Γιατί έχουν όλοι ενθουσιαστεί με το άλμπουμ της Tirzah; Ένα άλμπουμ γεμάτο ατέλειες, που ακούγεται σαν πρόβα στο στούντιο πριν από το τελικό take; Με κομμάτια στα οποία δοκιμάζει τη φωνή της, που βήχει να τη καθαρίσει, που μουρμουρίζει πάνω σε μακρόσυρτες, «ξεκούρδιστες» μελωδίες στίχους χωρίς καθαρό νόημα. Μήπως επειδή δύσκολα βρίσκεις πλέον ειλικρίνεια και αλήθεια στη σημερινή ποπ;
Κι η Tirzah κάνει αυτό ακριβώς, μουσική τη δική της αλήθεια, τα μικρά καθημερινά πράγματα της ζωής της, χωρίς να έχει να αποδείξει τίποτα και σε κανέναν, αδιαφορώντας αν ξεφεύγει από κλασικές φόρμες, αν τα κομμάτια της ακούγονται ερασιτεχνικά, αν κάποια δεν είναι καν ολοκληρωμένα τραγούδια.
Θα μου πεις, και τι είναι τραγούδι; «Το τραγούδι, εκτός από αυτό των πουλιών, δεν είναι μια φυσική κατάσταση της φωνής» γράφει ο κριτικός του «Quietus», που έχει ενθουσιαστεί με το άλμπουμ. «Η ποίηση δεν είναι η φυσική κατάσταση της γλώσσας κ.λπ. Αν δεχτούμε την άποψη ότι η τέχνη και το τέχνασμα εύκολα παίρνουν το ένα τη θέση του άλλου, τότε το να είσαι αληθινός φαίνεται ασύμβατο με την τέχνη, επειδή αναμφισβήτητα στοχεύει στη δημιουργία εσκεμμένων εντυπώσεων».
Η επιτυχία που ήρθε με το πρώτο της άλμπουμ ήταν κάτι πρωτόγνωρο και απρόσμενο για την Tirzah, παρ’ όλα αυτά δεν άλλαξε καθόλου τον ήχο της, τον τρόπο που γράφει κομμάτια, δεν προσπάθησε ούτε μια στιγμή να τα κάνει πιο ελκυστικά για το κοινό έξω απ’ τον κύκλο της. Δεν πιστεύει καν ότι μπορεί να το κάνει.
Όσο καχύποπτα και να ακούσεις τη μουσική της Tirzah, είναι αδύνατο να αμφισβητήσεις τις ειλικρινείς της προσθέσεις και την αλήθεια της. Και αυτό είναι το πιο μεγάλο προσόν των κομματιών του «Colourgrade». Από τα δέκα κομμάτια, τα μισά είναι
ασύμμετρα, πειραματικά, μιλάνε με ξεκάθαρο ή καλυμμένο τρόπο για αγάπη. Την αγάπη προς τον σύντροφό της Giles Kwakeulati King-Ashong και τα δυο παιδιά τους ‒το ένα αγέννητο ακόμα όταν ετοίμαζε το δίσκο‒, την ίδια τη ζωή.
«Όταν με αγγίζεις βγαίνω από το σώμα μου, χάνω τη λογική, τη θέση τους παίρνει το ένστικτο», ραπάρει στο «Τectonic», «ξέρεις ότι είμαι δική σου και ότι είσαι δικός μου, μόλις κοιτάξω το πρόσωπό σου».
Παρόλο που το «Colourgrade» δεν είναι ένας χαρούμενος δίσκος και η φωνή της ακούγεται θλιμμένη και σοβαρή σε όλη του τη διάρκεια, η διάχυτη τρυφερότητα φωτίζει τα κομμάτια με την αισιοδοξία που η ίδια αισθανόταν όταν τα έγραφε. «Κοιμάται, κοιμάται το μωρό μου, το κοριτσάκι μου κοιμάται απόψε», τραγουδάει συγκινητικά στο νανούρισμα «Sleeping», ή «σε βρήκα, με βρήκες, φτιάξαμε ζωή» στο βαθιά ερωτικό «Beating», «μεγαλώνουμε όπως είμαστε τώρα, ριζωμένοι εδώ για την αγάπη».
Είναι εντελώς ξεχωριστή περίπτωση η Tirzah στη σημερινή μουσική, ακόμα κι όταν τα κομμάτια της ακούγονται εντελώς οικεία και είσαι βέβαιος ότι τα έχεις ξανακούσει ‒ σε αυτό, το δεύτερο άλμπουμ της θυμίζει επικίνδυνα τη Martina Topley Bird, τη σύντροφο και τραγουδίστρια του Tricky, όταν ηχογραφούσαν το «Maxinquaye».
Ωστόσο, ήδη από το πρώτο της άλμπουμ, το «Devotion», είχε καταφέρει να βρει τη δική της φωνή, κάνοντας μουσική «τα θραύσματα ερωτικού πάθους που ορίζουν την ύπαρξή της» και που κάποιες φορές δεν βγάζουν νόημα. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα έχει χαράξει μια θαυμαστή πορεία, όχι μόνο καλλιτεχνική αλλά και στην προσωπική της ζωή. Μέσα σε τρία χρόνια έχτισε μια καριέρα που δύσκολα θα φανταζόταν, έφτιαξε την οικογένεια που ονειρευόταν με τον Giles Kwakeulati King-Ashong, επίσης μουσικό, έκαναν μαζί δυο παιδιά, ενώ δεν σταμάτησε ποτέ να συνεργάζεται με το πιο κοντινό της άτομο από το σχολείο, τ@ Mica Levi, ιδιοσυγκρασιακή μουσικό που εκπροσωπεί τη βρετανική μουσική πρωτοπορία.
Η σχέση της με τ@ «Meeks» –όπως τ@ αποκαλεί χαϊδευτικά‒ είναι σχέση ζωής, μια σχέση που ξεκίνησε στο σχολείο και δυναμώνει με τα χρόνια. Η Tirzah ξεκαθαρίζει ότι είναι αδύνατο να διαχωρίσει τον τρόπο που δημιουργεί από τη φιλία τους. «Είναι σαν ένα μεγάλο ομαδικό πρότζεκτ που απλώς γράφει το όνομά μου», λέει, «είμαι ένα ακόμα πιόνι στο ταμπλό. Με τ@ Meeks φτιάχνουμε μουσική εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς σκοπό, δεν είχαμε την πρόθεση να την κάνουμε κάτι, ήταν μια συνήθεια».
Αυτό το πλούσιο ηχητικά μείγμα από R&B, πειραματικούς ηλεκτρονικούς ήχους και art-pop είναι από τους πετυχημένους συνδυασμούς στη σημερινή ποπ, μια σπάνια συγκυρία, γι’ αυτό και όλοι ενθουσιάστηκαν με το «Colourgrade».
Η επιτυχία που ήρθε με το πρώτο της άλμπουμ ήταν κάτι πρωτόγνωρο και απρόσμενο για την Tirzah, παρ’ όλα αυτά δεν άλλαξε καθόλου τον ήχο της, τον τρόπο που γράφει κομμάτια, δεν προσπάθησε ούτε μια στιγμή να τα κάνει πιο ελκυστικά για το κοινό έξω απ’ τον κύκλο της. Δεν πιστεύει καν ότι μπορεί να το κάνει. «Είναι σαν να ζωγραφίζεις πάντα με κραγιόνια και μετά να αισθάνεσαι ότι δεν μπορείς να ζωγραφίσεις με πινέλο» λέει στη δημοσιογράφο των «New York Times».
Χαρακτηρίζει τα ποιήματα που τραγουδάει ως «μικρά αποσπάσματα από το ημερολόγιό της», τα οποία είναι συχνά γραμμένα με έναν κώδικα, γι’ αυτό ακούγονται αρκετά μυστηριώδη, άρα και πιο ενδιαφέροντα. Δεν έχει μεγάλη σημασία το αν σου επιτρέπει να τα διαβάσεις. Είναι γραμμένα για την ίδια και τους πολύ κοντινούς της ανθρώπους και τα τραγουδάει πάνω από μελωδίες που λειτουργούν καλύτερα μετά τα μεσάνυχτα, όταν ο κόσμος ησυχάζει.
Αυτό εισπράττεις ακούγοντας το άλμπουμ με τα μονότονα, μινιμαλιστικά τραγούδια με τα μεγάλα αμήχανα κενά, που ενίοτε ακούγονται ως προσχέδια και δεν ακολουθούν καμία επίσημη φόρμα, αλλά είναι μερικές από τις πιο δυνατά συναισθηματικές στιγμές της χρονιάς. Και μέσα στον αγώνα να αφήσουμε πίσω μας όσα ζήσαμε τα δύο τελευταία χρόνια ακούγονται ως το ιδανικό σάουντρακ. Από τα καλύτερα άλμπουμ του 2021.
Hive Mind
Το «Colourgrade» της Tirzah κυκλοφορεί από την Domino Recording.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.