Με τον κόσμο να αναζητά στη μετα-πανδημική περίοδο μια ήσυχη χειρωνακτική απασχόληση, η κεραμική έχει αποδειχθεί από τις πιο θεραπευτικές μεθόδους, και πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτή η δραστηριότητα, που έχει αναγνωριστεί ως ηρεμιστική σε στρεσογόνες στιγμές, θα γίνει τόσο δημοφιλής όσο και η μαγειρική τον καιρό της πανδημίας.
Έρευνα που έγινε στο Ηνωμένο βασίλειο έδειξε ότι μέσα σε έναν χρόνο έχουν διπλασιαστεί τα εργαστήρια και τα μαθήματα κεραμικής, ενώ η εκπομπή της βρετανικής τηλεόρασης «The Great Pottery Throw Down», κάτι σαν το «Great British Bake Off», προσελκύει μεγάλο κοινό.
Η ταινία «The Colour Room» με πρωταγωνίστρια τη Phoebe Dynevor του «Bridgerton» αφορά τη ζωή της κεραμίστριας Κλαρίς Κλιφ που έφερε το μοντερνιστικό στυλ στην καθημερινότητα με τον πιο προσιτό τρόπο. Το κορίτσι από εργατική οικογένεια του Staffordshire στάλθηκε να εργαστεί σε εργοστάσιο κεραμικής σε ηλικία μόλις 13 ετών, πριν γίνει μια από τις πιο σημαίνουσες κεραμίστριες της χώρας.
Η Κλιφ έσπασε κυριολεκτικά το καλούπι στη βιομηχανία αγγειοπλαστικής, φέρνοντας επανάσταση στον εργασιακό χώρο και δημιουργώντας τέχνη μέσα από τη μαζική παραγωγή, με πιάτα, κανάτες και τσαγιέρες που ήταν τόσο προσιτές όσο και πολύχρωμες. Η σκηνοθέτις της ταινίας, η Claire McCarthy, είπε ότι ο τίτλος της αντανακλά το καλλιτεχνικό επίτευγμα της Κλιφ να κάνει το χρώμα και την ομορφιά προσιτά σε όλους, με προϊόντα φθηνά και χαρούμενα, εμπνευσμένα από μοντερνιστές καλλιτέχνες.
Η Κλιφ έσπασε κυριολεκτικά το καλούπι στη βιομηχανία αγγειοπλαστικής, φέρνοντας επανάσταση στον εργασιακό χώρο και δημιουργώντας τέχνη μέσα από τη μαζική παραγωγή, με πιάτα, κανάτες και τσαγιέρες που ήταν τόσο προσιτές όσο και πολύχρωμες.
Η Κλαρίς Κλιφ γεννήθηκε το 1899 και ο πατέρας της εργαζόταν σε χυτήριο σιδήρου στο Tunstall. Η μητέρα της ξενόπλενε για να συμπληρώσει το οικογενειακό εισόδημα της πολυμελούς οικογένειας με τα εφτά παιδιά. Η Κλιφ πήγε στο δημοτικό και μετά το σχολείο επισκεπτόταν μια θεία της που ήταν ζωγράφος σε μια τοπική εταιρεία αγγειοπλαστικής, και έφτιαχνε επίσης μοντέλα από papier-mâché στο σχολείο.
Σε ηλικία 13 ετών, η Κλιφ άρχισε να εργάζεται στη βιομηχανία αγγειοπλαστικής. Η πρώτη της δουλειά ήταν να προσθέτει χρυσές γραμμές σε σκεύη με παραδοσιακό σχεδιασμό. Ταυτόχρονα άρχισε να σπουδάζει τέχνη και γλυπτική στη βραδινή σχολή Burslem School of Art.
Ήταν μόνο 17 ετών όταν πήρε την απόφαση να δουλέψει στο εργοστάσιο του A.J. Wilkinson στο Newport, για να βελτιώσει την τεχνική της. Οι περισσότερες νεαρές γυναίκες στο Staffordshire Potteries ήταν με «μισθούς μαθητευομένων» και έκαναν συγκεκριμένες δουλειές για να συμπληρώνουν το εισόδημά τους.
Η Κλιφ ήταν φιλόδοξη και έμαθε να κάνει καλούπια, χρύσωμα, σκιαγράφηση, επισμάλτωση και εξασκήθηκε να κάνει σχέδια στο χέρι. Το 1920, ο εργοστασιάρχης Arthur Colley Austin Shorter την πρόσεξε, καλλιέργησε τις δεξιότητες και τις ιδέες της και την έστειλε στο Royal College of Art και στο Παρίσι. Η Κλιφ έγινε αργότερα, όταν χώρισε τη γυναίκα του, σύζυγός του.
Όταν ήταν 25 ετών είχε μια δεύτερη μαθητεία στο εργοστάσιο A. J. Wilkinson's. Εκεί συνεργάστηκε με τους σχεδιαστές John Butler και Fred Ridgway, σε συντηρητικά, βικτωριανού στυλ κεραμικά. Της δόθηκε δικό της εργαστήριο στο παρακείμενο Newport Pottery που είχε αγοράσει ο Shorter το 1920 και εκεί είχε τη δυνατότητα να διακοσμήσει μερικά από τα παλιά ελαττωματικά «glost» είδη με τα δικά της ελεύθερα σχέδια. Για αυτά χρησιμοποίησε χρώματα σμάλτου με βερνίκι, τα οποία της επέτρεψαν να δημιουργήσει μια πιο φωτεινή παλέτα.
Κάλυψε τις ατέλειες με απλά μοτίβα τριγώνων, σε στυλ που ονόμασε «Παράξενο». Τα παλαιότερα δείγματα είχαν απλώς ένα σημάδι ζωγραφισμένο στο χέρι, συνήθως σε χρώμα σκουριάς, «Bizarre by Clarice Cliff», μερικές φορές με «Newport Pottery» από κάτω.
Τα ατελή αυτά κομμάτια έγιναν αμέσως δημοφιλή. Συνδέθηκε με τη νεαρή ζωγράφο Γκλάντις Σκάρλετ και υπέγραφαν τα σκεύη ως «Hand painted Bizarre by Clarice Cliff, Newport Pottery England». Η λέξη Bizarre ήταν το όνομα-ομπρέλα για ολόκληρη τη σειρά μοτίβων της.
Τα νέα σχέδια που έκανε, όπως το βάζο Viking Boat, και τα μοντέρνας κατασκευής γωνιακά ή γεωμετρικά σκεύη της αργότερα ονομάστηκαν Art Deco. Αφηρημένα και κυβιστικά μοτίβα εμφανίστηκαν σε αυτά τα σχήματα, όπως το «Ravel» του 1929, το οποίο ήταν ένα αφηρημένο σχέδιο φύλλων και λουλουδιών.
Η εικόνα δείχνει μια κωνική καφετιέρα, και μπολ ζάχαρης και κρέμας με τέσσερα τριγωνικά πόδια, μια άλλη από τις μάλλον παράξενες ιδέες της Κλιφ που αποδείχθηκαν δημοφιλείς στους πελάτες της δεκαετίας του 1930. Το επόμενο επιτυχημένο μοντέλο της ήταν το μοτίβο «Crocus» με λουλούδια κρόκου σε πορτοκαλί, μπλε και μοβ χρώμα, και πράσινα φύλλα ζωγραφισμένα ανάποδα, με λεπτές γραμμές ανάμεσα στα λουλούδια.
Η επιτυχία του «Crocus» οδήγησε την Κλαρίς να δημιουργήσει μια ομάδα από είκοσι νεαρές γυναίκες που ζωγράφιζαν τον «κρόκο» επί πεντέμισι ημέρες την εβδομάδα, για μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1930. Ο «κρόκος» ήταν ασυνήθιστος, καθώς ζωγραφιζόταν τόσο σε επιτραπέζια σκεύη, σε σκεύη τσαγιού και καφέ, όσο και σε «φανταστικά», καινοτόμα είδη που κατασκευάζονταν κυρίως ως είδη δώρου. Η Κλιφ, ακόμα και όταν είχε αποσυρθεί, ζωγράφιζε κατά παραγγελία τον «κρόκο» μέχρι το 1968.
Μέχρι το 1929, η ομάδα διακοσμητών της Κλιφ είχε εξελιχθεί σε μια ομάδα περίπου 70 νεαρών ζωγράφων, κυρίως γυναικών, που τις αποκαλούσαν «Bizarre girls» αλλά και τεσσάρων αγοριών – που ζωγράφιζαν τα σκεύη υπό τη έπίβλεψή της. Πολλοί από αυτούς τους εργάτες εντοπίστηκαν στις δεκαετίες του 1980 και του 1990 και ξεπερνούσαν τους 100 συνολικά.
Το εργοστάσιο παρήγαγε μια σειρά από μικρά έγχρωμα έντυπα φυλλάδια (πολύ ασυνήθιστα για αυτήν την εποχή) τα οποία μπορούσαν να σταλούν ταχυδρομικά και η Κλιφ ήταν αυτή που οργάνωσε ταχυδρομικές παραγγελίες προϊόντων που είχαν μεγάλη αποδοχή κυρίως από τις νοικοκυρές. Οι παραγγελίες ήταν τόσο πολλές που υπήρχε υπάλληλος με μοναδικό αντικείμενο να στέλνει τα διαφημιστικά φυλλάδια σε χιλιάδες νοικοκυριά.
Το 1930, η Κλιφ διορίστηκε Καλλιτεχνική Διευθύντρια στη Newport Pottery και την A. J. Wilkinson, τα δύο παρακείμενα εργοστάσια που παρήγαγαν τα προϊόντα της. Ήταν η περίοδος της οικονομικής ύφεσης και η Κλιφ άρχισε να σχεδιάζει «παράξενα είδη» για να τραβήξουν την προσοχή των αγοραστών. Έβλεπε designers και έργα τέχνης και τα μετέφερε στα κεραμικά της αντικείμενα, καινοτόμα βάζα, κύπελλα και «φανταχτερά» αντικείμενα.
Οι σειρές προϊόντων επεκτείνονταν σε όλα τα κεραμικά, από βάζα για αλεύρι μέχρι βάζα για μπισκότα και όσα μπορούσε να έχει μια σύγχρονη κουζίνα της εποχής.
Παρά την ύφεση, τα εμπορεύματα συνέχισαν να πωλούνται σε υψηλές τιμές για την εποχή τους. Τα παράξενα και φανταστικά προϊόντα της πωλήθηκαν σε όλη τη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Νότια Αφρική, αλλά όχι στην ηπειρωτική Ευρώπη. Στη Βρετανία πολλά κορυφαία καταστήματα του Λονδίνου, όπως τα Harrods και τα Selfridges πωλούσαν τα είδη της.
Πρωτοπόρος στο μάρκετινγκ, η Κλιφ επινόησε πολλές μεθόδους: επιδείξεις ζωγραφικής σε καταστήματα και προσκλήσεις σε διασημότητες της εποχής προκειμένου να διαφημίσουν τα προϊόντα της. Όσοι δεν τη θεωρούσαν καλλιτέχνιδα πήραν πληρωμένη απάντηση με μια από τις διάσημες φράσεις της: «Το να διασκεδάζω λίγο στη δουλειά μου δεν με κάνει λιγότερο καλλιτέχνη, και οι άνθρωποι που εκτιμούν τις πραγματικά όμορφες και πρωτότυπες δημιουργίες στην κεραμική δεν φοβούνται μη πιαστούν κορόιδα».
Η Κλιφ έγινε καλλιτεχνική διευθύντρια σε ένα μεγάλο έργο που περιλάμβανε σχεδόν 30 καλλιτέχνες της εποχής για να προωθήσουν το καλό σχέδιο σε επιτραπέζια σκεύη. Τα πήλινα των «Artists in Industry» παρήχθησαν υπό την επιμέλειά της και πήραν μέρος καλλιτέχνες όπως ο Duncan Grant, ο Paul Nash, η Barbara Hepworth, η Vanessa Bell και η Dame Laura Knight.
Η φήμη και η επιτυχία της Κλαρίς Κλιφ στη δεκαετία του 1930 δεν είχε προηγούμενο, με εκατοντάδες δημοσιεύματα, σε μια εποχή που δεν υπήρχε ο όρος «γυναίκα καριέρας». Η ίδια ήταν πολύ ντροπαλή, απέφευγε τη δημοσιότητα και υπάρχουν ελάχιστες φωτογραφίες της. Το 1940 παντρεύτηκε τελικά τον έρωτα της ζωής της, τον Colley Shorter, μετά τον θάνατο της συζύγου του και στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που επιτρεπόταν μόνο η απλή λευκή κεραμική, συγκέντρωσε τα δημιουργικά της ταλέντα στην κηπουρική και στον τεράστιο, τεσσάρων στρεμμάτων κήπο της.
Οι μέρες του ‘30 ήταν πια πολύ πίσω της. Δεν μπορούσε να συλλάβει ξανά νέες ιδέες και οι επιστολές σε φίλους της μαρτυρούν ότι περιστασιακά νοσταλγούσε τα «παράξενα» χρόνια, όταν δημιουργούσε τα απίθανα σχέδιά της.
Ο θάνατος του Colley Shorter το 1963 οδήγησε την Κλιφ να πουλήσει το εργοστάσιο στο Midwinter το 1964 και να απομονωθεί. Όταν τον Δεκέμβριο του 1971 πραγματοποιήθηκε η πρώτη έκθεση κεραμικής «Clarice Cliff» στο Μπράιτον, η Κλιφ απρόθυμα έδωσε σχόλια για τον κατάλογο, αν και αρνήθηκε την πρόσκληση να πάει στα εγκαίνια. Έναν χρόνο αργότερα, πέθανε στο σπίτι της, το Chetwynd House.
Το 1982 δημιουργήθηκε το Clarice Cliff Collectors Club και προώθησε την κεραμίστρια και το έργο της σε όλο τον κόσμο. Ο ιδρυτής του είχε κάνει έκκληση στην εφημερίδα «Staffordshire Evening Sentinel» σε όσους είχαν εργαστεί με την Κλιφ, ζητώντας τους να επικοινωνήσουν μαζί του, και χάρηκε όταν βρήκε 28 πρώην εργάτριες.
Εξακολουθούσαν να αποκαλούν τους εαυτούς τους τα «παράξενα κορίτσια» ακόμη και στα μέσα της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, και ενθουσιάστηκαν με το ενδιαφέρον για τα κεραμικά που είχαν ζωγραφίσει στο χέρι 50 χρόνια νωρίτερα.
Σήμερα συλλέκτες κεραμικών σε όλο τον κόσμο αναζητούν τα κεραμικά της Κλαρίς Κλιφ που είναι περιζήτητα. Το όνομά της υπάρχει σε σειρές και αναπαραγωγές των περιζήτητων κομματιών της δεκαετίας του 1930 που έχουν παραχθεί σε μικρούς αριθμούς και προορίζονται μόνο για συλλέκτες.
The Colour Room | Official Trailer