Ο στρατηγός Κάρολος ντε Γκολ ήταν σίγουρα ένα φαινόμενο στην ευρωπαϊκή ιστορία, ιδιαίτερα στην ιστορία της Γαλλίας. Ως δημόσιος άνδρας (statesman) ήταν ακατάτακτος αλλά και παράξενος και ιδιόρρυθμος και ο μύθος του έχει και μεταφυσικές πλευρές: προσγειώθηκε στην Ιστορία σαν το Άγιο Πνεύμα την Πεντηκοστή.
Αυτός «ο δυνάμει αυτοκράτορας και αξιοσέβαστος μεγαλομανής» γίνεται τελικά ο αναμορφωτής της δημοκρατίας στη Γαλλία. Είναι ο άνθρωπος που έβγαλε τη χώρα του από την ταπείνωση της συνεργασίας της με τους ναζί κατακτητές και πέτυχε να τη βάλει ανάμεσα στους νικητές.
Είναι ο θεμελιωτής της Πέμπτης Δημοκρατίας (1958), δηλαδή ενός κυβερνήσιμου, δημοκρατικού καθεστώτος που εξακολουθεί να είναι ισχυρό έως σήμερα. Ο Κάρολος ντε Γκολ είναι μαζί με την Μπριζίτ Μπαρντό τα πιο αναγνωρίσιμα πρόσωπα της Πέμπτης Δημοκρατίας.
Είναι ο άνθρωπος που έβγαλε τη χώρα του από την ταπείνωση της συνεργασίας της με τους ναζί κατακτητές και πέτυχε να τη βάλει ανάμεσα στους νικητές.
Συστατικό στοιχείο της Πέμπτης Δημοκρατίας ήταν η αναβάθμιση της εκτελεστικής εξουσίας. Η εξουσία δεν διαχέεται αλλά προσωποποιείται και συγκεντρώνεται στον εκλεγμένο με καθολική ψηφοφορία Πρόεδρο, μια θεμελιώδης αλλαγή που θεσμοθετείται με το Σύνταγμα του 1962. Η εξουσία του Προέδρου στηρίζεται στον λαό όχι μόνο γιατί εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες αλλά και γιατί ο Πρόεδρος καταφεύγει στον λαό για κρίσιμα ζητήματα με τη χρήση του δημοψηφίσματος.
Ένα από τα κατεξοχήν εργαλεία της γκολικής διακυβέρνησης ήταν το δημοψήφισμα. Ένα άλλο εργαλείο ήταν το ίδιο το Σύνταγμα που επέτρεπε στον αρχηγό του κράτους να αναλαμβάνει έκτακτες εξουσίες σε περιπτώσεις σοβαρής κρίσης.
Το δημοψήφισμα δοκιμάστηκε στη μεγάλη κρίση του πολέμου της Αλγερίας. Στο δημοψήφισμα του Ιανουαρίου του 1961 πλειοψήφησε η θέση της αυτοδιάθεσης του πληθυσμού της Αλγερίας. Τρεις μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1961, ο Ντε Γκολ, κάνοντας χρήση του δικαιώματος της ανάληψης έκτακτων εξουσιών που του έδινε το Σύνταγμα, κατέστειλε την απόπειρα πραξικοπήματος που είχαν οργανώσει τέσσερις στρατηγοί του γαλλικού στρατού στην Αλγερία. Κατηγορούσαν τον Ντε Γκολ ότι με την πολιτική του εγκατέλειπε τη γαλλική Αλγερία.
Την επόμενη χρονιά, με διπλό δημοψήφισμα στη Γαλλία και στην Αλγερία, επισφραγίστηκε η ανεξαρτησία της βορειοαφρικανικής χώρας και το τέλος του πολέμου. Δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι ένας συντηρητικός δεξιός πολιτικός θα έβαζε οριστικό τέλος στην αποικιοκρατία και ότι και τα άλλα αφρικανικά κράτη που αποτελούσαν την παλιά γαλλική αυτοκρατορία θα προσχωρούσαν στην ανεξαρτησία με τη συναίνεση του Ντε Γκολ.
Τον Αύγουστο του 1962 οι εξτρεμιστές της γαλλικής Αλγερίας, η παραστρατιωτική Οργάνωση Μυστικός Στρατός (OAS), επιχείρησαν απόπειρα δολοφονίας κατά του στρατηγού Ντε Γκολ στην κοινότητα του Πετί-Κλαμάρ, μερικά χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Παρισιού. Ο στρατηγός σώθηκε.
Η σωτηρία του αποδόθηκε και στην τεχνολογία του προεδρικού αυτοκινήτου, της DS Citroën, του περίφημου βάτραχου, ενός αυτοκινήτου που ταυτίστηκε όχι μόνο με την εικόνα του Προέδρου αλλά και με την Πέμπτη Δημοκρατία και τη νέα ορμή της μεταπολεμικής και κυρίως της μεταποικιακής, ντεγκολικής Γαλλίας. Το τέλος του πολέμου της Αλγερίας και η αποτυχία της απόπειρας εναντίον του ενίσχυσαν το κύρος του στρατηγού Ντε Γκολ και τον βοήθησαν να ολοκληρώσει το μετασχηματισμό της Πέμπτης Δημοκρατίας.
Ο ιστορικός Μισέλ Βινόκ (γεν. 1937) στο βιβλίο του Charles de Gaulle: Ένας επαναστάτης στοιχειωμένος από την Ιστορία που κυκλοφόρησε το 2019 στη Γαλλία βιογραφεί τον στρατηγό.
Ο αναγνώστης δεν θα βρει εδώ την οικογενειακή και προσωπική ζωή του Ντε Γκολ (1890-1970). Δεν θα βρει λεπτομέρειες για τη σύζυγό του Ιβόν ή για τα τρία παιδιά του, ανάμεσα στα οποία η Αν που έπασχε από σύνδρομο Ντάουν, πέθανε το 1948, σε ηλικία είκοσι ετών και ο στρατηγός την υπεραγαπούσε.
Ο Βινόκ επιχειρεί μια στρατιωτικοπολιτική βιογραφία, αναγνωρίζοντας τον ρόλο του «σπουδαίου άντρα», του «ιστορικού ατόμου». Αυτό συνιστά μια τεράστια μετακίνηση από την παράδοση της ιστοριογραφίας στη Γαλλία, που για δεκαετίες έδινε βάρος αποκλειστικά στη συλλογική ιστορία, στην ιστορία του «οποιουδήποτε ανθρώπου».
Ο Βινόκ μας λέει ότι τα άτομα μπορούν να αλλάξουν τον ρου της ιστορίας. «Αν και υπόκεινται πάντα στις αντικειμενικές αναγκαιότητες, μπορούν να τις αποδέχονται χωρίς να τις υφίστανται, να τις μεταστρέφουν, να τις κατευθύνουν χωρίς να υποτάσσονται στον ντετερμινισμό» γράφει ο Μισέλ Βινόκ. Και αποθεώνει τον στρατηγό που «ανήκει στις λίγες προσωπικόητες οι οποίες, τον 20ό αιώνα, μπόρεσαν να κατευθύνουν την Ιστορία, τουλάχιστον της δικής τους χώρας».
Ο Μισέλ Βινόκ είναι ιστορικός υψηλού κύρους. Το έργο του είναι πολυδιάστατο. Έχει γράψει μια μοναδική ιστορία των διανοουμένων στη Γαλλία, έχει ερευνήσει τη σχέση της Γαλλίας με τους Εβραίους από τη Γαλλική Επανάσταση έως σήμερα, είναι ειδικός της Μπελ Επόκ και της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, έχει γράψει για την αριστερά στην εξουσία και την κληρονομιά του Λαϊκού Μετώπου.
Η βιογραφία του, λοιπόν, για τον Ντε Γκολ εγκαθιστά και πάλι στο κέντρο της ιστοριογραφίας την προσωπικότητα. Όχι μόνο τη δράση αλλά και τον μύθο της. Είναι απίθανο πόσα επίθετα βρίσκω στη βιογραφία του Βινόκ που στοιχειοθετούν τον μύθο του Σαρλ ντε Γκολ: σωτήρας, ελευθερωτής, ειρηνευτής, συσπειρωτής, μεγάλος νομοθέτης, καλλιτέχνης της πολιτικής.
Ο Ντε Γκολ, ως αρχηγός της προσωρινής κυβέρνησης αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανασύστησε και ανασυγκρότησε τη χώρα του. Ανάμεσα στα μέτρα που πήρε ήταν ο φόρος επί του κεφαλαίου, η αναγνώριση δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες, η εθνικοποίηση του γαιάνθρακα, της Renault, της Αir France, της Εθνικής Τράπεζας, η καθιέρωση της δωρεάν δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
«Ο Ντε Γκολ εφάρμοζε έτσι, χωρίς να το κατονομάζει, ένα είδος σοσιαλισμού της ανασυγκρότησης, ο οποίος στα μάτια του δεν ήταν ούτε αριστερός ούτε δεξιός αλλά ανταποκρινόταν στις αναγκαιότητες της στιγμής και της επόμενης μέρας», γράφει ο Βινόκ. Διαβάζοντας αυτές τις γραμμές σκέφτομαι ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρέπει να είχε ως μεγάλο πρότυπό του τον στρατηγό και να εφάρμοσε πολλές από τις πολιτικές του στη δική του προσπάθεια ανασύστασης και ανασυγκρότησης του ελληνικού κράτους μετά την κατάρρευση της χούντας των συνταγματαρχών το 1974.
Το απόγειο της δημοτικότητας του Ντε Γκολ τοποθετείται το 1966. Οφείλεται όχι μόνο στο τέλος της αποικιοκρατίας αλλά και στην εφαρμογή μιας γαλλικής εξωτερικής πολιτικής. Στοιχεία της είναι η γαλλογερμανική προσέγγιση, η εναντίωση στην είσοδο της Βρετανίας στην Κοινή Αγορά, η αναγνώριση της Λαϊκής Κίνας, η αποστασιοποίηση από τις ΗΠΑ και η εκκένωση των αμερικανικών βάσεων. Η εξωτερική πολιτική του μπορεί να χαρακτηρίστηκε από μεγαλομανία, αντιαμερικανική εμμονή, εθνικισμό, αντισημιτισμό, ιδιαιτέρα μετά τον πόλεμο των Έξι Ημερών, αλλά, όπως γράφει ο Βινόκ, «οι Γάλλοι μπόρεσαν να νιώσουν υπερηφάνεια που ανήκαν σε ένα έθνος το οποίο μετρούσε και πάλι στις υποθέσεις του κόσμου».
Το προσωπικό και συγκεντρωτικό ύφος της διακυβέρνησης Ντε Γκολ, που ταίριαζε πολύ στην εποχή της Αλγερίας και της ανασυγκρότησης, έμοιαζε τελικά ξεπερασμένο τον Μάη του 1968 και της «δυσεύρετης επανάστασης», όπως είχε ονομάσει την εξέγερση ο Ρεϊμόν Αρόν.
Στις 29 Μαΐου ο στρατηγός εγκατέλειψε το Παρίσι, αφήνοντας πίσω του κενό εξουσίας. Η κινηματογραφική εξαφάνισή του συνοδεύτηκε από την κινηματογραφική επανεμφάνισή του την επόμενη μέρα. Υπάρχουν πολλά σενάρια γι’ αυτή την ολιγόωρη φυγή. Μια τεράστια γκολική διαδήλωση οργανώνεται στα Ηλύσια Πεδία με επικεφαλής τον Αντρέ Μαλρό, τον Μισέλ Ντεμπρέ και άλλα στελέχη του Ντε Γκολ.
Οι εκλογές που γίνονται στα τέλη Ιουνίου οδηγούν στον θρίαμβο των γκολικών υποψηφίων. Αλλά ο στρατηγός δεν αρκείται σε αυτό. Ζητά δημοψήφισμα με θέμα τις περιφέρειες και την ανανέωση της Γερουσίας. Ουσιαστικά θα είναι ένα δημοψήφισμα για ψήφο εμπιστοσύνης προς αυτόν.
Στο δημοψήφισμα της 27ης Απριλίου 1969 το αποτέλεσμα είναι αρνητικό. Ο Πρόεδρος καταψηφίζεται από την αριστερά και το κέντρο αλλά και από ένα μέρος της δεξιάς που εκπροσωπείται από τον Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Είναι προφανές ότι έχει ξεπεραστεί από τη νέα κρίση. Ο Ντε Γκολ παραιτείται και μερικούς μήνες μετά, στις 9 Νοεμβρίου 1970, πεθαίνει.