Μένω στα νότια προάστια της Αθήνας. Γεννήθηκα στην Αθήνα, αλλά έχω πάθος με το χωριό του πατέρα μου που λέγεται Δεσύλλας και βρίσκεται στη Μεσσηνία.
Το χωριό μου είναι ένας μικρός κρυφός παράδεισος, ένα ακατέργαστο διαμάντι της Μεσσηνίας χτισμένο σε μια τοποθεσία με ανεμπόδιστη θέα στον μεσσηνιακό κάμπο. Αν πρέπει να ξεχωρίσω τα δύο δυνατά χαρτιά του, θα επέλεγα τους φιλόξενους ανθρώπους του που σε κερδίζουν με την πρώτη επαφή και τη γοητεία που δίνει στην ατμόσφαιρα ο συνδυασμός ιστορίας του τόπου και φύσης, ένα πάντρεμα με αμοιβαία συνύπαρξη και των δύο. Η αρχιτεκτονική των πέτρινων κτιρίων μαρτυράει με την πρώτη ματιά πως αυτό το χωριό είχε πολλούς κατοίκους αλλά και πολλή ζωή στο παρελθόν.
Σαν ενωμένη γροθιά μαζί με όλους τους κατοίκους του χωριού μας, αλλά προπάντων με τις γυναίκες του, αγωνιζόμαστε εθελοντικά για την ανάδειξή του.
Δεν ξέρω αν είμαι εγώ αυτός που θα συμβούλευε κάποιον να φύγει από τη πόλη. Προσωπικά, το προσπαθώ πολύ και το έχω βάλει στόχο να το κάνω τα επόμενα χρόνια. Νομίζω, για όλους μας έρχεται μια στιγμή που οι αποφάσεις παίρνονται πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι μπορούμε να φανταστούμε. Όταν φτάνει κάποιος σε αυτό το σημείο, και τα τσιμέντα δεν τον κρατάνε πια, νομίζω πως το κάλεσμα της φύσης και της αγροτικής ζωής έχει νικήσει. Η ενασχόληση με τη γη μελλοντικά θα γίνει αξία ανεκτίμητη για όλους μας, ένα απαραίτητο εφόδιο για την προστασία της φύσης και του πλανήτη μας.
Μέχρι να έρθει αυτή η ώρα αποφάσισα να βοηθήσω το χωριό όπως μπορούσα καλύτερα. Σκέφτηκα πως μόνος μου δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι, οπότε συζήτησα με την κυρία Ελένη, μια αρχόντισσα-λεβέντισσα που μένει στο χωριό, πώς θα μπορούσαμε να οργανώσουμε μια ομάδα που θα κάνει δράσεις και έργα προς όφελος του χωριού. Η ομάδα βαφτίστηκε #αγαπάμεΔεσύλλα και όλα ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 2022. Σιγά σιγά ήρθαν στην ομάδα παιδιά που είχαν όρεξη να προσφέρουν και να αγωνιστούν για τον σκοπό αυτό. Η Χριστίνα, ο Νίκος, η Γεωργία, μαζί μ' εμάς, δημιούργησαν την ομάδα και ξεκινήσαμε τις δράσεις μας.
Για το ξεκίνημά μας δώσαμε προτεραιότητα στη δημιουργία ενός μεγάλου γκράφιτι με εικόνες από την ιστορία του χωριού μας όπως ο σιδηροδρομικός σταθμός, που κάηκε από πυρκαγιά, το τρένο που διαπερνούσε το χωριό μας, τα ρωμαϊκά ψηφιδωτά που είχαν ανακαλυφθεί στην περιοχή και μια γυναικεία φιγούρα-ύμνο στη γυναίκα του τόπου μας, η οποία αγωνίζεται και εργάζεται σκληρά γι' αυτόν. Στη συνέχεια, καλλωπίσαμε μια πηγή με γάργαρο νερό, της φτιάξαμε παγκάκι και φυτέψαμε αρωματικά φυτά να μοσχοβολάνε το καλοκαίρι.
Επόμενο πρότζεκτ, η διάπλαση του εξωτερικού χώρου του σιδηροδρομικού σταθμού, ενός χώρου που είχε αφεθεί στη τύχη του, αλλά όλοι μας είχαμε συνδεθεί με κάποιον τρόπο συναισθηματικά με αυτόν. Παρόλο που το τρένο δεν διέρχεται πια από το χωριό μας, όλοι μας είχαμε ταξιδέψει με αυτό. Ένας σταθμός ζωής με πολλές αναμνήσεις, ένας σταθμός του Δεσύλλα που όλοι μας πονούσαμε να τον βλέπουμε έτσι αφημένο στον χρόνο. Δεν μπορούσαμε να επέμβουμε στο κτιριακό κομμάτι, αλλά δεν μας ένοιαζε, θέλαμε να αισθανθούμε ξανά εκείνες τις στιγμές που βρισκόντουσαν βαθιά στη ψυχή μας. Μια απαιτητική δράση για την οποία εργαστήκαμε όλα τα μέλη, αλλά και πολύς κόσμος από το χωριό – και τα καταφέραμε. Δημιουργήσαμε έναν χώρο συνάντησης των κατοίκων μας: μια πλατεία που δεν υπάρχει στο χωριό πήρε τη θέση της στον σταθμό μας.
Μετέπειτα δημιουργήθηκε το τραγούδι της ομάδας #αγαπάμεΔεσύλλα, που έγραψε και τραγουδά ο καλός φίλος Βαγγέλης, ο οποίος συγκινήθηκε από την προσπάθειά μας. Έτσι, ενθουσιασμένοι, συνεχίσαμε το έργο μας και διαμορφώσαμε την είσοδο του χωριού μας, μια είσοδο που θέλαμε να κερδίζει τον επισκέπτη του τόπου μας, να τον εντυπωσιάζει αλλά και να τον προετοιμάζει για όσα θα δει.
Συνεχίσαμε το έργο μας σαν ενωμένη γροθιά και μαζί με τους κατοίκους του χωριού, αλλά προπάντων με τις γυναίκες του, αγωνιζόμαστε εθελοντικά για την ανάδειξή του. Έτσι ήρθε η ώρα της πρώτης έκθεσης φωτογραφίας με φωτογραφίες από το χωριό αλλά και από κάθε οικογένειά του, που πάνε πολλές δεκαετίες πίσω. Η έκθεση συγκίνησε πολύ κόσμο και ένωσε τους κατοίκους του πολύ καρδιακά. Επόμενη δράση η διεξαγωγή ενός φεστιβάλ πολιτισμού με την ονομασία Φεστιβάλ Πολιτισμού 192,4 (η χιλιομετρική σιδηροδρομική σήμανση), ενός πολιτιστικού γεγονότος που δεν είχε ξαναγίνει στην ευρύτερη περιοχή. Μια ημέρα γεμάτη φιλοξενία, ιστορία, γέλιο και αγάπη για το χωριό μας –με πολλές δράσεις: λαογραφική έκθεση, έκθεση φωτογραφίας, μαγειρική τοπικών πιτών που μαγειρεύονταν στους γάμους, κυνήγι κρυμμένου θησαυρού, εξιστόρηση της ιστορίας του τόπου από κατοίκους του και μια μουσική βραδιά με έντεχνα τραγούδια. Στη συνέχεια ανακατασκευάσαμε το πέτρινο καλντερίμι του χωριού, τοποθετήσαμε ηλιακά φώτα σε σημεία του χωριού και πινακίδες σήμανσης των ωραίων σημείων του.
Επίσης, τον Μάρτιο δημιουργήσαμε ένα περιπατητικό μονοπάτι από τον σιδηροδρομικό σταθμό μέχρι την τοποθεσία της Ακρόπολης Ελληνικού με σήμανση. Για το μέλλον σχεδιάζουμε την επέκταση του μονοπατιού και σε άλλα μέρη της περιοχής, τη δημιουργία έκθεσης φωτογραφίας το Πάσχα, τη διεξαγωγή του Φεστιβάλ Πολιτισμού και φέτος στις 16/8, τη δημιουργία ξύλινων παγκακιών και την τοποθέτησή τους σε σημεία του χωριού, τη δημιουργία υπαίθριων βιβλιοθηκών κ.ά.
Το χωριό μας έχει δύο μαγαζιά, την ταβέρνα-καφέ της Τασίας όπου μπορείς να πιεις τον καφέ σου αλλά και να φας πλούσια και μοναδικά φαγητά από τα χέρια της, και το καφενείο του Μαρίνου, που βρίσκεται στην κάτω πλευρά του χωριού, δίνοντάς σου την αίσθηση πως ο χρόνος έχει σταματήσει. Ένα μοναδικό καφενείο με ιστορία, όπου μπορείς να μάθεις πολλά από τους γέροντες που συχνάζουν εκεί.
Νομίζω πως για να καταλάβει κάποιος την ενέργεια του τόπου μας θα ήταν καλό να περπατήσει στημ ήσυχη γειτονιά του Αγίου Δημητρίου, ένα μέρος με πολύ έντονη βλάστηση, δίπλα στο ρέμα, και να δει από κοντά τα παλιά αρχοντικά του. Η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου είναι ένα στολίδι για τη περιοχή.
Δύο δυσάρεστα γεγονότα με έχουν σημαδέψει. Το πρώτο ήταν η απώλεια της αγαπημένης μου γιαγιάς, της Μαρίας της Γκρόγκαινας, όπως την αποκαλούσαν, μιας ηρωίδας με πολύ θάρρος και κότσια που κατάφερε να μεγαλώσει έξι αγόρια. Μια γυναίκα και γιαγιά που πολλές φορές η ανάμνησή της, όποτε βρίσκομαι στο χωριό, είναι παρούσα. Το δεύτερο δυσάρεστο γεγονός ήταν όταν το χωριό κάηκε το 2007. Ένας υπέροχος τόπος που ξαφνικά μαύρισε και οι καύτρες αιωρούνταν στον αέρα για πολλές μέρες. Δεν θα ξεχάσω την εικόνα του ευκαλύπτου που βρισκόταν έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό και σε μια εσοχή του κορμού του η φωτιά έκαιγε για δύο μέρες.
Το μυστικό του χωριού μας νομίζω είναι ένα: από μόνο του είναι ένας μυστικός προορισμός για λίγους. Αυτό που θα σε εντυπωσιάσει είναι η φιλοξενία και η απλότητα των ανθρώπων του. Νομίζω, αυτό είναι ένα μυστικό που πολύς κόσμος δεν το γνωρίζει.
Θαυμάζω τις γυναίκες του χωριού μας. Σε όσες δράσεις έχουμε κάνει είναι παρούσες, με τις τσάπες και τις αξίνες να παίρνουν φωτιά. Είναι τόσο δυναμικές και τόσο αξιοθαύμαστες. Η Ελένη, η Αλέξα, η Καίτη, η Χαρίκλεια η Τούλα, η Ρούλα, η Δήμητρα, η Χριστίνα, η Μαρία, είναι μόνο λίγες από τις γυναίκες που έχω βαθιά στην καρδιά μου. Η Ελένη θα μπορούσα να πω πως είναι η γυναίκα που πίστεψε όσο κανείς άλλος στη δημιουργία της ομάδας, μια γυναίκα με πολλά βάσανα, αλλά πάντα με χαμόγελο και καλή καρδιά. Επίσης, θαυμάζω τον Νίκο, τον πατέρα μου. Δεν μου δίνει απλώς την αφορμή για να κατεβαίνω συνέχεια στο χωριό αλλά είναι και ένας άνθρωπος που εργάζεται αθόρυβα για την ομάδα μας, ένα στήριγμά μου μοναδικό. Τον καλό λόγο αλλά και τη θέληση του κύριου Δημητράκη, ενός γέροντα που όταν έχει χορό πετάει τη μαγκούρα και σέρνει τον χώρο πρώτος. Τον κύριο Παναγιώτη με το όχημά του, τη «σκουπιδιάρα», όπως προέκυψε το παρατσούκλι της μετά τη συμμετοχή της στην ταινία «Οι Ιππείς της Πύλου» (μέρος της ταινίας γυρίστηκε στον νερόμυλο του χωριού μας). Η Αλέξα, η τραγουδιάρα όπως την αποκαλώ, είναι μια φωνή που κελαηδάει όταν ευθυμήσει, μια γυναίκα του χωριού που βρίσκεται από την πρώτη στιγμή πλάι στις δράσεις της ομάδας μας. Θα μπορούσα να μιλάω έτσι για όλο το χωριό, αλλά θα σταματήσω εδώ, νομίζω ότι η γοητεία ενός τόπου είναι στις ρυτίδες των ανθρώπων του. Έτσι θα συναντήσουν όποιον έρθει στα μέρη μας, με αυτή την ιστορία και τη ζωή που διαγράφεται στα πρόσωπα τους.
Αγαπημένη μου συνήθεια το καλοκαίρι είναι να βλέπω το ηλιοβασίλεμα που σκάει στις βουνοκορφές, ένα πορφυρό πορτοκαλί που με κάνει να ανατριχιάζω κάθε φορά που το βλέπω. Και τον χειμώνα να αγναντεύω τον κάμπο και να βλέπω την πάχνη, την ομίχλη να καλύπτει το οπτικό μου πεδίο. Μια φανταστική εικόνα που θυμίζει ταινίες Αγγελόπουλου.