ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΡΑ

«Εξομολογήσεις μιας μάσκας»: Επανακυκλοφορεί το επί χρόνια εξαντλημένο αριστούργημα του Γιούκιο Μισίμα

Γιούκιο Μισίμα Facebook Twitter
Ο Γιούκιο Μισίμα δεν φοβήθηκε στο πρώιμο αυτό έργο του να μιλήσει με ειλικρίνεια για την προσωπική του vita sexualis, γράφοντας μια ιδιότυπη «σεξουαλική αυτοβιογραφία».
0

«Το πεπρωμένο του δεν ήταν για οίκτο. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν άξιο λύπησης. Ήταν μάλλον περήφανο και τραγικό: θα μπορούσε να ονομαστεί και λαμπρό», γράφει ο Γιούκιο Μισίμα στο πεζό ποίημά του που είναι ενσωματωμένο στο μυθιστορηματικά γραμμένο αυτοβιογραφικό έργο που τον έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό και έχει τον τίτλο Εξομολογήσεις μιας μάσκας.

Στο Τόκιο του 1945, τη χρονιά που μαίνονταν οι βομβαρδισμοί με τα περισσότερα θύματα, ο νεαρός Κοτσάν –alter ego του Γιούκιο Μισίμα και ουσιαστικά παράφραση του πραγματικού του ονόματος, Κιμιτάκε– αγωνίζεται, κάνοντας βόλτες σε μια ενίοτε οργιαστικά ανθισμένη φύση και σε διαλυμένα τοπία, γεμάτα νεκρούς και τραυματίες –μια διαρκής αντίστιξη παράδεισου και κόλασης–, να βρει τη δική του ταυτότητα που, εκ των πραγμάτων, εντοπίζεται στη σχέση του με τους γύρω του και τη σεξουαλικότητά του. Οι εφηβικές φαντασιώσεις του, που αφορμώνται από εμμονικές σκέψεις για αιματοβαμμένα ανδρικά σώματα και μια βασανιστική έλξη για τους εύρωστους συνομηλίκους του, περιστρέφονται γύρω από το βαθύ έρεβος της επιθυμίας, επιβεβαιώνοντας την αρχετυπική συνύπαρξη έρωτα και θανάτου.

Ο Μισίμα μετέτρεψε τον εαυτό του σε ζωντανό, θεατρικό δρώμενο, τελετουργική επεξεργασία, εμπύρετο λεκτικό παραλήρημα σαν αυτά που ποτίζουν τις ποιητικές στιγμές των Εξομολογήσεών του, ακόμα και όταν παραδέχεται ότι έφτασε στο ύψιστο σημείο κυνισμού να αδιαφορεί ακόμα και για τις αντιδράσεις των υπολοίπων απέναντί του.

Αντίστοιχα, πάλι, οι απανωτές προσωπικές του ήττες, σύμφυτες με αυτές της ίδιας του της χώρας, είναι άμεσα συνυφασμένες με την ανικανότητά του να εναρμονιστεί με την επιβεβλημένη κανονικότητα της αστικής κοινωνίας του Τόκιο: με τη συντηρητική του οικογένεια, τους συμμαθητές και τους κατόπιν συμφοιτητές του, την αρραβωνιαστικιά του και την αυστηρή τάξη πραγμάτων στην οποία οφείλει να υποταχθεί, φορώντας την κοινωνική του μάσκα. Οι ομοφυλοφιλικές του τάσεις αποτυπώνονται, ως εκ τούτου, αποκλειστικά μέσα από φαντασιώσεις, καθώς σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να πραγματωθούν στην πρώιμη αυτή εφηβική ηλικία. Τον μόνο, όμως, που δεν μπορεί να κοροϊδέψει είναι ο ίδιος του ο εαυτός, ο οποίος ονειρεύεται θριαμβικούς θανάτους με έντονες σεξουαλικές ομοφυλοφιλικές ενορμήσεις, αποτυπωμένες σε έναν ηρωικού τύπου θάνατο, δηλαδή περίπου σαν την τελετουργικού τύπου αυτοκτονία στην οποία προέβη στα 45 του χρόνια, σύμφωνα με τις επιταγές του σεπούκου και με τη χάρη ενός σαμουράι, φορώντας τη λευκή «χακιμάκι» κορδέλα του και παραδίδοντας το κεφάλι του στα χέρια του γενναίου εραστή του.

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Γιούκιο Μισίμα, Εξομολογήσεις μιας μάσκας, Μτφρ.: Αλέξης Καλοφωλιάς, Σελ.: 256, Εκδόσεις Άγρα

Μέχρι, όμως, να πετύχει τον ένδοξο τέλος, που συνδεόταν με τα χαμένα αυτοκρατορικά μεγαλεία τα οποία ενέπνευσαν και τη λογοτεχνική του τέχνη –άρτια, ακριβή, μεστή αναφορών στον κόσμο της ελληνικής αρχαιότητας και στον σαδιστικό κόσμο του Ντε Σαντ–, ο Γιούκιο Μισίμα δεν φοβήθηκε στο πρώιμο αυτό έργο του να μιλήσει με ειλικρίνεια για την προσωπική του vita sexualis, γράφοντας μια ιδιότυπη «σεξουαλική αυτοβιογραφία», όπως την είχε περιγράψει ο ίδιος, με τον τίτλο Εξομολογήσεις μιας μάσκας.

Οι υπέροχα περήφανοι άνδρες και τα γυμνασμένα σώματα που αντιστοιχούν στην υπεροχή και στην ανδρεία που θαύμαζε από μικρός ήταν το μόνιμο μοτίβο όχι μόνο των περιγραφών του βιβλίου αλλά και της ποιητικής και απολλώνειας εμμονής του – δεν είναι τυχαίο που ένα άγαλμα του θεού Απόλλωνα, αντίστοιχο με αυτό από τον ιερό χώρο των Δελφών, στόλιζε μονίμως τον κήπο του. Μαζί, όμως, με τους μυθικούς αρχαιοελληνικούς θεούς, αυτή η κάθοδος στο ασυνείδητο φέρνει στην επιφάνεια διαρκείς λεκτικούς θησαυρούς, λέξεις που δεν έχουν ενσωματωθεί στον εμπειρικό πολτό ούτε καεί, αντίθετα έχουν διατηρήσει κάτι από τη μυστική τους ζωή, παρά τον πόλεμο που του έκανε το περιβάλλον του. Ο άκρως επιμελής έφηβος που φέρει εις πέρας τις σπουδές του στη Νομική, ο συνεπής μέχρι κάποιο σημείο αρραβωνιαστικός της όμορφης Σονόκο, που της κουβαλάει την τσάντα και της γράφει ένθερμα γράμματα, είναι απλώς τα προσωπεία που φοράει τόσο ο πρωταγωνιστής του βιβλίου όσο και ο ίδιος ο Μισίμα στη ζωή του.

Εξομολογήσεις μιας μάσκας: Η σεξουαλική αυτοβιογραφία του Γιούκιο Μισίμα Facebook Twitter
Ο Γιούκιο Μισίμα στο γραφείο του, 1970. Φωτογραφία Elliott Erwitt

Ο μύχιος εαυτός διέπεται από μια διαρκή απορία γιατί δεν μπορεί να ακολουθήσει την κανονικότητα των πραγμάτων. Και είναι αυτή ακριβώς η αυθεντική ειλικρίνεια, δοσμένη ταυτόχρονα με ποιητική μεγαλοπρέπεια και αποστομωτικό κυνισμό, που κάνει όλα τα υπόλοιπα μυθιστορήματα της εποχής του να μοιάζουν ψεύτικα, καθώς οι λέξεις του εμπεριέχουν ταυτόχρονα τον συμπυκνωμένο λόγο ενός χαϊκού, την αψεγάδιαστη περιγραφή της τερατόμορφης συνθήκης και της ομορφιάς από τη Λίμνη του δασκάλου του Καραμπάτα, τη βασανιστική και εμμονική επιβολή της σάρκας που συναντάμε στα βιβλία του Τανιζάκι. Η διαφορά είναι ότι ο Μισίμα δεν γράφει απλώς μυθοπλασία αλλά βάζει κυριολεκτικά το κεφάλι του επί πίνακι και νιώθει πραγματικά να είναι ταυτόχρονα ήρωας και θύμα, σαν την αυτοπροσωπογραφία του Αγίου Σεβαστιανού που περιγράφει στο βιβλίο και ενέπνευσε μια σειρά από τις ημίγυμνες φωτογραφίες του, όπως αποκαλύφθηκαν στο βιβλίο του Έικο Χοσόε Βασανιστήριο των ρόδων.

Αυτή η κυρίαρχη εικόνα του Αγίου Σεβαστιανού-σύγχρονου Ενδυμίωνα, που αποτυπώθηκε για πάντα μέσα του από τότε που είδε τον ομώνυμο πίνακα του Γκουίντο Ρένι, συνοψίζει ταυτόχρονα το ηρωικό σθένος, την αρχέγονη σεξουαλικότητα και αυτή την ομορφιά που είχε ως αποκλειστική κατάληξη τον θάνατο. «Μήπως οι γεροφτιαγμένες γυναίκες της Ρώμης, με τις αισθήσεις τους γαλουχημένες από το άρωμα του καλού κρασιού που ξυπνάει τα κόκαλα και από τη γεύση του κρασιού που στάζει κόκκινο από το αίμα, μυρίστηκαν γρήγορα το κακότυχο πεπρωμένο του, άγνωστο ακόμα σ’ εκείνον, και τον αγάπησαν γι’ αυτόν τον λόγο; Το αίμα του κυλούσε με έναν ρυθμό πιο άγριο απ’ όσο συνήθως μέσα στη λευκή του σάρκα, αναζητώντας ένα άνοιγμα για να ξεπηδήσει όταν εκείνη η σάρκα σε λίγο θα άνοιγε. Πώς είναι δυνατόν οι γυναίκες να μην άκουσαν τους θυελλώδεις πόθους ενός τέτοιου αίματος;» γράφει με παραληρηματική ακρίβεια ο ίδιος γι’ αυτό το όραμα του Αγίου Σεβαστιανού στις Εξομολογήσεις μιας μάσκας στην έξοχη μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά από την αγγλική έκδοση που έχει επιμεληθεί ο ίδιος ο Μισίμα. Δεν είναι να απορείς, μετά από αυτήν τη περιγραφή, που οι ενοράσεις του Ιάπωνα συγγραφέα στοίχειωσαν για πάντα τη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, καθώς σηματοδότησαν το χέρι ενός μείζονος λογοτέχνη, ο οποίος κατάφερε να μετατρέψει τις εναγώνιες αποτυπώσεις μιας άγονης ακόμα ομοφυλοφιλικής ταυτότητας σε ποιητικό οδηγό, αναζητώντας ταυτόχρονα τον Ρίλκε και τον Ζενέ ηχηρά («Το σώμα μου έτρεμε από μια παράξενη θλίψη. Καιγόμουν από μια μοναξιά τόσο φλογερή όσο ο ίδιος ο ήλιος»).

Εξομολογήσεις μιας μάσκας: Η σεξουαλική αυτοβιογραφία του Γιούκιο Μισίμα Facebook Twitter
Ο Γιούκιο Μισίμα και o Ταντανόρι Γιόκου, Τόκιο, 1968. Φωτ: Kishin Shinoyama

Ομολογεί, ωστόσο, πως η ενοχή που έτρεφε για τη σεξουαλικότητά του δεν είναι αυτή της δυτικής επεξεργασμένης ψυχικής αστάθειας που περιγράφει ο Στέφαν Τσβάιχ στα μυθιστορήματά του αλλά ενείχε μια ένταση που μάλλον αποκτούσε σχεδόν νιτσεϊκά χαρακτηριστικά – με άλλα λόγια τον έκανε να πηγαίνει ένα βήμα μπροστά από το ανθρώπινο είδος. Η πρώιμη αυτή αλαζονεία, αποτέλεσμα της αποστασιοποίησης από τους συνομηλίκους του, εμποτισμένη με έντονα στοιχεία αμφιβολίας, μετατράπηκε έτσι σε ένα ιδιόμορφο μπουσίντο, αυτή την υψιπετή συμπεριφορά της ιαπωνικής ελίτ, συνώνυμη των ευγενών και ενός υψηλών αξιώσεων συγγραφέα. Μακριά από τα εύκολα, δυτικότροπα, ψυχαναλυτικού τύπου συμπεράσματα, ο Μισίμα μετέτρεψε τον εαυτό του σε ζωντανό, θεατρικό δρώμενο, τελετουργική επεξεργασία, εμπύρετο λεκτικό παραλήρημα σαν αυτά που ποτίζουν τις ποιητικές στιγμές των Εξομολογήσεών του, ακόμα και όταν παραδέχεται ότι έφτασε στο ύψιστο σημείο κυνισμού να αδιαφορεί ακόμα και για τις αντιδράσεις των υπολοίπων απέναντί του. Δεν ήταν ο φόβος των επιπτώσεων που καθοδηγούσε τις πράξεις του αλλά η εσωτερική ανάγκη να μη διασαλεύσει την τάξη πραγμάτων.

Αλλά και πάλι, η εμμονή με τον θάνατο δεν ήταν τόσο αποτέλεσμα μιας ιδιόμορφης προσωπικής σκέψης όσο η συνέχεια μιας κανονικότητας που έκανε τους Ιάπωνες να οσμίζονται το αίμα σε κάθε τους βήμα: οι νεκροί των πολέμων μετέτρεψε, όπως παραδέχεται ο Μισίμα, την καθημερινότητά τους σε μια αναγκαστική μελέτη θανάτου, χαρίζοντάς τους μια πρώιμη εσωτερική ωριμότητα. Η ζωή μας, λέει, «έμοιαζε με αλμυρή λίμνη από την οποία το περισσότερο νερό είχε ξαφνικά εξατμιστεί, αφήνοντας τόσο πυκνή συγκέντρωση αλατιού που τα σώματά μας επέπλεαν νωχελικά στην επιφάνεια». Για έναν τόσο σωματικό στις περιγραφές του συγγραφέα, η φράση αυτή είναι ακόμα πιο σημαντική από τον αριστοτελικό ορισμό της ευτυχίας ή τη σωκρατική θέαση της υψηλής, στοχαστικής θέασης της ψυχής. Άλλωστε, ο πνευματικός τρόπος ζωής του Μισίμα, πολύ κοντά σε αυτό που η Γιουρσενάρ θεωρούσε ως στωικού τύπου κοσμοθεωρία, δεν απαιτούσε περιττές κουβέντες αλλά πράξεις: απόδειξη ότι οι φαντασιώσεις του υλοποιήθηκαν στο ακέραιο όχι μόνο όσον αφορά τις σεξουαλικές εμμονές αλλά και με την Ένωση της Ασπίδας, δηλαδή τους δικούς του στρατιώτες, τους οποίους έντυνε με στολές που έραβε ο ίδιος, κάτι που έκανε καλλιτέχνες, όπως ο Ντέιβιντ Μπόουι, να τον μετατρέψουν σε στυλιστικό σύμβολο και σημείο αναφοράς. Είναι η ίδια κοσμοθεωρία που τον έκανε, αφού επιδόθηκε στο περίφημο σεπούκου με το ιαπωνικό μαχαίρι τόντο, να επιβάλει στον σύντροφό του, υπολοχαγό Χίσο Μορίχο, να τον θανατώσει με το αυτοκρατορικό σπαθί, επιβεβαιώνοντας ένα προαποφασισμένο σενάριο που είχε γράψει από νωρίς για την κατάληξη του βίου του, όπως διαφαίνεται και από τις Εξομολογήσεις μιας μάσκας. Με αυτόν τον τρόπο γλίτωσε το «μαρτύριο που τον περίμενε» στη διαδρομή, όπως γράφει χαρακτηριστικά, αποδεικνύοντας στην πράξη «ότι η σφραγίδα που είχε βάλει πάνω του η Μοίρα ήταν ακριβώς το τεκμήριο του αποχωρισμού του από όλους τους κοινούς ανθρώπους της γης».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Βιβλίο
0

ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τα καλύτερα της χρονιάς – Λογοτεχνία

Βιβλίο / Λογοτεχνία: Αυτά είναι τα καλύτερα (και τα πιο αγαπημένα μας) για το 2023

21 πολύτιμες επιλογές από τον τομέα της λογοτεχνίας που ξεχωρίσαμε από τη χρονιά που πέρασε. Νέοι Έλληνες συγγραφείς, νέες μεταφράσεις κλασικών αριστουργημάτων και η επιστροφή των μεγάλων συγγραφέων του καιρού μας με νέα βιβλία.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ & ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
ΕΥΠΩΛΗΤΑ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ

Βιβλίο / Διαβάζει λογοτεχνία και ποίηση η gen Z;

Άραγε μπορεί η γενιά Ζ, η οποία μεγάλωσε μπροστά σε μια οθόνη, ταυτίζεται με το διαδίκτυο, κάνει πολλά πράγματα συγχρόνως (multitasking) και που το καλύτερο δώρο που μπορείς να της κάνεις είναι ένα τελευταίας τεχνολογίας gadget, να αναγνωρίζει την ανεκτίμητη αξία του βιβλίου, να επενδύει στην ανάγνωση ως μορφή ψυχαγωγίας, να επιλέγει το βιβλίο ως πηγή γνώσης, πληροφοριών αλλά και ως έναν μοναδικό τρόπο χαλάρωσης;
ΑΝΝΑ ΚΟΚΟΡΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Η διαμάχη ανάμεσα στην Τζόαν Ντίντιον και την Ιβ Μπάμπιτζ συνεχίζεται και μετά θάνατον σε μια «διπλή» βιογραφία

Βιβλίο / Τζόαν Ντίντιον vs. Iβ Μπάμπιτζ: Μια διαμάχη που συνεχίζεται και μετά θάνατον

Η Ντίντιον και η Μπάμπιτζ πέθαναν με διαφορά έξι ημερών τον Δεκέμβριο του 2021: «Θέλω να πιστεύω ότι η Τζόαν Ντίντιον έζησε μια επιπλέον εβδομάδα από κακία», είχε γράψει τότε μια δημοσιογράφος σε ένα tweet που έγινε viral.
THE LIFO TEAM