ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2018: Μέλη του ΠΑΜΕ σπάνε την τζαμαρία του κτιρίου του υπουργείου Εργασίας και μπουκάρουν στο γραφείο της τότε υπουργού Έφης Αχτσιόγλου για να διαμαρτυρηθούν για τις αλλαγές στο νομοσχέδιο για τις απεργίες. Λίγη ώρα μετά, κάνουν τον γύρο των media εικόνες της Αχτσιόγλου να στέκει ψύχραιμη, χωρίς να πισωπατάει, απέναντι στα εν εξάλλω μέλη του ΠΑΜΕ. Γράφονται διάφορα τότε, αλλά η δύναμη των φωτογραφιών είναι σαφώς μεγαλύτερη. Οι ψύχραιμοι βλέπουν την ποιότητα στις αντιδράσεις, οι «στρατοί» βλέπουν το «κοριτσάκι».
Λίγους μήνες νωρίτερα, κάπου στο Μαρούσι, έξω από τα γραφεία πολύ γνωστής εταιρείας, θαμώνες παρακείμενης καφετέριας βλέπουν έντρομους κουστουμάτους να εξέρχονται από την έξοδο κίνδυνου. Η (τότε) υπουργός πραγματοποιούσε μία από τις γνωστές –στους ανθρώπους του υπουργείου– εφόδους της για λίγο ξαφνικό έλεγχο στα ωράρια, στις συνθήκες εργασίας και ασφάλισης των εργαζομένων της συγκεκριμένης επιχείρησης. Ο κόσμος συνεχίζει να πίνει τον καφέ του, παρακολουθώντας με κέφι το αλλοπρόσαλλο θέαμα, ωστόσο μουρμουρίζει ότι η Αχτσιόγλου κάνει τη δουλειά της, αν και χωρίς τυμπανοκρουσίες και 5 κάμερες από δίπλα να τη βοηθούν επικοινωνιακά.
Ποιο από τα δύο σκηνικά είναι ευρέως γνωστό; Μα, φυσικά το πρώτο. Υπάρχουν φωτογραφίες και «θόρυβος» που μπορεί να μεταβολιστεί. Και μετά, η Αχτσιόγλου είναι από τους –φαινομενικά– πιο εύκολους στόχους σεξιστικών επιθέσεων. Πότε είναι «κουρασμένη και χλωμή», πότε τα μπράτσα της δεν είναι όσο σέξι θα τα ήθελε ο εκάστοτε αρθρογράφος, έχει αναλογίες «μοντέλου» και «ενδιαφέρουσες» στιλιστικές επιλογές, όπως ξελιγωμένα γραφόταν χθες σε πανομοιότυπα άρθρα γνώμης. Ακόμα και το μήνυμα για την υποψηφιότητά της θεωρήθηκε «κατεβασμένο» και υποτονικό, όπως της χρεώθηκε, και μάλιστα (και) από γυναίκες του πολιτικού ρεπορτάζ.
Είτε αναδειχθεί στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είτε όχι θα έχει να αντιμετωπίσει ότι είναι σύζυγος κάποιου, «πολιτικό παιδί» κάποιου άλλου, ευνοούμενη κάποιου δείνα και πάει λέγοντας, γιατί αυτός είναι ο τρόπος της πατριαρχίας, όταν ως σύστημα διοίκησης βρίσκεται σε διατεταγμένη αποστολή, να απαλείφει μία γυναικεία δύναμη από το (όποιο) «κατάστημα».
Δεν είναι καινούργια όλα αυτά για την Ελλάδα της ατέλειωτης βασιβουζούκικης φωνασκίας, της πολιτικής γκριμάτσας και της τεχνητής έντασης των πρωινάδικων. Και ειδικά στη σύγχρονη πολιτική ιστορία, η γυναικεία ποιότητα στην πολιτική ποτέ δεν έγινε σεβαστή αυτόματα και αυτονόητα, ειδικά αν η ομιλούσα κεφαλή δεν ήταν γκριζαρισμένη από τον χρόνο, κάπως ατημέλητη και απεκδυμένη από κάθε φυσική χάρη που συνήθως προσδίδουν τα νιάτα και οι νορμάλ τόνοι. Και, δυστυχώς, ο τεθλασμένος πολιτικός πολιτισμός των τελευταίων ετών δεν θα επιτρέψει εύκολα στην κυρία Αχτσιόγλου να «ακουστεί», χωρίς πάνω στη φωνή της να «πατάει» η γλώσσα του σεξισμού, κάποτε και της χυδαιότητας.
Είτε αναδειχθεί στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είτε όχι θα έχει να αντιμετωπίσει ότι είναι σύζυγος κάποιου, «πολιτικό παιδί» κάποιου άλλου, ευνοούμενη κάποιου δείνα και πάει λέγοντας, γιατί αυτός είναι ο τρόπος της πατριαρχίας, όταν ως σύστημα διοίκησης βρίσκεται σε διατεταγμένη αποστολή, να απαλείφει μία γυναικεία δύναμη από το (όποιο) «κατάστημα».
Βέβαια, αυτά –τα εξόφθαλμα σεξιστικά, τα απροκάλυπτα χυδαία– ήταν τα αναμενόμενα και τα πολιτικά ακίνδυνα.
Τα επί της ουσίας απογοητευτικά και επικίνδυνα, γράφτηκαν και ειπώθηκαν χθες από τα γηραιά αριστερόμετρα που κόπτονται να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κόμμα της σοβαρής ρεφορμιστικής αριστεράς και ανάμεσα στις γραμμές των «σοβαρών» άρθρων τους, παρουσίαζαν την υποψήφια για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ως τρεμάμενη κόρη, η οποία απλώς ανησυχεί για την επιβίωση του πολιτικού της μαγαζιού.
Ναι, ναι έχει πλάκα αυτή η επιχειρηματολογία που ανακατεύει λίγο κακό καπιταλισμό και λίγο αριστερόστροφο σοσιαλισμό, αλλά στο κείμενο κυρίως «φωνάζει» η αγωνία του art director να εντοπίσει τη φωτογραφία της στην οποία φαίνονται λίγα εκατοστά δέρματος παραπάνω. Αντιληπτό και σαφές το σοβαρό πριόνισμα που δεν καταδέχεται να ξεπέσει σε σεξιστικές λούπες – ας είναι καλά οι φωτογραφίες. Έκαναν τη δουλειά τους και τα έκπτωτα τρολ και όλα καλά.
Στο δια ταύτα: από το μήνυμα της Αχτσιόγλου χθες ας μείνουν η διάθεση επανεκκίνησης. Το αθέατο νεύμα σε έναν ΣΥΡΙΖΑ που μιλά ελληνικά (και αγγλικά) και ίσως καταφέρει να αποτινάξει τη ρετσινιά της αγραμματοσύνης των προηγούμενων χρόνων, πάνω στην οποία πάτησε η περί αριστείας καμπάνια των αντιπάλων. Το κλείσιμο του ματιού στους ευρωπαϊκούς θεσμούς από ένα αριστερό στέλεχος που όντως διαθέτει εμπειρία σ’ αυτούς. Η σιγουριά ότι ίσως ζήσουμε αυτοδιοικητικές εκλογές με νέα δεδομένα εσωκομματικά και μη. Ο οπτισμός ότι η ανάδειξη στην ηγεσία και σε μια υγιή αντιπολίτευση θα «σπρώξει» και εκείνο το τραγικό και ανεπίλυτο της νομικής αναγνώρισης του όρου «γυναικοκτονία» και τόσων ακόμα έμφυλων ζητημάτων για τα οποία η κυρία Αχτσιόγλου είναι και ενήμερη και ευαισθητοποιημένη. Ο αποχαιρετισμός σε ένα πολύ ταραγμένο παρελθόν γεμάτο από μικροκομματικές μοχθηρίες.
Όλα τα υπόλοιπα –έτσι όπως αποτυπώθηκαν στο χθεσινό πολιτικό ρεπορτάζ μεγάλου μέρους του ελληνικού Τύπου– είναι προτάσεις διάλυσης ενός σοβαρά τραυματισμένου αριστερού κόμματος και αποδείξεις μίας δημοσιογραφικής γλώσσας που πεθαίνει, με το ένα χέρι στο πληκτρολόγιο και το άλλο στον καβάλο, προσπαθώντας να γράψει πορνογράφημα. Τι δυστυχία!