TO BLOG ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΥ
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO

Στις Αιγές

Στις Αιγές

Παράκαμψη γυρνώντας από Θεσσαλονίκη. Σήμερα. Ήθελα να δώ στις Αιγές το χρυσό διάδημα της Μήδας, για το οποίο είχε γράψει στη LIFO, η δρ. αρχαιολόγος προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, κ. Αγγελική Κοτταρίδη. Παραθέτω ένα απόσπασμα:

►►►►►►►►►►

Το Μουσείο των Βασιλικών Τάφων, η πιο γνωστή στο κοινό ενότητα του 'Πολυκεντρικού μουσείου των Αιγών', ενός πολυδύναμου και πολυεπίπεδου μουσειακού μορφώματος που απλώνεται οργανικά και αγκαλιάζει ολόκληρο τον αρχαιολογικό χώρο της βασιλικής καθέδρας των Μακεδόνων, είναι μοναδικό, όχι μόνον γιατί περιέχει τα ίδια τα μνημεία-τόπο εύρεσης μαζί με τα απροσδόκητα ευρήματά τους, όχι μόνον γιατί εδώ αισθάνεται κανείς σχεδόν να αγγίζει τον Φίλιππο Β΄ και τον Μεγαλέξανδρο, δυο συναρπαστικές προσωπικότητες που σφράγισαν ανεξίτηλα την ιστορία της Ελλάδας και της Οικουμένης, αλλά και γιατί το μουσείο αυτό είναι -κυριολεκτικά και μεταφορικά- ένα πραγματικό θησαυροφυλάκιο αριστουργημάτων.

Αυτή την δύσκολη Άνοιξη της πανδημίας και του εγκλεισμού η ματιά μου σταματάει σε ένα από τα λιγότερο διάσημα εκθέματα, την ολόχρυση στεφάνη-διάδημα, όχι επειδή είναι ένα από τα ωραιότερα και σίγουρα το πολυτιμότερο κόσμημα της κλασικής εποχής που έφτασε ως εμάς, αλλά επειδή ο άγνωστος καλλιτέχνης-χρυσοχόος που σε τίποτε δεν έχει να ζηλέψει τον Μπενβενούτο Τσελίνι αιχμαλώτισε στις περιδινήσεις του την ζωογόνο Ιδέα της αιώνιας Άνοιξης! 

Χρυσός 24 καρατίων, κοκκίδωση και συρματερό, οι πιο απαιτητικές τεχνικές της αργυροχρυσοχοΐας στην πιο εκλεπτυσμένη εφαρμογή τους, επιστρατεύονται, βαθυκύανο γυαλί, υλικό εξαιρετικά πολύτιμο τότε, χυτεύεται σε τόσο μικροσκοπικές φόρμες που βάζουν σε δοκιμασία τους νόμους της χημείας και της φυσικής, η γνώση και η τέχνη σμίγει με το μεράκι και την ανυπέρβλητη μαστοριά και ένα αριστούργημα γεννιέται. Λεπτεπίλεπτα κλαδάκια, σπείρες και έλικες απλώνονται στον χώρο, πλάθοντας μια δαντέλα από χυμώδη χρυσά βλαστάρια. Παντού ξεφυτρώνουν λουλουδάκια: τριαντάφυλλα, κρίνοι και νάρκισσοι, μαργαρίτες και ανεμώνες κάθε λογής. Καλοσχηματισμένα φυλλαράκια άκανθας ζωντανεύουν τα βλαστάρια, γεμίζουν τα κενά και κρύβουν έξυπνα τις ενώσεις. Χρυσές μελισσούλες ρουφούν το νέκταρ των λουλουδιών που, όταν κουνιέται το διάδημα, τρεμοπαίζουν, αφήνοντας ήχους σαν το ζουζούνισμα των εντόμων.

Ο καλλιτέχνης αποδίδει με πειστικότητα τις μορφές των πλασμάτων του και δημιουργεί την εντύπωση «φυσικότητας» και ζωντάνιας. Το συνονθύλευμα των λουλουδιών και των εντόμων, τα βλαστάρια που μπλέκονται, συστρέφονται και απλώνονται παντού ανακαλούν την εικόνα της φύσης την Άνοιξη, όμως, αν κοιτάξει κανείς πιο προσεκτικά, αναγνωρίζει την υποκείμενη αυστηρή γεωμετρία της δομής, τα συμμετρικά επαναλαμβανόμενα λυρόσχημα και καρδιόσχημα μοτίβα, την ακριβοδίκαιη αντιστοιχία των ελίκων και στο κέντρο την ιερή συμμετρία του θεϊκού κόμβου, δυο βλαστάρια που διαπλέκονται όπως ποτέ στην φύση για να σχηματίσουν το «Ηράκλειον άμμα», σύμβολο του θεού προπάτορα των Ηρακλειδών, σαφή αναφορά στον βασιλικό οίκο των Μακεδόνων.

Οι νόμοι της γεωμετρίας κάνουν την Κτίση 'Κόσμο', κόσμημα. Φτιαγμένα από χρυσάφι, την αθάνατη ύλη, τα εύτακτα βλαστάρια, τα λουλούδια με τα βαθυκύανα πέταλα, οι μέλισσες που μετουσιώνουν το νέκταρ σε μέλι δεν αντιγράφουν την φύση, αλλά αποδίδουν με ζωντάνια και ακρίβεια σαν υπέροχα ιδεογράμματα την έννοια των όντων. Ο καλλιτέχνης του διαδήματος των Αιγών δεν προσπάθησε να αποτυπώσει φυσιοκρατικά μιαν εικόνα της Άνοιξης αλλά αυτήν καθαυτή την Άνοιξη ως διαχρονική, αναλλοίωτη και ζωοδότι Ιδέα... Στο κέντρο, επάνω από τον 'ιερό κόμβο', μέσα από τον κάλυκα ενός ανθεμίου αναδύεται ένα περιστεράκι, το ιερό πουλί της Αφροδίτης, σύμβολο του έρωτα που διαρκεί για πάντα. Χαμηλά κάτω από αυτόν, στο μέτωπο της τυχερής που το φορούσε, κρέμονται δύο μικροσκοπικά ρόδια, οι ιεροί καρποί της Περσεφόνης, σύμβολα της γονιμότητας που κατισχύει του θανάτου.

Το διάδημα βρέθηκε μέσα στην χρυσή λάρνακα που περιείχε τα καμένα οστά της γυναίκας, η οποία ενταφιάστηκε στον προθάλαμο του τάφου του Φιλίππου Β΄. Κατασκευαστικά στοιχεία του τάφου, η στρωματογραφία της επίχωσης του δρόμου του, αλλά και τα κατάλοιπα της ταφικής πυράς που βρέθηκαν χυμένα επάνω από ολόκληρη την καμάρα του αποδεικνύουν αναμφίβολα ότι και οι δύο νεκροί, ο Φίλιππος Β΄ και μία από τις επτά συζύγους του, ενταφιάστηκαν συγχρόνως το φθινόπωρο του 336 π.Χ. και το μνημείο δεν ξανάνοιξε μέχρι τον Νοέμβριο του 1977. Με δεδομένο ότι η τελευταία σύζυγος του Φιλίππου Κλεοπάτρα εκτελέσθηκε αργότερα, αποκλείεται να είναι αυτή η νεκρή του προθαλάμου. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των πηγών, αλλά και με τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι πολύ πιθανό η γυναίκα που, όταν πέθανε, βρισκόταν στην τρίτη δεκαετία της ζωής της να είναι η Θράκισσα πριγκίπισσα Μήδα, η οποία σύμφωνα με το έθιμο της φυλής της όφειλε να ακολουθήσει τον σύζυγό της στον θάνατο, γεγονός που ερμηνεύει την ταυτόχρονη διπλή ταφή.

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΔΩ

σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO
σ Facebook Twitter
Φωτ.: Σ.Τσ./ LIFO

O MANOΛΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ ΛΕΕΙ

Το πρωί της 24ης Νοεμβρίου το αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης είναι ασφυκτικά γεμάτο από ένα ασυνήθιστο κοινό. Πολιτικοί, νομάρχες, βουλευτές, στρατιωτικοί, Έλληνες και ξένοι δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ, αρχαιολόγοι και, κάποιοι φοιτητές, έχούν κατακλύσει την αίθουσα. Στο βήμα ο Μανόλης Ανδρόνικος εκθέτει, με όση ψυχραιμία μπορεί να διαθέτει αυτή τη μεγάλη γι' αυτόν ώρα, τα αποτελέσματα της ανασκαφής στη Βεργίνα, προβάλλοντας και έγχρωμες διαφάνειες από τα ευρήματα. Όταν φαίνεται στην οθόνη η χρυσή λάρνακα με το αστέρι, το αμφιθέατρο σείεται από επιφωνήματα και χειροκροτήματα. Προχωρώντας στην ομιλία του, έρχεται η στιγμή να απαντήσει στο ερώτημα «ποιος είναι ο νεκρός του μεγάλου ασύλητου τάφου»: «Στηριγμένος σε αρχαιολογικές ενδείξεις, νομίζω πως έχω το δικαίωμα να πω ότι μπορεί να ανήκει στον Φίλιππο τον Β'». Ποτέ άλλοτε αρχαιολογική ανακοίνωση δεν έγινε δεχτή με τόσο ενθουσιασμό και συγκίνηση. Είναι φανερό πως τα ευρήματα λειτουργούν κιόλας πέρα από την αυστηρά επιστημονική περιοχή, ζωντανεύοντας το θρύλο του Μεγαλέξανδρου. Οι ξένοι ανταποκριτές είναι και αυτοί εξαιρετικά εντυπωσιασμένοι. Ο μόνος δισταγμός και σκεπτικισμός προέρχεται από την πλευρά των αρχαιολόγων. Την επόμενη μέρα όλες οι εφημερίδες, με μεγάλους πρωτοσέλιδους τίτλους, παρουσιάζουν την ομιλία του Ανδρόνικου για τα ευρήματα. Άρθρα και φωτογραφίες δημοσιεύονται σε όλον τον κόσμο και η ανακάλυψη προκαλεί αίσθηση παγκοσμίως. Ο Μανόλης Ανδρόνικος, ύστερα από 25 χρόνια εργασιών στη Μεγάλη Τούμπα (το 1952 πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμαστική ανασκαφή), επίμονης και εντατικής δουλειάς, μόχθου, κόπου και προσδοκιών, που δεν κάμφθηκαν από τις απογοητεύσεις και τα άγονα πρώτα αποτελέσματα, δικαιώνεται. Η υπόθεσή του ότι η Βεργίνα είναι οι αρχαίες Αιγές, πρωτεύουσα των Μακεδόνων, όπως είχε υποστηρίξει ο Άγγλος ιστορικός Νίκολας Χάμοντ. αποδείχθηκε σωστή. Μέσα στο 1977 αποκαλύπτει δύο βασιλικούς τάφους: έναν συλημένο, διακοσμημένο εσωτερικά με μια τοιχογραφία που αναπαριστά την αρπαγή της Περσεφόνης (έργο μεγάλου ζωγράφου του 4ου αι. π.Χ) και έναν ασύλητο, η επιβλητική πρόσοψη του «τάφου του Φιλίππου», στη ζωφόρο διακρίνεται η Τοιχογραφία του Κυνηγιού) με κτερίσματα ασύλληπτου πλούτου και τέχνης: χάλκινα και ασημένια αγγεία, για πρώτη φορά ολόκληρος ο οπλισμός του νεκρού με λεπτή και πλούσια διακόσμηση χρυσελεφάνπνη ασπίδα και, ο γωρυτός και οι κνημίδες στην εσωτερική Θύρα του τάφου), ένα χρυσοπόρφυρο ύφασμα και κυρίως η χρυσή λάρνακα με τα οστά του νεκρού και το χρυσό, βασιλικό διάδημά του από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς.

Στις Αιγές Facebook Twitter
Ο Μανόλης Ανδρόνικος κατά τη διάρκεια των ανασκαφών.


Ο ίδιος ο Μανόλης Ανδρόνικος περιγράφει βήμα βήμα την περιπέτειά τον στο Χρονικό της Βεργίνας: «Από τη στιγμή που το χωρίο του Πλουτάρχου με οδήγησε στην υπόθεση των βασιλικών τάφων, ζούσα μέρα και νύχτα το μεγάλο όνειρο. (...) Έτρωγα με τα μάπα μου το χώμα της Τούμπας, ανέβαινα και κατέβαινα, πήγαινα κι ερχόμουν και πάσχιζα να μαντέψω το μυστικό της. Όχι με σχολαστικές παρατηρήσεις τυπικών στρωματογραφικών ενδείξεων, αλλά με μια σύνολη εκτίμηση όλων μαζί των εικόνων που μου έδινε. Το μυαλά μου δούλεύε απεγνωσμένα γι αυτό, ύστερα από την άγονη προσπάθεια στο κέντρο, δοκίμασα πρώτα εκεί και πάλι, για να στραφώ αμέσως στη βόρεια παρυφή, λίγο δυτικότερα από την προηγούμενη τάφρο. Εκεί με οδηγούσαν όλα: η λατύπη, κάποια μορφή τύμβου που είχε φανεί πριν από μέρες, ίσως ακόμα κάποια τελική διαίσθηση. Είναι αδύνατο να γράψω π ένιωσα όταν φάνηκε το πρώτο παράξενο τοιχάριο• το μόνο που έλεγα και ξανάλεγα ήταν πως πολύ μου αρέσει, πως είμαι περίεργος να δω π είναι, πως κάτι παράξενο και ενδιαφέρον Θα μας δώσει. Δεν ήξερα νι· ήταν αδύνατο να μαντέψω τον απροσδόκητο ρόλο του. Κι όμως μυρίστηκα σωστά. Είχαμε βρει την άκρη της πιο απροσδόκητης ανακάλυψης. Πρώτα μπήκαμε στο μικρό τάφο. Ηταν συλημένος και είχε χώμα (...) Δίπλα στον τάφο είχαμε τα Θεμέλια ενός κτιρίου και τα σπασμένα κομμάτια της ανωδομής. (..) Και τότε μέσα μου άρχισε μια παράξενη ταραχή. Τι ευχόμούν; Να δικαιωθώ ως επιστήμονας και να βρω τους συλημένούς βασιλικούς τάφους ή να διαψευσθώ και να βρω έναν ανέγγιχτο μακεδονικό τάφο; (...) Σε λίγες μέρες η πραγματικότητα ήρθε να με βγάλει από το δίλημμα. Η Θεωρία μου δεν ανατρεπόταν τουλάχιστον όχι ακόμα, και όχι οπωσδήποτε- ενώ ο σφραγιστός τάφος ήταν εκεί μπροστά μας...» Η αισιοδοξία με την οποία ξεκίνησε η ομάδα του Μ. Ανδρόνικου την ανασκαφική προσπάθεια αυτής της χρονιάς (Σεπτέμβριος 1977) προσέκρουσε στα άγονα αποτελέσματα πού προέκυψαν από το άνοιγμα των δοκιμαστικών λάκκων. Αρχές Οκτωβρίου, η απογοήτευση ήταν πολύ μεγάλη. Χρειάστηκε να αλλάξει σχέδια, προσανατολιζόμενος στη νότια πλαγιά της Τούμπας, όπού το παχύ στρώμα λατύπης (πελεκούδια από την κατεργασία της πέτρας) τον οδήγησαν στην ανακάλυψη του πρώτου, συλημένου τάφου. Το «μεγάλο μυστικό» όμως του τάφου του Φιλίππου αποκαλύφθηκε αρχές Νοεμβρίου. Μέσα από ένα άνοιγμα πλάτους 34 εκατοστών και μήκους λίγο περισσότερο από μισό μέτρο, κρατώντας ένα ηλεκτρικό φανάρι στο χέρι, έριξε φως μέσα στο Θάλαμο ανακαλύπτοντας στο δάπεδο μια σπάνια συλλογή ασημένιων και χρυσών αντικειμένων.

Πολύ κοντά στον τοίχο υπήρχε μια μαρμάρινη σαρκοφάγος. Το άνοιγμά της αποτέλεσε για την ομάδα μια αλησμόνητη εμπειρία. Μετακινώντας τη χοντρή μαρμάρινη πλάκα που την κάλυπτε, «χρειάστηκε να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και να συνεχίσουμε τη δουλειά μας, μόλο που τα μάτια μας είχαν θαμπωθεί απ' αυτό που βλέπαμε και η καρδιά μας πήγαινε να σπάσει από συγκίνηση», αφηγείται ο Μ. Ανδρόνικος. «Μέσα στη σαρκοφάγο υπήρχε μια ολόχρυση λάρνακα· επάνω στο κάλυμμά της ένα επιβλητικό ανάγλυφο αστέρι με δεκάξι ακτίνες, και στο κέντρο του ένας ρόδαχας• μπορούσαμε ακόμα να διακρίνουμε πως και σ' όλες τις επιφάνειές της ήταν διακοσμημένη με ρόδακες και φυτικά στοιχεία, ενώ τα πόδια της τελείωναν σε δάχτυλα λιονταριού. Δεν ήταν μονάχα η λάμψη του χρυσού και η αξία του πολύτιμού μετάλλού που μας είχε καθηλώσει απ' ό,τι βλέπαμε δεν ήταν δύσκολο να καταλάβουμε πως είχαμε ένα εξαίρετο έργο της χρυσοχόίκής τέχνης, που γνωρίζαμε ως τότε από πολύ μικρότερα αντικείμενα (...) Με πολλή προσοχή και περισσότερη συγκίνηση ανασήκωσα το κάλυμμα με το αστέρι, πιάνοντάς το από τις δύο γωνίες της μπροστινής πλευράς. Ολοι μας περιμέναμε να δούμε μέσα σ' αυτήν τα καμένα οστά τον νεκρού· όμως αυτό που ανπκρύσαμε στο άνοιγμά της μας έκοψε για μιαν ακόμη φορά την ανάσα, Θάμπωσε τα μάπα μας και μας πλημμύρισε δέος: τα οστά ήταν τοποθετημένα με μεγάλη προσοχή και τάξη το ένα επάνω στο άλλο, ως την κορφή σχεδόν του χρυσού κιβωτίου (...) ήταν πεντακάθαρα και δεν υπήρχε αμφιβολία πως προτού τοποθετηθούν εκεί είχαν πλυθεί μα μεγάλη φροντίδα, πιθανότατα με κρασί. Αλλά το πιο απροσδόκητο Θέαμα το έδινε ένα μεγάλο ολόχρυσο στεφάνι από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς που ήταν διπλωμένο και τοποθετημένο επάνω στα οστά. (...) Τα μάπα μου είχαν βουρκώσει από ένα άτοπον πάθος. Για μια στιγμή ένιωσα πραγματικά ευτυχισμένος από το συναρπαστικό όνειρο που ζούσα μέρα μεσημέρι».

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ 1977, ΑΘΗΝΑ,1998

Ημερολόγιο

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ