Την επόμενη φορά που θα δείτε την πανσέληνο ψηλά στον ουρανό και προς τον Νότο, κοιτάξτε προσεκτικά προς τα δεξιά και αφήστε το μάτι σας να κινηθεί προς τα επάνω, κατά μήκος της περιφέρειας του δίσκου της. Εκεί όπου περίπου θα βρισκόταν η θέση της ώρας δύο, αν η πανσέληνος ήταν ένα ρολόι, θα παρατηρήσετε έναν μικρό, σκουρόχρωμο οβάλ σχηματισμό στην επιφάνειά της. Αρκεί να έχει κάποιος κανονική όραση και θα μπορέσει να τον εντοπίσει εύκολα.
Πρόκειται για ένα μεγάλο λεκανοπέδιο, ένα από τα ομορφότερα στο φεγγάρι, που είναι γνωστό ως Mare Crisium – η Θάλασσα των Κρίσεων. Έχει περίπου τριακόσια μίλια διάμετρο και περιβάλλεται σχεδόν ολόκληρη από υπέροχα βουνά. Ποτέ κανείς δεν την είχε εξερευνήσει, μέχρι που φτάσαμε εμείς εκεί, προς το τέλος του καλοκαιριού του 1996» – αυτή είναι η αρχή (σε εξωφρενικά ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά) ενός από τα πιο γνωστά και αγαπημένα (ίσως και cult) διηγήματα επιστημονικής φαντασίας που έγραψε ο σερ Arthur C. Clarke (1917-2008), Άγγλος συγγραφέας, ευφάνταστος μελλοντολόγος, εφευρέτης, εξερευνητής των θαλασσών και τελικά παρουσιαστής τηλεοπτικών εκπομπών με θέμα τα μυστήρια του εγνωσμένου κόσμου, του υπόλοιπου σύμπαντος, όπως και κάθε είδους απόκοσμων δυνάμεων.
Το διήγημα γράφτηκε το 1948 και δημοσιεύτηκε τρία χρόνια αργότερα. Ο τίτλος του είναι The Sentinel. «Πρόκειται για λέξη που κατάγεται από τη λατινική γλώσσα, όπως είχε διαμορφωθεί κατά τον Μεσαίωνα στην Ιταλία. “Sentinela” λοιπόν σήμαινε τότε κάτι σαν “φρουρός”», λέει ο κ. Κορρές. «Ο περισσότερος κόσμος πιστεύει ότι η Οδύσσεια του διαστήματος του Stanley Kubrick βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Clarke, αλλά αυτό δεν ισχύει, καθώς το βιβλίο του έπεται της ταινίας και βασίζεται σ’ αυτήν. Για την ταινία του, ο Kubrick βασίστηκε στο διήγημα The Sentinel».
Σε αυτό λοιπόν, ο Clarke αναφέρεται σε μια ερευνητική αποστολή στη Σελήνη. Την τοποθετεί περίπου πενήντα χρόνια μετά τη χρονιά που έγραψε το κείμενό του – στο 1996. Υπάρχει μια διάχυτη ανεμελιά στην αρχή της αφήγησης, επειδή «δεν υπάρχει τίποτα το ριψοκίνδυνο ή το ιδιαιτέρως συναρπαστικό στην εξερεύνηση της Σελήνης». Οι άνδρες της αποστολής ξυρίζονται με την άνεσή τους, τηγανίζουν λουκάνικα για το εγγλέζικου τύπου πρωινό τους, ως εάν όλα όσα συνέβαιναν ήταν «νορμάλ και σαν στο σπίτι τους», αλλά κυρίως επειδή πιστεύουν ότι «στη σελήνη δεν υπήρξε ποτέ κανένα είδος ζωής διανοητικά πιο προηγμένης από το ανθρώπινο είδος».
Κι έτσι, εκεί όπου ο ουρανός μπορεί να είναι «πιο μαύρος κι από τη μεσονύκτια ώρα μιας χειμωνιάτικης βραδιάς στη Γη», όπου τα πάντα πέφτουν με «αφύσικη βραδύτητα» και όπου όλα συμβαίνουν εν μέσω μιας «άφθαρτης και αμετάβλητης σιωπής», ο αφηγητής ξεκινά μια νέα εξερευνητική αποστολή σ’ ένα βουνό που υψώνεται πάνω από τη «Θάλασσα των Κρίσεων». Εκεί ανακαλύπτει «ένα λαμπυρίζον αίνιγμα»: «Μια γυαλιστερή πυραμιδοειδή κατασκευή, ύψους διπλάσιου από εκείνο του μέσου ανθρώπου, τοποθετημένη στον βράχο εν είδει ενός γιγάντιου, πολυεδρικού πολύτιμου πετραδιού». Κι αναρωτιέται: «Ήταν άραγε αυτό κάποιο κτίσμα; Ίσως κάποιος ναός; Ή μήπως ήταν κάτι για το οποίο η γλώσσα μου δεν είχε λέξη;». Μέχρι που συνειδητοποιεί ότι επρόκειτο «για μια μηχανή, η οποία προστάτευε τον εαυτό της με δυνάμεις που αψηφούσαν την ίδια την αιωνιότητα».
Το μυστήριό της, λοιπόν, άρχισε να στοιχειώνει τους εξερευνητές επειδή πίστευαν ότι μόνο στη Γη υπήρχε διανοητικά αναπτυγμένη ζωή και τώρα, με την ανακάλυψη αυτή, συνειδητοποιούσαν ότι βρίσκονταν ενώπιον ενός «φρουρού» που είχαν αφήσει εκεί κάποιοι άγνωστοι, σοφότεροι και πιο εξελιγμένοι τεχνολογικά, και ότι ο φρουρός αυτός θα ήταν σίγουρα όμοιος με εκατομμύρια άλλους τέτοιους που θα είχαν τοποθετηθεί σ’ ολόκληρο το εξώτερο σύμπαν και ότι οι άγνωστοι που τους τοποθετούσαν, μέσω του δικτύου αυτών των φρουρών, παρακολουθούσαν όλους τους κόσμους που θα μπορούσαν να υπόσχονται την ύπαρξη ζωής.
Προσωπικά και χωρίς δισταγμό, από τότε που είδα για πρώτη φορά το φιλμ, είχα ερμηνεύσει εκείνον τον “ορθόλιθο” ως κινηματογραφικό ποιητικό σύμβολο ενός συμπαντικού Λόγου. Εννοώ με την έννοια του Λόγου στον οποίο περιέχεται το απόλυτο ενός αριθμητικού λόγου, αλλά και κάτι από την αιτιότητα των πραγμάτων.
«Η κατασκευή του γυαλιστερού πυραμιδοειδούς εξωγήινου πομπού που περιέγραφε ο Clarke προβλημάτισε τους τεχνικούς των σκηνικών στο Χόλιγουντ, οι οποίοι πρότειναν στον Kubrick ως απλούστερο σχήμα ένα παραλληλεπίπεδο, πράγμα που έγινε αμέσως δεκτό. Και είναι σημαντικό ότι και ο Clarke υιοθέτησε στο μυθιστόρημά του το νέο σχήμα του μυστηριώδους αντικειμένου. Επέμεινε όμως στην αρχική φύση του, ότι, δηλαδή, είναι μια πολύπλοκη, υψηλής τεχνολογίας συσκευή παρατήρησης που εγκατέστησαν σ’ ολόκληρο το σύμπαν κάποιοι εξωγήινοι που προηγήθηκαν ημών. Αντίθετα, το ερώτημα σχετικά με το τι συμβολίζει ο μονόλιθος στο έργο του Kubrick παραμένει αναπάντητο», λέει ο κ. Κορρές.
«Προσωπικά και χωρίς δισταγμό, από τότε που είδα για πρώτη φορά το φιλμ, είχα ερμηνεύσει εκείνον τον “ορθόλιθο” ως κινηματογραφικό ποιητικό σύμβολο ενός συμπαντικού Λόγου. Εννοώ με την έννοια του Λόγου στον οποίο περιέχεται το απόλυτο ενός αριθμητικού λόγου, αλλά και κάτι από την αιτιότητα των πραγμάτων. Κυρίως όμως υπό την έννοια του Λόγου όπως ισχύει στους παγκόσμιους νόμους της αριθμητικής, της φυσικής κ.λπ., παρά της θεολογίας.
Όμως, δεν ήθελα να αφεθώ σε δικές μου αναγνώσεις. Μέχρι που κάποτε διάβασα την περίφημη συνέντευξη του Kubrick στην οποία δηλώνει, ως προς τη φύση του μονόλιθου, ότι δεν θέλει να πει τίποτα περισσότερο από όσα μας δείχνει το φιλμ. Κι έτσι, κατά κάποιον τρόπο, παραδίδει στον θεατή την ελευθερία της ερμηνείας του.
Επρόκειτο όμως πράγματι για ελευθερία ή για ευθύνη; Αυτό θεωρώ ως δυνατότερο σημείο στο οποίο θέλω να σταθώ. Γιατί όταν σου δίνουν την ελευθερία να ερμηνεύσεις κάτι, έχεις τεράστια ευθύνη. Μακάρι να ήξερε ο Kubrick σε ποια παγίδα μάς έριξε τότε. Καλύτερα θα ήταν να μας είχε δώσει μια δική του ερμηνεία του μονόλιθου.
Μια πιθανή απάντηση θα ήταν ότι ο μονόλιθος ήταν το ισοδύναμο μιας “επισκεπτήριας κάρτας” του Θεού. Δηλαδή, σαν ο Θεός, όταν έρχεται, αντί να αφήσει ένα μικρό χαρτάκι που θα έγραφε “ο Θεός”, πετάει έναν μονόλιθο και αυτός… όπου καθίσει. Αυτό θα αποτελούσε έναν ευανάγνωστο οπτικό τονισμό, χάρη σε έναν πραγματικό λίθο μιας κατά τα άλλα αόρατης θεϊκής επέμβασης.
Μία άλλη ερμηνεία, που δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ή όχι του Θεού, θα μπορούσε να είναι ότι ο μονόλιθος δεν έχει φυσική υπόσταση, παρά αποτελεί απλώς μια οπτική προαναγγελία μιας εικόνας που θα ακολουθήσει. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο μονόλιθος θα ήταν μια εικόνα που προσθέτει ο σκηνοθέτης για λόγους οπτικοποίησης μιας εκ των πραγμάτων αθέατης διανοητικής διέγερσης των προσώπων του έργου. Όπως συμβαίνει με τον γλόμπο που βλέπουμε να ανάβει κάθε φορά που ο Κύρος Γρανάζης –ο περίφημος και αξιαγάπητος εφευρέτης στα παιδικά εικονογραφημένα περιοδικά της Disney– συλλαμβάνει μια καλή ιδέα. Ο σχεδιαστής του κόμικ προσθέτει τον γλόμπο κάθε φορά ως πνευματώδες βοήθημα της ανάγνωσης, ανάλογο με το θαυμαστικό που θα έμπαινε στο τέλος μια φράσης ή ως εικόνα που βρίσκεται στην ποιητική φαντασία του Κύρου.
Στο πλαίσιο αυτής της προβληματικής, στην ταινία του Kubrick δεν αμφισβητείται πουθενά ο Θεός αλλά ούτε και συμβαίνει μια σοβαρή καθαρή αποδοχή του. Η Οδύσσεια του Διαστήματος είναι ένα έργο πραγματικά συναρπαστικό, διότι όσα λέγονται και τίθενται προς σκέψη θα μπορούσαν να ισχύουν. Και αυτός είναι ο λόγος που η Οδύσσεια του Kubrick δεν ξεπεράστηκε ποτέ, και ας πέρασαν πενήντα τρία χρόνια».
Όμως, το διήγημα του Clarke και η περίφημη ταινία του Kubrick δεν ήταν οι μόνες πηγές έμπνευσης για τα έργα που παρουσιάζει στην έκθεση ο κ. Κορρές: «Κάποτε βρισκόμουν στη Νάπολη, στο περίφημο Κολέγιο των Ιησουιτών, και σχεδίαζα μια εντυπωσιακή σκάλα που ένωνε τρία προϋπάρχοντα κτίρια. Είχα όμως κουραστεί, ήθελα και να φάω κάτι, οπότε, προκειμένου να φύγω από κει, αποφάσισα να ακολουθήσω την κατεύθυνση από τη σκάλα προς ένα από τα κτίρια.
Βρέθηκα έτσι σε ένα μεσοπάτωμα, όπου, γύρω μου, υπήρχαν μόνο κλειστές πόρτες. Κι εκεί, χωρίς να το καλοσκεφτώ, το χέρι μου, με τον όχι πολύ σπάνιο τρόπο των άσκοπων κινήσεων και ενεργειών, πίεσε το παμπάλαιο πόμολο μίας από αυτές. Και ξαφνικά, η πόρτα άνοιξε. Ό,τι φάνηκε έδειχνε καθαρά ότι η πόρτα αυτή μόνο κατά λάθος τύχαινε να είναι ξεκλείδωτη. Βρισκόμουν σε έναν απέραντο μακρόστενο χώρο, που ήταν γεμάτος με αντικείμενα κυρίως σκεπασμένα με σεντόνια για να προστατεύονται από τη σκόνη, αλλά και με πολλή σκόνη παντού.
Γενικότερα, επρόκειτο για ένα περιβάλλον μεταξύ εργαστηρίου και μουσείου γεωλογίας ή ορυκτολογίας. Ανάμεσα στα σκονισμένα εκθέματα υπήρχε μια άμορφη, μεταβλητού πάχους μάζα, με τελείως ακανόνιστη, χυλώδη επιφάνεια. Οι εξάρσεις και οι εσοχές της δεν φαίνονταν καλά, όχι μόνον εξαιτίας της σκόνης αλλά και επειδή επάνω της βρίσκονταν ακουμπισμένα κομμάτια άλλων εκθεμάτων, εξίσου σκονισμένα κι αυτά.
Το βλέμμα μου στάθηκε σε κάποια δυσδιάκριτα γράμματα και μόνο αφού κοίταξα από διάφορες οπτικές γωνίες μπόρεσα τελικά να διακρίνω τη φράση "in principiο erat verbum", μια πολύ γνωστή θεολογική ρήση – ένα φιλοσοφικό, βιβλικό ρητό που δηλώνει ότι, πριν από τη δημιουργία του σύμπαντος και της ζωής, υπήρχε μόνο ο Λόγος του Θεού.
Παραμερίζοντας κάπως τα άσχετα κομμάτια, διαπίστωσα ότι, αντί να είναι ακουμπισμένο, ήταν ενσωματωμένο στη μεγάλη μάζα, από την οποία όμως εξείχε τόσο, ώστε να είναι σαφές το απλό, γεωμετρικό σχήμα του: ένας τέλειος κύβος, πλευράς περί τα δέκα εκατοστά. Αυτό αμέσως μου έφερε στον νου τη σκηνή με τον μονόλιθο στην Οδύσσεια του Διαστήματος του Kubrick, από την οποία διατηρούσα πάντα μια πολύ ζωηρή ανάμνηση.
Κατάλαβα, λοιπόν, ότι αυτό που έβλεπα σε κείνη την αίθουσα έδειχνε έναν μονόλιθο στη μέση ενός σεληνιακού τοπίου και αναρωτήθηκα μήπως ο Kubrick γνώριζε ότι υπήρχε αυτή η γλυπτική σύνθεση που έβλεπα μπροστά μου. Στη συνέχεια, αρκετές φορές στη ζωή μου νόμισα ότι ξανασυνάντησα αυτή την εικόνα στα όνειρά μου ή σε αταξινόμητες καθημερινές εντυπώσεις. Είχε διαφορετική κάθε φορά μορφή, αλλά πάντοτε της απέδιδα την ίδια σημασία».
Στην τωρινή έκθεση στην γκαλερί Zivasart παρουσιάζονται δύο είδη έργων: σχέδια και γλυπτικές συνθέσεις.
Τα σχέδια έγιναν από τον Απρίλιο του 2019 μέχρι τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, με αφορμή το εκτενές άρθρο του κ. Κορρέ που δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στα τεύχη 4 και 5 του διαδικτυακού περιοδικού «Χάρτης». Πρόκειται για ένα εξαιρετικό, «πολυεδρικό» κείμενο με φιλοσοφικούς κυρίως στόχους, στο οποίο υπάρχουν εκτενείς αναφορές στον μονόλιθο της Οδύσσειας του Διαστήματος του Kubrick και στον «Κύβο της Νάπολης».
Σε αυτά τα σχέδια απεικόνισα στον μέγιστο βαθμό το μεγαλείο που μπορεί να έχουν κάποια δέντρα, ή τα στρώματα λάβας, οι καταρράκτες, οι σταλακτίτες ή κάποιες ελώδεις περιοχές. Είναι μια άσκηση για μένα το να δοκιμάζω τον εαυτό μου, προκειμένου να διαπιστώσω τι τελικά χωράει στην αποθήκη του μυαλού μου.
Όσοι έχουν παρακολουθήσει τις ανοιχτές διαλέξεις του κ. Κορρέ στο Πολυτεχνείο με θέμα την εμβάθυνση στην αρχαία αρχιτεκτονική, σίγουρα θα γνωρίζουν από πρώτο χέρι την ιδιαίτερη εκτίμησή του στα σχέδια αρχαιολόγων και μηχανικών με τα οποία απεικονίζουν αρχαία κτίσματα και, γενικότερα, περιβάλλοντα και τοπία της αρχαιότητας, λαμβάνοντας υπόψη τους κάθε πιθανή πτυχή τεκμηρίωσης.
Ακριβώς όπως εκείνα τα σχέδια, που απαιτούν πάρα πολλούς υπολογισμούς και επίσης πολλή γεωμετρία για να γίνουν, έτσι και τα εκτιθέμενα σχέδιά του –παρά το ότι ο στόχος τους είναι πρωτίστως καλλιτεχνικός– καταπλήσσουν με τον πλούτο και τον πολυπλοκότητα των συσχετισμών που αφορούν ζητήματα τεκμηρίωσης. «Ο δικός μου τρόπος σχεδιασμού πιστεύω ότι είναι αναλυτικός», λέει ο κ. Κορρές και διευκρινίζει: «Δηλαδή, είναι σαν μια τεκμηρίωση, αλλά θεωρώ ότι δεν χάνεται η μαγεία που απηχεί το θέμα».
Και πράγματι, όχι απλά δεν χάνεται αλλά νομίζει κανείς ότι χάρη στη λεπτότητα, στην ένταση και στην ακρίβεια των γραμμών στα σχέδιά του το μαγικό στοιχείο πρωτοστατεί. Θα μπορούσε μάλιστα να πει κανείς ότι ο τρόπος με τον οποίο αναδύεται από τα έργα του αυτή η αίσθηση του μαγικού είναι ανάλογη με εκείνη που πηγάζει από τα σχέδια του περίφημου Άγγλου εικονογράφου Aubrey Beardsley (1872-1898).
Μια τέτοια σύγκριση δίνει μεν χαρά στον κ. Κορρέ, αλλά αμέσως την απορρίπτει, θεωρώντας ότι ο Beardsley, στο τόσο σύντομο διάστημα της ζωής του, είχε καταφέρει να κατακτήσει όλα τα μυστικά της τέχνης του σχεδίου και για τον λόγο αυτό τα έργα του θα έπρεπε να θεωρούνται απαράμιλλα.
«Δεν ξέρω αν για το διήγημα του Clarke έχει υπάρξει κάποια εικονογράφηση. Το πιθανότερο βέβαια είναι να υπήρξε, δεδομένου ότι έχουν γίνει τόσο πολλές εκδόσεις του. Όμως εγώ δεν έχω δει καμία και όταν διάβαζα το διήγημα ένιωσα έντονη την ανάγκη να κάνω μία δική μου εικονογράφησή του», λέει ο κ. Κορρές σχετικά με τον λόγο για τον οποίο ξεκίνησε αυτήν τη σειρά σχεδίων.
«Για τα σχέδιά μου χρησιμοποιώ την πρώτη ύλη που έχω από παρατήρηση των αντικειμένων και των φυσικών τοπίων που απεικονίζω, όπως τα έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου. Συγχρόνως όμως, και εν γνώσει μου, πολλές φορές υπερβάλλω στην απόδοσή τους. Κι έτσι, σε αυτά τα σχέδια απεικόνισα στον μέγιστο βαθμό το μεγαλείο που μπορεί να έχουν κάποια δέντρα, ή τα στρώματα λάβας, οι καταρράκτες, οι σταλακτίτες ή κάποιες ελώδεις περιοχές.
Είναι μια άσκηση για μένα το να δοκιμάζω τον εαυτό μου, προκειμένου να διαπιστώσω τι τελικά χωράει στην αποθήκη του μυαλού μου. Την κάνω από παιδί και για τον λόγο αυτό πιστεύω ότι έχω καταφέρει αυτή η “αποθήκη” να χωράει αρκετά. Φυσικά, ποτέ δεν είναι εφικτό να τα χωράει όλα. Το κάνω, όμως, γιατί έτσι μπορώ να κουβαλάω μαζί μου την αλήθεια των πραγμάτων και όταν ρεμβάζω να βρίσκομαι πραγματικά μέσα σε ένα δάσος ελώδους περιοχής, για παράδειγμα, το οποίο είναι αληθινό και όχι μια φτηνή απομίμησή του.
Θέλω αυτά που βλέπω να τα καταλαβαίνω τόσο πολύ, ώστε κουβαλώντας τα αποθηκευμένα στη μνήμη μου να μπορώ να τα επισκέπτομαι όπου κι αν βρίσκομαι. Και γι’ αυτό όλα τα σχέδια έχουν γίνει με τον τρόπο που λέγεται “εκ περιουσίας”, δηλαδή, χωρίς να έχω απέναντί μου εικόνα. Άλλωστε, πολλές από τις εικόνες που έχω φτιάξει δεν αντιστοιχούν σε κάποιο υπαρκτό φυσικό περιβάλλον».
Για το σχέδιό του με το οποίο αναπαριστά την τετράεδρη πυραμίδα «φρουρό», του διηγήματος του Clarke, σημειώνει ότι οι εξερευνητές που την πλησιάζουν αντιλαμβάνονται ότι την προστατεύει μια αόρατη πεδιακή ασπίδα: «Με τον θόλο που δημιούργησα για να την απεικονίσω διακρίνεται η δική μου αδυναμία να απεικονίσω το απολύτως αόρατο. Έτσι, παρουσιάζω την ασπίδα σαν να ήταν ένα γυάλινο σκέπαστρο και αναφέρω στο βιβλίο που εξέδωσα με αφορμή αυτή την έκθεση ότι ποιητική αδεία το δείχνω σαν γυάλινο».
Γνωρίζοντας τη θέση στην οποία ο Clarke τοποθετεί την πυραμίδα Sentinel στη Σελήνη, ο κ. Κορρές προχώρησε σε μια μεγάλη ακολουθία υπολογισμών και συσχετισμών ώστε να τοποθετήσει στο φόντο του εν λόγω σχεδίου μια όψη της Γης από τη Σελήνη έτσι επιλεγμένης, ώστε η κορυφή της πυραμίδας Sentinel να βρίσκεται στο σημείο όπου στη μακρινή απεικόνιση της Γης στο σχέδιο βρίσκεται η κορυφή της πυραμίδας του Χέοπα.
Πρόκειται για μια επιλογή που σχετίζεται με την ακόλουθη αναφορά του κ. Κορρέ στο κείμενό του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Χάρτης»: «[…] η Μεγάλη Πυραμίδα, με το απολύτως στοιχειώδες σχήμα και τη συμπαγή δομή της, κατέχει την πρώτη θέση [ανάμεσα στα αναρίθμητα έργα της αρχιτεκτονικής, από τη νεολιθική εποχή έως τον εικοστό πρώτο αιώνα]. Ποιο άλλο κτίσμα έχει τόσο απλή μορφή και αισθητική δύναμη; Ποιο άλλο συνάδει τόσο τέλεια με μια κεντρική ιδέα σχεδιασμού και μια θεμελιακή ιδέα συμβολικής λειτουργίας; Διόλου τυχαία, μια αρχαία παροιμία λέει: “… τα πάντα έχουν έναν ανίκητο εχθρό… τον Χρόνο. Αλλά και αυτός έχει τον δικό του εχθρό: τη Μεγάλη Πυραμίδα”».
Σχετικά με τις γλυπτικές συνθέσεις που περιλαμβάνει η έκθεση, ο κ. Κορρές λέει: «Χαίρομαι που συνεργάστηκα με τον Νίκο Ζήβα και οφείλω να πω ότι τα έργα που παρουσιάζονται και είναι σαν γλυπτά τρισδιάστατα, είναι αποκλειστικά βγαλμένα από τα χέρια του. Ο Ζήβας, λοιπόν, δεν είναι απλώς ο γκαλερίστας ή ο εκθεσάρχης, αλλά και ο δημιουργός των τρισδιάστατων ομοιωμάτων. Η δική μου συμμετοχή περιορίστηκε στο να του δώσω τα σχέδιά μου, βάσει των οποίων, και με δική του πρωτοβουλία, τα κατασκεύασε. Το μόνο από αυτά στο οποίο συμμετείχα πιο ενεργά ήταν εκείνο με τον μονόλιθο του Kubrick. Αναζήτησα για καιρό και βρήκα τελικά μια μαρμάρινη επιφάνεια που θεώρησα κατάλληλη για να παραπέμπει στο σεληνιακό τοπίο και πάνω της σχεδίασα με μολύβι τα ίχνη των πιθηκανθρώπων. Σε αυτήν, ο Ζήβας απέδωσε τη νερολακκούβα και τοποθέτησε τον μονόλιθο».
Και αξίζει σε αυτό το σημείο να σημειωθεί ότι ο Clarke, στη δική του Οδύσσεια του Διαστήματος, δίνει πολύ συγκεκριμένες διαστάσεις για τον παραλληλεπίπεδο μονόλιθο που αναφέρει, υιοθετώντας την αναπαράσταση από τον Kubrick του δικού του φρουρού Sentinel. Οι διαστάσεις αυτές είναι: πάχος 1 προς πλάτος 4 φορές το πάχος και ύψος 9 φορές το πάχος. Με άλλα λόγια, οι διαστάσεις αυτές ακολουθούν τη σειρά 12, 22, 32.
«Δεν είναι τυχαίες», λέει ο κ. Κορρές. «Όλοι αναζητούν σπουδαίους αριθμούς σε τέτοιες περιπτώσεις και ο Clarke χρησιμοποιεί αναλογίες που γνωρίζει καλά ότι υπάρχουν μόνο στον Παρθενώνα».
«Μανόλης Κορρές: Ο Κύβος της Νάπολης και ο Μονόλιθος του Κιούμπρικ»
Έως 29 Αυγούστου
Zivasart Gallery, Παντανάσσης 1, Μαρούσι
Tηλ.: 210 6830648, 6936 531703
Ωράριο λειτουργίας: Δευτ.-Κυρ. 10:00-21:00
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.