ΑΝΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΑ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για ένα από τα πιο επικίνδυνα επαγγέλματα στην Ελλάδα, ειδικά αν βάλουμε στο «ζύγι» τους ελληνικούς δρόμους και τα τροχαία ατυχήματα. Ποια είναι, όμως, τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά για το επάγγελμα του διανομέα (ντελιβερά) –είτε στην εστίαση, είτε σε εταιρείες ταχυμεταφορών–, τι έχει διαφοροποιηθεί και τι δεν θα αλλάξει ποτέ;
Το επάγγελμα του διανομέα στην Ελλάδα «κινείται» εσαεί με τα εξής τέσσερα στερεότυπα: Αφορά μόνο τους νέους, είναι ανδροκρατούμενο, ασχολούνται (κυρίως) άτομα χαμηλότερων εκπαιδευτικών βαθμίδων και είναι μια καλή ευκαιρία να βγάλεις εύκολα και γρήγορα χρήματα. Ωστόσο, τι ισχύει στην περαγματικότητα; Πέντε πρώην και νυν διανομείς –τέσσερις άνδρες και μία γυναίκα– μιλούν στη LiFΟ για τα αφόρητα και μη του επαγγέλματος.
«Σταμάτησα επειδή άρχισε να με πονά η μέση και ο αυχένας»
Ο Γιώργος Μαργώνης έκλεισε πέρυσι δεκαπέντε χρόνια ως ντελιβεράς, έχοντας δουλέψει σε τουλάχιστον έξι μαγαζιά. Στην πραγματικότητα, είχε ανέβει σε μηχανάκι για να πάει παραγγελία ήδη από την ηλικία των 12, αλλά αυτό αφορά ίσως επόμενο θέμα που έχει να κάνει με την παιδική εργασία στην επαρχία.
Πλέον, στην ηλικία των 30, αποφάσισε να περάσει στον ασφαλέστερο τομέα των τηλεπικοινωνιών, βρίσκοντας δουλειά ως τηλεφωνητής σε τηλεφωνικό κέντρο. Ένας από τους λόγους που πάρκαρε στο γκαράζ το μηχανάκι είναι τα προβλήματα υγείας που του προκάλεσε αυτή η δεκαπενταετής, τουλάχιστον, ταλαιπωρία, όπως τη χαρακτηρίζει.
«Πάντως, αν είναι να ξεκινήσω με τα αρνητικά του επαγγέλματος, θα ξεκινήσω με την οδική συμπεριφορά» εξηγεί στη LiFO. «Τι να πρωτοπώ, όμως; Παραβιάσεις stop, μεγάλες ταχύτητες, οι υπόλοιποι δεν μας υπολογίζουν στον δρόμο. Μας φέρονται σαν να είμαστε γάιδαροι που θέλουμε χαλινάρι για να σταματήσουμε και να περάσουν πρώτοι».
«Πρέπει να αλλάξουν πολλά. Πρέπει να επανέλθουν τα βαρέα-ανθυγιεινά και να σταματήσουν επιτέλους τα τετράωρα ένσημα, ενώ δουλεύουμε δεκαπέντε ώρες. Επίσης πρέπει να παίρνουμε δώρα και επιδόματα, όπως στον υπόλοιπο ιδιωτικό τομέα»
Το επόμενο βασικό ζήτημα είναι το ωράριο εργασίας, καθώς «φυσικά δεν μιλάμε για 8ωρο», ενώ οι υπερωρίες δεν πληρώνονται. Σε μία από αυτές τις έξτρα ώρες, ο Γιώργος πήγαινε την τελευταία παραγγελία της βραδιάς. Αν και τόσα χρόνια ήταν προσεκτικός και ποτέ δεν ενεπλάκη σε τροχαίο με άλλο όχημα, αυτή τη φορά, λόγω και του βροχερού καιρού, πάτησε παραφλού στο δρόμο, με αποτέλεσμα να καταλήξει στο κρεβάτι για τουλάχιστον πέντε μήνες. Ευτυχώς, όπως λέει, ο εργοδότης του τού στάθηκε «σπαθί» και δεν χρειάστηκε να ανησυχήσει και για την επιβίωσή του τους πέντε μήνες που έμεινε χωρίς δουλειά.
«Ο ντελιβεράς ζει από τα tips. Πρέπει να αλλάξουν πολλά. Πρέπει να επανέλθουν τα βαρέα-ανθυγιεινά και να σταματήσουν επιτέλους τα τετράωρα ένσημα, ενώ δουλεύουμε δεκαπέντε ώρες. Επίσης πρέπει να παίρνουμε δώρα και επιδόματα, όπως στον υπόλοιπο ιδιωτικό τομέα» επισημαίνει.
Έχοντας δουλέψει και σε εταιρεία κούριερ με μηχανάκι, διαπίστωσε πως τα θετικά είναι σίγουρα η ασφάλιση και η τήρηση του 8ωρου ή οι πληρωμένες υπερωρίες. Τα αρνητικά είναι ότι αρκείσαι στον βασικό μισθό, καθώς δεν υπάρχουν πολλά tips, ενώ πολλές φορές αναγκάζεσαι να κυκλοφορείς στους δρόμους με πολλά εμπορεύματα, καθώς οι παραλήπτες συχνά βρίσκονται εκτός σπιτιού.
Ο Γιώργος εγκατέλειψε το επάγγελμα, επειδή οι κραδασμοί από το μηχανάκι τού δημιούργησαν προβλήματα στη μέση και τον αυχένα του. «Οι κακές καιρικές συνθήκες δεν κάνουν καλό στον οργανισμό από ένα σημείο και μετά, γι' αυτό και αποφάσισα να βρω μια "εσωτερική" δουλειά», εξηγεί.
«Θέλουμε την κατανόηση του κόσμου, μας περιμένει πίσω οικογένεια»
Ο Σταύρος Ραμαντάνης, αφηγούμενος τη ζωή του ως διανομέας τα τελευταία χρόνια και έχοντας αλλάξει γύρω στα είκοσι μαγαζιά πριν ανοίξει τελικά τη δική του εταιρεία ταχυμεταφορών στη Θεσσαλονίκη, καταγγέλλει ότι «όταν οι καιρικές συνθήκες είναι πραγματικά κακές, το 90% των πελατών θα παραγγείλει τότε αυτό που θέλει».
«Θέλουμε την κατανόηση του κόσμου. Μας περιμένει πίσω μια οικογένεια. Οι επιχειρήσεις πρέπει να καλύπτουν τις ασφάλειες των παιδιών με τα μηχανάκια. Ακούγεται ρετρό, αλλά κάνουμε τον σταυρό μας» τονίζει, επισημαίνοντας πως καμία από τις δύο πλευρές δεν προσέχει στον δρόμο. Ούτε οι ντελιβεράδες, ούτε οι οδηγοί.
«Με το καινούργιο νομοσχέδιο των ελεύθερων επαγγελματιών, ο ασφαλισμένος ντελιβεράς ξεκινά το μεροκάματό του με 50 ευρώ μείον. Πρέπει να παραβιάσει όλο τον ΚΟΚ για να τα βγάλει πέρα». Για τους ανασφάλιστους κατηγορεί το ευρύτερο πολιτικό σύστημα, που πρακτικά επιβραβεύει την ατιμωρησία. «Γιατί σε προστατεύει το κράτος, όταν δεν κολλάς ένσημα, και δεν σε τιμωρεί; Αυτά βλέπουν και οι υπόλοιποι και τα υιοθετούν» σημειώνει.
Στα θετικά του επαγγέλματος τονίζει τα εξής: «Δεν μένεις χωρίς δουλειά, έχεις πάντα λεφτά, γνωρίζεις κόσμο και ανοίγεις τον κύκλο σου». Ο Σταύρος άνοιξε την εταιρεία πριν από έξι μήνες, γιατί βαρέθηκε να μένει ανασφάλιστος, ενώ πολλές φορές δεν πληρωνόταν τα μεροκάματα. Στη δική του εταιρεία, που απασχολεί έξι άτομα και θέλει να προσλάβει στο μέλλον άλλα τοσα, έχει θέσει τρεις «απαράβατους νόμους», οι οποίοι είναι οι εξής: «ασφάλεια, ευγένεια, τιμιότητα».
«Πολλοί ντρέπονται να πουν ότι είναι ντελίβεράδες και βγάζουν 1.500 ευρώ τον μήνα»
Ο Κώστας Μελισσουργός γύρισε από την καλοκαιρινή σεζόν και επέστρεψε σε αυτό που κάνει τα τελευταία οκτώ χρόνια, από 18 χρονών. Το απόγευμα ντελίβερι και τα πρωινά στις λαϊκές. Αν και ο ίδιος τελείωσε ιδιωτικό ΙΕΚ, υπογραμμίζει ότι όλοι οι συνάδελφοί του, για πολλά χρόνια, είχαν πτυχία ΑΕΙ, αλλά δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά στον τομέα τους.
«Πολύς κόσμος ντρέπεται να πει ότι είναι ντελιβεράς και βγάζει 1.500 τον μήνα. Το καλό σε αυτήν τη δουλειά είναι ότι αν σου λείπουν τα λεφτά, θα δουλέψεις παραπάνω ώρες και θα τα βγάλεις. Αν δουλεύεις σε ένα εργοστάσιο, για παράδειγμα, δεν μπορεί να γίνει αυτό» εξηγεί.
Ωστόσο, οι «παραφωνίες» από πλευράς ιδιοκτητών είναι πολλές. «Δεν σου δίνουν ένσημα με τίποτα. Όταν ήμουν στο ταμείο ανεργίας, μου πρότεινε ένας ιδιοκτήτης τρία δίωρα ένσημα την εβδομάδα. Προτίμησα το ταμείο», αναφέρει, προσθέτοντας ότι ένας ντελιβεράς δεν θα δει ποτέ δώρα, επιδόματα, άδειες. Μάλιστα, τα δώρα μέχρι και σήμερα τα καταβάλλουν και τα ζητάνε πίσω.
«Πριν από μερικά χρόνια ένας μου ζήτησε πίσω το δώρο Χριστουγέννων. Δεν το έδωσα ποτέ, σηκώθηκα και έφυγα. Φέτος, έτυχα σε καλό αφεντικό. Αν και δούλευα μόνο δύο μήνες, μου έβαλε το δώρο που δικαιούμουν» τονίζει.
«Δεν μας σέβονται. Στο προηγούμενο μαγαζί που δούλευα με έστειλαν σε παραγγελία, ενώ χιόνιζε. Οι υπόλοιποι συνάδελφοι στα άλλα μαγαζιά είχαν σταματήσει με εντολή των ιδιοκτητών. Κάποια στιγμή ήρθε ένα αγροτικό και με χτύπησε. Τσούλησα στο χιόνι, έλεγα πού θα σταματήσω! Ευτυχώς δεν έπαθα κάτι χειρότερο πέρα από γρατζουνιές. Φορούσα κράνος και μπουφάν» αναφέρει.
«Στα νησιά με 8 ευρώ την ώρα, πηγαίνεις έναν καφέ με 9 μποφόρ. Εμείς στη Λαμία παίρνουμε περίπου 5-6 ευρώ την ώρα, αλλά υπάρχει μαγαζί που δίνει και 2,5 ευρώ. Όλα μαύρα. Ξέρω μαγαζί που σε αναγκάζει να πληρώνεις το ένσημό σου. Για να γλιτώσουν ένα ευρώ τη φορά», προσθέτει.
Στην ερώτηση τι θα ήθελε να αλλάξει στο επάγγελμα, είναι κατηγορηματικός: «Πρέπει να υπάρχουν νόμοι. Όπως έγινε φέτος με τον καύσωνα, που ξεκινούσαμε πιο αργά το απόγευμα. Έτσι πρέπει να γίνει και τον χειμώνα. Και επιτέλους, να σου στέκεται η επιχείρηση σε περίπτωση ατυχήματος. Έχω φίλο που τράκαρε, η επιχείρηση του πρότεινε να μην κάνει μήνυση και ότι θα τον στηρίξει (επειδή ήταν ανασφάλιστος) και εν τέλει για ενάμιση μήνα που ήταν στο κρεβάτι του έδωσε 50 ευρώ. Έτσι δεν γίνεται δουλειά. Και πρέπει να γίνει κάτι και με την οδική ασφάλεια. Δεν προσέχει κανένας. Εμάς ειδικά μας έχουν του "πεταματού"».
Ο Κώστας λέει και το εξής αξιοσημείωτο: «Τα επαγγελματικά μηχανάκια δεν περνάνε σωστό έλεγχο, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος για την ασφάλεια του οδηγού».
«Δεν θα άντεχα να κάνω αυτήν τη δουλειά μετά τα 30, αλλά έχω συνάδελφο που είναι 60 ετών» καταλήγει.
«Υπάρχουν Έλληνες που νοικιάζουν τον κωδικό τους σε μετανάστες»
Γεννημένος το 1978, ο Σπύρος (επιθυμεί να μη δημοσιευτούν περαιτέρω στοιχεία του) έχει ανοίξει εταιρεία ταχυμεταφορών από το 2004, καθώς μετά τον στρατό είχε αρχίσει ήδη να εργάζεται ως ντελίβερι. Από τότε, πέρα από μερικές τροποποιήσεις του οδικού δικτύου προς το καλύτερο, δεν παρατηρεί άλλες αλλαγές στο επάγγελμα, όπως αναφέρει.
Στα αρνητικά καταγράφει σίγουρα τις καιρικές συνθήκες (καύσωνας, βροχή, χιόνι, αέρας), αλλά και την κίνηση στους δρόμους, εστιάζοντας στο πρόβλημα που παρατηρείται τουλάχιστον την τελευταία πενταετία με τη χρήση κινητού τηλεφώνου την ώρα της οδήγησης. «Εγώ πλέον, που είμαι έμπειρος οδηγός, κοιτάω τρία αμάξια μπροστά για να μη γίνει η μαλακία. Έχω κάνει 1,3 εκατ. χιλιόμετρα όλα αυτά τα χρόνια, αλλά κάθε μέρα βλέπω κάτι που αναιρεί όσα ξέρω. Πρέπει να είσαι στην τσίτα, να μην επαναπαύεσαι. Να προλάβεις το λάθος του άλλου», εξηγεί.
«Έχω χτυπήσει δύο φορές. Την πρώτη έσπασα το χέρι από λάθος δικό μου. Τη δεύτερη δεν θυμάμαι τίποτα. Με έσωσε το κράνος και το μπουφάν. Αν δεν τα φορούσα, δεν θα κάναμε αυτή την κουβέντα. Για είκοσι ημέρες ήμουν μέσα. Είχα πάθει αμνησία από το χτύπημα».
Στα θετικά αναφέρει ότι βρίσκεσαι έξω στον δρόμο και όχι σε γραφείο (αν και είναι τελείως υποκειμενικό το τι είναι ο δρόμος για τον καθένα) και πως είναι εύκολο να το κάνεις, αρκεί να έχεις μηχανάκι, εξοπλισμό και να γνωρίζεις τη γλώσσα. Μάλιστα, στο τελευταίο καταγγέλλει ότι πολλοί Έλληνες που δουλεύουν σε μεγάλες εταιρείες διανομών, νοικιάζουν τον κωδικό τους σε μετανάστες που πολλές φορές δεν έχουν δίπλωμα οδήγησης. «Έτσι, ο ένας το νοικιάζει στον άλλον 500 ευρώ τον μήνα, ο άλλος βγάζει 1.500 τον μήνα, του δίνει αυτό που θέλει και είναι και οι δύο κερδισμένοι».
Ακόμη, σημειώνει ότι με τα «μαύρα λεφτά» είναι «κερδισμένες» και οι δύο πλευρές (ιδιοκτήτης-υπάλληλος), καθώς κανένας από τους δύο δεν επιβαρύνεται με το να δίνει έξτρα λεφτά στην εφορία. Έτσι, σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό στην Ελλάδα δεν θα αλλάξει ποτέ. «Αν είσαι με μπλοκάκι και βγάζεις 2.000 ευρώ τον μήνα, στο τέλος του χρόνου δεν συμφέρει να το κρατήσεις. Θα αναγκαστείς να προτιμήσεις τα μαύρα».
«Έχω απειληθεί με απόλυση, αν εμπλακώ σε τροχαίο»
Η Ειρήνη (δεν επιθυμεί να δημοσιευτεί το επώνυμό της) άλλαξε πολλά επαγγέλματα την περίοδο της κρίσης για να μην ξεμείνει από χρήματα. Ένα από αυτά ήταν το delivery. Μετέφερε προϊόντα τεχνολογίας σε αγοραστές σε όλη την Αττική με το δικό της μηχανάκι.
«Δεν έχω να σου πω κάτι θετικό για αυτήν τη δουλειά. Την έκανα μόνο ως δεύτερη –και αδήλωτη– για να τα βγάζω πέρα. Απεναντίας, έχω να σου πω αρκετά αρνητικά», αναφέρει.
«Οδηγούσα σε κατάσταση άγχους για να προλάβω τους χρόνους. Τόσο οι εργοδότες όσο και οι πελάτες πίεζαν να μειώσουν τον χρόνο παράδοσης. Όταν οι καιρικές συνθήκες ήταν κακές, αυτό ήταν σκέτος εφιάλτης. Το αποτέλεσμα είναι να εξαντλείσαι από τις υπερωρίες, ειδικά αν κάνεις 2-3 δουλειές για να τα φέρεις βόλτα. Το χειρότερο είναι ότι σε περίπτωση εμπλοκής σου σε τροχαίο, απειλείσαι ακόμα και με απόλυση. Με είχαν προειδοποιήσει, ευτυχώς δεν χτύπησα ποτέ», εξηγεί.
Πλέον, έχει ανοίξει τη δική της επιχείρηση και φροντίζει να πληροί τα απαραίτητα για τους διανομείς της πριν τους προσλάβει. Ίσως να είναι αυτός ο τρόπος για να αλλάξουν τα πράγματα.