Το πρώτο κομμάτι που κυκλοφόρησαν οι MOb στο τέλος του Φλεβάρη, το «VAG», έσκασε σαν δυναμίτης στο βρετανικό ραδιόφωνο, και οι παραγωγοί του BBC6 το έβαλαν αμέσως στο playlist τους. Ο καταιγιστικός ρυθμός από τα ντραμς, την μπασογραμμή και το αποδομημένο σαξόφωνο συνθέτουν ένα ρυθμικό κομμάτι που κάθε άτομο που το ακούει το συνδυάζει και με διαφορετικό μουσικό είδος, από «φουτουριστική τζαζ», «πειραματική ποστ πανκ», μέχρι «σαρωτική dance» και «ηλεκτρονικό πεντοζάλι», εξαρτάται από τις αναφορές που έχει και τους συνειρμούς που θα κάνει. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα των MOb, ότι είναι αδύνατο να τους κατατάξεις και να τους τοποθετήσεις δίπλα σε κάποιο άλλο ελληνικό σχήμα. Αυτό το μοναδικό ηχητικό συνονθύλευμα που προκύπτει όταν παίζουν μπορεί να μην είναι πρωτοφανές, αλλά είναι εντυπωσιακό και με κάποιον τρόπο εντελώς δικό τους. Συν τοις άλλοις, είναι καταπληκτικοί μουσικοί.
Το «VAG» έπαιξε σε εκπομπές όπως της Mary Ann Hobbs, του θρύλου Gilles Peterson και του Tom Ravenscroft (γιου του John Peel) και μπήκε στο playlist του James Lavelle, συγκεντρώνοντας ενθουσιώδη σχόλια: «Είναι ένα θαυμάσιο γκρουπ από Ελλάδα» ή «παίζουν μόνο τρεις άνθρωποι, αλλά ακούγεται λες και παίζει ολόκληρη ορχήστρα που πειραματίζεται». Για ένα ελληνικό σχήμα που εμφανίστηκε στο βρετανικό ραδιόφωνο από το πουθενά, αυτή η υποδοχή είναι κατόρθωμα.
Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα των MOb, ότι είναι αδύνατο να τους κατατάξεις και να τους τοποθετήσεις δίπλα σε κάποιο άλλο ελληνικό σχήμα. Αυτό το μοναδικό ηχητικό συνονθύλευμα που προκύπτει όταν παίζουν μπορεί να μην είναι πρωτοφανές, αλλά είναι εντυπωσιακό και με κάποιον τρόπο εντελώς δικό τους.
Το «VAG», που ηχογραφήθηκε στο Cave του Ekelon, ήταν το τελευταίο κομμάτι που έφτιαξαν πριν την κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ τους, με τίτλο «MOb1», το οποίο επίσης έχει αποσπάσει διθυραμβικά σχόλια. Οι MOb δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενοι στην ελληνική μουσική, ωστόσο οι τρεις που τους αποτελούν ηχογραφούν για πρώτη φορά με αυτήν τη σύνθεση και αυτό το όνομα.
«MOb είναι ο όχλος, ένα όνομα που υποδηλώνει μια δυναμική και μια έλλειψη στατικότητας, ποιότητες που χαρακτηρίζουν τις διαθέσεις του συγκροτήματος κατά τη διάρκεια της σύνθεσης» λένε. Ο Μάριος Βαληνάκης (σαξόφωνο & live electronics), ο Αλέξανδρος Δελής (μπάσο, κιθάρα & effects) και ο Παναγιώτης Κωστόπουλος (ντραμς) συναντήθηκαν το 2019 και από τότε παίζουν μαζί, κάνοντας κάποια σποραδικά live στην Ελλάδα, στο Λονδίνο και στο Αμβούργο. Το άλμπουμ, που ηχογραφήθηκε στο PiGi Music Studio του Gustav Penka, άρχισαν να το δουλεύουν από τις αρχές του 2021 και το ολοκλήρωσαν στα μέσα του 2022. Το «MOb1» είναι από τις πιο συναρπαστικές κυκλοφορίες της φετινής άνοιξης.
VAG (official video) - MOb
«Ήταν ανάγκη να βγάλουμε ένα άλμπουμ» λένε. «Παίζαμε μαζί αρκετό καιρό, υπήρχαν ηχογραφήσεις πολλών πραγμάτων από live, βγάζαμε βιντεάκια από όλα αυτά που ηχογραφούσαμε και μετά από απανωτές αναβολές μαζέψαμε υλικό, το ξαναηχογραφήσαμε και τελικά επιλέξαμε τα εφτά κομμάτια που πιστεύαμε ότι έπρεπε να υπάρχουν στο άλμπουμ. Τα έξι τα στείλαμε στον Ανδρέα Μητρέλη (της Veego Records), και μας ζήτησε να φτιάξουμε και ένα κομμάτι που να έχει περισσότερη ένταση, έτσι προέκυψε το “VAG”». Ο Μάριος έφτιαξε το ριφ με το σαξόφωνο, ο Παναγιώτης έπιασε τον ρυθμό στα ντραμς, κι ο Αλέξης έβαλε την μπασογραμμή, έπαιξαν το «VAG» και το ολοκλήρωσαν. «Έτσι δουλεύουμε, ο καθένας βάζει το δικό του στοιχείο, στο “VAG” αυτό που ήταν ξεχωριστό ήταν το σαξόφωνο με τη μελωδία» λένε.
Το «VAG» το έστειλε ο Ανδρέας στους παραγωγούς του BBC6 και η συνέχεια ανήκει πλέον στην ιστορία. Τους ρωτάω αν το «VAG» είναι όντως αυτό που μπορεί να φανταστεί κανείς, το όνομα κάποιου Βαγγέλη και το επιβεβαιώνουν. «Ναι, είναι κάποιος Βαγγέλης, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ποιος είναι. Θα μπορούσε να παραπέμπει και στο vagina, αλλά ο τίτλος δεν είναι τόσο functional».
Η προϊστορία των MOb ξεκινάει από το μουσικό background των τριών μελών τους. «Είμαι γεννημένος στη Θεσσαλονίκη» λέει ο Άλεξ. «Σπούδασα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, στο τζαζ τμήμα, αλλά έκανα κάποια ιδιαίτερα μαθήματα με τον Λάκη Τζήμκα στη Θεσσαλονίκη για κάποια χρόνια και μετά άρχισα να παίζω μουσική στην Αθήνα. Με τον Μάριο μάς γνώρισε μια κοινή φίλη, και αμέσως αρχίσαμε να παίζουμε μαζί μουσική».
«Εγώ είμαι από την Πάτρα», λέει ο Παναγιώτης, «στα είκοσι ένα μου πήγα σε μια σχολή στη Νέα Υόρκη, τη School of Jazz and Contemporary Music, όπου σπούδασα τζαζ και έζησα για δύο χρόνια εκεί. Γνώρισα πολύ κόσμο στη Νέα Υόρκη, επέστρεψα όμως στην Αθήνα. Γνώρισα πρώτα τον Αλέξη γιατί παίζαμε σε αρκετά σχήματα μαζί και μετά γνώρισα τον Μάριο».
«Είμαι από την Κω», λέει ο Μάριος, «πήγα για ενάμιση χρόνο στο Κονσερβατόριο στο Άμστερνταμ και έκανα μαθήματα σαξόφωνου, αλλά μετά έκανα μαθήματα με τον Τζον Γκάλαχερ, ο οποίος με επηρέασε πολύ. Είχε μια λογική στον σχεδιασμό, κι έτσι ξεκίνησαν οι MOb, γιατί είχα μια ανάγκη να δοκιμάσω αυτά που μάθαινα. Γνώρισα τον Αλέξη και παίζαμε ακουστικά, και μετά ήρθε ο Παναγιώτης».
Η κουβέντα μαζί τους είναι χαοτική, μιλάει ο ένας πάνω στον άλλο, και όταν εξηγούν πώς προέκυψε ο συγκεκριμένος ήχος δεν βγάζω άκρη στην απομαγνητοφώνηση. Είναι περίεργο, γιατί στη διάρκεια της συνέντευξης δεν μου είχε μείνει καμία απορία. Είναι, επίσης, αδύνατο να καταλάβω ποιος μιλάει κάθε φορά. «Εντάξει δεν έχουμε τώρα στο μυαλό μας έναν συγκεκριμένο ήχο, κι εμείς είμαστε επηρεασμένοι από διάφορα και δουλεύουμε με περίεργο τρόπο, δηλαδή λέω στον Παναγιώτη “παίξε αυτό το μπιτ” όταν έχω μια ιδέα, ή ο Παναγιώτης φέρνει ένα γκρουπ και μου λέει “κάνε αυτό”» εξηγούν.
«Πόσο αυτοσχεδιαστικά είναι τα κομμάτια;».
«Το “KPAW” και το “4044” είναι εντελώς αυτοσχεδιαστικά, χωρίς να έχουμε μιλήσει προηγουμένως, χωρίς να έχει γίνει καμία προεργασία, απλά παίζουμε. Το “5055”, η αλήθεια είναι, το παίξαμε στο στούντιο την ίδια μέρα πρώτη φορά, είναι κι αυτό αυτοσχεδιαστικό».
«Πού ηχογραφήθηκε το άλμπουμ;»
«Σε πολλά μέρη. Τα μισά κομμάτια είναι γραμμένα σε στούντιο, τα ντραμς είναι τα περισσότερα σε στούντιο, όλα σε στούντιο βασικά είναι γραμμένα, και κάποια από τα σαξόφωνα και τα μπάσα είναι σε ένα από τα σπίτια μας, αν δεν είναι παιγμένα σε live».
Τους λέω ότι το αγαπημένο μου κομμάτι του δίσκου είναι το «Otto», ένας δυναμίτης που παραπέμπει στον Frank Zappa και στους Can, σε έναν φίλο που το έστειλα θύμισε rave party, είναι απίστευτο τι είδους μνήμες μπορεί να ξυπνήσει ένα κομμάτι.
«Όντως;» λέει ο Άλεξ. «Είναι σούπερ, κι εμένα μ' αρέσει. Ήμασταν οι δυο μας με τον Μάριο στο σπίτι, μετά από τον Covid που είχε ο Παναγιώτης, και γράψαμε στην κιθάρα διάφορα πράγματα, με διάφορα εφέ, και μετά πείραξε κάποιες νότες, έκανε edit στην κιθάρα και βγήκε αυτό το riff, το αρχικό. Μετά, πάλι μέσα στις καραντίνες, έγραψε μπάσο στο σπίτι, γράψαμε ντραμς στο στούντιο του Gustav Penka και το σόλο το έγραψε ο Παναγιώτης».
«Το “Otto” είναι λίγο πιο σοφιστικέ, λίγο πιο τζαζ από τα υπόλοιπα».
Otto (official Video) - MOb
«Για το τζαζ κοινό είμαστε πειραματική, εναλλακτική μουσική και για την εναλλακτική μουσική είμαστε τζαζ, το "τζαζ" το 2023 είναι πολύ γενικός όρος».
Το άλμπουμ ανοίγει με το «Recovering», ένα κομμάτι με kraut αναφορές και spoken word απ’ τον φίλο τους τον MC Yinka. «Είναι ένα κομμάτι που βγήκε από τους στίχους του MC Yinka» λένε, «γράφτηκε μέσα στην καραντίνα, όταν ήμασταν όλοι απομονωμένοι και για να βγούμε στέλναμε SMS. Είχε φτιάξει ο Μάριος στον υπολογιστή τη δομή του κομματιού με κάποια sequences, και συζητήσαμε να υπάρχει ένας στίχος, η φωνή του Μανώλη με στόμφο, κάτι που κάνει στο θέατρο επειδή είναι και ηθοποιός».
«Τους τίτλους πώς τους βγάλατε;»
«Οι περισσότεροι τίτλοι γενικά είναι ψιλο-random. Δουλεύοντας στον υπολογιστή βάζαμε διάφορους τίτλους τυχαία, για να ξεχωρίζουν τα κομμάτια, κι επειδή στη μουσική που γράφουμε δεν θέλουμε να υπάρχει σαφής κατεύθυνση και σαφές χρώμα, το ίδιο ισχύει και για τους τίτλους, δηλαδή αν μας αρέσει κάτι το κρατάμε. Το “5055” έχει μια γεωμετρική, είναι τέσσερις αριθμοί, το “KPAW” είναι οι μπουνίτσες στα κόμικς, το “Du3” δομήθηκε εκ των υστέρων κάπως, έχει πάρα πολύ σαφές reference σαν κομμάτι, το ακούσαμε πρώτη φορά στο στούντιο και το παίξαμε, ορίζει μια κατάσταση με πολύ σαφή τρόπο, παίξαμε πάνω στο riff. Δεν ακούγεται σαν αυτοσχεδιαστική μουσική, αλλά είναι».
«Έχετε κάποια φιλοσοφία όταν φτιάχνετε ένα κομμάτι; Πώς ξεκινάει;».
«Πολλές φορές ξεκινάει από jamming και μετά είναι τύπου δράση-αντίδραση, δηλαδή ο καθένας αντιδρά με τα δικά του reflex, βάση αυτών που ακούει. Μπορεί να υπάρχει μια αρχική ιδέα και εκεί ο καθένας προσθέτει το δικό του στοιχείο, όπως το φαντάζεται, και μετά μιλάμε και μπορεί να βγουν κι άλλα πράγματα. Δεν υπάρχει παρτιτούρα».
Τους ρωτάω τι μουσική ακούνε αυτήν τη στιγμή, αλλά είναι αδύνατο να ξεχωρίσω ποιος μιλάει. Κάποιος ακούει Viagra Boys (μάλλον ο Άλεξ), κάποιος ακούει τριπ χοπ (μάλλον ο Παναγιώτης) και ο Μάριος ακούει Sam Gendel, τον σαξοφωνίστα. Ακούει και ένα άλμπουμ του Coltrane από ένα live του στο Βερολίνο.
Την Τετάρτη 3 Μαΐου θα παρουσιάσουν τον δίσκο για πρώτη φορά ζωντανά στο Ρομάντσο. Live είναι ακόμα καλύτεροι και όποιος άκουσε το «Mob1» ξέρει τι τον περιμένει. Θα παίξουν κι άλλα κομμάτια, που δεν υπάρχουν στον δίσκο. Υπόσχονται ότι το επόμενο άλμπουμ τους θα είναι πιο συγκροτημένο. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό, αλλά μακάρι να μη χάσουν ποτέ αυτήν τη χαοτική ενέργεια και τη διάθεση που έχουν να ακυρώνει ο ένας τον άλλο. Κάπως έτσι πάει μπροστά η μουσική…
Το άλμπουμ των MOb «Mob1» κυκλοφορεί από την Veego Records σε δίσκο βινυλίου. Την Τετάρτη 3/5 θα το παρουσιάσουν ζωντανά στο Ρομάντσο, Αναξαγόρα 3-5, Ομόνοια, στις 21:30. Είσοδος: 8€ προπώληση | 10€ ταμείο