Η έκθεση «Divas. Από την Oum Kalthoum έως την Dalida» στο Institut du Monde Arabe στο Παρίσι εικονογραφεί τα επικά και εκπληκτικά πορτρέτα των ερμηνευτριών της «χρυσής εποχής» του αραβικού τραγουδιού και του κινηματογράφου, μέσα από ένα πλούσιο ταξίδι, με φωτογραφίες εποχής, συχνά μη δημοσιευμένες, αποσπάσματα από ταινίες ή θρυλικές συναυλίες, κινηματογραφικές αφίσες με λαμπερά γραφικά, υπέροχα φορέματα σκηνής, προσωπικά αντικείμενα και σπάνιες συνεντεύξεις.
«Στην Αίγυπτο δύο πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, οι Πυραμίδες και η φωνή της Ουμ Καλσούμ». Όσοι ξέρουν αυτήν τη ρήση καταλαβαίνουν ότι οι μεγάλες ντίβες του τραγουδιού και του κινηματογράφου έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εικόνας της αραβικής κοινωνίας.
Από την Ουμ Καλσούμ έως τη Γουάρντα Αλ-Τζαζαΐρια, από την Ασμαχάν ως τη Φαϊρούζ, από τη Λαιλά Μουράντ και τη Σαμία Γκαμάλ μέχρι την Νταλιντά, η έκθεση προορίζεται να είναι ένα υπέροχο ταξίδι στην καρδιά της ζωής και της τέχνης αυτών των θρυλικών τραγουδιστών και ηθοποιών.
Η εικόνα αυτών των διαχρονικών συμβόλων, των ισχυρών γυναικών που λατρεύονται στις μεταπολεμικές αραβικές κοινωνίες, η εικόνα της ντίβας από το Κάιρο έως τη Βηρυτό, από το Μαγκρέμπ έως το Παρίσι, ενσωματώνει μια περίοδο καλλιτεχνικού και πνευματικού αναβρασμού και φέρνει στο προσκήνιο μια νέα εικόνα των γυναικών που συμβαδίζει με την πολιτική ανανέωση που εκφράστηκε από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο, μέχρι τη δεκαετία του 1970.
Η εικόνα αυτών των διαχρονικών συμβόλων, των ισχυρών γυναικών που λατρεύονται στις μεταπολεμικές αραβικές κοινωνίες, ενσωματώνει μια περίοδο καλλιτεχνικού και πνευματικού αναβρασμού και φέρνει στο προσκήνιο μια νέα εικόνα των γυναικών που συμβαδίζει με την πολιτική ανανέωση που εκφράστηκε από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 μέχρι τη δεκαετία του 1970.
Η εικόνα που φέρνουν αυτές οι ντίβες στη Δύση είναι και η μόνη φεμινιστική εικόνα αυτών των πατριαρχικών κοινωνιών και είναι αυτές που παίζουν κεντρικό ρόλο στην αποαποικιοποίηση και στους αγώνες ανεξαρτησίας, αλλά και στην ανάπτυξη πολλών καλλιτεχνικών πεδίων.
Αυτή η έκθεση πολυμέσων προσφέρει μια πλούσια αναδρομή σε μια περίοδο μεταξύ της δεκαετίας του 1920 και της δεκαετίας του 1970, όταν πολλές γυναίκες ερμηνεύτριες ήταν στο επίκεντρο. Φυσικά στην έκθεση πρωταγωνιστεί η φυσιογνωμία της Ουμ Καλσούμ, της μεγαλύτερης ερμηνεύτριας του 20ού αιώνα στον αραβικό κόσμο, πιθανώς της πιο γνωστής γυναίκας της Αιγύπτου μετά την Κλεοπάτρα.
«Πάνω από την Ουμ Καλσούμ είναι μόνο ο Θεός» είναι η κλασική φράση που χρησιμοποιούν οι Άραβες όταν μιλούν για την αγαπημένη τους τραγουδίστρια. Με όνομα από το Κοράνι και την κόρη του Μωάμεθ, που σημαίνει «αυτή με το μικρό, καλογραμμένο στόμα», η Καλσούμ έγινε τραγουδίστρια όταν ο πατέρας της, εξαιτίας της άθλιας οικονομικής τους κατάστασης, ξεπέρασε τις προκαταλήψεις και της επέτρεψε να τραγουδήσει.
Λίγα χρόνια αργότερα ήταν πασίγνωστη. Τραγουδούσε και στις τρεις φωνητικές κλίμακες, οι παλμικές δονήσεις της φωνής της έφθαναν τις 4.000 το δευτερόλεπτο και οι συνθέτες και οι ποιητές ήταν κυριολεκτικά στα πόδια της. Τραγουδούσε κυρίως την αγάπη και τον έρωτα, αλλά παράλληλα την απασχολούσαν έντονα και τα πολιτικά προβλήματα της πατρίδας της. Θερμή υποστηρίκτρια του Νάσερ, στάθηκε στο πλευρό του και τον ενίσχυσε με την επιρροή της.
Όταν από το 1948 άρχισε να δίνει μια μηνιαία συναυλία η οποία μεταδιδόταν ταυτόχρονα σε όλους τους αραβικούς σταθμούς προκειμένου να την ακούσουν όλοι, σταματούσαν όλες οι πολεμικές εχθροπραξίες στον αραβικό κόσμο. Τη δεκαετία του '60 η Καλσούμ κατέκτησε την Ευρώπη με ένα μοναδικό ρεσιτάλ τραγουδιού στο Ολυμπιά και με τη φήμη της να έχει γίνει παγκόσμια, κατέχοντας ιδιαίτερη θέση ειδικά στο γαλλόφωνο κόσμο.
Η έκθεση, η οποία διαρκεί έως τις 26 Σεπτεμβρίου, είναι μια πλούσια εικονογραφημένη αναδρομή στην περίοδο μεταξύ της δεκαετίας του 1920 και του 1970. Παρουσιάζει αυτές τις τολμηρές και ανοιχτές γυναίκες που τραγουδούν στη σκηνή και παίζουν στην οθόνη χωρίς φόβο λογοκρισίας ή θρησκευτικής καταδίκης.
Αλλά αυτό που είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό είναι η γκαρνταρόμπα τους, τα κοστούμια και παπούτσια, πολλά από τα οποία είναι μέρος της έκθεσης. Οι live εμφανίσεις τους ζωντανεύουν σε βίντεο όπου λικνίζονται σε μαγευτικές κινήσεις και ποζάρουν με σορτς στις παραλίες. Η συνολική εικόνα έρχεται σε αντίθεση με σημερινές αντιλήψεις για τον αραβικό κόσμο, ως ένα μέρος όπου οι γυναίκες καλύπτονται από την κορυφή έως τα δάχτυλα και σιωπούν από πανίσχυρους άντρες.
Οι διοργανωτές της έκθεσης θέλουν να καταρρίψουν ένα μέρος από τα κλισέ και να δηλώσουν ότι οι γυναίκες κατείχαν κεντρική θέση και δεν απουσίαζαν από την ιστορία. «Τραγουδούσαν, έκαναν τους ανθρώπους να κλαίνε και έδειξαν το σώμα τους όπως έκαναν οι δυτικοί ηθοποιοί εκείνη την εποχή» λένε οι διοργανωτές της έκθεσης. «Δεν αντιπροσωπεύουν απλώς το παρελθόν».
Ο πρόεδρος του αραβικού ινστιτούτου, Τζακ Λανγκ, ο οποίος ήταν υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας τη δεκαετία του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, υπενθύμισε σε μια συνέντευξή του ότι όταν ήταν αγόρι που επισκέφθηκε το Κάιρο, μπήκε σε ένα θέατρο και μαγεύτηκε από τη φωνή της Ουμ Καλσούμ, ενώ ο ίδιος αργότερα παρασημοφόρησε τη Φαϊρούζ, ως υπουργός Πολιτισμού, το 1988.
«Αυτές οι γυναίκες δεν ήταν μόνο εξαιρετικές τραγουδίστριες» σημείωσε ο Λανγκ. «Μερικές συμμετείχαν στον αγώνα της χώρας τους για ανεξαρτησία από τις αποικιακές δυνάμεις, τη Βρετανία και τη Γαλλία, ενώ η εμφάνισή τους συνέπεσε λίγο πολύ με μια εποχή συλλογικής χειραφέτησης. Η μουσική που τραγουδούν είναι μια εξαιρετική έκφραση ελευθερίας».
Η έκθεση ξεκινά από το Κάιρο, πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ήταν το καλλιτεχνικό και πνευματικό κέντρο του αραβικού κόσμου, όπου είχαν πολλαπλασιαστεί οι αίθουσες συναυλιών και τα καμπαρέ. Πολλά από αυτά ιδρύθηκαν από γυναίκες, οι οποίες είχαν επίσης σημαντικό ρόλο στη βιομηχανία του κινηματογράφου ως σκηνοθέτες, παραγωγοί, ηθοποιοί, ενδυματολόγοι. Πολλές από αυτές τις γυναίκες προέρχονταν από πολύ ταπεινό υπόβαθρο και έκαναν μια πολύ δύσκολη διαδρομή μέχρι την καταξίωση.
Στην έκθεση υπάρχει και η ταινία «Ψάχνοντας για την Ουμ Καλσούμ», σε σκηνοθεσία του Ιρανής σκηνοθέτιδας Shirin Neshat, που τεκμηριώνει την ιστορία της πιο διάσημης τραγουδίστριας του αραβικού κόσμου.
Δεν υπάρχουν δάνεια από το μουσείο Ουμ Καλσούμ στο Κάιρο γιατί αυτό ήταν κάτι πολυδάπανο, αλλά δεν υπάρχουν και δάνεια από τη Φαϊρουζ που είναι εν ζωή, παρά τα αιτήματα που της απεύθυνε το μουσείο.
Αντίθετα, το τμήμα για την Αλγερινο-Λιβανέζα ντίβα Γουάρντα Αλ-Τζαζαΐρια είναι γεμάτο από τα προσωπικά της αντικείμενα: γυαλιά ηλίου, μετάλλια, σκουλαρίκια, διαβατήρια, ένα ούτι, μια καφέ δερμάτινη βαλίτσα. Γεννημένη στα προάστια του Παρισιού, η Γουάρντα έκανε το ντεμπούτο της ως παιδί στο καμπαρέ του πατέρα της στο Καρτιέ Λατέν και έγινε επιτυχημένη τραγουδίστρια πριν μετακομίσει στην Αλγερία το 1962, τη χρονιά που η χώρα απέκτησε ανεξαρτησία από τη Γαλλία. Εκεί παντρεύτηκε έναν αξιωματικό του στρατού που τη σταμάτησε από το τραγούδι. Η καριέρα της απογειώθηκε όταν μετακόμισε στην Αίγυπτο μια δεκαετία αργότερα.
Η έκθεση έχει αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος στην τελευταία ντίβα του αραβικού κόσμου, την Νταλιντά, που έγινε σούπερ σταρ στη Γαλλία και παρουσιάζεται ανάμεσα σε βίντεο με τα τραγούδια της και μια καταπληκτική συλλογή με ρούχα, παπούτσια και κοσμήματα.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η θέση των γυναικών ερμηνευτριών στις αραβικές χώρες έχει αλλάξει. Τα ισλαμικά κινήματα και η μετανάστευση από τις αγροτικές περιοχές έχουν καταστήσει τα μέρη της κοινωνίας πιο συντηρητικά για τη γυναικεία εμφάνιση και τη δημόσια συμπεριφορά. Όπως λένε οι διοργανωτές, υπάρχουν δυο απόψεις για τον αραβικό κόσμο, ότι σήμερα είναι όλοι βάρβαροι και ότι παλιά ήταν μια χρυσή εποχή.
«Η ανάπτυξη του αραβικού κόσμου μετριέται χρησιμοποιώντας δυτικά κριτήρια, όπως εάν οι γυναίκες καπνίζουν ή όχι ή αν φορούν κοντές φούστες» είπε. Υπήρχαν «πιο σημαντικοί παράγοντες, που σχετίζονται με την ισότητα: ο αριθμός των γυναικών που εργάζονται, τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών» λένε οι επιμελητές, που είναι φυσικά Άραβες.