«Ρεμπέτικο»
Δημοτική Πινακοθήκη από τον ΟΠΑΝΔΑ
Με ποιον τρόπο «συνομιλεί» η σύγχρονη τέχνη με το ρεμπέτικο, ποιοι σύγχρονοι Έλληνες καλλιτέχνες προσέγγισαν και ερμήνευσαν τον ιδιότυπο κόσμο του; Εν τέλει, μπορεί ένας σύγχρονος εικαστικός να συνδεθεί συναισθηματικά και να αποδώσει μέσα από́ εικόνες τα ρεμπέτικα τραγούδια, το είδος που ο Ηλίας Πετρόπουλος αποκαλεί «τα άσματα των πληγωμένων, απλών, αγνών και αισθαντικών ψυχών της Ελλάδος»; Σε αυτά τα ερωτήματα βασίστηκε ο επιμελητής της έκθεσης της Δημοτικής Πινακοθήκης στην πλατεία Αυδή Χριστόφορος Μαρίνος και συγκέντρωσε τεκμήρια, έργα τέχνης και αναθέσεις σύγχρονης καλλιτεχνικής έκφρασης, στήνοντας ένα μεγαλειώδες αποτέλεσμα το οποίο συνδύαζε και εξυμνούσε τόσο το σπουδαίο και απ’ ό,τι φαίνεται απέθαντο μουσικό είδος, όσο και την εικαστική εμβάθυνση σε αυτό. Στο εισαγωγικό σημείωμα του συνοδευτικού λευκώματος, λέει: «Πρόκειται για μια έκθεση για την αγάπη, τη φυγή, το “χαροποιό πένθος” και όλες τις έννοιες, τις μνήμες και τον συμβολισμό που συνοδεύουν αυτό το “μεγάλο νεοελληνικό πολιτιστικό γεγονός”, όπως πολύ ωραία το έχει χαρακτηρίσει ο συνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης. Το Ρεμπέτικο είναι μια έκθεση σύγχρονης τέχνης με διεθνή απήχηση». Στην έκθεση περιλαμβάνονται έργα πενήντα καλλιτεχνών με τρανταχτά ονόματα, όπως ο Τσαρούχης, ο Φασιανός και ο Τάσσος, αλλά και εκπροσώπων της νεότερης γενιάς, στην οποία το ρεμπέτικο είχε αδιαμφισβήτητη επίδραση. Μια επική έκθεση η οποία θα αποτελεί σημείο αναφοράς για τα επόμενα χρόνια.
«John Craxton: Μια ελληνική ψυχή»
Μουσείο Μπενάκη – Ελληνικού Πολιτισμού
Ενενήντα έργα, πολλά από αυτά άγνωστα, που καλύπτουν όλες τις περιόδους της σταδιοδρομίας του καλλιτέχνη σε μια αξιομνημόνευτη έκθεση-φόρο τιμής στον μεγάλο φιλέλληνα, και Κρητικό στην καρδιά, Βρετανό ζωγράφο John Craxton (1922-2009) από το Μουσείο Μπενάκη – Ελληνικού Πολιτισμού. Η έκθεση με τίτλο «Μια ελληνική ψυχή» αγαπήθηκε πολύ, αποκατέστησε τη φήμη ενός ζωγράφου του οποίου η καριέρα και το εικαστικό «συντακτικό» καθορίστηκαν από την αγάπη του για την Ελλάδα, και ήταν πληρέστατη από κάθε άποψη, σαν να του την οφείλαμε. Περιλάμβανε χαρακτικά, σχέδια, πίνακες ζωγραφικής, φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα, προερχόμενα κυρίως από το Craxton Estate, και την εντυπωσιακών διαστάσεων ταπισερί «Τοπίο με στοιχεία της φύσης» που δημιούργησε στο Εδιμβούργο την περίοδο της δικτατορίας, κατά την οποία του είχε αφαιρεθεί το δικαίωμα εισόδου στην Ελλάδα. Εμπνευσμένη από την παραδοσιακή κρητική υφαντουργία, η ταπισερί συνοψίζει τη βαθιά του αγάπη για τον ελληνικό κόσμο. Η έκθεση μεταφέρθηκε στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων, εκεί όπου έζησε ο καλλιτέχνης μεγάλο διάστημα της ζωής του περιτριγυρισμένος από αγαπημένους φίλους, κάποιοι εκ των οποίων αποτελούν τους πρωταγωνιστές στα σχέδια και στους πίνακες του. Αν και πραγματικός πρωταγωνιστής παραμένει η κρητική γη, με τα βουνά, τα δέντρα, τα ζώα, τα χρώματα και τα σχήματα της. Η έκθεση ολοκληρώνει τον κύκλο της στις 31 Ιανουαρίου 2023.
«Brice Marden και ελληνική αρχαιότητα»
Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
Ο σημαντικός Αμερικανός καλλιτέχνης Brice Marden με τη σύζυγό του Helen Harrington ανακάλυψαν την Ύδρα το 1971. Έκτοτε δεν έπαψαν να επιστρέφουν και ουσιαστικά να μοιράζουν τη ζωή τους μεταξύ της Νέας Υόρκης και του ιδιαίτερα γοητευτικού νησιού του Αργοσαρωνικού. Παραδομένος ολοκληρωτικά στο ελληνικό φως αλλά και επηρεασμένος από τη λιτότητα και τις γραμμές του νησιωτικού τοπίου, οδήγησε την τέχνη του στο πιο αναγνωρίσιμο προσωπικό στυλ των τελευταίων δεκαετιών. Στην έκθεση στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, την οποία επιμελήθηκε ο εικαστικός Δημήτρης Αντωνίτσης, παρουσιάζονται σαράντα τέσσερα έργα −τρία από αυτά ειδικά σχεδιασμένα γι’ αυτήν−, επιζωγραφισμένα μάρμαρα, πίνακες, σχέδια, τετράδια με σημειώσεις και, σε αντίστιξη, δεκαέξι αρχαιότητες από τη συλλογή του μουσείου, επιλογής του ίδιου του καλλιτέχνη, αγαπημένα δείγματα ελληνικών αρχαιοτήτων που έχει μελετήσει και αγαπήσει στο παρελθόν.
«Katharina Fritsch»
Συλλογή Γιώργου Οικονόμου
Η 59η Μπιενάλε της Βενετίας τής απένειμε τον Χρυσό Λέοντα για το σύνολο της καλλιτεχνικής της πορείας. Καθόλου παράξενο αφού στη Βενετία, είκοσι επτά χρόνια πριν, η σημαντικότερη εν ζωή Γερμανίδα γλύπτρια Katharina Fritsch ταρακούνησε το εικαστικό κατεστημένο με το έργο της «Αρουραίος Βασιλιάς», μια υπερμεγέθη γλυπτική σύνθεση όπου κυριαρχούσαν δεκαέξι μαύροι αρουραίοι, σύνηθες μοτίβο της έκτοτε καθώς συχνά δημιουργεί ανάλογα γλυπτά με αλληγορική διάθεση, μεγεθυμένες και σουρεαλιστικές μορφές ζώων. Στην έκθεση της Αθήνας, στον εκθεσιακό χώρο The George Economou Collection, παρουσιάζει πρόσφατα γλυπτά δίπλα σε μερικά από τα πρώτα της έργα από την περίοδο των σπουδών της στην Ακαδημία Τεχνών του Ντίσελντορφ στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ένα πανόραμα αντιπροσωπευτικών έργων της που ανταποκρίνονται πλήρως στο προσωπικό της στίγμα και το ιδιαίτερο καλλιτεχνικό της στυλ, καλύπτοντας τρεις ορόφους. Καθώς η ίδια αντιμετωπίζει τις εκθέσεις της ως μια μεγάλη εικόνα και όχι απλώς ως μια ακολουθία έργων, κάθε ένα από αυτά επιλέχθηκε για το συνολικό περιβάλλον. Άλλωστε η Fritsch ομαδοποιεί τα έργα στη βάση ιδεών, χρωμάτων και μορφών, των οποίων οι συνδυασμοί δημιουργούν τους δικούς τους συσχετισμούς. Η έκθεση συνεχίζεται μέχρι τον Μάρτιο του 2023 κι ως εκ τούτου αποτελεί σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός και ιδανική ευκαιρία να έρθει το ελληνικό κοινό σε επαφή με τη δουλειά της σπουδαίας καλλιτέχνιδας.
«Dream On»
Πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο-Βιβλιοθήκη και Τυπογραφείο της Βουλής από τον Οργανισμό NEON
Αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη από κάθε άποψη. Μια έκθεση σύγχρονης τέχνης με εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας στο πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο επί της οδού Λένορμαν, στον Κολωνό, δηλαδή σε περιοχή εκτός κέντρου. Κι όμως προκάλεσε ουρές, καταγράφοντας περισσότερους από 45 χιλιάδες επισκέπτες. Η έκθεση «Dream On» που διοργάνωσε ο καλλιτεχνικός οργανισμός ΝΕΟΝ είχε ως βάση 18 έργα διεθνών και Ελλήνων καλλιτεχνών από τη συλλογή Δ. Δασκαλόπουλου, η οποία αποτελεί πια δωρεά σε τέσσερα μουσεία, ανάμεσά τους και το δικό μας ΕΜΣΤ. Έτσι, λίγο πριν εγκαταλείψουν την Ελλάδα, τα έργα εκτέθηκαν στο εμβληματικό ιστορικό κτίριο ιδιοκτησίας της Βουλής των Ελλήνων, το οποίο έχει αναπλαστεί και θα συνεχίσει να λειτουργεί ως χώρος εικαστικών εκθέσεων. Στη συγκεκριμένη έκθεση, η οποία απλωνόταν σε όλους τους ισόγειους χώρους, σε πατάρια των ψηλοτάβανων παλιών εργασιακών χώρων, στο αίθριο και στο τυπογραφείο, μπορούσε να δει κανείς διάσημα έργα μεγάλης εικαστικής δύναμης: το «Palms» του John Bock, ένα αμερικανικό vintage αυτοκίνητο που γεννά ή ξερνά ένα τεράστιο μεταλλαγμένο χταπόδι, το περίφημο «Tomato Head (Burgundy)» του Paul McCarthy, το «Exhuming Gluttony: A Lover’s Requiem» της Wangechi Mutu, αλλά και εκείνο που αγαπήθηκε από όλους και του οποίου η επόμενη στέγη θα είναι η Tate του Λονδίνου, το εξαιρετικό «Cavemanman» του Thomas Hirschhorn, ένας λαβύρινθος από χαρτόνι που χανόσουν μέσα του. Η έκθεση συμπληρωνόταν από μια ανάθεση ηχητικού κομματιού του Κώστα Ιωαννίδη, αλλά και από είκοσι προσχέδια των εμβληματικών έργων. Διάσημα ονόματα και επιβλητικά έργα που δύσκολα τα βλέπει κανείς ακόμα και σε μουσεία, ως εκ τούτου δεν ήταν τόσο παράλογο ότι έσπευσαν τόσοι πολλοί Αθηναίοι να τα δουν.
«Plásmata: Bodies, Dreams, and Data»
Πεδίο του Άρεως από τη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Αρκετοί γκρίνιαξαν ότι η ψηφιακή τέχνη απέχει πολύ από αυτό που είναι πραγματικά η μεγάλη τέχνη, από αυτό που έχει ως στόχο ή θα όφειλε να εκφράζει η καθαρόαιμη τέχνη. Από την άλλη, πώς να αντισταθείς σε μια μεγαλειώδη έκθεση της σύγχρονης εικαστικής σκηνής και καλλιτεχνών της νέας γενιάς, σε υπερμεγέθεις και μικρότερες εγκαταστάσεις, προβολές σε γιγαντοοθόνες μέσα στο σκοτάδι και εντυπωσιακές φωτεινές δημιουργίες στο δημοφιλέστερο πάρκο της Αθήνας; Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για δεύτερη χρονιά επιστράτευσε το Πεδίον του Άρεως και μας παρουσίασε είκοσι πέντε έργα με κύριο εργαλείο την τεχνολογία και το φως, τα οποία αντανακλούσαν τους προβληματισμούς, τις αισθητικές αναζητήσεις και ορισμένα από τα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας, την οικολογία, το μεταναστευτικό, το μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης και τον προσδιορισμό φύλου. Η είσοδος από την κεντρική πύλη της Μαυρομματαίων έφερνε τον επισκέπτη αντιμέτωπο με μια οθόνη στην οποία προβαλλόταν ένας καταιγισμός κινούμενων χρωμάτων και σχημάτων, έργο του Refik Anadol με τίτλο «Quantum Memories - Probability», ενώ ακολουθώντας τα μονοπάτια και τις σκοτεινές διόδους του πάρκου ανακάλυπτες μια σειρά εξαιρετικά ενδιαφέροντα έργα περισσότερο ή λιγότερο διάσημων δημιουργών. Έργα διαδραστικά, εγκαταστάσεις από LED, γλυπτά, βίντεο, animation, λέιζερ, ψηφιακές προβολές, 3D scanning, projection mapping. Μέχρι να φτάσεις στο τέλος του πάρκου, όπου αντίκριζες τον τεραστίων διαστάσεων «Κόκκινο πλανήτη» ή αλλιώς «DIVIDED: SpY», είχες διανύσει ένα ολόκληρο σύμπαν με ευφυείς εφαρμογές της ψηφιακής αναζήτησης και εικαστικής έκφρασης, συχνότερα με πηγή το φως, αλλά όχι αποκλειστικά.
«Κωνσταντίνος Παρθένης. Η ιδανική Ελλάδα της ζωγραφικής του»
Εθνική Πινακοθήκη
Η αναδρομική έκθεση με την οποία τίμησε η Εθνική Πινακοθήκη τον μεγάλο Έλληνα ζωγράφο και δάσκαλο Κωνσταντίνο Παρθένη (1878-1967), έναν από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αι., ο οποίος καθόρισε τη σύγχρονη ελληνική τέχνη. Η πρώτη ουσιαστικά μεγάλη περιοδική έκθεση από την έναρξη της λειτουργίας της στο ανακαινισμένο κτίριο, η οποία αποτέλεσε όνειρο της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα, και γι’ αυτό ήταν αφιερωμένη σε εκείνην.
Εκτός των έργων που ανήκουν στην Εθνική Πινακοθήκη, η έκθεση συμπεριλάμβανε έργα που το ευρύ κοινό είχε τη μοναδική ευκαιρία να δει, καθώς προέρχονταν από ιδιωτικές συλλογές και πολλά εκτέθηκαν πρώτη φορά σε δημόσια θέα. Σκοπός της έκθεσης ήταν άλλωστε να μας αποκαλύψει τη σπουδαία πορεία και καριέρα του Παρθένη, από τα πρώτα του βήματα ως σπουδαστής στη Βιέννη μέχρι το σκοτεινό του τέλος στην Αθήνα και την άδικη αντιμετώπισή του τόσο από την επίσημη πολιτεία όσο και από τους ζηλόφθονες ομότεχνούς του.
Από τη μνημειώδη κυκλική σύνθεση «Χριστός», που είναι επηρεασμένη από την ευρωπαϊκή ζωγραφική, στις βυζαντινοπρεπείς ελαιογραφίες με θρησκευτικά θέματα, και από τα πορτρέτα της αθηναϊκής μπελ επόκ στα υπέροχα τοπία με τα χαρακτηριστικά του βουνά και δέντρα. Εκατόν πενήντα έργα, μερικά μεγάλων διαστάσεων με σχεδόν επική απεικόνιση τόπων και εμβληματικών κτιρίων, ανάμεσα στα οποία ξεχώριζε η λατρεμένη του σύζυγος Σοφία ντυμένη πάντα με ιδιαίτερη αστική κομψότητα ενώ η φιγούρα της παρέπεμπε σε μια αλαβάστρινη και άσπιλη λευκότητα. Όσοι ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με το σύνολο του έργου του ανακάλυψαν μια προσωπική στυλιστική αυθεντικότητα (ήταν από τους λίγους που συνομιλούσαν με την Ευρώπη και τα μεγάλα κινήματα της εποχής) που οι σύγχρονοί του αδυνατούσαν να δεχτούν ή και να καταλάβουν, οδηγώντας τον σταδιακά σε απομόνωση σε ένα προσωπικό αξιακό και αισθητικό μικροσύμπαν, να αναπολεί μια ουτοπική Ελλάδα που ουσιαστικά ποτέ δεν υπήρξε, ενώ η πραγματική αδυνατούσε να τον συμπεριλάβει με απόλυτο σεβασμό γι’ αυτό που ήταν και πρέσβευε.
«Ο Φώτης Κόντογλου και η επιρροή του στους νεότερους»
Ίδρυμα Β&Ε Γουλανδρή
Μία ακόμα σημαντική έκθεση του εμβληματικού καλλιτέχνη της ελληνικότητας και της ορθοδοξίας Φώτη Κόντογλου και της σπουδαίας επιρροής που είχε στους νεότερους ζωγράφους. Η σχέση του με τα βιώματα του παρελθόντος ήταν εκείνη η οποία τον διαμόρφωσε και τον ανέδειξε ως πολιτιστική και πνευματική αυθεντία στο πεδίο των εικαστικών τεχνών και των γραμμάτων κατά τον ελληνικό 20ό αι. Μια σειρά από έργα της νεανικής του περιόδου με ευθεία αναφορά στο Αϊβαλί και την Ιωνία, τόπο καταγωγής του Κόντογλου, πιστοποίησε απόλυτα τη σχέση αυτή. Το τραύμα της Μικρασιατικής Καταστροφής, ένα τραύμα ανεπούλωτο για εκείνον, το έφερε βαρέως μέχρι το τέλος της ζωής του.
Με γερές βάσεις στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή παράδοση αλλά και κάποιες δυσδιάκριτες επιρροές από τα νεωτερικά κινήματα όπως ο φωβισμός, από την περίοδο που σπούδασε στο Παρίσι (1918), δημιούργησε έναν δικό του, ιδιότυπο ελληνοκεντρικό «μοντερνισμό». Με ελάχιστα δείγματα κοσμικής ζωγραφικής μεταξύ ‘20 και ‘30 για χάρη φίλων, η εργογραφία του έχει τελεστεί κυρίως μέσα σε ναούς, ενώ σήμερα υπάρχει διαθέσιμος μεγάλος αριθμός έργων του με θρησκευτικά θέματα – αγιογραφίες και ελληνικούς μύθους.
Η έκθεση χωριζόταν σε επτά ενότητες: «Οι πρώτοι μαθητές», «Μύθοι και ήρωες», «Προσωπογραφίες», «Τοπογραφίες», «Ξεριζωμός», «Ιστορήσεις ναών», «Εικονογραφία». Ωστόσο στο δεύτερο, και ουσιαστικά κύριο σκέλος της έκθεσης, αντιπροσωπεύονταν όλοι όσοι ακολούθησαν ή δέχτηκαν κάποια επιρροή από τη μεταβυζαντινή τεχνοτροπία του Κόντογλου. Από τους Εγγονόπουλο και Τσαρούχη, οι οποίοι υπήρξαν μαθητές του, έως τους Μόραλη, Λουκόπουλο, Βουρλούμη, Κοψίδη, Παπαδέλη, Χοχλιδάκη, Ξυνόπουλο, Βασιλείου, Παπαλουκά, Στρατή Δούκα, Διαμαντόπουλο, Βέλμο, Παπαμιχαλόπουλο, Ρόρρη, Μόσχο, Φίκο κ.ά.
«Σπύρος Παπαλουκάς, ερευνητής του αινίγματος της ζωγραφικής. Γνωστά και άγνωστα έργα»
Ίδρυμα Β&Μ Θεοχαράκη
Ο Σπύρος Παπαλουκάς (1892-1957) συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικών δημιουργών των αρχών του 20ού αιώνα, που συνέβαλαν στην αναμόρφωση και στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής ζωγραφικής. Πήρε τις πρώτες γνώσεις ζωγραφικής κοντά σε αγιογράφο της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Δεσφίνας Φωκίδας, ενώ ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών με δασκάλους τους Γεώργιο Ροϊλό και Γεώργιο Ιακωβίδη. Όμως ο Φώτης Κόντογλου και ο Στρατής Δούκας τον σημάδεψαν, ενώ η επαφή του με τη μοντέρνα τέχνη –μετα-ιμπρεσιονισμός, Ναμπί, φωβισμός– κατά την τετραετή διαμονή του για σπουδές στο Παρίσι (1917-1921) υπήρξε καθοριστική για την εξέλιξή του, και η παραμονή του για έναν χρόνο στο Άγιο Όρος με τον Δούκα υπήρξε καταλυτική στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού του ύφους. Υπήρξε απίστευτα παραγωγικός σε ολόκληρη τη ζωή του. Ταξίδεψε ανά την Ελλάδα ζωγραφίζοντας στην Αίγινα, στη Λέσβο, στη Σαλαμίνα, στον Παρνασσό, στην Πάρο, στην Ύδρα, αποτυπώνοντας την ομορφιά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τόπων. Παράλληλα, ζωγράφισε πορτρέτα, γυμνά, νεκρές φύσεις, ενώ ασχολήθηκε και με την εικονογράφηση βιβλίων.
Η έκθεση στους τρεις ορόφους του κτιρίου της οδού Βασιλίσσης Σοφίας ανέδειξε τη στιβαρή και ποικιλόμορφη καλλιτεχνική πορεία του Παπαλουκά, χάρη στην πλήρη συλλογή που συμπεριλάμβανε πολλαπλά σχέδια και μελέτες προετοιμασίας γνωστών και εμβληματικών πινάκων, όπως και μακέτες μνημειακών θρησκευτικών και κοσμικών εικονογραφήσεων. Οι πίνακες και τα σχεδία της έκθεσης, πολλά από τα οποία παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά, συνοδεύονταν από σχόλια του ίδιου του Παπαλουκά, με σαφή στόχο να προβληθεί το ευρωπαϊκό προφίλ του καλλιτέχνη και να τονιστεί η προσφορά του στην εξέλιξη της νεοελληνικής ζωγραφικής.
«Εγκλεισμοί»
Δρομοκαΐτειο
Αφορμή αλλά και υλικό αναφοράς για την έκθεση «Εγκλεισμοί» για τον δημοσιογράφο Δημήτρη Τρίκα που την επιμελήθηκε αποτέλεσε το πλούσιο αρχείο που προέκυψε από τις συνεντεύξεις και τις προφορικές μαρτυρίες που συνέλεξε η Μαρία Φαφαλιού από τρόφιμους και ασθενείς του Δρομοκαΐτειου, γιατρούς του νοσοκομείου, νοσηλευτικό προσωπικό, συγγενείς ασθενών και άλλους εμπλεκόμενους, στο πλαίσιο ερευνητικής της εργασίας. Ωστόσο μεγαλύτερη σημασία και ενδιαφέρον για εκείνον είχε η μελέτη και η καταγραφή του προβληματισμού της σύγχρονης τέχνης πάνω στα ζητήματα των ποικίλων εγκλεισμών, πραγματικών και συμβολικών, που διαπερνούν έντονα τον εξατομικευμένο βίο αλλά και την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής μας. Έτσι, έπεισε σαράντα οκτώ καλλιτέχνες να δημιουργήσουν έργα που θα κινούνταν μέσα στο πλαίσιο αυτού του θέματος. Η έκθεση απλώθηκε σε τρία εμβληματικά κτίρια του Δρομοκαΐτειου, τον Άγιο Ισίδωρο, το παλιό Τυπογραφείο και το Δάφτσειο. Οι καλλιτέχνες ανταποκρίθηκαν στον χώρο και στον νοηματικό άξονα της έκθεσης με έργα από όλο το φάσμα του οπτικού και όχι μόνον λεξιλογίου της σύγχρονης τέχνης: γλυπτά και εγκαταστάσεις, βίντεο, ηχητικές κατασκευές, ζωγραφική, φωτογραφία και επιτελεστικές δράσεις. Επί πέντε Κυριακές, κατά τις οποίες η προσέλευση επισκεπτών ήταν αναπάντεχα μαζική, το όλο εγχείρημα συμπληρωνόταν στο Αμφιθέατρο του ιδρύματος με ημερίδες στις οποίες προσκλήθηκαν πανεπιστημιακοί να μιλήσουν για θέματα που άπτονται της κεντρικής ιδέας των «Εγκλεισμών», ενώ περφόρμανς καλλιτεχνών έκλειναν κάθε φορά τις ομιλίες. Ήταν μια άκρως επιτυχημένη έκθεση, παρόλο που το επιβλητικό και σκληρό περιβάλλον του παλιού ψυχιατρείου κυριαρχούσε επί των έργων.