«Μεγαλόψυχα και γενναιόδωρα λούζουν καμιά φορά οι Ουρανοί ένα και μόνο πρόσωπο με κάθε λογής χαρίσματα και δώρα πολύτιμα από τους πλούσιους και ανεξάντλητους θησαυρούς τους, χαρίσματα και δώρα που συνήθως μοιράζονται μέσα στα χρόνια σε πολλά, μα πάρα πολλά ξεχωριστά παιδιά τους.» Αυτά τα λόγια γράφει ο συγγραφέας των βίων των καλλιτεχνών της Αναγέννησης Τζόρτζιο Βαζάρι για τον Ραφαήλ, έναν καλλιτέχνη γεμάτο χάρη και ευγένεια που πέθανε στα 37 του χρόνια, αλλά με το έργο του άλλαξε το βλέμμα της ζωγραφικής. Η ζωή του ήταν σύντομη, το έργο του παραγωγικό και η κληρονομιά του αθάνατη. Ζωγράφος, σχεδιαστής, αρχιτέκτονας, αρχαιολόγος και ποιητής, ο Ραφαήλ αποτύπωσε στην τέχνη του το ανθρώπινο και το θείο, την αγάπη και τη φιλία, τη μάθηση και τη δύναμη. Στη σύντομη καριέρα του, που εκτείνεται σε μόλις δύο δεκαετίες, ο Ραφαήλ διαμόρφωσε την πορεία του δυτικού πολιτισμού.
Μεγαλοφυής καλλιτέχνης, στέκεται ισάξια δίπλα στον Λεονάρντο ντα Βίντσι και τον Μιχαήλ Άγγελο, και θεωρείται ως ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες όλων των εποχών. Οι ουράνιες Μαντόνες του, η υπερβατική ακρίβεια με την οποία απέδωσε το πλατωνικό ιδεώδες, οι συνθέσεις στις οποίες η δραματική ένταση ισορροπεί με την απόλυτη αίσθηση του μέτρου σε μια αδιατάρακτη αρμονία, κάνουν τον κόσμο της τέχνης να σκύβει στα έργα του ξανά και ξανά και να τα μελετά.
Η ιστορία ενός διάσημου πίνακα
Ο αριστουργηματικός του πίνακας Madonna della Rosa (Μαντόνα του Ρόδου) είναι ένα πολυσυζητημένο έργο του, που έχει ιντριγκάρει τους γνώστες της τέχνης και τους ειδικούς για αιώνες. Ο πίνακας απεικονίζει τη Μαρία, τον Ιωσήφ, το θείο Βρέφος και, ως βρέφος, και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Ακουμπισμένο μπροστά στη Μαρία ένα ρόδο που δίνει το όνομα στον πίνακα, ένα dusty rose τριαντάφυλλο που μοιάζει με το χρώμα που έχει το μανίκι του ενδύματός της.
Ο πίνακας βρίσκεται στο μουσείο Πράδο της Μαδρίτης και, σύμφωνα με την περιγραφή του μουσείου, η πρώτη επιβεβαιωμένη ισπανική τεκμηρίωση της Μαντόνας του Ρόδου (που τοποθετεί τη δημιουργία του έργου γύρω στο 1517) χρονολογείται από το 1657. Ωστόσο, υπήρχαν αντίγραφα του έργου στην Ισπανία τον δέκατο έκτο αιώνα, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον έξι που αναφέρονται στη διαθήκη του 1589 του Beneditto Rabuyate, ενός Φλωρεντινού ζωγράφου.
Αρχικά ζωγραφισμένη σε πάνελ, η σύνθεση μπορεί να είχε μεταφερθεί σε καμβά κατά το πρώτο μισό του δέκατου ένατου αιώνα, οπότε είχε προστεθεί και ένα χαμηλότερο τμήμα, που φέρει το τριαντάφυλλο που δίνει στο έργο το όνομά του. Οι φθορές στην επιφάνεια του έργου από την τριβή καθιστούν δύσκολη τη χρονολόγηση, αλλά μπορεί να έχει ζωγραφιστεί γύρω στο 1517. Οι συνθήκες που περιβάλλουν την ανάθεση του έργου είναι άγνωστες, αν και δεν υπάρχει αμφιβολία για την απόδοσή του στον Ραφαήλ.
Η παραδοσιακή ερμηνευτική τάση που θέλει μέρη των έργων να ζωγραφίζονται από διαφορετικά μέλη του εργαστηρίου του Ραφαήλ, οδήγησε ορισμένους ειδικούς να εξετάσουν τη συμμετοχή τους στην απόδοση κάποιων τμημάτων των μορφών.
Πρόσφατες μελέτες των μεταγενέστερων έργων του Ραφαήλ έδειξαν ότι οι μέθοδοι συνεργασίας των μελών του εργαστηρίου ήταν πολύ σύνθετες, πάντα υπό την επίβλεψη του ίδιου του ζωγράφου, και περιορισμένες σε έργα μεγάλου σχήματος. Ο οικείος χαρακτήρας της παρούσας εικόνας, που τονίζεται από τις μελαγχολικές μορφές του Ιωσήφ και της Μαρίας, ο λεπτός φωτισμός και η παρουσία κουρτίνας στο βάθος υποδηλώνουν ότι κοσμούσε αγία Τράπεζα ιδιωτικού παρεκκλησίου.
Σε αυτό το έργο ο Ραφαήλ επιστρέφει εν μέρει στις συνθέσεις του από τις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του δέκατου έκτου αιώνα, η δε επεξεργασία του χρώματος και η απόδοση του φωτός προσομοιάζει στη Μαντόνα του πίνακα La Perla (1518, Μουσείο Πράδο). Η απόδοση των μορφών είναι πολύ προσεγμένη, παρά τον περιορισμένο χρωματικό συνδυασμό: οι τόνοι της σάρκας αποδίδονται με πολύ λεπτές στρώσεις χρώματος, οι δε σκιάσεις καθώς και η απόδοση των μαλλιών πλησιάζουν τα επίπεδα διαφάνειας που επιτυγχάνονται στη Μαντόνα του La Perla.
Το μυστήριο με τη «Μαντόνα του Ρόδου»
Όταν ξεκίνησε η συζήτηση, τον 19ο αιώνα, με ορισμένους ιστορικούς τέχνης να αμφιβάλλουν αν είναι έργο του Ραφαήλ και κάποιους να το αποδίδουν στο εργαστήριό του, πολλοί επικεντρώθηκαν στο πρόσωπο του Ιωσήφ, υποστηρίζοντας ότι δεν μπορεί να προέρχεται από το χέρι του Ραφαήλ. Ίδιες ενστάσεις διατυπώθηκαν για το ρόδο, ζωγραφισμένο στο κάτω μέρος του πίνακα. Στην Ισπανία, πάντως, ο πίνακας αποδίδεται σταθερά στον Ραφαήλ.
Μια νέα έρευνα υποστηρίζει ότι το μυστήριο γύρω τον πίνακα του Ραφαήλ μπορεί να έχει λυθεί από έναν αλγόριθμο τεχνητής νοημοσύνης που αναπτύχθηκε στο Μπράντφορντ, από έναν καθηγητή ψηφιακής υπολογιστικής. Το συμπέρασμά του είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος του πίνακα είναι του Ραφαήλ, αλλά το πρόσωπο του Ιωσήφ είναι από άλλο χέρι. Το κάτω μέρος είναι «πιθανότατα» από τον Ραφαήλ.
Ο καθηγητής Hassan Ugail, που πραγματοποίησε την έρευνα, δήλωσε ότι ο αλγόριθμος αναπτύχθηκε μετά την εξαιρετικά λεπτομερή εξέταση 49 μη αμφισβητούμενων έργων του Ραφαήλ, και ως εκ τούτου μπορεί να αναγνωρίσει αυθεντικά έργα του καλλιτέχνη με ακρίβεια 98%.
«Ο υπολογιστής κοιτάζει με πολύ μεγάλη λεπτομέρεια έναν πίνακα» ανέφερε ο Ugail. «Όχι μόνο το πρόσωπο‧ κοιτάζει όλα τα μέρη του και μαθαίνει για τη χρωματική παλέτα, τις αποχρώσεις, τις τονικές αξίες και τις πινελιές. Κατανοεί τη ζωγραφική σχεδόν σαν μέσα από μικροσκόπιο, μαθαίνει όλα τα βασικά χαρακτηριστικά του χεριού του Ραφαήλ.» Στην περίπτωση της Madonna della Rosa, η αρχική δοκιμή έδειξε ότι ήταν κατά 60% του Ραφαήλ. Στη συνέχεια, ο υπολογιστής κοίταξε τον πίνακα ανά τμήμα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν το πρόσωπο του Ιωσήφ που δεν αποτελούσε έργο του Ραφαήλ.
Το εύρημα είναι μέρος μιας νέας εργασίας που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Heritage Science. Ο Howell Edwards, ομότιμος καθηγητής μοριακής φασματοσκοπίας στο Μπράντφορντ, και από κοινού συγγραφέας της εργασίας, δήλωσε: «Η ανάλυση του του έργου μέσω προγράμματος τεχνητής νοημοσύνης απέδειξε με βεβαιότητα ότι, ενώ οι τρεις φιγούρες –της Παναγίας, του Ιησού και του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή– είναι αναμφισβήτητα του Ραφαήλ, αυτή του Ιωσήφ δεν είναι, συνεπώς έχει ζωγραφιστεί από κάποιον άλλο.»
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης άλλον έναν αμφισβητούμενο πίνακα, γνωστό ως Μαντόνα του Haddo, καθώς βρίσκεται στο Haddo House, στο Aberdeenshire.
Αγοράστηκε ως γνήσιος Ραφαήλ τον 19ο αιώνα από τον Τζορτζ Γκόρντον, τον 4ο κόμη του Αμπερντίν, ο οποίος διατέλεσε πρωθυπουργός την περίοδο 1852–55. Αργότερα αποδόθηκε σε έναν ελάσσονα καλλιτέχνη, τον Innocenza da Imola.
Το 2016, ο ιστορικός τέχνης Bendor Grosvenor υποστήριξε στο BBC ότι ήταν γνήσιο έργο του Ραφαήλ. Οι ειδικοί στην Εθνική Πινακοθήκη είπαν αργότερα ότι κάτι τέτοιο ήταν απίθανο. Η εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης τάχθηκε στο πλευρό του Grosvenor, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι είναι πιθανότατα έργο του Ραφαήλ.
Ο Ugail παραδέχεται ότι δεν ξέρει τίποτα για την τέχνη και ότι η υποδοχή των συμπερασμάτων του από τους ιστορικούς της τέχνης μπορεί να είναι ψυχρή.
«Νομίζω ότι υπάρχει φόβος‧ επίσης, πιστεύουν ότι είμαστε αφελείς, ότι δεν ξέρουμε τι κάνουμε» είπε. Πιστεύει ωστόσο ότι οι ιστορικοί της τέχνης τελικά θα δουν την τεχνητή νοημοσύνη ως έναν επιπλέον τρόπο πιστοποίησης της αυθεντικότητας μεγάλων έργων τέχνης. Τόνισε δε ότι δεν πιστεύει πως η τεχνητή νοημοσύνη θα αντικαταστήσει τους ανθρώπους. «Η διαδικασία πιστοποίησης της αυθεντικότητας ενός έργου περιλαμβάνει την εξέταση πολλών πτυχών – της προέλευσής του, της υλικής σύστασης των χρωμάτων, της κατάστασης του έργου και ούτω καθεξής. Αυτό το είδος λογισμικού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για να βοηθήσει στη διαδικασία» ανέφερε.
Με πληροφορίες από Guardian, Museo Prado.