Η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΗΤΑΝ δώδεκα ετών όταν μπήκε στο αναμορφωτήριο το 1951. Ο λόγος της εισαγωγής της ήταν «η στέρηση οικογενειακού περιβάλλοντος». Την πρωτοβουλία της εισαγωγής την είχε πάρει η ίδια η Αγγελική, που είχε καταφύγει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής της καθώς στο σπίτι της την αντιμετώπιζαν με βαναυσότητα και το περιβάλλον της μητέρας της ήταν «ανήθικο».
Πήρε την πρώτη της άδεια πέντε χρόνια μετά, το 1956. Ήταν μια άδεια διάρκειας έξι μηνών. Της είχε χορηγηθεί γιατί θεωρήθηκε ώριμη να αντιμετωπίσει τη ζωή. Και επειδή είχε δείξει καλή διαγωγή, το αναμορφωτήριο την τοποθέτησε ως καθαρίστρια σε κλινική της Αθήνας.
Απολύθηκε από το αναμορφωτήριο το 1959, έχοντας συμπληρωμένα τα είκοσι. Ο λόγος της απόλυσής της ήταν ότι είχε μείνει έγκυος από νεαρό με τον οποίο είχε αναπτύξει «πλατωνικό σύνδεσμο» μέσα από το παράθυρο του αναμορφωτηρίου. Ο εγκλεισμός της Αγγελικής είχε ευτυχές τέλος, γιατί η οικογένεια του νεαρού την αποδέχτηκε και έδωσε συγκατάθεση για τον γάμο. «Τα πεθερικά επέδειξαν συμπεριφορά στοργική, με πλήρη κατανόηση και αγάπη».
Αναμορφωτήρια, φυλακές ήταν οι χώροι του περιθωρίου για τα κορίτσια. Αλλά δεν ήταν οι μόνοι. Χώροι περιθωρίου ήταν ακόμα τα μεσοαστικά ή αστικά σπίτια όπου δούλευαν ως «ψυχοκόρες», «υπηρετριούλες» ή «δουλάκια» κορίτσια από εννιά έως δεκαπέντε ετών, εύκολος στόχος βάναυσων και κακοποιητικών συμπεριφορών.
Μερικά χρόνια αργότερα, η Καίτη, μια άλλη έγκλειστη στο αναμορφωτήριο θηλέων της οδού Παναγή Κυριακού, δίπλα στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, δεν είχε την «καλή τύχη» της Αγγελικής. Έπεσε θύμα ενός «Πεταλούδα» που την έβγαλε τελικά στην πορνεία.
Ο «Πεταλούδας» ήταν ραδιοπειρατής κάπου στο Γουδί και εξέπεμπε με στόχο τα κορίτσια του αναμορφωτηρίου. Ήταν ένας «νονός», όπως τον αποκαλούσε το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ακρόπολις» στις 18 Απριλίου 1976. «Εδώ ράδιο-Πεταλούδας… απευθύνομαι στην Καίτη… Της χαρίζω ένα τραγούδι… Σε περιμένω Τρίτη βράδυ στο Γουδί… Θα είμαι στις 5 στο σημείο…»
Η Καίτη πήγε στο ραντεβού και ακολούθησαν κι άλλα με φίλους του «Πεταλούδα». Αποκαλύφθηκε ένα ολόκληρο κύκλωμα που παγίδευε κορίτσια μέσω του ραδιοσταθμού και στη συνέχεια τα τοποθετούσε σε μπαρ, σε πορνεία ή τα έστελνε στο εξωτερικό, όπως γίνεται με το σημερινό trafficking.
Το 1938 ένα 17χρoνο κορίτσι που το έλεγαν Σωτηρία Μπέλλου, και που φυσικά δεν ήταν ακόμη η μεγάλη ερμηνεύτρια του λαϊκού τραγουδιού που έγινε αργότερα, οδηγήθηκε με βιαιότητα στον γάμο με τον Βαγγέλη, έναν ελεγκτή των ΚΤΕΛ, που μόλις είχαν δημιουργηθεί.
«Επειδή ήμουν ζωηρή και έκανα πάντα αυτό που ήθελα, ο πατέρας μου με πάντρεψε. Νόμιζε ότι έτσι θα με δαμάσει», αφηγήθηκε αργότερα η Σωτηρία στη συγγραφέα-δημοσιογράφο Σοφία Αδαμίδου για τη βιογραφία της. Ο Βαγγέλης ήταν βάναυσος και δεν σταμάτησε να χτυπάει τη Σωτηρία ακόμη κι όταν ήταν έγκυος. Έχασε το παιδί της από το ξύλο.
Για να τον εκδικηθεί, η Σωτηρία του πέταξε βιτριόλι. Φυλακίστηκε, στις φυλακές Χαλκίδας αρχικά, στις φυλακές Αβέρωφ στη συνέχεια. Μέσα στη φυλακή δέχτηκε παρενόχληση από μια δεσμοφύλακα με αντάλλαγμα μια κουβέρτα. Και «τα ανταλλάγματα τροφοδότησαν μια διαφορετική εμπειρία για τη μικρή Σωτηρία».
Αναμορφωτήρια, φυλακές ήταν οι χώροι του περιθωρίου για τα κορίτσια. Αλλά δεν ήταν οι μόνοι. Χώροι περιθωρίου ήταν ακόμα τα μεσοαστικά ή αστικά σπίτια όπου δούλευαν ως «ψυχοκόρες», «υπηρετριούλες» ή «δουλάκια» κορίτσια από εννιά έως δεκαπέντε ετών, εύκολος στόχος βάναυσων και κακοποιητικών συμπεριφορών. Έρχονταν από φτωχές αγροτικές οικογένειες της Πελοποννήσου ή των νησιών και ως «κορίτσια» αποτελούσαν βάρος.
Ακόμη και σήμερα επιβιώνει στην ποπ κουλτούρα η ιστορία της 12χρονης ψυχοκόρης Σπυριδούλας που την σιδέρωσαν, κυριολεκτικά, τα αφεντικά της, κατηγορώντας την ότι έκλεψε ένα πενηντοδόλαρο.
Ήταν τον Αύγουστο του 1955 που ο Γιώργος Βεϊζαδές, ιδιοκτήτης του καμπαρέ «Τζων Μπουλ» στην Τρούμπα του Πειραιά, ανακάλυψε ότι του έλειπε ένα χαρτονόμισμα. Πρώτη ύποπτη ήταν η Σπυριδούλα που επειδή τα αρνήθηκε όλα υποβλήθηκε σε κανονικό βασανιστήριο από τη σύζυγο του Βεϊζαδέ, Αντιγόνη. «Ακούσατε τι έγινε κοντά στην Παναγίτσα;/ Η Αντιγόνη έβαλε το σίδερο στην πρίζα / αφού το ζέστανε καλά, πιάνει τη Σπυριδούλα / όπου την πήρε από μικρή για να την έχει δούλα / αφού τη ζέστανε καλά, τη δένει στο κρεβάτι / τη σιδερώνει άσπλαχνα στα μούτρα και την πλάτη».
Όλες αυτές οι μαρτυρίες, μαζί με εκατοντάδες άλλες που μοιάζουν να βγαίνουν από το αστυνομικό δελτίο, δημοσιεύονται στο βιβλίο της Μαρίας Φαφαλιού, Κορίτσια στο περιθώριο. Η Φαφαλιού, έχοντας τη μεγάλη εμπειρία της μη κερδοσκοπικής εταιρείας Καλειδοσκόπιο, που η ίδια είχε ιδρύσει για την ψυχοκοινωνική και επαγγελματική αποκατάσταση ευπαθών ομάδων, ως συγγραφέας δουλεύει πολύ με τις προσωπικές μαρτυρίες που είναι πρωτογενής πηγή εμπειριών.
Της οφείλουμε βιβλία με μαρτυρίες από το Δρομοκαΐτειο, μαρτυρίες από γυναίκες φυλακισμένες ή από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Κατοχή ‒ αυτά σε συνεργασία με τον Κ.Ν. Χατζηπατέρα.
Όπως σε όλα τα βιβλία της, η Φαφαλιού, ως συγγραφέας, δουλεύει από μια θέση «κοινωνικού παρατηρητή». Δεν χρωματίζει μέσα από το δικό της συναίσθημα ή τη δική της αίσθηση «δικαίου» ή «κοινωνικής προστασίας» τις μαρτυρίες. Αφήνει το βίωμα να βγει ωμό, βοηθώντας τους αναγνώστες, ειδικούς ή μη, να καταλάβουν την πραγματικότητα του «περιθωρίου» σε όλες τις διαστάσεις και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Το βιβλίο περιλαμβάνει μαρτυρίες που καλύπτουν μια μεγάλη περίοδο, από τον 19ον αιώνα έως σήμερα, και παρουσιάζονται σε ποικίλες μορφές: αφηγήσεις, φωτογραφίες, σκίτσα, ημερολόγια κ.λπ. Η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Τα ορφανά της Μικρασιατικής Καταστροφής και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μοιάζουν με τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα του σήμερα.
Τα συσσίτια της Κατοχής με τα σημερινά κοινωνικά συσσίτια. Τα επαρχιωτόπουλα του Εμφυλίου, που έμεναν για μήνες, αν και υγιή, στο Ιπποκράτειο, με τα σημερινά ασυνόδευτα παιδιά του νοσοκομείου «Αγλαΐα Κυριακού». Τα κορίτσια των Βούρλων, με τα σημερινά κορίτσια της οδό Σωκράτους και την ατέλειωτη σειρά από κακοποιημένα κορίτσια, ανύπαντρες μητέρες, εθισμένες στα ναρκωτικά κ.λπ. του τότε και του τώρα.
Μαζί με τις μαρτυρίες βλέπουμε στο βιβλίο και τους ειδικούς, τις απόψεις τους, τα άρθρα τους και τις επιστημονικές γνώμες για το «περιθώριο», την «προστασία» κ.λπ. Βλέπουμε επίσης και τη γλώσσα, τον τρόπο με τον οποίο κάθε εποχή μιλούσε γι’ αυτά τα κορίτσια. Για παράδειγμα, το επίθετο «ανώμαλος/-η» είναι σε κοινή χρήση στον Μεσοπόλεμο αλλά και μετά τον πόλεμο, ακόμη και από επιστήμονες που ανήκαν στον χώρο της αριστεράς.
Η Μαρία Φαφαλιού μας οδηγεί ακόμη μία φορά στις πηγές της κοινωνικής ιστορίας, δίνοντας πρόσωπο και φωνή και τελικά εξανθρωπίζοντας έννοιες που τις θεωρούμε γραφειοκρατικές, όπως «ίδρυμα», «προστασία», «τιμωρία», «ποινή», «διαγωγή», «περιθώριο».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.