ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΞΙΩΜΑ: πιο πολύ από τα λόγια, μιλούν οι εικόνες, πιο φλύαρα από τις εικόνες είναι τα συναισθήματα, αλλά, στο τέλος, αν κλείσεις τον ήχο και όταν εξαχνωθεί και ο πρώτος ενθουσιασμός, για την ακρίβεια και την αξιοπιστία του πράγματος, πάλι στην εικόνα επιστρέφουμε για την τελική πληροφορία και το fact checking (ακόμα και στους καιρούς της μοχθηρής ΑΙ).
Ας τοποθετήσουμε το παραπάνω σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το τελευταίο 48ωρο, εκείνο που κυρίως διαβάζουμε και κυρίως εισπράττουμε ως ενθουσιώδες και ελπιδοφόρο νέο είναι για τις «πολλές γυναίκες του νέου υπουργικού συμβουλίου», για τη «νίκη των γυναικών της πολιτικής» (γενικώς), για τις «πολύ περισσότερες γυναίκες που μπήκαν στη Βουλή» και άλλα τέτοια δροσερά.
Το τελευταίο 48ωρο, εκείνο που κυρίως διαβάζουμε και κυρίως εισπράττουμε ως ενθουσιώδες και ελπιδοφόρο νέο είναι για τις «πολλές γυναίκες του νέου υπουργικού συμβουλίου», για τη «νίκη των γυναικών της πολιτικής» (γενικώς), για τις «πολύ περισσότερες γυναίκες που μπήκαν στη Βουλή» και άλλα τέτοια δροσερά.
Όπως μάλιστα έγραφε και γνωστό αθλητικό site που κάποτε παινευόταν για τα μαθηματικά που είναι κάστρο των ανδρών σαν το ποδόσφαιρο, α, όλα κι όλα «οι γυναίκες σημείωσαν σημαντική άνοδο στην εκπροσώπησή τους στη Βουλή, συγκριτικά με την προηγούμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας!». Τι δεν πάει καλά σ’ αυτό το αφήγημα που προωθείται από προχθές μανιωδώς, τόσο στα μεγάλα κανάλια όσο και στον υπόλοιπο ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο;
Για να εντοπίσουμε το λάθος, κατ’ αρχάς ας ανατρέξουμε στα μαθηματικά και τη δύναμη των αριθμών που δεν λένε ψέματα ποτέ και μετά θα πάμε και στην εικόνα.
Έχουμε και λέμε, λοιπόν, για τις γυναίκες στη νέα Βουλή: Εξελέγησαν 60 από τους συνολικά 300 βουλευτές – μιλάμε, δηλαδή, για το 1/5. Μάλιστα.
Πόσες από τη Νέα Δημοκρατία; 25 από τους 158.
Πόσες από τον ΣΥΡΙΖΑ; 16 από τους 48.
Πόσες από το ΠΑΣΟΚ; 8 από τους 32.
Πόσες από το ΚΚΕ; 6 από τους 20.
Πόσες από το περιλάλητο «μοναδικό κόμμα που έχει γυναίκα αρχηγό», δηλαδή από την «Πλεύση Ελευθερίας»; 3 από τους 8. (Επίσης, μία από τους 12 της Ελληνικής Λύσης και μία από τους 10 της «Νίκης»). Λαμπρά, καταλάβαμε, αυτή ήταν πάντα η Βουλή. Σε κυβερνητικό επίπεδο πάλι, δικαιολογείται αυτή η χαρά και η τόση αισιοδοξία;
Ας ανατρέξουμε στην αναμνηστική φωτογραφία του υπουργικού συμβουλίου για να γίνει σαφές ότι δεν σημειώθηκε και θρίαμβος ακριβώς.
Τι βλέπουμε σ’ αυτή την εικόνα; Βλέπουμε τις 14 γυναίκες (υπό κανονικές συνθήκες 15 με την κυρία Αγαπηδάκη που βρέθηκε θετική στον κορωνοϊό) –από τα συνολικά 63 άτομα του νέου υπουργικού συμβουλίου– τοποθετημένες προσεκτικά κυρίως στα πεδινά, δεξιά και μπροστά στο «κάδρο» και μετά σκόρπια ανάμεσα στη θάλασσα των κοστουμιών, κάπου κάπου να ξεχωρίζει ένα προσεκτικά χτενισμένο κεφάλι. Οι περισσότερες φορούν φωτεινά χρώματα –λευκά, κόκκινα, θαλασσί– για να ξεχωρίζουν από το μαύρο, το γκρι και το μπλε του επίσημου ενδύματος των ανδρών συναδέλφων τους.
Τι άλλο βλέπει κανείς, πριν προχωρήσουμε με τα επί της ουσίας; Ή μάλλον τι δεν βλέπει; Περιέργως, σ’ αυτό το υπουργικό συμβούλιο δεν υπάρχει κανείς ανοιχτά ομοφυλόφιλος αξιωματούχος. Επίσης δεν υπάρχουν πολλοί (και πολλές) μακριά από τη χρυσή, παραγωγική ηλικία των 45-50+. Ξαφνικά, λοιπόν, πού να πήγαν και τι να ‘γιναν και οι ποσοστώσεις και η συμπερίληψη και η... πάλη με τους αποκλεισμούς (έμφυλους και ηλικιακούς).
Ξαφνικά (καθόλου ξαφνικά, ας αφήσουμε τα αστεία) άρχισαν εκείνες οι στρογγυλάδες και τα επικινδύνως ουδετεροποιημένα «δεν έχουν σημασία οι ποσοστώσεις, το θέμα είναι να κάνει για το πόστο». Ή τα άλλα τα τρομακτικά που διάφοροι «αφοσιωμένοι» ρεπόρτερ παπαγαλίζουν από προχθές: «Όταν λέμε σηκώνουμε τα μανίκια, δεν έχει σημασία αν είσαι άνδρας ή γυναίκα. Σημασία έχει αν κάνεις για τη δουλειά». Ή τα εμετικά παραπολιτικά σχόλια του τύπου «soft υπουργεία» που δόθηκαν σε γυναίκες, «κοριτσίστικα» χαρτοφυλάκια που θέλουν «μαλαγανιά» στην επικοινωνία και πολλά «δεύτερα βιολιά», κοινώς πολλές υφυπουργούς.
Τώρα, μέσα σε όλον αυτόν τον ζοφερό πολτό, αν αρχίσουμε να ψάχνουμε πόσες από τις έτσι κι αλλιώς λίγες γυναίκες του νέου υπουργικού συμβουλίου δεν είναι ακριβώς ταγμένες στους αγώνες του έμφυλου ζητήματος, στις μάχες του ίδιου τους του φύλου, της ίδιας τους της ζωής και του σώματός τους (!), κάπως θα «καθαρίσει» κι άλλο η εικόνα.
Όταν μέσα σ’ αυτή τη σύνθεση, υπάρχουν τουλάχιστον δύο γυναίκες, που η μία «ευλογησε» το κατάπτυστο Συνέδριο Γονιμότητας και η άλλη μέχρι πρότινος αναρτούσε δημοσιεύματα από παρα-εκκλησιαστικά site για την «προστασία του αγέννητου παιδιού», γίνεται ακόμα πιο σαφές γιατί το φεμινιστικό κίνημα πίσω απ’ όλα αυτά τα ατοπήματα έβλεπε ολική επαναφορά μιας ατζέντας που η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80.
Άραγε, τι να πιστεύει σήμερα η κυρία Κεραμέως για εκείνο το ματαιωμένο από την ίδια την κοινωνία Συνέδριο Γονιμότητας και πόσο να έχουν αλλάξει οι πεποιθήσεις της κυρίας Αλεξοπούλου για την ανεκδιήγητη και επιστημονικά ακυρωμένη θεωρία του Αγέννητου Παιδιού; Πώς να νιώθουν άραγε και τι να σκέφτονται, όταν με το «καλημέρα σας», η συνάδελφος και ομόφυλή τους, κυρία Ζαχαράκη, επικεφαλής του νεοσύστατου «υπουργείου Οικογένειας», δέχθηκε πυρά ως «μη μητέρα» στο συγκεκριμένο υπουργείο; Μιλάμε για μία εφιαλτική κατάσταση όπου το ίδιο το φύλο πυροβολεί τα πόδια του με χαρακτηριστική συνέπεια εντός κυβέρνησης και δεν ανοίγει μύτη!
(Σ.Σ.: Το επόμενο διάστημα, όταν οι επιθέσεις αυτές πυκνώσουν –διότι νομοτελειακά θα πυκνώσουν και θα γίνουν ακόμα πιο χυδαίες– θα γίνει αντιληπτό και γιατί η ποσόστωση κάποιες και κάποιους τους ξεβολεύει, αλλά σε τέτοιες συνθέσεις είναι το μοναδικό εργαλείο εξισορρόπησης).
Και φυσικά, όταν η κουβέντα φτάνει ακριβώς εκεί, στην «οικογένεια» και κατ’ επέκταση στις cis ταυτότητες –γιατί γι’ αυτό συζητάμε και να δυο θέματα που με τόση προθυμία ζεσταίνονται στον πολιτικό φούρνο μικροκυμάτων, παρά τις «επιθέσεις φιλίας» της τελευταίας διετίας– η εικόνα καταλήγει πιο φλύαρη από κάθε άλλο ρεπορτάζ και εγκώμιο. Και για να τεθεί χωρίς πολλές κομψότητες: με εξαίρεση πολύ συγκεκριμένους ανθρώπους, πόσα από αυτά τα 63 άτομα συμμερίζονται πραγματικά τις ΛΟΑΤΚΙ+ αγωνίες και κυρίως πόσα γνωρίζουν τι διακυβεύεται εδώ και χρόνια εκεί έξω με τα δικαιώματα και τις ανάγκες τους;
Αν, έτσι για πείραμα, ερωτηθεί καθεμιά και καθένας τους για ζητήματα μη δυαδικότητας του φύλου, για ορολογίες και τρόπους προσέγγισης αυτών των σοβαρότατων κοινωνικών ζητημάτων, σε μια ξαφνική ερώτηση, από εκείνες που ποτέ δεν γίνονται στον αέρα καμίας εκπομπής και κατά τη διάρκεια καμίας συνέντευξης, τι θα απαντούσε;
Οι εξαιρετικά καχύποπτοι θα μας έστελναν όλους για απαντήσεις ακριβώς σ’ αυτό το νεοσυσταθέν υπουργείο Οικογένειας, που οι ζυμώσεις για τη δημιουργία του πάνε πίσω μία 4ετία και λόγοι –πέρα από τους συμβολισμούς και το στερεοτυπικό μας μεγάλωμα με το «Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια»– το τοποθετούν σε μία συνθήκη αναβιωτική πολύ σκοτεινών και εξαιρετικά δυσάρεστων καταστάσεων.
Αποκλείεται η περίπτωση να εκπλαγούμε ευχάριστα; Αποκλείεται το εν λόγω υπουργείο να ακολουθήσει το γερμανικό μοντέλο και να υπερασπίζεται με πάθος μητέρες, ζητήματα ισότητας και επιδοματικής πολιτικής παιδιού, όπως ολόσωστα εξήγησε χθες στη συνάδελφο Ιωάννα Φωτιάδη της Καθημερινής, η πρώην γενική γραμματέας του αντίστοιχου υπουργείου της Γερμανίας, Έλκε Φέρνερ; Έχοντας προηγηθεί στο ελληνικό έδαφος το αγκάθι της συνεπιμέλειας και ο τρόπος με τον οποίο μέχρι σήμερα –με τόση αδιανόητη και αδιαχείριστη ενδοοικογενειακή βία– και έχοντας εντοπίσει τους εχθρούς των δικαιωμάτων του γυναικείου σώματος ουκ ολίγες φορές σε διάφορες μισογυνικές φιέστες, χλωμό.
Έχοντας επίσης βιώσει τη μετάλλαξη της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων σε Γενική Γραμματεία Οικογενειακής και Δημογραφικής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, σπρώχνοντας το θέμα της έμφυλης ισότητας πίσω και μιλώντας γενικόλογα για «ισότητα», όπως εύστοχα επισήμανε και η συνάδελφος και συγγραφέας, Μαρία Λούκα, δεν πάμε μπροστά. Πίσω πάμε και φυσικά δεν είμαστε η Γερμανία, αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στον Ευρωπαϊκό Δείκτη και το διαπιστώνει πανεύκολα, κοιτώντας την τελευταία θέση...
Σε κάθε περίπτωση, εκτός κι αν πάσχει κανείς από παραισθησία, οι φωτογραφίες δεν μυρίζουν. Η συγκεκριμένη και αναδύει μυρωδιά και καλεί σε επαγρύπνηση, ειδικά από τη στιγμή που η κάθε «λάθος» διατύπωση, κάθε (τυχαία μεν, ακραία δε) απόκλιση, κάθε πατριαρχική «κορώνα», μπορεί να θεωρηθεί κλείσιμο του ματιού προς τα ακροδεξιά κόμματα που εισήλθαν στη Βουλή και στη ζωή μας, για να σιγοντάρουν και να εργαστούν ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση: τη σταδιακή περιστολή των ελευθεριών του σώματος και τη φίμωση όσων ενοχλούν και επιμένουν για την επίλυση των έμφυλων ζητημάτων.