Μιλάμε αργά το βράδυ, σχεδόν τα μεσάνυχτα – μόλις o Vassilikos έχει τελειώσει από το στούντιο στο οποίο είναι κλεισμένος ετοιμάζοντας το καινούργιο του υλικό.
Η αφορμή της συζήτησής μας είναι η παρουσίαση στη Σφίγγα την Κυριακή 31 Μαρτίου του πρότζεκτ «Grand Duet», μιας ιδέας που γεννήθηκε στην καραντίνα και υλοποιήθηκε μετά τη λήξη της. Ο Γιώργος Τριανταφύλλου είναι το έτερο μέλος αυτού του ντουέτου, ενώ ο υπολογιστής συμπληρώνει σε backing track έναν ήχο γεμάτο, δημιουργώντας την εμπειρία της ολοκληρωμένης μπάντας. Το αποτέλεσμα θα είναι ένα διαφορετικό και δυναμικό live, όπου ο περίκλειστος κόσμος του στούντιο θα μεταφερθεί επί σκηνής.
«Αυτός είναι ο τρόπος που παίζω live τα δύο τελευταία χρόνια. Ήταν μια ιδέα που έψαχνα στο κεφάλι μου και νωρίτερα, αλλά δεν είχε βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος και η κατάλληλη συνθήκη. Κάποια στιγμή είδα τον Γιώργο να παίζει σε μια συναυλία, σε έναν ρόλο αντίστοιχο με αυτόν που φανταζόμουν κι εγώ· τον πλησίασα και ξεκινήσαμε. Κάναμε μερικές πρόβες, μπήκαμε σε καραντίνα, μπήκε στο ψυγείο η όλη φάση και όταν τέλειωσαν όλα αυτά το ξαναπιάσαμε το νήμα.
Μετά από είκοσι χρόνια η μπάντα δεν διαλύθηκε, όπως με διορθώνει όταν το αναφέρω, σταμάτησε να παίζει. «Δεν είπαμε ποτέ “τελειώσαμε”, δεν τσακωθήκαμε, η σχέση μας είναι ζωντανή όλα αυτά τα χρόνια και κάποια στιγμή, πριν από ενάμιση χρόνο, ξαναξεκινήσαμε»
Τελικά, τον Απρίλη του ’22 ξεκινήσαμε να παίζουμε. Είναι ένας συνδυασμός του live που ξέραμε πάντα και κάναμε πάντα με το στούντιο επί σκηνής. Αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον. Αυτός ο τρόπος, ειδικά στο εξωτερικό, έχει αποενοχοποιηθεί. Είναι δεδομένο ότι γίνεται, τον εφαρμόζουν οι πιο προοδευτικοί μουσικοί, αυτοί που ψάχνονται διαρκώς, αλλά έχει αλλάξει και η αντίληψη του κόσμου για τα live. Ο υπολογιστής είναι ένας ακόμα παίκτης, είμαστε πια εξοικειωμένοι με κάτι που υπάρχει δυναμικά και στην καθημερινή μας ζωή», λέει.
Στο στούντιο ετοιμάζει τη δική του δουλειά, αρχικά μόνος. Φυσικά, η φάση του «Amazing Grey», που όπως λέει «είναι ο πιο σόλο δίσκος στην ιστορία των σόλο δίσκων», έχει περάσει, ωστόσο όποιος μουσικός θα αναμειχθεί εδώ, αυτό θα συμβεί από ένα σημείο και μετά. «Στο “Amazing Grey” είχα κάνει κυριολεκτικά τα πάντα μόνος μου, το γράψιμο, το παίξιμο όλων των οργάνων, την παραγωγή τη μείξη, τις ενορχηστρώσεις». Όταν αποκαλώ την κατάσταση «απέραντη μοναξιά του δημιουργού», μου επισημαίνει ότι η μοναξιά δεν ήταν μόνο ένα συναίσθημα ή μια αίσθηση, ήταν καλλιτεχνική και ουσιαστική.
«Δεν θέλω να έχω ξανά τέτοια εμπειρία. Κατάλαβα, μέσα από τη διαδικασία, ότι πάντα χρειάζεσαι ένα δεύτερο αυτί, μια ιδέα, μια ανταλλαγή, ένα βλέμμα, κάτι. Ακόμα και στο “Vintage”, που ο ρόλος μου ήταν περίπου ίδιος, έκανα κι εκεί τα πάντα μόνος μου, είχα απέναντί μου τον Clive Martin, τον παραγωγό, υπήρχε μια ανταλλαγή ενέργειας που στην περίπτωση του “Amazing Grey” ήταν εντελώς απούσα». Η πανδημία και η επιβεβλημένη απομόνωση συνέβαλαν στη διαμόρφωση της σημερινής του στάσης· είναι αρνητικός στη σόλο διαδικασία.
Δουλεύοντας πάντα στην Πάτρα, βρίσκεται στη διαδικασία διαμόρφωσης του υλικού που γράφει. Παράλληλα, υπάρχουν καλά νέα για πολλούς φίλους της μουσικής του και αφορούν τη δουλειά που γίνεται εδώ και ενάμιση χρόνο με τους Raining Pleasure. Σε πρώτη φάση προετοιμάζονται για την επανασύνδεσή τους στις 28 Ιουνίου στον Λυκαβηττό, που ως συναυλιακός τόπος είναι μοναδικός για το reunion night που ετοιμάζουν. «Στη συνέχεια όλα είναι ανοιχτά, το πιο πιθανό είναι να προκύψει και ένα άλμπουμ».
Έχω περάσει ώρες ακούγοντας την «αγγελική» φωνή του, τα δικά του κομμάτια με τους εξαιρετικούς στίχους του και τις διασκευές του, και πάντα αναρωτιόμουν ποιες είναι οι μουσικές επιρροές του. Δεν τον είχα ρωτήσει ποτέ, ήρθε η ώρα. Ως παιδί, οι πρώτες του μουσικές αγάπες ήταν οι Boney M. και ο Μάικλ Τζάκσον, στη συνέχεια οι Wham, οι Duran-Duran και τα ποπ των ’80s. Μετά, όπως λέει, «έπαθα Μπιτλς», γεγονός που άλλαξε οριστικά ό,τι είχε σχέση με τη μουσική μέσα στο κεφάλι του. Πηγαίνοντας ακόμα πιο πίσω, λέει «ήμουν τριών χρονών και άρχισε η μουσική να ασχολείται μαζί μου, δεν είχα καμία συνείδηση του τι συνέβαινε. Η μητέρα μου το πήρε χαμπάρι, με πήγε σε ένα ωδείο, της είπαν ότι ήμουν πολύ μικρός, ξαναπήγα μετά από δύο χρόνια – στο μεταξύ έπαιζα με μια μελόντικα. Ξεκίνησα ωδείο στα πέντε και μέχρι τα 23 ήταν η περίοδος της κλασικής παιδείας και διαμόρφωσής μου».
Το εσωστρεφές παιδί που ασχολείται με τη μουσική αποφασίζει να βγει στο κοινό, να εκτεθεί στην πρώτη του συναυλία το 1990 στην Πάτρα. «Νομίζω ότι για μένα αυτός ήταν ίσως ο πρώτος τρόπος επικοινωνίας με το περιβάλλον, γιατί ήμουν ένα παιδί πολύ στον κόσμο του. Ήταν το πρώτο πράγμα που ένιωσα ότι μπορούσα να κάνω για να επικοινωνήσω με άλλους ανθρώπους, κάτι που μέχρι τότε δεν συνέβαινε καθόλου», λέει.
Raining Pleasure - Fake
Η μπάντα που εμείς αργότερα γνωρίσαμε ως Raining Pleasure είχε δημιουργηθεί εκείνη τη χρονιά με το όνομα Rest in peace και πιο dark διάθεση, μέχρι που έγινε μέλος ο X-Jeremy, κατά κόσμον Βασίλης Κολοκυθάς, που φώτισε το τοπίο και άλλαξε και το όνομα του σχήματος. «Ήταν οι πρώτοι μουσικοί μου φίλοι, άνθρωποι που συνδεθήκαμε και παίζαμε μαζί για δέκα χρόνια, μέχρι να γίνει το “μπαμ”. Είχαμε κάνει δυο άλμπουμ, στο τρίτο μάς γνώρισε ο κόσμος, στο “Flood”. Αρχικά αυτό μου έδωσε μια βαθιά ικανοποίηση, σαν κάτι να άνοιξε», εξηγεί.
Πηγαίνοντας πίσω σε εκείνα τα χρόνια των Raining Pleasure, πριν ακόμα ηχογραφήσουν μια νέα έκδοση του κλασικού άλμπουμ «Reflections» του Μάνου Χατζιδάκι, ήταν σπουδαίο και παράξενο μαζί που η μπάντα αυτή ήταν από την Πάτρα, δεν μετακινήθηκαν ποτέ από εκεί, βάζοντας την πόλη τους στον μουσικό χάρτη που μονοπωλούσαν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. «Υπήρχε μια πολύ μεγάλη σιγουριά μέσα μας, κάτι που μπορεί να φαίνεται αλαζονικό, από τον πρώτο κιόλας καιρό ότι κάτι καλό θα συνέβαινε ακόμα και όταν υπήρχε κυρίως ελληνική ροκ, όλα γύρω μας ήταν ελληνόφωνα, ενώ εμείς είχαμε επιλέξει τον αγγλόφωνο στίχο. Μου αρέσει να επισημαίνω ότι διαλέξαμε τον αγγλόφωνο στίχο, δηλαδή μια διεθνή γλώσσα. Δεν συμφωνώ καθόλου με την προκατάληψη που υπάρχει με τον αγγλικό στίχο, τα αγγλικά δεν είναι η γλώσσα των Άγγλων ή των Αμερικάνων». Η ποιότητα των στίχων που γράφει ο Vassilikos είναι αξιοσημείωτη και όταν το παρατηρώ μου διευκρινίζει: «Το θέμα το στιχουργικό το έχω πάρει πολύ στα σοβαρά από πολύ νωρίς, αν και, επειδή ζούμε στην Ελλάδα, κανένας δεν πολυασχολείται με τους στίχους που είναι γραμμένοι στα αγγλικά, με την ποιότητά τους εννοώ».
Dedication - Raining Pleasure
«Με το “Reflections” αυτό που συνέβη ήταν διπλά όμορφο: οι νεότεροι γνώρισαν τον Χατζιδάκι μέσα από εμάς και οι παλιότεροι, που αγαπούσαν τον Χατζιδάκι, γνώρισαν εμάς. Συναντήθηκαν η ενέργεια και τα συναισθήματα πολλών και διαφορετικών ανθρώπων και γενεών», λέει. Μετά από είκοσι χρόνια η μπάντα δεν διαλύθηκε, όπως με διορθώνει όταν το αναφέρω, σταμάτησε να παίζει. «Μετά από είκοσι χρόνια συνύπαρξης είναι αναμενόμενο. Όταν μια μπάντα δεν έχει αναχθεί σε μπίζνα, χρειάζεται εντελώς οργανικά μια παύση. Το 2010 σταμάτησε, για να ξεκουραστεί. Δεν είπαμε ποτέ “τελειώσαμε”, δεν τσακωθήκαμε, η σχέση μας είναι ζωντανή όλα αυτά τα χρόνια και κάποια στιγμή, πριν από ενάμιση χρόνο, ξαναξεκινήσαμε». Όταν τον ρωτάω τι σημαίνει αυτός ο αποχωρισμός μετά από δύο δεκαετίες, μου εξηγεί: «Ήταν φυσικό, το ένιωσα ότι υπήρχε ανάγκη για ξεκούραση, ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει όπως ήταν. Στο μεταξύ, είχα άλλες, προσωπικές ανάγκες να φροντίσω, ήθελα να κάνω κάτι σαν αυτό που έγινε στο “Vintage”».
Εδώ ο Vassilikos έχει δουλέψει με φαινομενικά αταίριαστα τραγούδια, κάνοντας μια σπουδαία επανερμηνεία τους. «Δεν έχει νόημα να κάνεις επανεκτέλεση, για μένα η “διασκευή” είναι ένα πολύ σοβαρό καλλιτεχνικό και δημιουργικό διακύβευμα, δεν είναι κάτι που κάνεις για να χαρεί ο κόσμος σε ένα live, να κουκουλώσεις κάτι με έναν ήχο ή ρυθμό της μόδας. Η τέχνη της διασκευή είναι σπουδαία όπως την αντιλαμβάνομαι και ως τέτοια της συμπεριφέρομαι».
Έχοντας περάσει σχεδόν μια πενταετία στη Γερμανία, όπου αποφάσισε να ζήσει κάποια χρόνια, μετά το «Vintage» αποφασίζει να πάει στο Λονδίνο. Μέσα του έχουν ξυπνήσει άλλες επιθυμίες και ανάγκες που είχαν καταπιεστεί για πολλά χρόνια λόγω του φόρτου εργασίας με την μπάντα και της σόλο δουλειάς του. Ξυπνά και ένα ενδιαφέρον που είχε πάντα για τα ιατρικά και ξεκινά να κάνει σπουδές κινέζικης ιατρικής. Γίνεται βελονιστής και στα εννέα χρόνια που έμεινε στο Λονδίνο δούλεψε σε δύο κλινικές, ενώ τώρα κάνει το μεταπτυχιακό του στη βοτανολογία, έχοντας και δικό του ιατρείο στην Πάτρα. «Ήταν μια καταπιεσμένη ανάγκη, κάτι που με ενδιέφερε πάντα να κάνω, αλλά ποτέ δεν του έδωσα χώρο. Αποφάσισα ότι είναι ωραία να είμαι μουσικός, αλλά δεν είμαι μόνο αυτώ και δεν θέλω να κάνω αυτό για πάντα».
Vassilikos - Venus In An Ambulance
Λίγους μήνες πριν από την καραντίνα επέστρεψε στη Πάτρα για να ξεκουραστεί, να ανασυνταχθεί, και έμεινε. Έπρεπε να πάρει και τις αποφάσεις του, να χωρέσουν στη ζωή του δυο πελώρια πράγματα· η μουσική που για χρόνια δεν έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή του επανήλθε δυναμικά, συνάντησε ξανά τους φίλους του κι αυτό το κεφάλαιο που άνοιξε φαίνεται ότι θα πάρει πολύ καιρό μέχρι να ολοκληρωθεί, η επανένωσή τους μοιάζει με χαρούμενη γιορτή. «Λειτουργεί εντελώς θεραπευτικά η ομάδα», λέει, «και πολύ φυσικά, σαν μέρος ενός αρμονικού κόσμου που περιλαμβάνει όσα με ενδιαφέρουν. Ως μουσικός μεγάλωσα και διαμορφώθηκα μέσα σε μια μπάντα και από τη στιγμή που αυτό σταμάτησε, ένιωθα πάντα ότι κάπως κάτι μου έλειπε». Μια νέα εποχή ανοίγει για τον Vassiliko και τους Raining Pleasure και υπάρχει η προσμονή, όπως παλιότερα, για τα δώρα που θα μας φέρει η καινούργια δουλειά του.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.