο στο τσιμέντο, η Kαλλιόπη Μητροπούλου τη χαρά του παιχνιδιού, η Nefeli Walking Undercover ένα νέο focus, καθώς μας ξεπροβοδίζει. Τέλος, μια ούτε τόσο φανερή ούτε γυναικεία συμμετοχή είναι αυτή του Γιάννη Αναγνωστόπουλου, κολλητού μου και συμπαίκτη μου στα Echo Tides, που μου χάρισε μια έξτρα αστραφτερή μελωδία προς το τέλος του «Άσχημοι ήχοι».
Άσχημοι ήχοι (feat. Nalyssa Green)
— Και για το Αγόρι-Φάντασμα;
Είναι ο κεντρικός χαρακτήρας αυτής της ιστορίας. Ένας νέος άνδρας που σε όσα έχουμε δει ως τώρα προσπαθεί να συγχρονίσει τη βιολογική με την ψυχολογική του ηλικία.
— Ακούγοντας τη δομή της αφήγησης που έχουν οι στίχοι, που είναι ολόκληρες ιστορίες, η πρώτη εντύπωση που σου δημιουργείται είναι ότι είναι γραμμένα περισσότερο ως ραπ παρά με τη δομή ενός ποπ τραγουδιού…
Μoυ αρέσει να γράφω έτσι, να υπάρχει μια ιστορία ή, έστω, κάποια υπόνοιά της, ώστε να φτιάξει το υπόλοιπο ο ακροατής. Έτσι κι αλλιώς, όλο το άλμπουμ είναι μέρος μιας ιστορίας, ένα slice of life των περιπετειών του Αγοριού-Φάντασμα, που θα ολοκληρωθεί με την κυκλοφορία της «Φαντασμαγορίας Τρία», οπότε θα δούμε και όλη την εικόνα.
Οι ποπ δομές μού αρέσουν και με εξυπηρετούν σε αυτό που θέλω να κάνω με αυτά τα άλμπουμ, αλλά το ραπ υπάρχει σίγουρα. Όχι τόσο φανερά από την πρώτη στιγμή αλλά ως παιδεία. Το χιπ-χοπ μού έχει πάρει το μυαλό απ’ όταν ήμουν δεκατριών-δεκατεσσάρων χρονών και το πώς βάζω τις λέξεις σε σειρά για να φτιάξουν ρυθμικά σχήματα έχει σαφώς τις ρίζες του εκεί, είτε είναι να ραπαριστούν είτε να τραγουδηθούν.
— Πόσο διαφορετική είναι η «Φαντασμαγορία Δύο» από την πρώτη, σε σχέση με τις συνθήκες υπό τις οποίες δημιουργήθηκε;
Η πρώτη φτιάχτηκε μέσα στο πρώτο lockdown, η δεύτερη στο δεύτερο. Τα κοινά είναι ότι για λόγους ασφαλείας δεν συναντήθηκα σχεδόν με καμία από τις συμμετέχουσες για να γράψουμε. Η διαφορά είναι ότι στο δεύτερο ήμουν πολύ πιο πιεσμένος απ’ ό,τι στο πρώτο, παρότι περίμενα να μπω στο στούντιο έμπειρος πια. Η δεύτερη φορά με διέλυσε. Ωστόσο, το να παίζω μουσική ήταν η διέξοδός μου, άρα, πρακτικά, δεν υπήρξε μεγάλη διαφορά.
— Πόσο σάουντρακ για τις εικόνες σου είναι η μουσική που φτιάχνεις; Για τις εικόνες του «In my room» π.χ…
Δεν είναι σταθερή η αναλογία, άλλοτε λιγότερο, άλλοτε πιο πολύ. Το «In my room», όμως, και το «Tα παιδιά θέλουν χορό» είναι το ένα για το άλλο πολύ ξεκάθαρα οπτικοποίηση και σάουντρακ αντίστοιχα.
— Μπορείς να πεις με λίγα λόγια το χρονικό κάθε κομματιού;
«Άσχημοι ήχοι»: Το κομβικό σημείο κατά το οποίο περνάς από το στάδιο του να ντρέπεσαι για τα σημάδια σου στο να είσαι περήφανος για το πόσο μοναδικό σε κάνουν.
«Aμόρσα»: H στοχοπροσήλωση σε κάτι ιδανικό και ανύπαρκτο για να βγει η μέρα.
«Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα»: Η γιορτή της μοναδικότητάς σου ανάμεσα σε ανθρώπους που γιορτάζουν τη μοναδικότητά τους.
«Τα παιδιά θέλουν χορό»: Μετά τη γιορτή της μοναδικότητας έρχεται το σεξ.
«Ταξιδεύω στα αστέρια»: Το after party που οδηγεί στην προσγείωση, αλλά δεν θες να προσγειωθείς ακόμα.
«Το κορίτσι που αγαπώ»: Δεν θες να προσγειωθείς, γιατί εκεί βρίσκεται η πραγματικότητα.
«Μια θάλασσα τον Ιανουάριο»: Η επόμενη μέρα, είσαι κάτι νέο, βγαίνεις ξανά στον δρόμο με καθαρό μητρώο.
— Αρέσει στον γιο σου η μουσική που του φτιάχνεις;
Του αρέσει, αλλά όχι όλη. Έχει συγκεκριμένα γούστα που δεν σηκώνουν αντιρρήσεις: «αυτό άλλαξέ το, δεν μου αρέσει», «αυτό είναι ωραίο» ‒ και χορεύει.
Ταξιδεύω στα αστέρια
Το «Φαντασμαγορία Δύο» κυκλοφορεί σε φυσική μορφή στο panpanathens.bandcamp.com
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.