ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΩΝ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΩΝ, όπως ήταν αναμενόμενο, προκαλεί εξελίξεις σε όλους τους πολιτικούς χώρους, αλλά κυρίως στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της αδυναμίας τους να δημιουργήσουν ρεύμα στην κοινωνία και να πείσουν ότι αποτελούν την εναλλακτική. Στα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης το παρασκήνιο έβραζε εδώ και πολύ καιρό. Η αμφισβήτηση που υπήρχε υπογείως βγαίνει τώρα στο προσκήνιο.
Δυστυχώς, όμως, η διένεξη περιορίζεται κυρίως στα πρόσωπα, με βασικό κίνητρο τα προσωπικά συμφέροντα και τις φιλοδοξίες που υπάρχουν. Συζήτηση για τις πολιτικές θέσεις δεν γίνεται, ούτε καν στοιχειώδης κριτική για το τι δεν πάει καλά. Η πολιτική συζήτηση ως τώρα εξαντλείται σε κοινοτοπίες και γενικότητες που λένε ότι «πρέπει να εμπνεύσουμε ξανά για να μας εμπιστευτεί ο κόσμος».
Ακόμα και στην περίπτωση του Στέφανου Κασσελάκη, που δεν γνωρίζει σε βάθος την πολιτική και την ιδεολογία του κόμματός του, η κριτική που δέχεται δεν αφορά τόσο τις πολιτικές του θέσεις, που δεν μοιάζουν καθόλου με θέσεις κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς, όσο την προσωπική του συμπεριφορά, η οποία βάζει σε κίνδυνο τα συμφέροντα της κομματικής γραφειοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Περισσότερο στο ΠΑΣΟΚ και λιγότερο στον ΣΥΡΙΖΑ πολλά στελέχη θεωρούν εξαιρετικά πρόωρη και απροετοίμαστη τη συζήτηση για τη σύγκλιση στην κεντροαριστερά, η οποία με τον τρόπο που γίνεται, σαν να επιβάλλεται από τα ΜΜΕ, υπάρχει κίνδυνος περισσότερο να απωθεί παρά να προσελκύει.
Ένα διαφορετικό παράδειγμα θέλησαν να δώσουν με την παραίτησή τους από τα κομματικά όργανα του ο Διονύσης Τεμπονέρας, ο Αντώνης Κοτσακάς και ο Χάρης Τσιόκας, αντιδρώντας στην ηγεσία του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος έχει αφήσει το κόμμα να βράζει και αυτός βρίσκεται στις ΗΠΑ με τον σύντροφό του, κάνοντας πού και πού κάποια ανάρτηση στα σόσιαλ μίντια, με την οποία συνήθως ρίχνει κι άλλο λάδι στη φωτιά.
Έντονα ενοχλημένος με τον Στέφανο Κασσελάκη (αλλά και τον Νίκο Παππά) είναι και ο Αλέξης Τσίπρας εδώ και καιρό, αλλά μετά τις αιχμές για τα μαύρα χρήματα θεωρεί ότι ξεπέρασε κάθε όριο. Το κλίμα είναι τόσο διχαστικό που συζητιέται ήδη η πιθανότητα μιας νέας διάσπασης. Το πρόβλημα όσων το σκέφτονται είναι ότι ο Κασσελάκης έχει στα χέρια του κυριολεκτικά τα κλειδιά της Κουμουνδούρου.
Το σουρεαλιστικό αυτό σκηνικό παρακολουθούν αρκετά αμήχανοι και οι βουλευτές που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ για να συγκροτήσουν τη Νέα Αριστερά. Μερικοί από αυτούς δεν ξεχνούν ότι ήταν ο Αλέξης Τσίπρας εκείνος που έφερε και προώθησε τον Κασσελάκη, και τώρα τον βλέπει όχι μόνο να διαλύει το κόμμα αλλά και να στρέφεται και εναντίον του. Υποστηρικτές του Αλέξη Τσίπρα ισχυρίζονται ότι ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να αντιληφθεί την ιδιαίτερη προσωπικότητα του Κασσελάκη όταν τον έφερε στο κόμμα και ότι ήταν τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, όχι αυτός, που τον επέλεξαν πρόεδρο.
Στο ΠΑΣΟΚ ο δήμαρχος Αθηναίων έχει εκδηλώσει τη δική του φιλοδοξία, χωρίς να γνωρίζει κανείς αν διαφωνεί πολιτικά με τη γραμμή του Νίκου Ανδρουλάκη, καθώς μέχρι πρότινος δεν είχε εκφράσει κάποια αντίρρηση. Απ’ όσα έχει πει ως τώρα, η εξήγησή του είναι ότι θέλει να τεθεί επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ επειδή ο Ανδρουλάκης δεν μπορεί να ανεβάσει πιο ψηλά το κόμμα. Από την πλευρά του Ανδρουλάκη αναφέρουν ότι ούτε το ποσοστό του Χάρη Δούκα στην Αθήνα ήταν τόσο υψηλό ώστε να θεωρεί ότι μπορεί να κινηθεί σε άλλη κλίμακα, καθώς «πήρε 14,19% και λιγότερες ψήφους απ’ όσες είχε λάβει η παράταξη του ΠΑΣΟΚ στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές με τον Παύλο Γερουλάνο».
Οι υποστηρικτές του Δούκα, όμως, αντιπαραθέτουν ότι αυτός θα κάνει τη διαφορά γιατί έδειξε στην πράξη ότι μπορεί να συνεργάζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ και να τον εμπιστεύονται. Το μόνο εμπόδιο θεωρούν πως είναι ο Κασσελάκης, αλλά οι υποστηρικτές του εκτιμούν ότι ο Δούκας είναι ο καταλληλότερος για να προσελκύσει τους οπαδούς του.
Όπως διαμορφώνονται οι συμμαχίες τις τελευταίες μέρες, ο Νίκος Ανδρουλάκης μοιάζει να έχει ξεμείνει σχεδόν μόνο με τον μηχανισμό του, καθώς έχει χάσει πολλούς πρώην υποστηρικτές του λόγω της απομόνωσής του και της πρακτικής του να διοικεί το κόμμα συνομιλώντας σχεδόν μόνο με τον στενό κύκλο των εμπίστων – τουλάχιστον αυτό λένε όσοι τον εγκατέλειψαν.
Ο Δούκας κερδίζει διαρκώς νέους συμμάχους, καθώς συσπειρώνει όχι μόνο τους (ελάχιστους) φιλο-σύριζα αλλά και τους εσωκομματικούς εχθρούς του Νίκου Ανδρουλάκη. Την Τετάρτη ο Μανώλης Χριστοδουλάκης, που υποστηριζόταν από την ίδια ομάδα πάνω-κάτω, άκουσε τις συμβουλές των «δεινοσαύρων» να παραμερίσει τις προσωπικές φιλοδοξίες του για να μη διαιρεθούν οι δυνάμεις τους, καθώς είναι νέος και έχει χρόνο μπροστά του για να παίξει ρόλο μετά.
Ο Παύλος Γερουλάνος, για τον οποίο σχεδόν κανείς δεν έχει να πει κακιά κουβέντα στο ΠΑΣΟΚ και σε πρόσφατη δημοσκόπηση περνούσε οριακά τον Χάρη Δούκα στην προτίμηση για την ηγεσία της κεντροαριστεράς, θεωρείται, παρ’ όλα αυτά, το αουτσάιντερ σε αυτή την αναμέτρηση. Κάποια στελέχη που πάνε τώρα με τον Χάρη Δούκα θεωρούν ότι ο Παύλος Γερουλάνος, παρότι έχει μεγαλύτερη πολιτική κατάρτιση, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τον Κασσελάκη, επειδή δεν έχει κανένα κοινό στοιχείο μαζί του, ώστε να προσελκύσει τους οπαδούς του, κάτι που κρίνουν ως απαραίτητο.
Ωστόσο, ο ίδιος ο Γερουλάνος δεν μοιάζει να βιάζεται και ετοιμάζει κι εκείνος τις επόμενες κινήσεις του, με ένα πιο ευρωπαϊκό στυλ, χωρίς να μπλέκεται στους κομματικούς καβγάδες του παρασκηνίου.
Η συζήτηση για την κεντροαριστερά
Περισσότερο στο ΠΑΣΟΚ και λιγότερο στον ΣΥΡΙΖΑ πολλά στελέχη θεωρούν εξαιρετικά πρόωρη και απροετοίμαστη τη συζήτηση για τη σύγκλιση στην κεντροαριστερά, η οποία με τον τρόπο που γίνεται, σαν να επιβάλλεται από τα ΜΜΕ, υπάρχει κίνδυνος περισσότερο να απωθεί παρά να προσελκύει. Στελέχη του ΠΑΣΟΚ, των οποίων η άποψη στο κόμμα έχει βαρύτητα, υποστηρίζουν ότι η συζήτηση για την ένωση με τον ΣΥΡΙΖΑ «χωρίς αρχές και χωρίς στόχευση πέρα από τη δίψα για εξουσία» δίνει λάθος σήμα.
«Είναι σαν να λέμε ότι επειδή δεν μπορούμε μόνοι μας να κερδίσουμε την εξουσία, να ενωθούμε για να την καταλάβουμε, χωρίς να γίνεται κανένας πολιτικός διάλογος για θέσεις και αρχές». Η κριτική αυτή ακούγεται όλο και πιο συχνά τελευταία και η αλήθεια είναι ότι ακόμα και οι πιο βιαστικοί και ένθερμοι υποστηρικτές της σύγκλισης δεν έχουν προτείνει κανένα ρεαλιστικό σχέδιο για το πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Πρόκειται για άλλη μία συζήτηση που θα μπορούσε να γίνεται σοβαρά, αλλά περιορίζεται κι αυτή στην ονοματολογία για τον καταλληλότερο ηγέτη της κεντροαριστεράς, όταν πρώτος στις δημοσκοπήσεις έρχεται ο «κανένας».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.