«Η απόλυτη Ιστορία του κόσμου», «το πιο διαφωτιστικό βιβλίο της χρονιάς», είναι μερικές μόνο από τις περιγραφές του βιβλίου «Οι δρόμοι του Μεταξιού» του Πίτερ Φράνκοπαν που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια (τον Νοέμβριο αναμένεται η συνέχεια υπό τον τίτλο Οι νέοι δρόμοι του Μεταξιού - Το παρόν και το μέλλον του κόσμου, ενώ το έργο του για την Πρώτη Σταυροφορία κυκλοφορεί επίσης από τις ίδιες εκδόσεις).
Ο «ροκ-σταρ ιστορικός και ένας από τους πενήντα κορυφαίους του κόσμου», όπως τον αποκάλεσε το «New Statement», είναι ένας από τους σπουδαιότερους μελετητές της μεσαιωνικής ελληνικής γραμματείας (έχει μεταφράσει την Αλεξιάδα για την Penguin Classics).
Κεντρική θέση του είναι ότι η διεθνής πολιτική και Ιστορία δεν μπορούν να παραγνωρίσουν όσα συναρπαστικά έχουν συμβεί από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σε περιοχές όπου αναδύθηκαν οι υψηλοί πολιτισμοί και γεννήθηκαν οι μεγάλες θρησκείες, στους λεγόμενους «δρόμους του μεταξιού», όπως αποκάλεσε αυτόν τον ιστό που συνδέει τη Μαύρη Θάλασσα, τη Μικρά Ασία και το Λεβάντε με τα Ιμαλάια ο Γερμανός ιστορικός Φέρντιναντ φον Ριχτχόφεν. Γι’ αυτήν τη συναρπαστική συνέχεια της ιστορίας της Ανατολής μίλησε στη LiFO κατά την πρόσφατη, ολιγοήμερη επίσκεψή του στην Ελλάδα.
Ποιος ξέρει ποιος είναι ο εθνικός ποιητής της Ουγγαρίας; Όλοι όμως μπορούμε να αναφέρουμε τον Σαίξπηρ και τον Μολιέρο, επειδή γεννήθηκαν νέες δυνάμεις που έσπρωξαν τους προηγούμενους νικητές της Ιστορίας στη σκιά.
— Θέλω να σας εξομολογηθώ ότι άρχισα να διαβάζω το βιβλίο σας «Οι δρόμοι του μεταξιού» μετά από μια επίσκεψή μου στη Μέση Ανατολή και σε αυτές τις περιοχές που, όπως διαπίστωσα, είναι ακόμα γεμάτες από αριστουργηματικά κατάλοιπα ενός πολιτισμού που απλώνεται, όπως πολύ όμορφα λέτε στο βιβλίο, «πάνω στη ραχοκοκαλιά της Ασίας σαν μια αρμαθιά μαργαριτάρια που συνέδεαν τον Ειρηνικό με τη Μεσόγειο». Αν, όμως, είναι έτσι, γιατί οι ακαδημαϊκοί άργησαν τόσο να μετακινηθούν από μια στερεοτυπική ευρωκεντρική αντίληψη και να εστιάσουν το ενδιαφέρον τους στην Ανατολή;
Εξαιρετική ερώτηση. Αρκεί να σας πω ότι στο μυαλό των περισσότερων μελετητών η αρχαιότητα αρχίζει και τελειώνει με την Ελλάδα και τη Ρώμη. Οπότε, όλα τα τμήματα των Κλασικών Σπουδών στα διάφορα πανεπιστήμια του κόσμου εστίασαν, κατά κύριο λόγο, στη μελέτη της αρχαίας και της λατινικής γραμματείας. Υπήρχε ελάχιστος ή, μάλλον, καθόλου χώρος για τα σανσκριτικά, για τους κινεζικούς πολιτισμούς, για τις κοινωνίες της Μεσοαμερικής ή της Νότιας Αμερικής, και σχεδόν καθόλου για την υποσαχάρια Αφρική. Υποθέτω ότι γι’ αυτό ευθύνονται και τα πρότυπα της Αθήνας, της Σπάρτης, της Κορίνθου και της Ρώμης (και όχι μόνο) που έγιναν το μοντέλο για τους Δυτικοευρωπαίους μετά την εποχή των ανακαλύψεων.
Καθώς η δυτική Ευρώπη έγινε πλούσια και έχτισε παγκόσμιες αυτοκρατορίες, οι μελετητές προσπάθησαν να συνδεθούν με προηγούμενες εποχές δόξας και βρήκαν εύκολα τα δίδυμα παραδείγματα της δημοκρατίας στην Αθήνα και της ρωμαϊκής δημοκρατίας και αυτοκρατορίας, τα οποία και υιοθέτησαν. Έτσι, οι νέοι της καλής κοινωνίας εκπαιδεύτηκαν να διαβάζουν Περικλή και Όμηρο, να μελετούν το μιλιταριστικό πνεύμα των Ρωμαίων, να κατανοούν τα διδάγματα από αυτά τα παρελθόντα. Αλλά, όπως λέω στο βιβλίο μου, παρόλο που οι αρχαίοι Έλληνες είχαν συμφέροντα στην Αδριατική, στη Σικελία, στη νότια Ιταλία και πέρα από αυτή, το επίκεντρο αυτού του κόσμου ήταν προς τα ανατολικά: οι απειλές και οι ευκαιρίες δεν προέρχονταν από την Αγγλία ή τη Γερμανία, αλλά από την Τροία, την Περσία και την Αίγυπτο.
Το καλύτερο παράδειγμα, λοιπόν, είναι ο Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος αγνόησε την κατάκτηση της Ευρώπης και αντ’ αυτού κατευθύνθηκε ανατολικά, χτίζοντας μια αυτοκρατορία που στηρίχθηκε στους πυλώνες της Βόρειας Αφρικής και στις εσχατιές της Ασίας. Παραδόξως, η προκατάληψη που τρέφουμε απέναντι στην ιστορία άλλων λαών παραμένει μέχρι σήμερα: όλοι γνωρίζουμε για τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι, ακόμη και στην Ελλάδα οι μαθητές διδάσκονται σχετικά με τον βασιλιά Ερρίκο Η’ και τις έξι συζύγους του.
Αλλά σχεδόν κανείς ‒και όταν λέω κανείς, το εννοώ‒ δεν μπορεί να μου πει το όνομα ενός Κινέζου σταρ του κινηματογράφου σήμερα, πόσο μάλλον μιας σημαντικής πολιτικής προσωπικότητας από τη Δυτική Αφρική, ενός επιστήμονα από την Ινδία ή ενός μελετητή από τη Μέση Ανατολή από οποιαδήποτε περίοδο της Ιστορίας. Αυτό είναι αρκετά ενδεικτικό για το πόσο αποκομμένοι είμαστε από την πραγματικότητα.
— Ευτυχώς, όμως, αντλούμε πολύτιμες πληροφορίες από το βιβλίο σας αναφορικά με την πρόοδο που υπήρχε, για παράδειγμα, στον πολιτισμό της Περσίας, την ίδια περίοδο που η Ευρώπη ζούσε τον πιο σκοτεινό Μεσαίωνα ή με το ότι η Τεχεράνη και οι πόλεις-δορυφόροι, όπως η Μερβ ή η Ρέι, ήταν γεμάτες μελετητές, επιστήμονες και σπουδαίους βιβλιοθηκάριους. Πώς, όμως, αυτοί οι τόσο προηγμένοι «δρόμοι του μεταξιού» κατέληξαν σήμερα να είναι δίοδοι για παράνομες δραστηριότητες, όπως το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων;
Λοιπόν, υπάρχουν πολλές απαντήσεις που μπορεί να δώσει κανείς στο ερώτημά σας. Η πιο απλή και προφανής είναι ότι οι επιστήμονες, οι μελετητές, οι καλλιτέχνες, οι αρχιτέκτονες και οι βιβλιοθηκάριοι έχουν ανάγκη από προστάτες. Και οι πλούσιοι προστάτες είναι οι καλύτεροι απ’ όλους. Εξού και ότι έχουμε την τάση να συνδέουμε τα σπουδαία, παγκόσμια και διαχρονικά κέντρα πολιτισμού και μάθησης με τις επιτυχίες όλων όσοι τα χρηματοδοτούν. Δείτε, για παράδειγμα, το Χάρβαρντ σήμερα ή το δικό μου πανεπιστήμιο στην Οξφόρδη: είμαστε ένα από τα μεγάλα πνευματικά κέντρα του κόσμου εδώ και αιώνες, εν μέρει επειδή καταφέραμε να προσελκύσουμε σπουδαίους επιστήμονες αλλά και γιατί πείσαμε σπουδαίους φιλάνθρωπους να υποστηρίξουν το έργο τους.
Είθισται, λοιπόν, να ακολουθεί κανείς τις μεγάλες παγκόσμιες εμπορικές αρτηρίες του παρελθόντος για να δει πού δημιουργήθηκε μεγάλος πλούτος από τέτοιες επιτυχίες, κάτι που με τη σειρά του στηρίχθηκε φυσικά στην εξελιγμένη διοίκηση, στη χρηστή διακυβέρνηση και στην απονομή δικαιοσύνης ‒ τα κράτη που είναι διεφθαρμένα ανατρέπονται. Έτσι, οι κόσμοι που εξετάζω δεν ήταν μόνο πλούσιοι, πολιτιστικά εξελιγμένοι και ανεκτικοί, αλλά και καλά διοικούμενοι. Όσον αφορά το σήμερα, δεν θα όριζα αυτές τις διαδρομές με τους όρους που μου περιγράφετε. Αντίθετα, θα εστίαζα στον ρόλο που παίζει η Μέση Ανατολή και ο Κόλπος στον ενεργειακό εφοδιασμό, κάτι που έχει προφανείς κλιματικές και οικολογικές επιπτώσεις.
Όσον αφορά τη συζήτηση για τα ναρκωτικά κ.ο.κ., προσωπικά θα στρεφόμουν προς τα μεγάλα μοντέλα κατανάλωσης σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις: αν μπορεί κανείς να αποστασιοποιηθεί και να το δει με αντικειμενικό τρόπο, πρέπει να σκεφτεί την προσφορά και τη ζήτηση. Οι άνθρωποι αγοράζουν και πωλούν πράγματα με υψηλά περιθώρια κέρδους, αλλά πρέπει οι καταναλωτές να θέλουν να τα αποκτήσουν. Αυτή είναι και η διαδικασία της λαθραίας διακίνησης ανθρώπων και της μαζικής μετανάστευσης: τα οικονομικά μοντέλα είναι ορθολογικά αν μπορεί κανείς να βγάλει το συναίσθημα από μέσα τους. Νομίζω ότι είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι αυτό δεν συμβαίνει συχνότερα ακόμη και σε κυβερνητικό επίπεδο στην Ευρώπη.
— Από την άλλη, είναι σίγουρα απογοητευτικό να μη γνωρίζουμε τι συμβαίνει με τους λόγιους της Ανατολής. Εσείς επιμένετε ότι οι σεβάσμιοι μοναχοί που διέσωζαν τα φιλολογικά και φιλοσοφικά κείμενα ή που είχαν σχέση με την επιστήμη, όπως ο Αβελάρδος του Μπαθ, συνέρρεαν στις μεγάλες βιβλιοθήκες της Αντιόχειας και της Δαμασκού για να πάρουν αντίγραφα των αλγοριθμικών πινάκων που αποτέλεσαν τη βάση για τη μελέτη των μαθηματικών. Πώς ακριβώς, λοιπόν, οι λόγιοι της Ανατολής βοήθησαν ή επηρέασαν τον πολιτισμό της Δύσης;
Κοιτάξτε, για να μιλήσουμε ειλικρινά, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν ο μεγάλος φορέας μετάδοσης κάθε είδους γνώσης. Χάρη στους αντιγραφείς στην Κωνσταντινούπολη και αλλού έχουμε τα κείμενα του Ομήρου και χάρη σε μεμονωμένους πάτρονες στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα, όπως η βυζαντινή πριγκίπισσα Άννα Κομνηνή, ο Αριστοτέλης και τα πρώτα σχόλια της «Ηθικής» του βρήκαν τον δρόμο τους προς την Ευρώπη. Το ίδιο συνέβη και με τις πληροφορίες για την Ιατρική, τις επιστήμες και τα Μαθηματικά που κυριολεκτικά επιδαψίλευαν τις μεγάλες πόλεις με γνώση: οι λόγιοι της Μπουχάρα στο σημερινό Ουζμπεκιστάν ήταν επίσης μανιώδεις αναγνώστες του Αριστοτέλη.
Καλύτερα, επομένως, να θέσουμε το ερώτημα γιατί και πότε η Δυτική Ευρώπη έγινε μέρος αυτού του οικοσυστήματος επιστημόνων που μάθαιναν ο ένας από τον άλλον και αλληλοβελτιώνονταν ‒ και μάλιστα σε όλες τις γλωσσικές, θρησκευτικές και γεωγραφικές περιοχές. Σχεδόν ολόκληρη η Ευρώπη ήταν σε μεγάλο βαθμό αποκλεισμένη από αυτούς τους κόσμους, εκτός από εκείνους που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του Βυζαντίου ή των Αράβων στη νότια Ισπανία. Αλλά από τον 10ο αιώνα και μετά η Ευρώπη άρχισε να συνδέεται περισσότερο τόσο με την Ισπανία όσο και με την Ανατολική Μεσόγειο: οι στρατιωτικές εκστρατείες και στις δύο αποδείχθηκαν απαραίτητες, με πιο διάσημες τις Σταυροφορίες.
Αυτές χρησίμευσαν για να διευρύνουν δραματικά τους ορίζοντες και τις φιλοδοξίες, και για να οδηγήσουν την πνευματική ανάπτυξη μακριά από αυτό που οι μελετητές συνήθιζαν να αποκαλούν «σκοτεινούς αιώνες», συνδέοντας τους Δυτικούς μελετητές με τις μεγάλες πνευματικές παραδόσεις άλλων τμημάτων της Ευρώπης, καθώς και της Βόρειας Αφρικής και της Ασίας.
— Μια και ήρθε ο λόγος στις Σταυροφορίες, υποστηρίζετε ότι τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της πρώτης Σταυροφορίας ήταν καλές και σταθερές οι σχέσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, τόσο στους Αγίους Τόπους όσο και αλλού. Πιστεύετε ότι όντως η λεηλασία της Θεσσαλονίκης ήταν αυτή, όπως τονίζετε στο βιβλίο, που άλλαξε την πορεία των σχετικά ισορροπημένων σχέσεων ή τα άτομα που έπαιρναν, όπως λέτε, ανόητες αποφάσεις;
Το κάλεσμα στην πρώτη Σταυροφορία προήλθε από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα τη δεκαετία του 1090 ως αποτέλεσμα της δραματικής κατάρρευσης της θέσης των χριστιανών στη Μικρά Ασία, στη Μέση Ανατολή και στην Ιερουσαλήμ. Μάλιστα, είχε την υποστήριξη του Πάπα στη Ρώμη και κορυφαίων εκπροσώπων της αριστοκρατίας σε όλη την Ευρώπη. Τα αποτελέσματα ήταν εκπληκτικά: οι μεγάλες πόλεις της Νίκαιας και της Αντιόχειας καταλήφθηκαν, ενώ ακολούθησε η ίδια η Ιερουσαλήμ το 1099.
Ωστόσο, η επόμενη μέρα εγκυμονούσε διάφορες δυσκολίες: οι Σταυροφόροι ήταν απρόθυμοι να παραδώσουν τις πόλεις που είχαν καταλάβει στον αυτοκράτορα, παρά την επίσημη δέσμευσή τους να το κάνουν, και αυτό προκάλεσε έναν αιώνα δηλητηριωδών σχέσεων, καθώς άρχισε να λέγεται στη δυτική Ευρώπη ότι οι Βυζαντινοί ήταν αναξιόπιστοι και δρούσαν ενάντια στα συμφέροντα των χριστιανών και του χριστιανισμού.
Η καχυποψία και ο ανταγωνισμός είχαν ως αποτέλεσμα να ξεκινήσει μια στρατιωτική εκστρατεία εναντίον του Βυζαντίου λιγότερο από δέκα χρόνια μετά την Α’ Σταυροφορία. Ήταν η πρώτη από τις πολλές: η πιο δραματική και διάσημη, φυσικά, ήταν η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης το 1204. Στους Αγίους Τόπους, εν τω μεταξύ, υπήρχαν φάσεις ανταγωνισμού σε επίπεδο βίας μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, αλλά για δεκαετίες το κυρίαρχο μοτίβο ήταν αυτό της συνεργασίας. Αλλά, ναι, υπήρχαν ηλίθιοι άνθρωποι που έπαιρναν ηλίθιες αποφάσεις. Ο απόηχος σήμερα είναι αρκετά προφανής: φιλόδοξες, καιροσκοπικές οντότητες προσπαθούν να γίνουν πιο ισχυρές και για να κερδίσουν υποστήριξη κάνουν πράγματα που δημιουργούν διαίρεση και διάσπαση. Και αυτό μπορεί να αποβεί θανατηφόρο.
— Φαίνεται ότι οι διάφορες εξερευνήσεις και αποστολές στην Ασία βοήθησαν στην οικονομική ανάπτυξη των χωρών που συμμετείχαν, για παράδειγμα αυτή των Πορτογάλων μέσω του Ντα Γκάμα τον 15ο αιώνα και οι αποστολές των Κάτω Χωρών τον 17ο αιώνα. Ποια θα ήταν η εικόνα της Ευρώπης σήμερα αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί αυτά τα ταξίδια προς την Ανατολή; Θα ήταν σημαντικά διαφορετική;
Το άνοιγμα των ναυτιλιακών οδών άλλαξε δραματικά την ταχύτητα και τον όγκο των εμπορευμάτων μπορούσαν να φτάσουν στην Ευρώπη. Αυτό μείωσε το κόστος, όπως και το γεγονός ότι τα εμπορεύματα που μεταφέρονταν μέσω ξηράς φορολογούνταν πολλαπλά. Έτσι, το καθαρό αποτέλεσμα των υπερατλαντικών διαδρομών και των νέων δικτύων στην Ασία ήταν η επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης χωρών όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία και αργότερα η Ολλανδική Δημοκρατία και η Βρετανία. Αυτό που το έκανε ακόμη πιο δραματικό ήταν οι τρόποι με τους οποίους τα κράτη αυτά δημιούργησαν μονοπωλιακές θέσεις σε τοπικό επίπεδο και ανταγωνίζονταν το ένα το άλλο.
Αυτό που μου κάνει μεγαλύτερη εντύπωση, ως ιστορικό της βυζαντινής αυτοκρατορίας, είναι ο τρόπος με τον οποίο η οικονομική, στρατιωτική, πολιτική και πολιτιστική καρδιά της Ευρώπης μετατοπίστηκε από τα νοτιοανατολικά προς τα δυτικά. Αυτό άλλαξε, με τρόπο καθοριστικό, την Ευρώπη, όπως και τον τρόπο που σκεφτόμαστε γι’ αυτήν. Ποιος μιλάει για την πολωνο-λιθουανική κοινοπολιτεία, τη μεγαλύτερη χερσαία αυτοκρατορία που γνώρισε η Ευρώπη; Ποιος ξέρει ποιος είναι ο εθνικός ποιητής της Ουγγαρίας; Όλοι όμως μπορούμε να αναφέρουμε τον Σαίξπηρ και τον Μολιέρο, επειδή γεννήθηκαν νέες δυνάμεις που έσπρωξαν τους προηγούμενους νικητές της Ιστορίας στη σκιά.
— Πέρα από τα ιστορικά γεγονότα, το βιβλίο σας χαρακτηρίζεται από λυρισμό και όμορφες περιγραφές, καθώς μας ενθαρρύνετε να δούμε με άλλο μάτι όχι μόνο τα ιστορικά γεγονότα αλλά και σημαντικά πολιτικά έργα, πίνακες ζωγραφικής κ.λπ. Αλήθεια, πιστεύετε ότι θα ήταν η εξέλιξη των καλλιτεχνικών κινημάτων η ίδια χωρίς τις επιρροές και τις εμπειρίες από την Ανατολή;
Τι όμορφα που τα λέτε, σας ευχαριστώ. Η ιστορία δεν έχει να κάνει μόνο με γεγονότα και ημερομηνίες αλλά και με την ικανότητα να αφηγείσαι μια ιστορία με τρόπο που να πείθει και να αιχμαλωτίζει τη φαντασία του αναγνώστη. Είμαι, πραγματικά, ευγνώμων για τα καλά σας λόγια. Δεν ξέρω πώς να απαντήσω συνοπτικά στην ερώτηση, αλλά ως μελετητής θα έλεγα ότι είναι δύσκολο να είσαι πρωτότυπος αν ζεις μόνος σου σε μια σπηλιά. Όσο περισσότερες ιδέες μπορείς να προσλάβεις τόσο περισσότερες μπορείς να μεταδώσεις, τόσο θετικά όσο και αρνητικά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι κόσμοι πάνω στους οποίους εργάζομαι και με ελκύουν, όπως η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, οι δρόμοι του μεταξιού και άλλοι, είναι κοσμοπολίτικοι, ανοιχτοί, ανεκτικοί, γεμάτοι ερεθίσματα και ιδέες.
Γι’ αυτό ακριβώς δεν μπορώ να μιλήσω για «ανατολή» ή «δύση», αφού δεν ξέρω πού αρχίζουν και πού τελειώνουν. Και τόσο η έρευνα όσο και προσωπική μου εμπειρία μού λένε ότι μπορεί κανείς να μάθει από τα πάντα και από όλους. Τα καλλιτεχνικά κινήματα, όπως η λογοτεχνία, το εμπόριο και η θρησκεία, με ενδιαφέρουν ως ασκήσεις συνεργασίας, ανταγωνισμού και αξιοκρατίας: ο καλύτερος ανέρχεται πάντα.
— Σας έχουν αποκαλέσει Ηρόδοτο του 21ου αιώνα επειδή αλλάξατε το γεωπολιτικό και ιστορικό παράδειγμα, μετατοπίζοντας το κέντρο από τη Δύση στην Ανατολή. Μεγάλη ευθύνη! Πώς αισθάνεστε που είστε υπεύθυνος γι’ αυτή την κίνηση;
Εντάξει, φυσικά είναι πολύ κολακευτικό. Σχεδόν τσιμπιέμαι όταν το διαβάζω. Αλλά δεν είμαι παρά ένας σεμνός και ταπεινός άνθρωπος, ένας σεμνός και ταπεινός ιστορικός. Θα μου έδινε μεγάλη χαρά αν έχω ανοίξει την πόρτα για άλλους ιστορικούς και αν μπορέσω να βρω μια θέση σε ένα πάνθεον με τους μεγάλους συγγραφείς του παρελθόντος που ήταν πολύ πιο ταλαντούχοι από μένα
— Αλήθεια, έχετε δεχτεί την επίδραση άλλων συγγραφέων ή ιστορικών από αυτό το πάνθεον; Μήπως το έργο, για παράδειγμα, του Μπροντέλ ή του Ράνσιμαν σας επηρέασε;
Μου αρέσει να διαβάζω πράγματα που γράφτηκαν από λαμπρούς ανθρώπους. Δεν με ενδιαφέρει αν είναι ιστορικοί ή βιολόγοι, δημοσιογράφοι ή δάσκαλοι. Μου αρέσει να μαθαίνω, αυτή είναι η μεγαλύτερη χαρά και ευχαρίστησή μου. Θαυμάζω απεριόριστα τον Μπροντέλ και τον Ράνσιμαν, τους οποίους είχα την τύχη να γνωρίσω και να μπορώ να τους αποκαλώ φίλους μου, αλλά το ίδιο θαυμάζω και όλους εκείνους των οποίων το έργο παραθέτω στο βιβλίο μου, ανθρώπους όπως ο Άχμαντ Ιμπν Φαλντάν, ο οποίος έγραφε πριν από χίλια χρόνια για τις φυλές που ζούσαν στην Κεντρική Ασία, ή η προσωπική μου αγαπημένη, η Άννα Κομνηνή, το έργο της οποίας γνωρίζω απ’ έξω και ανακατωτά και τη φωνή της ακούω στο κεφάλι μου όταν γράφω. Θαυμάζω οποιονδήποτε μπορεί να διατυπώσει πολύπλοκες ιδέες με τρόπο που να μπορούν να τις καταλάβουν οι άνθρωποι, για μένα έχουν το ίδιο χάρισμα με τον Μότσαρτ, τον Καβάφη ή τον Ντέιβιντ Μπάουι. Το να ξυπνάω κάθε μέρα και να μαθαίνω από τέτοιους ανθρώπους είναι χαρά, ευχαρίστηση και προνόμιο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.