Μένω στις Σέρρες, μια επαρχιακή πόλη περίπου 90 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη με γύρω στους 60.000 κατοίκους. Ο παλιός νομός Σερρών, νυν Περιφερειακή Ενότητα Κεντρικής Μακεδονίας, αποτελεί τον μεγαλύτερο νομό της Βορείου Ελλάδος και έχει τα περισσότερα χωριά από κάθε άλλον στη χώρα.
Μένω εδώ από τότε που γεννήθηκα, με ένα μικρό διάλειμμα για τις σπουδές και το μεταπτυχιακό μου στη Θεσσαλονίκη. Αποφάσισα να μείνω στις Σέρρες παρότι πολλοί από τη γενιά μου μετακόμισαν σε μεγαλύτερες πόλεις ή και σε άλλες χώρες, διότι υπάρχει μια έτοιμη οικογενειακή επιχείρηση –το φαρμακείο μας δραστηριοποιείται εδώ και 49 χρονιά στην πόλη– που μπορούσα να συνεχίσω.
Τα τελευταία χρόνια οι Σέρρες γίνονται γνωστές στους λάτρεις του μηχανοκίνητου αθλητισμού για το αυτοκινητοδρόμιό τους. Είναι ένας από τους λίγους τουριστικούς πόλους έλξης της πόλης και ίσως ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα σημεία της. Οι Σέρρες έχουν να επιδείξουν και κάποια πολύ ενδιαφέροντα οθωμανικά μνημεία. Δυστυχώς, δεν έχει γίνει πλήρης αξιοποίησή τους, όμως μπορεί κάποιος να επισκεφθεί το Ζινζιρλί Τζαμί. Χτίστηκε πάνω από 500 χρόνια πριν, τον 16ο αιώνα, και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα οθωμανικής αρχιτεκτονικής.
Η έλλειψη επαγγελματικής διεξόδου έχει οδηγήσει την πόλη μας στην τέταρτη από το τέλος θέση πανελλαδικά στο κατά κεφαλήν εισόδημα και προφανώς το ανθρώπινο δυναμικό στην έξοδο.
Λίγο έξω από την πόλη βρίσκεται και η Μονή του Τιμίου Προδρόμου, βυζαντινό μνημείο του 13ου αιώνα, ένα μοναδικής ομορφιάς δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Τέλος, σίγουρα ο επισκέπτης θα ανέβει στην ακρόπολη των Σερρών, τον γνωστό Κουλά, για να δει από ψηλά την πόλη μας. Στον νομό υπάρχουν κι άλλα αξιομνημόνευτα σημεία, όπως η λίμνη Κερκίνη με τον προστατευόμενο υδροβιότοπο, το σπήλαιο της Αλιστράτης, ένα από τα μεγαλύτερα με πολλούς σταλαγμίτες και σταλακτίτες, και το οχυρό του Ρούπελ, που αντιστάθηκε στη γερμανική εισβολή.
Η αγαπημένη συνήθεια του καλοκαιριού είναι το θερινό σινεμά. Στις Σέρρες λειτουργεί ένας υπέροχος θερινός κινηματογράφος που προβάλλει σύγχρονες ταινίες αλλά και κάποιες επανεκδόσεις παλαιών σπουδαίων φιλμ. Νομίζω ότι τίποτα δεν είναι καλύτερο από το να παρακολουθείς κινηματογράφο κάτω από τα αστέρια, πίνοντας μια μπίρα ή ένα ποτό και τρώγοντας το ξακουστό σάντουιτς με λουκάνικο από την καντίνα του σινεμά.
Τον χειμώνα τον ρυθμό δίνει το τοπικό μας χιονοδρομικό κέντρο, ο Λαλιάς, που είναι 30 λεπτά από την πόλη. Εκεί ανεβαίνουμε για μερικές γρήγορες κατεβασιές όταν μας κάνει τη χάρη ο καιρός και υπάρχει χιόνι στις πλαγιές.
Δεν μπορεί να έρθει κάνεις στις Σέρρες και να μη δοκιμάσει τρία πράγματα. Πρώτον, τη σερραϊκή μπουγάτσα με τυρί και με κρέμα, που είναι η καλύτερη στην Ελλάδα. Δεύτερον, το σερραϊκό σουβλάκι (καλαμάκι για τους Αθηναίους), στο οποίο έχουμε παράδοση και τα μαγαζιά όπου μπορείς να το απολαύσεις είναι άπειρα.
Αρκεί κάνεις να λάβει υπ’ όψιν του ότι παλιότερα το σουβλάκι ήταν εξαιρετικά διαδεδομένο στην πόλη μας ως πρωινό. Τρίτον, το ακανέ Σερρών, αυτό το λουκούμι από βουβαλίσιο βούτυρο, που είναι το χαρακτηριστικό τοπικό γλυκό.
Αγαπημένος μου περίπατος είναι η διαδρομή γύρω από το μοναστήρι του Αγίου Προδρόμου. Προχωράς μέσα στη φύση και σε κοντινή απόσταση συναντάς ένα εντυπωσιακό παλιό αψιδωτό γεφύρι και βορειοτέρα το εγκαταλειμμένο χωριό Λάκκος, που σου δίνει μια απόκοσμη αίσθηση.
Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι στην πόλη μας, θα ήταν η διαχείριση του δημόσιου χώρου. Δυστυχώς, τα τραπεζοκαθίσματα, τα παρκαρισμένα αμάξια και οι παρεμβάσεις για την εξυπηρέτηση κάθε είδους ιδιωτικής ανάγκης δημιουργούν μια τόσο χαοτική κατάσταση που ασχημαίνει την πόλη, κάνοντάς την αφιλόξενη για τον κάτοικο και τον επισκέπτη.
Νομίζω πως ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους που κατοικεί στις Σέρρες είναι ο Θωμάς Μακινατζής. Ο Θωμάς είναι ένας ζωγράφος, απόφοιτος της Καλών Τεχνών, που προσφέρει τα μέγιστα στο Ειδικό Σχολείο Σερρών με το χαμόγελο και τη ζεστή του καρδιά, ενώ παράλληλα εκπροσωπεί τις Σέρρες στο ελληνικό καλλιτεχνικό γίγνεσθαι – έργα του να βρίσκονται σε διάφορες εκθέσεις ανά την Ελλάδα.
Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του είναι η δύναμή του να σε κάνει να πλάθεις εικόνες στο μυαλό σου, εξιστορώντας απίστευτες και γλαφυρές ιστορίες που σίγουρα θα έχεις την τύχη να ακούσεις αν κάνεις μια στάση στο εργαστήριό του και πιεις μαζί του έναν καφέ.
Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζει η πόλη είναι στο κομμάτι της τοπικής οικονομίας. Δυστυχώς, στις Σέρρες υπάρχουν λίγες μεγάλες μονάδες παραγωγής για να δημιουργηθεί ικανός αριθμός θέσεων εργασίας. Υπάρχει έντονο αγροτικό στοιχείο, με τις δυσκολίες που το χαρακτηρίζουν, και η Θεσσαλονίκη είναι αρκετά κοντά, «κλέβοντας» πελάτες, χρήμα, άρα και δουλειές από τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου. Έτσι, η έλλειψη επαγγελματικής διεξόδου έχει οδηγήσει την πόλη μας στην τέταρτη από το τέλος θέση πανελλαδικά στο κατά κεφαλήν εισόδημα και προφανώς το ανθρώπινο δυναμικό στην έξοδο.
Ένα ενδιαφέρον «μυστικό» των Σερρών είναι μια παράδοση χρόνων, που θέλει τους κάτοικους της πόλης αλλά και των γειτονικών χωριών να κάνουν τις καλοκαιρινές τους διακοπές στο βουνό – τον Λαϊλιά. Έτσι, ακόμα και σήμερα στην Κοιλάδα των Ξυλοκόπων, λίγο πιο κάτω από την κορυφή του Λαϊλιά και την πίστα του σκι, τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού θα βρεις μια κοινότητα κατασκηνωτών που διανυκτερεύουν εκεί για να γλιτώσουν τη ζέστη του Σερραϊκού Κάμπου.
Ενδιαφέρον, επίσης, θα είχε σίγουρα η αντίδραση κάποιου ξένου ακούγοντας δυο Σερραίους να μιλάνε. Θα ερχόταν σε επαφή με λέξεις όπως «φουίτ», που αναφέρεται στην απώλεια αέρα από το λάστιχο ποδήλατου ή αυτοκίνητου, «παπαλούτσες», που σημαίνει «ποπ κορν», ή και «τσιμέκουρδου», που στη σερραϊκή αργκό σημαίνει ότι δεν δέχεσαι την έκβαση του παιχνιδιού και ζητάς να ξεκινήσει από την αρχή, μια και κάποιος κανόνας παραβιάστηκε.
Νομίζω ότι κάποιος, προερχόμενος από μεγάλη πόλη, θα μπορούσε να μείνει εδώ μόνιμα σχετικά εύκολα. Βεβαίως, θα ήταν σοκαριστικό γι’ αυτόν το ότι υπάρχει μόνο ένας κινηματογράφος, ένα θέατρο, όπου δεν παίζει μόνιμα κάποια παράσταση, και το γεγονός ότι μετά τις 14:00, και μέχρι το απόγευμα, ελάχιστοι άνθρωποι κυκλοφορούν στους δρόμους. Η βόλτα στο κέντρο της πόλης είναι συγκεκριμένη και μάλλον τελειώνει γρήγορα, και προφανώς δεν μπορείς να πας κάπου χωρίς να δεις γνωστούς και φίλους.