Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ

Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ Facebook Twitter
Την τελευταία δεκαετία η ραπ μουσική έχει γίνει κυρίαρχο είδος, απόλυτα κυρίαρχο, και ήρθε η ώρα να μπει κι εδώ στα πανεπιστήμια, να μελετηθεί, να αναλυθεί ως κοινωνικό φαινόμενο.
0

Σχεδόν σαράντα χρόνια μετά την εμφάνιση της ραπ μουσικής στην Ελλάδα, το είδος εξακολουθεί να είναι σχεδόν ανεξερεύνητο. Ελάχιστα αναλύεται, ελάχιστα καταγράφεται από τα media, έστω ως ιστορία, ελάχιστα συζητιέται, κι αυτό, όταν συμβαίνει, μένει στο επίπεδο του σχολίου ή μιας είδησης, εντελώς επιφανειακά και παραπλανητικά. Για τον περισσότερο κόσμο είναι κάτι σχεδόν άγνωστο.

Ωστόσο, την τελευταία δεκαετία η ραπ μουσική έχει γίνει κυρίαρχο είδος, απόλυτα κυρίαρχο, και ήρθε η ώρα να μπει κι εδώ στα πανεπιστήμια, να μελετηθεί, να αναλυθεί ως κοινωνικό φαινόμενο αλλά και να πάρει στην ελληνική βιβλιογραφία τη θέση που του αξίζει, γιατί είναι ένα πολιτισμικό ρεύμα με ιστορία, καταβολές, κοινωνικές ρίζες, περιεχόμενο.

Το «I still love H.E.R.» του Κώστα Σαββόπουλου είναι ένα βιβλίο που ασχολείται με τη ραπ με σοβαρότητα και αγάπη και είναι γραμμένο από έναν άνθρωπο που την έχει ερευνήσει και έχει γνώσεις γι’ αυτή. Ο Κώστας κάνει το διδακτορικό του στις Πολιτικές Επιστήμες στη Θεσσαλονίκη και το βιβλίο του –το οποίο έχει υπότιτλο «Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ»– είναι στην ουσία η διπλωματική του για το μεταπτυχιακό στην Πολιτική Φιλοσοφία και Θεωρία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.

Τον περασμένο Οκτώβριο, με τον Γιάννη Σταυρακάκη, τον καθηγητή που επιβλέπει το διδακτορικό του, δημοσίευσαν από την Cambridge University Press μια εξαιρετική μελέτη για το ελληνικό ραπ με τίτλο «Populist performance(s) in contemporary Greek rap music», που θα άξιζε να κυκλοφορήσει και στα ελληνικά.     

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ιστορικά η ραπ είναι αντιρατσιστική και αντι-μπατσική. Αυτοί οι δυο πυρήνες παραμένουν ακόμα και σήμερα αναλλοίωτοι, σχεδόν σαν απαράβατοι κανόνες. Δηλαδή αν βγει κάποιος ράπερ και κυκλοφορήσει ένα κομμάτι με ρατσιστικό περιεχόμενο ή π.χ. για την υποστήριξη της αστυνομίας, θα φάει ακραίο hate.

Ο τίτλος του βιβλίου του «I still love H.E.R.» είναι αναφορά σε ένα τραγούδι του Common από το 1994, το «I used to love H.E.R.» – «Η.Ε.R.» σημαίνει «Hip-Hop in its Essence is Real», στο οποίο βλέπει το χιπ-χοπ σαν μια κοπέλα την οποία γνώρισε ως πιτσιρικάς και την ερωτεύτηκε. Μέσω των στίχων κάνει μια αναδρομή στο χιπ-χοπ, από το αφροκεντρικό στο πολιτικοποιημένο, στο gangsta και στο R&B».  

Common - «I used to love her»

— Ποια είναι η σχέση σου με τη ραπ; Σε ενδιαφέρει μόνο ως ακροατή και μελετητή ή έχεις ασχοληθεί και πιο ενεργά με το είδος;
Το, ας το πούμε, ερευνητικό ενδιαφέρον μου για τη ραπ προέρχεται από την αγάπη μου γι' αυτή. Όντας ακροατής για αρκετά χρόνια, βρήκα πως στη ραπ, σε αντίθεση με άλλα μουσικά είδη, υπάρχει κάτι το ιδιαίτερο στη διαδικασία των στίχων. Υπάρχουν αφηγήσεις που κρύβουν μέσα τους φαντασία, κομμάτια ιστορίας που δεν φαίνονται υπό άλλες συνθήκες, υπάρχουν πληροφορίες για διάφορες κοινωνικές συνθήκες και γενικώς λειτουργεί ως ένα παράθυρο στη ζωή – αυτό ισχύει κυρίως για την αμερικανική ραπ με την οποία μεγάλωσα, των μειονοτήτων των ΗΠΑ.

Όπως είχε πει και ο Chuck D, «rap is black people's CNN». Στη δική μου περίπτωση, που πάντα μου άρεσαν πάρα πολύ οι ιστορίες και οι αφηγήσεις σχετικά με τις ΗΠΑ, τους αγώνες των μαύρων για απελευθέρωση, τους αγώνες ενάντια στη νεο-αποικιοκρατία, η ενασχόληση με τη ραπ στο ερευνητικό επίπεδο ήταν κάπως μονόδρομος. Σε αυτά τα επίπεδα έχω ασχοληθεί με τη ραπ. Δεν έχω δοκιμάσει ποτέ την τύχη μου μουσικά, είτε ως ράπερ είτε ως παραγωγός ραπ. Μου αρκεί να γράφω γι' αυτή τη μουσική.

rap
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Κώστας Σαββόπουλος, «I still love H.E.R. -Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ», εκδόσεις REDn’ NOIR.

— Γιατί έφτιαξες αυτό το βιβλίο;
Για δύο λόγους: ο ένας ήταν ένα δικό μου σκάλωμα, ήθελα να συνεισφέρω με τον τρόπο μου στη ραπ κοινότητα ως φαν της. Ο μόνος τρόπος ήταν κάνοντας κάτι στο οποίο είμαι «καλός», να ξεκινήσω να γράφω γι’ αυτήν. Ο δεύτερος λόγος ήταν επειδή στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, τα γραπτά γύρω από τη ραπ είναι από πάρα πολύ περιορισμένα έως και ανύπαρκτα.

Ενώ στις ΗΠΑ υπάρχουν πολλά βιβλία, πολλές μελέτες, καλούνται ράπερ να δώσουν διαλέξεις στα πανεπιστήμια (π.χ. ο Nas στο Χάρβαρντ), στην Ελλάδα η συζήτηση γύρω από τη ραπ είναι κάπως εγκλωβισμένη σε μια κουλτούρα που κυριαρχείται από τα πρωινάδικα (ο τάδε ράπερ έκανε αυτό, ας το σχολιάσει ένα πάνελ με παντελώς άσχετους με τη ραπ ανθρώπους για να κάνει νούμερα), από μια κουλτούρα ηθικού πανικού (η τραπ διαφθείρει τη νεολαία), γενικώς νομίζω πως δεν συζητιέται όπως θα έπρεπε, δεδομένου του ότι μετράει σχεδόν σαράντα χρόνια ζωής στη χώρα και βρίσκεται στα ακουστικά όχι μόνο ολόκληρης της νεολαίας αλλά και ενός πολύ μεγάλου κομματιού της κοινωνίας συνολικά.

Προσπάθησα, λοιπόν, με τον τρόπο μου να συμβάλω στη δημιουργία ενός διαλόγου που θα γίνεται με πιο κοινωνικούς, ιστορικούς και, γιατί όχι, πολιτικούς όρους.

— Η ραπ από το ξεκίνημά της ως είδους είχε μια σεξιστική διάθεση στους στίχους, ακόμα και στα κομμάτια όπου δεν φαινόταν ξεκάθαρα, πριν από την gangsta rap. Ήταν θέμα καταβολών των ράπερ, του περιβάλλοντος όπου μεγάλωναν και ζούσαν ή υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που συντέλεσαν σε αυτό;
Θεωρώ πως το σεξιστικό περιεχόμενο στους στίχους της ραπ, όπως και σε όλα τα πολιτισμικά παράγωγα (μουσικά είδη, κινηματογράφο, τηλεόραση κ.λπ.), προέρχεται ευρύτερα από το γεγονός πως ζούσαμε, και συνεχίζουμε να ζούμε, σε μια πατριαρχική κοινωνία, εκτός των άλλων, από την οποία δεν έχουν εξαλειφθεί ο σεξισμός, ο μισογυνισμός και η ομοφοβία. Δηλαδή, θα ήταν λίγο περίεργο ένα μουσικό είδος που παράγεται μέσα σε μια σεξιστική κοινωνία να μην έχει σεξιστικά χαρακτηριστικά.

Η ραπ δεν παράγεται μέσα σε μια φούσκα, αποκομμένη από την κοινωνία. Παράγεται στον πυρήνα της, στα μύχια της θα έλεγα κιόλας. Οπότε είναι δεδομένο πως θα «υποφέρει» και από τις παθογένειες της κοινωνίας και τις αντιφάσεις της.

Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ Facebook Twitter
Οι millennials και η Gen Z έχουν έναν πιο απενoχοποιημένο τρόπο να κάνουν μουσική, να εκφράζονται, αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Φωτ.: Γιώργος Σχοινάς

— Πόσο συνδέεται η gangsta rap με την αρρενωπότητα; Πόσο σημαντικό χαρακτηριστικό ήταν η αρρενωπότητα για έναν ράπερ;
Χμμμ, για την gangsta ραπ και την αρρενωπότητα έχω και ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο βιβλίο. Συνοπτικά, θα έλεγα πως η gangsta ραπ αποτελεί κατά κάποιον τρόπο την ακραία έκφανση της αρρενωπότητας. Ωστόσο, αυτή η αρρενωπότητα δεν εκφράζεται ιδεολογικά, δηλαδή δεν είναι καταστατικά σεξιστική, όπως στις περιπτώσεις των θρησκειών, όπου ορίζεται από θέση αρχής ότι η γυναίκα είναι κατώτερη από τον άντρα. Περισσότερο αυτή η αρρενωπότητα, νομίζω, πως εκφράζεται ως μηχανισμός άμυνας ενός κομματιού μιας κοινότητας, δηλαδή της κοινότητας της μαύρης εργατικής τάξης, ως απάντηση απέναντι στον ρατσισμό και την ταξική βία που δέχονταν και δέχονται.

Πιο απλά, νομίζω πως για έναν νεαρό μαύρο της δεκαετίας του ’80 ήταν αρκετά εύκολο να «υποχωρήσει» μέσα στην αρρενωπότητά του για να οχυρωθεί απέναντι στη βία που δεχόταν από το εξωτερικό της κοινότητας (αστυνομία, δικαστικό σύστημα, διάχυτο ρατσισμό). Δηλαδή, υπήρχε η ανάγκη να χτιστεί ένα «παραμύθι» σκληράδας και μαγκιάς που θα πήγαινε κόντρα στο κυρίαρχο αφήγημα που τον ήθελε κατώτερο λόγω του χρώματός του και της ταξικής του θέσης (της φτώχειας του δηλαδή). Και νομίζω πως βγάζει νόημα αυτή η ανάλυση και για το σήμερα.

Η αρρενωπότητα αποτελεί μια βεβαιότητα όχι μόνο για τον ράπερ αλλά και για πολλούς άντρες, καθώς είναι ένα πράγμα που θεωρούμε ότι δεν μπορεί να μας το «στερήσει» κανείς, σε αντίθεση με τον μισθό, τη θέση εργασίας, το σπίτι μας κ.λπ.

— Πόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε η γλώσσα του δρόμου για τους στίχους;
Νομίζω πως η γλώσσα είναι βασικό στοιχείο για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η αυθεντικότητα που δίνεται στην αφήγηση. Πιστεύω πως αυτό είναι αρκετά αυτονόητο. Ο δεύτερος λόγος είναι συγκεκριμένα η χρήση ιδιωμάτων και λέξεων από τη μαύρη κοινότητα στα κομμάτια.

Για παράδειγμα, η φαινομενικά «εσφαλμένη» χρήση χρόνων (I been around the block, αντί για I have been) απαντά σε αυτό που στη γλωσσολογία ονομάζουμε African American English. Δηλαδή, αυτά τα ιδιώματα που χρησιμοποιούνται κατά κόρον στη ραπ έχουν καταγραφεί ως διαφορετικό γλωσσικό σύστημα, το οποίο, φυσικά, έχει τις ρίζες του και σε προγενέστερα μουσικά είδη όπως τα μπλουζ ή η φανκ, που αποτέλεσαν και τους προγόνους της ραπ.

— Πώς συνδέεται ο σεξισμός στους στίχους με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που ζούσε ένας ράπερ;
Αυτό για τον σεξισμό νομίζω ότι το απάντησα ήδη. Στο κομμάτι της μαύρης φυλής γενικώς –εξ όσων έχω διαβάσει, δεν απαντάω ως ειδήμων– νομίζω πως το περίεργο ήταν ότι βλέπαμε να αναπαράγεται μια καταπιεστική συνθήκη στο εσωτερικό μιας καταπιεσμένης κοινότητας από τους ίδιους τους καταπιεσμένους.

Αυτό νομίζω πως έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον που αν καταφέρουμε να το ξεκλειδώσουμε θα δούμε και αρκετές αντιστοιχίες με το σήμερα, ακόμα και με τη δική μας κατάσταση. Γιατί οι καταπιεσμένοι, αντί να παλεύουν για ισότητα σε όλα τα πεδία, καταλήγουν να αναπαράγουν την καταπίεση που βιώνουν, σε άλλους καταπιεσμένους;

— Γιατί;
Νομίζω ότι ο βασικός λόγος –κι αυτό το βλέπουμε και στη μαύρη κοινότητα και αποτυπώνεται με τέτοιον τρόπο και στη ραπ– είναι επειδή πολλές φορές είναι κάπως πιο εύκολη λύση το να στρέψεις την οργή σου και την καταπίεσή σου προς τον πιο καταπιεσμένο, τον πιο εξαθλιωμένο από σένα, αυτόν που βρίσκεται δηλαδή σε χειρότερη κοινωνική θέση, από το να τη στρέψεις προς τα πάνω. Και νομίζω ότι αυτό με έναν τρόπο καλλιεργείται κιόλας στις κοινωνίες για να υπάρχει διχόνοια και να μην υπάρχει ενότητα, αλληλεγγύη κ.λπ., η οποία δημιουργεί και ένα άλλο παράδειγμα. 

Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ Facebook Twitter
Θα έλεγα πως οι μεγάλες δισκογραφικές έχουν αρκετά μεγάλο μερίδιο ευθύνης, ίσως και το μεγαλύτερο. Αρχικά, αυτές ελέγχουν και ορίζουν τι φτάνει στα αυτιά των ακροατών και του κοινού. Και φυσικά, εκεί όπου μπαίνει το κέρδος σταματάνε να μπαίνουν τα φίλτρα. Νομίζω πως αυτό το βλέπουμε και σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Φωτ.: Γιώργος Σχοινάς

— Πόσο μεγάλη ευθύνη έχουν οι εταιρείες για την κατάσταση που δημιουργήθηκε μόλις η ραπ άρχισε να γίνεται mainstream;
Θα έλεγα πως οι μεγάλες δισκογραφικές έχουν αρκετά μεγάλο μερίδιο ευθύνης, ίσως και το μεγαλύτερο. Αρχικά, αυτές ελέγχουν και ορίζουν τι φτάνει στ' αυτιά των ακροατών και του κοινού. Και φυσικά, εκεί όπου μπαίνει το κέρδος, σταματάνε να μπαίνουν τα φίλτρα. Νομίζω πως αυτό το βλέπουμε και σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Οι δισκογραφικές ήταν που αποφάσισαν ότι αυτό που θέλει να ακούει το κοινό, μαζικά, δεν ήταν ας πούμε οι πολιτικά και κοινωνικά φορτισμένοι στίχοι (υπάρχουν και εξαιρέσεις βέβαια) αλλά μια καρικατούρα της εικόνας του ράπερ, ένας gangsta με σχεδόν υπεράνθρωπα χαρακτηριστικά, ή η καρικατούρα μιας γυναίκας με χαρακτηριστικά Barbie.

Εδώ προφανώς ανοίγει μια ευρύτερη κουβέντα σε σχέση και με το πόσο μεγάλη ευθύνη έχουν οι ράπερ γι' αυτά που λένε και γράφουν, ωστόσο στη ζυγαριά νομίζω πως η ευθύνη βαραίνει περισσότερο τις εταιρείες, γιατί ο/η ράπερ φοβάται ότι αν δεν χιτάρει και δεν ακολουθήσει τις οδηγίες της δισκογραφικής, θα καταλήξει χωρίς δουλειά.

— Να πούμε εδώ ότι μια εταιρεία παλιότερα έκανε αυστηρό moderating και δεν άφηνε να ακουστούν κάποια πράγματα στους στίχους, και δεν αναφέρομαι μόνο στη ραπ. Η απόλυτη ελευθερία που είχαν οι καλλιτέχνες χωρίς εταιρεία –οι περισσότεροι καλλιτέχνες της νέας ραπ ξεκίνησαν να κυκλοφορούν μουσική σε πολύ μικρή εταιρεία και χωρίς κάποιον να τους ελέγχει– δημιούργησε σε πολύ κόσμο την αίσθηση ότι στη νέα ραπ υπάρχει ασυδοσία και ο καθένας λέει ό,τι του κατέβει.
Θεωρώ ότι ιδανικά αυτοί που θα έπρεπε να λένε στους ράπερ και στις ράπερ να προσέχουν τι λένε, να τους κάνουν moderate, είναι το κοινό, η κοινότητα. Δηλαδή για μένα αυτό είναι το ιδανικό, να μεταφέρει ο καλλιτέχνης το μήνυμά του, τη μουσική του στο κοινό και στην κοινότητα και να παίρνει το feedback από αυτούς. Και αυτοί να του λένε «όπα φίλε, αυτό που έγραψες είναι μαλακία, δεν είναι σωστό, είναι προσβλητικό» ή «αυτό που έγραψες είναι γαμάτο» και να υπάρχει αυτή η ανταλλαγή, γιατί σε αυτούς απευθύνεται αυτό το μήνυμα και αυτή η μουσική.

Το moderating από τις εταιρείες τις περισσότερες φορές δεν λειτουργεί υπέρ του καλλιτέχνη, γίνεται με βάση το τι θα είναι επικερδές και τι όχι, τι θα χιτάρει, και κυρίως γίνεται από ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν ακριβώς ως γνώμονα τη μουσική και την κουλτούρα αλλά τη διατήρηση της θέσης τους στην εταιρεία, είτε το pr-ιλίκι, με πολύ στενούς όρους κέρδους.

Θέλω να αντιπαραβάλω το παράδειγμα της Rhymesayers Entertainment από την Αμερική, της εταιρείας που έκαναν οι Atmosphere, η οποία αποτελείται μόνο από ράπερ και παραγωγούς και έχει οριζόντια δομή, δηλαδή πληρώνονται όλοι το ίδιο με έναν τρόπο και τα κέρδη τροφοδοτούν τα άλμπουμ άλλων καλλιτεχνών. Είναι ένα πολύ διαφορετικό μοντέλο από το να έχεις έναν πλούσιο CEO που άνοιξε μια εταιρεία, έβαλε και πέντε τύπους να κάνουν pr-ιλίκια που έχουν μεταπτυχιακά σε οικονομικά από πανεπιστήμια του Λονδίνου, αλλά μέχρι εκεί, δεν τους απασχολεί ούτε η τέχνη ούτε η κουλτούρα. Δεν τους απασχολεί η ραπ, δεν τους απασχολούν τα κοινωνικά μηνύματα, τίποτε από αυτά, τους απασχολεί απλώς πώς θα βγει το «κασέρι». Είναι και πισωγύρισμα, για πολλά χρόνια δεν υπήρχαν εταιρείες στη ραπ, πρόσφατα μπήκαν ξανά οι δισκογραφικές στο παιχνίδι.       

— Η ρατσιστική βία και η συσπείρωση που έφερε σε ομάδες καταπιεσμένων –κάθε μορφής καταπίεσης– τι ρόλο έπαιξε στη γυναικεία χειραφέτηση και στους στίχους των γυναικών ράπερ; Βοήθησε αυτό καθόλου να δημιουργηθεί αντιρατσιστικό κίνημα στους στίχους ή μήπως η οργή κατέληγε πάλι σε ένα σεξιστικό και ομοφοβικό παραλήρημα;
Νομίζω πως έγιναν και τα δύο. Δηλαδή υπήρχαν περιπτώσεις όπου η οργή για την φυλετική ανισότητα και την ταξική καταπίεση βοήθησε να δημιουργηθεί και ένα δυνατό αντιρατσιστικό πλαίσιο στη ραπ και ταυτόχρονα, σε άλλες περιπτώσεις, να καταλήξει αυτή η οργή να εκτοξεύεται κάπως τυφλά εναντίον όλων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ιστορικά η ραπ είναι αντιρατσιστική μουσική και αντι-μπατσική.

Αυτοί οι δύο πυρήνες παραμένουν ακόμα και σήμερα αναλλοίωτοι, σχεδόν σαν απαράβατοι κανόνες. Δηλαδή αν βγει κάποιος ράπερ και κυκλοφορήσει ένα κομμάτι με ρατσιστικό περιεχόμενο ή για την υποστήριξη της αστυνομίας π.χ., θα φάει ακραίο hate. Και ορθώς, νομίζω, γιατί αυτοί οι δυο πυρήνες είναι και αυτοί που έχουν δώσει στη ραπ τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.

Από κει και πέρα, σίγουρα, οι θεωρίες μαύρων φεμινιστριών, αγωνιστών και ακτιβιστών των δεκαετιών του ’60 και του ’70 για την απελευθέρωση των μαύρων σίγουρα ενέπνευσαν πληθώρα ράπερ και συνεχίζουν ακόμη και σήμερα. Οι Πάνθηρες, ο Malcolm X, ο King, ο Garvey, η Angela Davis, έχουν εμπνεύσει πάρα πολλούς και πάρα πολλές ράπερ, από τους πιο underground (όπως ο Paris) μέχρι και τους πιο mainstream (όπως οι Public Enemy, o Kendrick Lamar, η Queen Latifah, ο Jay Z και πάει λέγοντας).

Ωστόσο, επειδή στη ραπ, όπως και στην κοινωνία, κυριαρχούν και οι αντιφάσεις, μπορείς να δεις έναν ράπερ να λέει έναν στίχο που μιλάει για την απελευθέρωση των μαύρων στο ένα κουπλέ και στο επόμενο να αποκαλεί τους μπάτσους αδερφές. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα νομίζω, δεν αποτελούμε εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Είναι, δυστυχώς, οι μεγάλες αντιφάσεις της ραπ.

Kendrick Lamar - Father Time ft. Sampha 

— Να σχολιάσουμε λίγο αυτό που αναλύει ο Kendrick Lamar στον τελευταίο δίσκο του, την ταυτότητα του φύλου την εποχή της πατριαρχίας, ότι ήταν αδιανόητο για ένα αγόρι να μεγαλώνει χωρίς να ωθείται από μικρό να είναι «γαμιάς» και να μην έχει κοπάδι από γκόμενες. Είναι και κάποιου είδους άμυνα ο σεξιστικός στίχος για έναν νεαρό ράπερ… 
Νομίζω πως ο Kendrick το πιάνει τέλεια αυτό το θέμα και συνδέεται και με αυτό που είπα νωρίτερα. Η ταυτότητα του «γαμιά», του σκληρού, λειτουργεί ως μηχανισμός άμυνας απέναντι σε ένα σύστημα που σε κάνει να νιώθεις μικρός, αδύναμος και ασήμαντος.

Ταυτόχρονα αποτελεί και μια προειδοποίηση απέναντι σε αυτούς που «έρχονται να φάνε το ψωμί σου» και να απειλήσουν την οικονομική σου σταθερότητα. Το «μην τα βάζεις μαζί μου γιατί θα γαμηθείς» λειτουργεί ως τονωτικό για τον ίδιο τον εαυτό αλλά και αποτρεπτικά για τους ενδεχόμενους αντιπάλους. Είναι, δηλαδή, κομμάτι μιας πολεμικής διαδικασίας.

— Αυτή η άμυνα είναι πολύ εύκολο να παρερμηνευτεί γιατί φαίνεται πάντα ως επίθεση.
Αυτή η διαδικασία, η οχύρωση –δεν θα την έλεγα άμυνα– γίνεται από ανάγκη. Οχυρώνεται ο άλλος επειδή έχει στο μυαλό του ότι απειλείται με έναν τρόπο σε όλη του τη ζωή, από τη φτώχεια, τον ρατσισμό, την καταστολή, από άλλους πιτσιρικάδες που είναι αγρίμια επειδή μεγαλώνουν σε αντιφατικές συνθήκες· προσπαθεί να οχυρώσει την ταυτότητά του και να φτιάξει μια πανοπλία από γυαλί στην ουσία. Είναι πολύ εύθραυστη αυτή η αρρενωπότητα και μπορεί εύκολα να θρυμματιστεί.

Γιατί μην ξεχνάμε ότι η αρρενωπότητα είναι από τα πράγματα που εμείς τα αγόρια τα μαθαίνουμε απ' όταν είμαστε βρέφη και τα κουβαλάμε μέχρι να πεθάνουμε. Είναι ένα πράγμα πολύ κατασκευασμένο το οποίο δημιουργείται μέσα μας από ένα σωρό παράγοντες, την οικογένεια, το σχολείο, τους φίλους, την κουλτούρα, τα media, ό,τι υπάρχει στην κοινωνία που παράγει αυτό το πράγμα. Αλλά ταυτόχρονα δεν πατάει και πουθενά, δεν είναι πραγματικό, δεν είναι το χρώμα του δέρματός μου, το χρώμα των ματιών μου, το χρώμα των μαλλιών μου, δεν είναι η σωματική μου διάπλαση, είναι πράγματα που υπάρχουν στο μυαλό ή πράγματα που υπάρχουν στις συμπεριφορές. Που μαθαίνονται, και άρα ξεμαθαίνονται.

Ludacris - Move B***H ft. Mystikal, I-20

— Το σεξ στη ραπ ήταν και είναι ένα μεγάλο όπλο, έχει σημασία η εποχή και ο τρόπος που το χρησιμοποιείς για να χαρακτηριστείς ανά εποχή. Γιατί οι ράπερ στοχοποιήθηκαν από την αρχή, ενώ στα ’60s και στα ’70s οι ροκάδες που είχαν δεκάδες ανήλικες γκρούπις και έλεγαν τα ίδια, έστω και καλυμμένα στους στίχους τους, ήταν και είναι ακόμα ok;
Λοιπόν, αυτή είναι μια ερώτηση που ανυπομονούσα να μου κάνει κάποιος. Η αλήθεια είναι ότι η κριτική στη ραπ γύρω από το πόσο πολύ προσβάλλει τα ήθη της εποχής, πόσο σεξιστική είναι κλπ. δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπάρχει ήδη από τη δεκαετία του ’80 με τις απόπειρες φίμωσης της σκηνής, την περίπτωση της λογοκρισίας των N.W.A., των Three 6 Mafia, των Body Count και του Ice-T (παρόλο που δεν ήταν ραπ σχήμα, αλλά καταχωρίσθηκαν ως τέτοιο επειδή ήταν μαύροι).

Όλα αυτά, εξ όσων έχω μελετήσει πάλι (και είναι πολλά αυτά που έχω διαβάσει, αλήθεια), έχουν να κάνουν με μια ευρύτερη προσπάθεια της συστημικής λευκής αμερικανικής ελίτ να αποδοθούν ευθύνες στις μαύρες κοινότητες για τη διαφθορά της λευκής νεολαίας.

Πιο απλά, η ραπ ήταν ο εύκολος στόχος για να «δέσει» το επιχείρημα που έλεγαν ότι οι μαύρες κοινότητες της Αμερικής ήταν επικίνδυνες και κατώτερες επειδή παρήγαν ένα πολιτισμικό είδος τόσο αποκρουστικό και χαμηλού επιπέδου. Μιλούσαν για ναρκωτικά, βία και υπονόμευαν τις γυναίκες. Ιστορικά αυτό δεν ξεκινάει καν από τη ραπ. Ξεκινάει από τα μπλουζ και ορισμένα παρακλάδια της τζαζ, όπου επίσης οι λευκοί έλεγαν τα ίδια, ότι αυτές οι μουσικές διαφθείρουν τη λευκή νεολαία επειδή πηγαίνει και χορεύει, άρα συνυπάρχει με τους μαύρους, που ήταν κατώτεροι. Αυτή η κριτική που γίνεται τώρα αποτελεί μια εξευγενισμένη και εξελιγμένη κριτική εκείνης της κριτικής.

Αν μπλέξουμε εδώ και τα στοιχεία του ηθικού πανικού, που πάλι έχουν συστημικά αίτια, γιατί βολεύει ο πληθυσμός να είναι συνεχώς σε κατάσταση επιφυλακής και αγχωμένος για να μπορούν κάποιοι να πουλάνε ασφάλεια και σταθερότητα (χώρια από τα υψηλά νούμερα τηλεθέασης), η κατάσταση γίνεται εκρηκτική. Φυσικά τα ίδια γίνονται και με άλλα μουσικά είδη (όχι στον ίδιο βαθμό, αλλά κοντά). Ας θυμηθούμε τι έλεγαν για τη μέταλ και τον σατανισμό, για την πανκ και τη βία και πάει λέγοντας.

Ωστόσο, διαχρονικά η ραπ αποτελεί τον εύκολο στόχο, επειδή είναι δημοφιλής, επειδή την ακούει κυρίως νεολαία και επειδή υπάρχει η αντίληψη σε πολλούς πως δεν αποτελεί μουσική, αφού δεν μπλέκονται παραδοσιακές μέθοδοι παραγωγής μουσικής (όργανα, ωδεία, μπάντες κ.λπ.).

Στο ελληνικό πεδίο, δεν μπορούμε σίγουρα να μιλήσουμε για τη ρατσιστική καταγωγή αυτής της κριτικής, ωστόσο μπορούμε να πούμε, νομίζω, πως η ραπ ενοχλεί επειδή μουσικά είναι κάπως «αντισυστημική». Όχι αντισυστημική με την έννοια την πολιτική αλλά πρακτικά. Δηλαδή δεν είχε πολλά πάρε-δώσε με δισκογραφικές, ραδιόφωνα, τηλεοπτικές εκπομπές, συστημικά έντυπα κ.λπ. Και φυσικά υπάρχει πάντα ο παράγοντας που λέει ότι είναι προτιμότερο να εστιάσουμε στο σύμπτωμα πάρα στην αιτία του προβλήματος.

Δηλαδή είναι προτιμότερο να πούμε ότι π.χ. μια  συμμορία από ανήλικα κάνει κτηνώδη πράγματα (αναφέρομαι στην περίπτωση των παιδιών που βίασαν συμμαθητή τους) επειδή «ήθελαν να γυρίσουν ένα τραπ βίντεο κλιπ» και όχι επειδή στην κοινωνία όπου ζούμε, λόγω πατριαρχίας, ο βιασμός σε πολλές περιπτώσεις δεν θεωρείται και τόσο μεμπτός αλλά σημάδι επιβολής και κυριαρχίας. Ή, αντίστοιχα, θυμάμαι κάτι clickbait άρθρα που έλεγαν για έναν «γνωστό τράπερ» που πάλι βίασε μια κοπέλα, και δεν ήταν ούτε γνωστός ούτε τράπερ. Και το κυριότερο, δεν βίασε επειδή ήταν ράπερ ή τράπερ, δεν ήταν αυτή η ιδιότητά του. Ήταν βιαστής, ήταν ακραία σεξιστής και μισογύνης. Αυτό ήταν που τον έκανε να βιάσει, όχι το ότι ήταν «ράπερ. Αλλά, όπως είπαμε, βολεύει να κοιτάμε το σύμπτωμα και όχι την αιτία. Γιατί αν κοιτάξουμε την αιτία, θα αναγκαστούμε να πάρουμε θέση και αυτό δεν το θέλει κανείς.

N.W.A. - «A bitch iz a bitch»

— Να σταθούμε λίγο περισσότερο στο πόσο κατασκευασμένη είναι η αρρενωπότητα στη σημερινή ραπ.
Η αρρενωπότητα ή, έστω, κάποιες πτυχές της θεωρώ πως καταστατικά αποτελεί κατασκευασμένη ταυτότητα. Δεν είναι κάτι έμφυτο, κάτι που ενυπάρχει στον άνθρωπο από τη γέννησή του, αλλά περισσότερο κάτι που μαθαίνει ο άνθρωπος στη διάρκεια της ζωής του· αυτό που λέμε για την κοινωνική κατασκευή του φύλου, ότι υπάρχουν χαρακτηριστικά τα οποία μαθαίνονται μέσα από τις κοινωνικές νόρμες, την επανάληψη και τους θεσμούς που τα επιβάλλουν. Δεν είναι κάτι φυσικό, όπως το χρώμα των ματιών ή το χρώμα του δέρματος, αλλά ένα σύνολο συμπεριφορών που μεταβιβάζεται από το σύνολο στο άτομο.

Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, είναι πλήρως κατασκευασμένη. Ταυτόχρονα, στις απαρχές της ραπ, η αρρενωπότητα ήταν απαραίτητο εργαλείο για τους λόγους που ανέφερα. Επειδή ακριβώς όμως αυτό «έπιασε» εμπορικά, δηλαδή πούλησε πολύ αυτού του είδους η ταυτότητα, επιβιώνει μέχρι σήμερα και θα συνεχίσει να επιβιώνει όσο πουλάει ή μέχρι να αντικατασταθεί από κάτι άλλο.

— Γιατί εντοπίζεται τόσο έντονα το πρόβλημα στην ελληνική ραπ (στην τραπ); Ακούγονται πιο βαριές κάποιες λέξεις απ' ό,τι στα αγγλικά ή ακούγονται πιο κατασκευασμένοι και επιτηδευμένα σεξιστικοί οι στίχοι επειδή είναι διαφορετικά το background ενός μαύρου στην Αμερική και ενός καλλιτέχνη από τη Θεσσαλονίκη π.χ.;
Σε σχέση με τις διαφορές αμερικανικής και ελληνικής σκηνής, δεν νομίζω πως στην ελληνική σκηνή είναι πιο ακραία η κατάσταση απ’ ό,τι στην αμερικανική. Δηλαδή, αν βάλουμε κάτω στίχους των Rick Ross, Young Thug, Future ή ακόμα και πιο παλιών ράπερ αν θες, όπως ο Biggie, o DMX, o Eazy, και τους συγκρίνουμε με στίχους από ράπερ της Capital ή της Madhouse (αναφέρομαι μόνο στο κομμάτι που έχει να κάνει με τον σεξισμό και όχι ευρύτερα στιχουργικά), δεν θεωρώ ότι υπάρχουν τρομερές διαφορές. Νομίζω, μάλιστα, πως πολλά από τα ιερά τέρατα της αμερικανικής ραπ έχουν πει τρισχειρότερα πράγματα που αν τα μεταφράζαμε στα ελληνικά, μπορεί να μας έπεφταν τα αυτιά.

Ωστόσο, αυτά τα πράγματα έχουν να κάνουν και με μια θεατρικότητα, με την ανάγκη του ράπερ να υιοθετεί μια ταυτότητα και να υποδύεται έναν χαρακτήρα, μια περσόνα που θέλει να προκαλεί με κάθε τρόπο. Υπάρχει το shocking value δηλαδή. Από κει και πέρα, μπορεί όντως σε πολλές περιπτώσεις οι στίχοι να μας φαίνονται επιτηδευμένοι και κατασκευασμένοι σε μεγάλο βαθμό, γιατί όντως υπάρχει και μια κουλτούρα αυτούσιας μεταφοράς από τα αμερικανική δεδομένα στα ελληνικά, κι αυτό είναι διαφορετικό από το να πεις ότι οι καλλιτέχνες εμπνέονται ή αντιγράφουν με κάποιον τρόπο. Νομίζω πως υπάρχει αυτό σε μεγάλο βαθμό και έχει να κάνει με την κουλτούρα του να «χιτάρεις», δηλαδή το να βγάλεις τραγούδια και να ακολουθήσεις την πεπατημένη και όχι να προσπαθήσεις να δώσεις το δικό σου στίγμα.

Φυσικά εδώ μπλέκονται, νομίζω, και οι δισκογραφικές, που δύσκολα θα δώσουν ευκαιρία σε κάποιον να πειραματιστεί και να επιχειρήσει βρει το δικό του περιεχόμενο και τη δική του ταυτότητα. Προτιμούν τον δρόμο των hits γιατί είναι εγγυημένα views και λεφτά.

DMX - «Where the hood At?» (Dirty)

— Να σχολιάσουμε λίγο την απενοχοποίηση των λέξεων, ειδικά ό,τι έχει σχέση με το σεξ, από τους millennials και τη γενιά Z. Eίναι η πρώτη φορά που δεν υπάρχει καμία αυτολογοκρισία σε όσα λένε στα τραγούδια, ραπάρουν όπως ακριβώς μιλάνε. Δεν είναι μόνο το shocking value, και δεν αναφέρομαι σε ό,τι θεωρείται σεξιστικό ή κακοποιητικό ακούγεται, αλλά και η συναίσθηση που έχουν για το τι είναι «κακή» λέξη.
Οι millennials και η Gen Z έχουν έναν πιο απενοχοποιημένο τρόπο να κάνουν μουσική, να εκφράζονται, αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Και κοινωνικά άμα το δεις, αυτά τα παιδιά είναι πιο απελευθερωμένα όσον αφορά διάφορα πράγματα σε σχέση με παλιότερες γενιές, ως προς το φύλο και τη σεξουαλικότητα, πολλές φορές και πράγματα ευρύτερα πολιτικά, και ως προς τον ρατσισμό και την αδικία. Δεν είναι η νεολαία αυτό που παρουσιάζουν τα κανάλια, οι συμμορίες στον Κολωνό και τέτοια. Δεν είναι καθολικός κανόνας αυτό, ίσα-ίσα νομίζω ότι είναι κάπως καλύτερα τα πράγματα απ' ό,τι ήταν παλιότερα, όσο μεγάλωνα εγώ και οι μεγαλύτεροι από μένα.

Αυτό, φυσικά, αποτυπώνεται και στους στίχους, υπάρχει μεγάλη στροφή σε μια πιο ερωτική διάθεση, η οποία είναι κάπως πιο απελευθερωμένη από αυτά τα βαρίδια του παρελθόντος που είναι πιο συντηρητικά. Το μόνο που ενδιέφερε έναν ράπερ ήταν το πώς θα γαμήσει και θα κάνει τις κοπέλες να ουρλιάζουν.

Πλέον αυτό γίνεται και από τις γυναίκες, υπάρχουν κοπέλες την τελευταία δεκαετία που ραπάρουν και εδώ και στην Αμερική οι οποίες συμβάλλουν κι αυτές με τον τρόπο τους στην απενοχοποίηση της σεξουαλικότητας και της σεξουαλικής πράξης καθ’ αυτή. Και αυτό, όσο προχωράμε, θα πηγαίνει και παραπέρα, θα γίνεται όλο και πιο κοινό, όλο και λιγότερο ταμπού, όλο και πιο κοινωνικό με έναν τρόπο. 

Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από την καραντίνα και μετά, έχει γίνει μια μεγάλη έκρηξη και πάρα πολλές κοπέλες έχουν αρχίσει να ασχολούνται με τη ραπ. Θεωρώ πως και μόνο το βήμα που γίνεται, δηλαδή το να πιάσουν μικρόφωνο και να αποκτήσουν φωνή σε ένα αρκετά ανδροκρατούμενο σπορ, είναι χαρακτηριστικό ενδυνάμωσης από μόνο του. 

— Τι γίνεται με τους μαύρους καλλιτέχνες στην Ελλάδα; Δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η καταγωγή και οι καταστάσεις που έχει ζήσει κάθε ράπερ;
Οι μαύροι και οι μαύρες καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες στην Ελλάδα είναι ένα κομμάτι που θα ήθελα πάρα πολύ να πιάσω, δυστυχώς είμαι μακριά από την Αθήνα, όπου είναι συγκεντρωμένοι όλοι, ωστόσο νομίζω ότι υπάρχει σιγά-σιγά μια αφρο-ελληνική τάση που διαμορφώνεται τόσο στη ραπ όσο και ευρύτερα σε μουσικά είδη κοντά σε αυτήν, π.χ. στο φανκ.

Θα είχε πολύ ενδιαφέρον, κυρίως για την εξέλιξη της σκηνής, να δούμε ποιες είναι οι εμπειρίες όχι μόνο των μαύρων Ελλήνων ράπερ αλλά και συνολικά των παιδιών δεύτερης ή τρίτης γενιάς μεταναστών που ασχολούνται με τη ραπ, που νομίζω πως πλέον είναι αρκετά περισσότεροι απ' όσο πριν από δέκα η δεκαπέντε χρόνια. Πιστεύω πως θα ξεκλειδωθούν αρκετά πράγματα από μια τέτοια κουβέντα και μια τέτοια εμπειρία, επειδή θα μπει ξανά στον πυρήνα της ελληνικής ραπ το ζήτημα του ρατσισμού και του αντι-ρατσισμού.

— Γιατί ρίχνουν κυρίως το βάρος στον σεξισμό και όχι στο ομοφοβικό στοιχείο; Και δεν αναφέρομαι μόνο στην τραπ. 
Σε σχέση με το αν υπερισχύει ο μισογυνισμός ή η ομοφοβία θα πω το εξής. Ως έναν βαθμό ο μισογυνισμός θεωρείται ορθώς κατακριτέος σήμερα, επειδή τα τελευταία χρόνια υπάρχει αυτή η τεράστια καταγεγραμμένη αύξηση σε γυναικοκτονίες, βιασμούς, περιστατικά έμφυλης βίας και νομίζω πως όντως ένα υγιές κομμάτι της κοινωνίας ορθώνει το ανάστημά του και πιέζει με τον τρόπο του ώστε να καταδικάζεται αυτού του είδους η ρητορική.

Δεν έχει συμβεί το ίδιο στο κομμάτι της ομοφοβίας, γιατί δυστυχώς (χωρίς βέβαια να έχω ιδιαίτερη εμπειρία, καθαρά ως παρατηρητής μιλάω) οι γκέι, οι λεσβίες και γενικώς τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα ακόμα θεωρούνται ως κάτι «μη κανονικό», ιδιαίτερα από θεσμούς που ασκούν εξουσία στην κοινωνία, οπότε αυτή η αντίληψη καθρεφτίζεται και στη βάση.

Επομένως, μπορεί να ενοχλεί περισσότερο η προβληματική ρητορική ή η προβληματική συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες, ενώ σε άλλα άτομα με διαφορετική σεξουαλικότητα ή άλλο φύλο το ίδιο ακριβώς να θεωρείται ως νορμάλ. Όπως είπαμε, αυτού του είδους οι αντιλήψεις, που πάνε από πάνω προς τα κάτω, αντανακλώνται και στη βάση της κοινωνίας και αυτή είναι που παράγει και καταναλώνει σε μεγάλο βαθμό τη ραπ.

Eazy E - Boyz-n-the-Hood

— Queer rap δεν είχαμε καθόλου στην Ελλάδα, τελευταία όμως ότι κάτι γίνεται, κι ας μην είναι ακόμα μαζικό.
Στο mainstream επίπεδο δεν υπάρχει, αλλά υπάρχουν αρκετά παιδιά που ραπάρουν σε αυτό το πλαίσιο που είναι πιο DIY, πιο αναρχικό, η Dolly Vara π.χ. Είναι δυνατές παρουσίες, αλλά έχουν ακόμα πολύ μικρούς κύκλους επιρροής. Σιγά-σιγά, όσο θα εμφανίζεται κόσμος που θα ακούει αυτήν τη μουσική, πιτσιρικαρία, σε τρία-τέσσερα χρόνια, μπορεί και λιγότερο, θα πιάσουν κι αυτοί μικρόφωνο και θα κατευθυνθούν σε κάτι πιο mainstream. Κάπως έτσι πάει κιόλας. Μην ξεχνάμε την περίπτωση του Lil Nas X στην Αμερική.

— Γιατί δεν έχουμε τόσο δυνατές γυναικείες φωνές στην ελληνική ραπ; Δεν έχει υπάρξει ισχυρός αντίλογος στην Ελλάδα, οι γυναίκες ράπερ συνήθως μιλάνε για πιο κοινωνικά θέματα, αλλά όχι για το φύλο τους. 
Εδώ θα διαφωνήσω λίγο. Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από την καραντίνα και μετά, έχει γίνει μια μεγάλη έκρηξη και πάρα πολλές κοπέλες έχουν αρχίσει να ασχολούνται με τη ραπ. Θεωρώ πως και μόνο το βήμα που γίνεται, δηλαδή το να πιάσουν μικρόφωνο και να αποκτήσουν φωνή σε ένα αρκετά ανδροκρατούμενο σπορ, είναι χαρακτηριστικό ενδυνάμωσης από μόνο του. Μπορεί να μην αρκούν προς το παρόν, αλλά νομίζω πως τα επόμενα χρόνια ο αριθμός τους θα πολλαπλασιαστεί και θα ανοιχτεί ο χώρος στη σκηνή να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους, το φύλο τους, τη σεξουαλικότητά τους, την καταπίεση που μπορεί να έχουν δεχτεί ή να δέχονται ήδη.

Επίσης, στους πιο πολιτικοποιημένους κύκλους υπάρχουν και μουσικά σχήματα που αποτελούνται αμιγώς από γυναίκες και η θεματολογία τους είναι αυστηρά γύρω από το φύλο τους και ό,τι εκπορεύεται από αυτό. Και εκεί, με τον τρόπο τους, νομίζω πως θα εμπνεύσουν τις κοπέλες του σήμερα να πιάσουν το μικρόφωνο, τις κονσόλες και τους μείκτες αύριο και να παράγουν μουσική και λόγο σχετικά με τα βιώματά τους. Είναι, δηλαδή, μια κατάσταση εν κινήσει η οποία θα δώσει, αλλά στο μέλλον.

— Γιατί δεν έχουν ασχοληθεί όσο θα έπρεπε με τη ραπ στην Ελλάδα σε θεωρητικό επίπεδο; Γιατί δεν έχουν γραφτεί βιβλία;
Όσο έγραφα το βιβλίο, έψαχνα να διαβάσω γενικά και βρήκα πολλά βιβλία και papers που ήθελα, σχεδόν τριψήφιο αριθμό, αλλά όλα ξένα. Στην Ελλάδα κατάφερα να βρω μόνο δύο βιβλία, το «Hip hop δεν σταματά» του Χρήστου Τερζίδη, που είναι πολύ παλιό, του 2003, κι ένα ακόμα βιβλίο που είχε βγει από το Τεφλόν, το «Bring the Noise», μια συλλογή μεταφρασμένων κειμένων για το χιπ-χοπ. Δεν υπήρχε κάτι άλλο, γι’ αυτό έγραψα και το βιβλίο, για να γίνει ένα πρώτο βήμα και να αρχίσει ο κόσμος να ασχολείται, να ξεκινήσει αυτή η κουβέντα.

Στην Ελλάδα η ραπ μόνο την τελευταία δεκαετία ξεκίνησε να λογίζεται σοβαρά από τον κόσμο ως ένα πολιτισμικό ρεύμα με ιστορία, καταβολές, κοινωνικές ρίζες, περιεχόμενο κλπ. Μέχρι τότε θεωρούνταν μια τάση που αφορούσε μόνο τη νεολαία και ήταν και λίγο καρικατούρα και λίγο αμερικανιά. Δεν θεωρούσαν ότι είχε τόσο σοβαρές ρίζες όσο το ροκ, ή το ρεμπέτικο, ή το έντεχνο, ή οτιδήποτε άλλο. Νομίζω ότι αυτά κατέρρευσαν λίγο γιατί ξεκίνησε να βλέπει πλέον ο κόσμος ότι είναι το Νο 1 στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή και ότι παίζει χωρίς αντίπαλο. Είναι αυτό που βρίσκεται στα ακουστικά του περισσότερου κόσμου. Οπότε νομίζω ότι σιγά-σιγά αποφασίζει να ασχοληθεί ο κόσμος λίγο παραπάνω και να γράψει γύρω από αυτό και να του αφιερώσει και συζήτηση και έρευνα και τη θέση που του αξίζει.

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

λεξ

Portraits 2023 / ΛΕΞ: «Δεν είμαι μπίτνικ ποιητής, είμαι ράπερ και μου αρέσει»

Ένα τρίτο προσωπικό άλμπουμ που ασχολήθηκαν μαζί του ακόμα και άνθρωποι που δεν ακούνε ραπ και δύο συναυλίες με ρεκόρ εισιτηρίων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ήταν αρκετά για να κάνουν τον ΛΕΞ τον καλλιτέχνη της χρονιάς. Ο ΛΕΞ ήταν όμως πάντα ψηλά στο ελληνικό ραπ και είναι πάντα ο ίδιος.
M. HULOT
ATC NICO

Μουσική / ATC Nico: «Δεν είμαι τράπερ, ούτε MC – είμαι ένα παιδί που κάνει μουσική»

Από το Σικάγο στα νότια προάστια της Αθήνας και από το «Gango» μέχρι τις sold out βραδιές στην περιοδεία των ATC σε όλη την Ελλάδα, ο ATC Nico έχει ζήσει μια μεγάλη περιπέτεια που αποκαλύπτει με ειλικρίνεια στους στίχους του.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
O Διονύσης Σαββόπουλος στο φετινό Rockwave σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Μουσική / O Διονύσης Σαββόπουλος στο φετινό Rockwave σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Για τον 80χρονο τροβαδούρο η απόσταση από το Ηρώδειο μέχρι το Rockwave δεν είναι και τόσο μεγάλη… Το περασμένο καλοκαίρι έστησε μια «εθνική» γιορτή για τα 50 χρόνια αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα μας, το ερχόμενο θα διοργανώσει μια προσωπική γιορτή για τα 60 χρόνια παρουσίας του στο τραγούδι.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
Beatles ’64: Πριν από εξήντα χρόνια, κάτι μαγικό κι ανεπανάληπτο

Daily / Beatles ’64: Πριν από εξήντα χρόνια, κάτι μαγικό κι ανεπανάληπτο

Βασισμένο σ’ ένα εκπληκτικό πρωτότυπο υλικό, αυτό το εξαίρετο ντοκιμαντέρ του Disney+ σε παραγωγή του Μάρτιν Σκορσέζε μάς μεταφέρει με μοναδικό τρόπο σ’ αυτό που βίωσαν τα μέλη του θρυλικού συγκροτήματος όταν πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους σε μια Αμερική που έμοιαζε να τους έχει απόλυτη ανάγκη.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ