Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Λευτέρης Πανταζής: «Εγώ αγαπάω και τραγουδάω, ας πεθάνω από αυτά λοιπόν»

0

Γεννήθηκα στη Ρωσία, στην Τασκένδη, εκεί έβγαλα μέχρι και την τετάρτη δημοτικού. Στο σπίτι μιλάγαμε και ποντιακά, οι γονείς μου ήταν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Θυμάμαι ότι δεν είχαμε τζάκι στο σπίτι αλλά ένα βαρέλι με φωτιά και από πάνω του έναν τσίγκο όπου έβαζε η μαμά τις πατάτες και ψηνόντουσαν – ωραίο φαγητό. Tο άλλο που θυμάμαι είναι ότι μου άρεσε ένα κορίτσι, είχε τα γενέθλια της, αλλά δεν είχα κάτι να της δώσω. Ήταν φθινόπωρο κι έπεφταν τα φύλλα από τα δέντρα, της έβαλα λοιπόν ένα κιτρινισμένο φύλλο σε ένα σπιρτόκουτο και της έγραψα «φτωχό, αλλά αγνό».

• Το ’66, όταν ήμουν οκτώ-εννιά χρονών, ήρθαμε στην Ελλάδα. Τα μιλάω τα ρώσικα, όχι φαρσί πια, αλλά αν κάνω μαθήματα δυο-τρεις μήνες θα τα θυμηθώ. Μου έλεγαν «μη μιλάς ρώσικα» όταν φτάσαμε εδώ, υπήρχε ρατσισμός με τους Πόντιους που ήρθαν από την πρώην ΕΣΣΔ, αλλά δεν τον βίωσα έντονα, δεν περάσαμε με την οικογένειά μου από περιοχές όπου έμεναν πολλοί Πόντιοι. Τώρα πια με ρωτάνε «μιλάς ρώσικα; Τι μπορείς να πεις;», αλλά το λένε με θαυμασμό. Είδες πώς άλλαξαν τα πράγματα με τα χρόνια; Μια ξένη γλώσσα πάντα βοηθάει.

Ο Πανταζής είναι ένας καλλιτέχνης γεμάτος ζωή, θέλει να αστράφτει, να τραγουδάει, να διασκεδάζει τον κόσμο, να υπογράφει αυτόγραφα, να βγαίνει φωτογραφίες. Ο Λευτέρης είναι πιο προσγειωμένος, είναι ο παραγωγός, ο επιχειρηματίας, εκείνος που κρατάει τα γκέμια να μην του φύγει ο καλλιτέχνης.

• Ήμασταν μια εξαμελής οικογένεια, τέσσερα αδέρφια, δυο κορίτσια και δυο αγόρια. Ήρθαμε με ένα καράβι που λεγόταν «Latvia» κι εγώ από μέσα μου έλεγα «πάμε στην πατρίδα» που την είχα στο μυαλό μου σαν ένα παράδεισο, καταπράσινη. Φτάνουμε, λοιπόν, στο λιμάνι και παθαίνω σοκ, ούτε οι μηλιές ούτε οι πορτοκαλιές που είχα φανταστεί υπήρχαν. Την ώρα που κατεβαίναμε από το καράβι είδα μερικούς μικρούς λούστρους μουτζουρωμένους, με τα κασελάκια τους. «Μπαμπά, τι είναι αυτοί;» ρώτησα, «παιδί μου, αυτοί βγάζουν το ψωμί τους, όταν βρέχει και λερωθούν τα παπούτσια πάνε και τα βάφουν». Μου έκανε τεράστια εντύπωση όλο αυτό. Μετά από έξι μήνες ήμουν ένα από αυτά τα παιδιά. Το πρωί πήγαινα στο σχολείο για να μάθω τα ελληνικά, τα έπαιρνα τα γράμματα, ήμουν και λίγο τσαχπίνης, όλα πήγαιναν καλά. Το βραδάκι γυρνούσα με ένα κασελάκι στον ώμο όλο τον Πειραιά. Μέναμε στον Κορυδαλλό και πήγαινα στη Νίκαια, στα Άσπρα Χώματα, στην Αγιά Σοφιά, έφτανα και στην Αθήνα καμιά φορά, και όλο αυτό το έκανα με τα πόδια. Μαζευόμασταν μετά σε ένα καφενείο που ήταν έξω από το γήπεδο της Νίκαιας για να μετρήσουμε τι έβγαλε ο καθένας και εκεί που οι περισσότεροι έβγαζαν είκοσι δραχμές, εγώ είχα πάνω μου εξήντα, είχα γίνει φίρμα γιατί τραγουδούσα, ενώ έβαφα παπούτσια. Έλεγα ένα τραγούδι που το είχα γράψει μαζί με έναν φίλο μπουζουξή και γείτονα, Παναγιωτίδη τον έλεγαν. «Λουστράκος στην Αθήνα σαν γυρνώ / και τον θεό συχνά παρακαλώ / να ρίξει και για μένα μια βροχή / να βγάλω το ψωμί» – έτσι πήγαινε.

Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Το ’87 πετάω για Γαλλία, με είχαν καλέσει να τραγουδήσω σε ένα ελληνικό μαγαζί. Τότε, όταν ταξιδεύαμε στο εξωτερικό, είχαμε πάνω μας και μια λίστα με ό,τι μας είχαν ζητήσει οι δικοί μας να τους φέρουμε – πολλοί ήθελαν κολόνιες. Φεύγοντας από εκεί, όπως είμαι στο αεροδρόμιο για να ψωνίσω, βλέπω μια κολόνια με το όνομα «Αλέν Ντελόν». Σκέφτομαι «τι λες, που έβγαλε και κολόνια, θα βγάλω κι εγώ, καλύτερος είναι;». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Στο τέλος μιας σχολικής γιορτής είπα το τραγουδάκι αυτό κι έκλαιγαν οι μητέρες από κάτω. Ανάμεσά τους ήταν και ένας μπουζουξής, ο Παναγιώτης Τσουμπρής. Είχε έρθει να δει την κόρη του και μόλις με άκουσε της είπε να πάω από το σπίτι τους. Πήγα, ήμουν πια έντεκα στα δώδεκα. Κάναμε μερικές πρόβες, έμαθα καλά το «Δελφίνι δελφινάκι» και το «Επιπόλαιος» του Γιάννη Καλατζή και λίγο μετά ξεκίνησα να τραγουδάω στη Λουζιτάνια στο Αιγάλεω, που ήταν σκληρό μπουζουξίδικο. Ωστόσο έπαιρνα εβδομήντα δραχμές για να λέω αυτά τα δύο τραγούδια, ήταν πιο ξεκούραστη δουλειά από αυτήν του λούστρου και έκανα και κάτι που μου άρεσε. Η μάνα μου δεν ήθελε με τίποτα, μου κρατούσε μούτρα. Και μια φορά που δεν με πλήρωσαν επειδή δεν είχαν κόσμο, μου έδωσε μια μπάτσα, έβαλα τα κλάματα κι εκείνη μου είπε «σου είπα να γίνεις γιατρός ή δικηγόρος, τα βλέπεις, σε αυτήν τη δουλειά δεν είναι τίποτα σίγουρο». Και ο προπονητής που είχα στην Προοδευτική, ο Γιούρκας Σεϊταρίδης, με έπιανε από το αυτί και έλεγε «ή μπάλα ή τραγούδι». Αλλά εγώ ήθελα να τραγουδάω.

• Σταμάτησα το σχολείο, μπήκα στα μαγαζιά για να βοηθάω την οικογένεια, όπως έκανε και η αδερφή μου, που με πέρναγε δυο χρόνια. Ο μπαμπάς δούλευε στις οικοδομές, η μαμά μάς μεγάλωνε, μέναμε σε ένα πολύ φτωχικό σπίτι με μια αυλή, μια κουζίνα και ενάμισι δωμάτιο για να κοιμόμαστε. Τα πρώτα χρόνια στην Ελλάδα ήταν πολύ δύσκολα για εμάς, τα καταφέραμε όμως.

• Ο «Λουστράκος» κυκλοφόρησε σε 45άρι, πήγαινα λοιπόν και χάριζα το δισκάκι στα μαγαζιά που είχαν jukebox και όπου γυάλιζα παπούτσια για να ακούγεται. Το 1979 είχε πολλά μαγαζιά στο Αιγάλεω, πέντε-έξι μπουζουκάδικα, τα πιο βαριά, τα σκυλάδικα που λέγανε, και είχε και δυο-τρία που θεωρούνταν τα «καλά». Ήμουν δεκαεννιά χρονών τότε και αφού πέρασα απ’ όλα τα μικρά μαγαζιά και τραγούδησα, αφού συνεργάστηκα με τη Σπεράντζα Βρανά, τον Παύλο Πατάκα και τον Αντώνη Ρεπάνη, βρέθηκα να τραγουδάω στο Stop με τον Δημήτρη Ξανθάκη, τη Μαίρη Λίντα, τη Ρία Κούρτη, τον Πόλυ Κερμανίδη. Έκατσα πέντε χρόνια εκεί, και το 1980 γεννήθηκε και ο πρώτος μου μεγάλος δίσκος, το «Αγαπιόμαστε». Από αυτόν τον δίσκο έγινε τεράστια επιτυχία το «Παράνομος δεσμός» και το «Μια εμπειρία ακόμη λοιπόν» που μου το έδωσε η γυναίκα ενός μετρ που είχα στο μαγαζί, η Γεωργία Τόγκα. Επειδή είχα τσακωθεί με ένα κορίτσι τότε με άγγιξαν οι στίχοι, πήρα την κιθάρα μου και έγραψα τη μουσική σε πέντε λεπτά.

Mια εμπειρία ακόμα λοιπόν

• Είχα μια BMW λευκή με μαύρη κουκούλα και οδηγούσα προς την Πετρούπολη για να μιλήσω σε μια ραδιοφωνική εκπομπή – υπήρχαν πολλοί ερασιτεχνικοί σταθμοί τότε και τρέχαμε να βγούμε σε αυτούς για να γίνουμε γνωστοί. Όπως είμαι στον δρόμο ακούω «η Panivar παρουσιάζει τον νέο της τραγουδιστή Λευτέρη Πανταζή» και παίζει το «Μια εμπειρία ακόμη λοιπόν». Σταμάτησα δεξιά σε μια πλατεία και έβαλα τα κλάματα. Περνούσαν οι περαστικοί και με κοίταζαν, πού να ήξεραν τι χαρά είχα που άκουγα τον εαυτό μου πρώτη φορά στο ραδιόφωνο, είναι από τα πράγματα που δεν ξεχνιούνται.

• Στο Stop δεν ήμουν απλώς τρίτο όνομα, δεν με άφηναν να πω καν τα τραγούδια μου. Το αφεντικό ήταν δύσκολο, για να το κερδίσω έπρεπε να καταλάβει ότι κάτι γίνεται με μένα. Μέχρι που μια μέρα αρρώστησε ένας τραγουδιστής, μου έδωσε τον χώρο να πω τα δικά μου κι έγινε χαμός στο μαγαζί. Έτσι εδραιώθηκα, και δεν έχασα ποτέ τη θέση μου.

• Φορούσα ένα λευκό κουστούμι και παπούτσια λευκά, κόκκινη γραβάτα και ασορτί μαντιλάκι – σαν παγωτό ήμουν τώρα που το σκέφτομαι. Ένα κουστούμι είχα στην αρχή, αλλά ήταν τόσο καλοραμμένο που για να το ξεπληρώσω στον ράφτη δούλευα τρεις μήνες. Είχα, λοιπόν, και έλεγα τα δικά μου τρία-τέσσερα κομμάτια που είχαν κάνει την επιτυχία τους – τραγουδούσα και πολλά του Βοσκόπουλου γιατί μου άρεσε πολύ. Ήρθε, λοιπόν, στο μαγαζί ο Μίλτος Καρατζάς της τότε CBS μαζί με τον Βλάσση Μπονάτσο που του είπε «πάρ’ τον τον πιτσιρικά γιατί θα γίνει μεγάλο αστέρι». Πήρα μεταγραφή, λοιπόν, στη δισκογραφική όπου έμεινα δεκατέσσερα χρόνια. Ο ένας δίσκος ερχόταν μετά τον άλλον και έκανα μεγάλες επιτυχίες όπως τα «Νυχτοπερπατάς», «Ο αλήτης», «Ο παπαγάλος», «Από δω η γυναίκα μου κι από δω το αίσθημά μου», «Σε νοσταλγώ», «Δεν αλλάζεις με τίποτα εσύ», «Τα λουλούδια στην κυρία από μένα».

Από δω η γυναίκα μου κι από δω το αίσθημά μου

• Το ’87 πετάω για Γαλλία, με είχαν καλέσει να τραγουδήσω σε ένα ελληνικό μαγαζί. Τότε, όταν ταξιδεύαμε στο εξωτερικό, είχαμε πάνω μας και μια λίστα με ό,τι μας είχαν ζητήσει οι δικοί μας να τους φέρουμε – πολλοί ήθελαν κολόνιες. Φεύγοντας από εκεί, όπως είμαι στο αεροδρόμιο για να ψωνίσω, βλέπω μια κολόνια με το όνομα «Αλέν Ντελόν». Σκέφτομαι «τι λες, που έβγαλε και κολόνια, θα βγάλω κι εγώ, καλύτερος είναι;». Το μοιράστηκα και με την παρέα μου κι έβαλαν τα γέλια, όμως εγώ δεν γέλασα καθόλου. Γύρισα στην Ελλάδα, βρήκα μια εταιρεία, τους είπα ότι θέλω να απευθυνθώ στις γυναίκες γιατί αυτές είναι το αγοραστικό κοινό και γι’ αυτές τραγουδάω. Μιλάω και με έναν φίλο μου διαφημιστή για την ιδέα, «το Λευτέρης Πανταζής για κολόνια δεν πάει, πρέπει να σκεφτούμε κάτι καλύτερο», μου είπε. Τελικά, μου έβγαλε το «ΛΕΠΑ», που με την κατάλληλη προφορά ακούγεται και γαλλικό και σημαίνει «το βήμα» στα γαλλικά. Κυκλοφόρησε με αυτό το όνομα, την πουλήσαμε σε μια κυπριακή εταιρεία μετά από δύο χρόνια, βγάλαμε και λεφτά

• Έχω παίξει σε πολλές ταινίες, με τον Σπύρο Παπαδόπουλο, με την Καίτη Φίνου, που ήταν το κορίτσι μου τότε, και με πολλούς άλλους. Ο Ζερβός μου έλεγε ότι είμαι «κωμίκα», πως έχω πλάκα. Και κινηματογραφικές ταινίες έχω κάνει, και βιντεοκασέτες και τηλεταινίες και σίριαλ, έχω πρωταγωνιστήσει κιόλας. Δεν το έκανα όμως γιατί ήθελα να δοκιμαστώ στην υποκριτική. Τότε τους πιο λαϊκούς τραγουδιστές δεν μας έβγαζαν στην τηλεόραση, μέναμε εκτός. Πρόσβαση είχαν ο Νταλάρας, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, άλλου είδους καλλιτέχνες. Έπρεπε να κάνω άλλα πράγματα για να μπαίνω στα σπίτια του κόσμου, γιατί υπήρχαν άνθρωποι που άκουγαν τα τραγούδια μου, αλλά μέχρι να έρθουν στο μαγαζί δεν ήξεραν καλά καλά τη φάτσα μου.

Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Με την Άννα Βίσση την εποχή που τραγουδούσαν μαζί
Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Με την Καίτη Φίνου

• Είμαι πια ένα από τα πρώτα ονόματα σε πρωτοδεύτερα μαγαζιά, μέχρι που βρίσκομαι σε ένα από τα καλύτερα της Αθήνας, στο Διογένης της Συγγρού, στο μικρό τότε, όπου τραγούδησα με τη Μοσχολιού, την Πίτσα Παπαδοπούλου, τον Δάκη και την Πωλίνα. Ο Παπαθεοχάρης αγοράζει το δίπλα οικόπεδο και χτίζει το Διογένης Παλλάς για μένα. Παραμονή Χριστουγέννων ’89-’90 εγκαινιάζουμε το μαγαζί με την Άννα Βίσση και γίνεται «Ταραχή» – πούλησε πάνω από 700.000 δίσκους, το τραγουδούσε όλη η Ελλάδα.

• Στο Διογένης Παλλάς, στον μικρό Διογένη και στο Απόλλων Παλλάς πέρασα επτά χρόνια δουλεύοντας επτά μέρες την εβδομάδα, χωρίς ρεπό επί έντεκα μήνες. Και δεν ήταν ότι γεμίζαμε τα μαγαζιά μόνο το βράδυ, είχαμε και απογευματινό πρόγραμμα καμιά φορά, κάναμε και τέτοια. Εκτός από τον Ζουγανέλη, τον Μπουλά, τον Λάκη με τα ψηλά ρεβέρ, την Άντζελα Δημητρίου και τη Γλυκερία παρέλασαν από κει οι Gypsy Kings, η Λατόγια Τζάκσον, ο Χούλιο Ιγκλέσιας, ο Πολ Άνκα, ο Νιλ Σεντάκα, ο Ντέμης Ρούσσος. Όλους αυτούς τους έφερα στο μαγαζί που είχε παγοπίστες και πισίνες, πράγματα που βλέπαμε στα ταξίδια που κάναμε με τον Παπαθεοχάρη στο Λας Βέγκας και τα φέρναμε στην Αθήνα – ερχόντουσαν πούλμαν από όλη την Ελλάδα για να τα δουν. Έχω πρωτοπορήσει πολλές φορές. Το’ 95 τραγούδησα σε ένα κλαμπ στη Βούλα, ενώ ήμουν «λαϊκός» και δεν συνηθιζόταν αυτό. Είχε ουρές, και αντί για πίστα τραγουδούσα σε μια πασαρέλα εβδομήντα μέτρων. Από εκεί που ήμουν το παιδάκι με το κασελάκι από τη Ρωσία, με αποκαλούσαν «το φαινόμενο Πανταζής».

• Το «Εγώ δεν είμαι εγώ» του 1993 ήταν ένα από τα κομμάτια που προέκυψαν από την τρίχρονη συνεργασία μου με τον Νίκο Καρβέλα. Ήμασταν και οι δύο στα πατώματα, αυτός είχε χωρίσει με τη Βίσση, εγώ με τη Ζώζα Μεταξά, εκείνος είχε παιδί, όπως και εγώ, κλαίγαμε τη μοίρα μας και κάπως συναντήθηκαν οι δρόμοι μας. Τον πετυχαίνω στο Mercedes στη Γλυφάδα, του λέω «τι να γλεντήσεις, αφού είμαστε σε κακό χάλι και οι δύο, δεν είναι καλό το φεγγάρι για εμάς». Κάνω να φύγω και θυμάμαι ότι μου είπε πως έχει κάποια τραγούδια για μένα – «υπάρχουν αυτά, ρε Νίκο;» τον ρωτάω. Κοντοστέκεται, «κάτι έχω», μου λέει. Εκείνη την περίοδο έμενα στις καμπάνες στα Αστέρια Γλυφάδας όπως κι άλλοι καλλιτέχνες και έξι το πρωί μού χτύπησε την πόρτα και μου έβαλε τη μουσική, τον στίχο δεν τον ήξερα. Μπαίνω στο στούντιο να το προβάρω και να το μάθω, το τραγουδάω μια φορά και βουρκώνω, «ανάθεμά σε, τι μου έκανες» του είπα. Κι όπως το είπα στην πρόβα, έτσι βγήκε στον δίσκο, δεν με άφησε να το ξανατραγουδήσω. Όταν πήγα στην Αγγλία με τον Καρατζά να ακούσουμε άλλα του τραγούδια, μου έγραψε το «Το ωραιότερο πλάσμα του κόσμου» – ήρθε η Βίσση στο στούντιο και μου έκανε δεύτερες φωνές, και κάπως έτσι ξανάφτιαξε η σχέση τους.

Το ωραιότερο πλάσμα του κόσμου

• Και ζεϊμπέκικα έχω πει, και χασάπικα. Το «Νυχτοπερπατάς» δεν είναι βαρύ κομμάτι; Το όνομά μου είναι συνδεδεμένο με τη διασκέδαση και τον χορό γιατί εγώ το επιδίωξα. Όταν εμφανίστηκα, ενόχλησα πολλούς, και για να μην έχει κανείς πρόβλημα μαζί μου είπα «εγώ είμαι διασκεδαστής». Και ως διά μαγείας δεν ξαναενοχλήθηκε κανείς με την παρουσία μου κι εγώ έκανα τη δουλειά μου. Έλεγα ό,τι ήθελα να πω ακριβώς επειδή ήμουν «ο διασκεδαστής». Ήθελα να πω Θεοδωράκη; Το έκανα. Και Σπανό και Πλέσσα τραγούδησα, και Τσιτσάνη και Ζαμπέτα. Και τώρα πια, μετά από σαράντα χρόνια που τραγουδάω, λένε «αυτός είναι ο Νο1 διασκεδαστής», μου έμεινε. Εγώ το έκανα όμως για να με αφήσουν ήσυχο να κάνω τη δουλειά μου. Ήταν έξυπνη ιδέα, όπως έξυπνο ήταν και το «Πάντα ζεις». 

• Έψαχνα όλη μέρα να βρω τα τρωτά σημεία στη δουλειά μου και να τα γιατρέψω. Έτσι έκανα πράγματα που δεν συνήθιζε κανείς. Καθόμουν στην πόρτα του μαγαζιού και χαιρετούσα όλο τον κόσμο όταν έμπαινε και όταν έβγαινε από το μαγαζί. Τους υποδεχόμουν όλους στα καμαρίνι μου και απαντούσα σε όλα τα γράμματα που λάμβανα. Και έβαζα τις λουλουδούδες να δίνουν γαρδένιες μόνο στις κυρίες. 

• Είχα μια κοπέλα που η αδερφή της έμενε στην Ιταλία, στη Βερόνα. Όταν την επισκεφθήκαμε με πήγε και σε ένα μαγαζί όπου ο πωλητής ήταν ένας τύπος πολύ ωραία ντυμένος, είχε και ένα ψιλό μουστάκι. Μου είπε «θα σε ντύσω εγώ». Αργότερα έγινα φίλος με τον Τζιάνι Βερσάτσε, ήμουν ο καλύτερός του πελάτης. Έδινα εκατομμύρια για ρούχα, έβγαινα ο πιο καλοντυμένος Έλληνας τραγουδιστής επί έξι χρόνια στον «Ταχυδρόμο», από τις γυναίκες έβγαινε η Βουγιουκλάκη. Βερσάτσε, Φερέ, Μιγιάκι, μόνο τέτοια φόραγα κι ερχόντουσαν άλλοι τραγουδιστές να δουν πώς ήμουν ντυμένος. Τα περισσότερα απ’ όσα έχω φορέσει στην πίστα τα έχω, μη σου πω το 90%. Κάποια στιγμή μπορεί να τα εκθέσω, να βγάλω χρήματα και να τα δώσω κάπου για καλό σκοπό, να πιάσουν τόπο.

• Μου έκανε πολλά δώρα αξίας ο κόσμος εκείνες τις εποχές, χρυσούς σταυρούς και ρολόγια, γυναίκες με παρακολουθούσαν ή μπορεί να μου την έπεφταν στο καμαρίνι – με την καλή έννοια το λέω, τις αγαπώ άλλωστε, τις προσέχω, και πάντα τους τραγουδάω.

Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Έψαχνα όλη μέρα να βρω τα τρωτά σημεία στη δουλειά μου και να τα γιατρέψω. Έτσι έκανα πράγματα που δεν συνήθιζε κανείς. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Τότε ερχόταν η μαμά σου και ο μπαμπάς σου στα κέντρα που τραγούδουσα, με τα τραγούδια μου γεννήθηκες. Έχω την τρίτη γενιά που έρχεται τώρα στο μαγαζί και είναι όλα πιτσιρίκια, δεν είναι φοβερό; Και ξέρεις γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί κάνω και δικά τους τραγούδια, αυτά που ακούνε, και με ράπερ έχω συνεργαστεί και ό,τι θες κάνω. Τώρα κυκλοφόρησε το «Block» που περιγράφει αυτό που κάνουν τα νέα παιδιά, που μπλοκάρονται μεταξύ τους και ξεμπλοκάρονται.

• Κάποια στιγμή μού την έπεφταν συνέχεια και με ρωτούσαν τι θα κάνω τον χειμώνα, χωρίς να έχει τελειώσει καν η σεζόν. Κι εγώ, χωρίς να έχω κλείσει τίποτα τέτοιο, είπα ότι θα δουλέψω με τη Μαρινέλλα, απλώς το πέταξα. Ρωτάνε μετά και τη Μαρινέλλα και επειδή είναι έξυπνη είπε «κάτι συζητάμε». Και έγινε χαμός από το πουθενά. Όταν δεν έχεις δουλειά, τη δημιουργείς.

822
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

• Προσπαθώ να είμαι φίλος με τους ανθρώπους, να δένομαι μαζί τους, χωρίς απαραίτητα να περιμένω να κερδίσω κάτι – αν βγει κάτι καλό από τη φιλία μας και το ταλέντο τους, έχει καλώς. Έτσι πρέπει να είμαστε οι άνθρωποι, να δίνουμε αγάπη χωρίς να περιμένουμε να μας τη γυρίσουν, αν και από κάπου θα έρθει αυτή, θα τη λάβει το παιδί μας, οι γονείς μας, μπορεί κι εμείς οι ίδιοι. Ακόμα και ένα χαμόγελο να σκας είναι σαν να μοιράζεις βιταμίνη D, χαρά δίνεις.

• Είμαι ερωτευμένος με αυτήν τη δουλειά, γι’ αυτό την κάνω ακόμα. Ασχολούμαι μαζί της δώδεκα μήνες τον χρόνο, γράφω τραγούδια, είμαι διαρκώς σε ένα στούντιο, κάνω παραγωγές, βοηθάω νέα παιδιά, δίνω τραγούδια σε γνωστούς και σε άγνωστους ακόμα. Ούτε πίνω, ούτε καπνίζω, ούτε χαρτοπαίζω, ούτε παίρνω ναρκωτικά, ούτε θέλω να κατηγορήσω κανέναν, απλώς εμένα δεν μου αρέσουν αυτά τα πράγματα. Μου αρέσουν άλλα, όπως το να πάρω το κορίτσι μου και να πάω μια εκδρομή στη Ρώμη για να φάμε ένα παγωτό, να πάρω και ένα κουστουμάκι για μένα κι ένα ρούχο για εκείνη ή να πάρω έναν φίλο μου και να κάνω μια εκδρομή. Εγώ αγαπάω και τραγουδάω, ας πεθάνω από αυτά λοιπόν.

• Παλιά έκανα Τaekwondo, έπαιζα ποδόσφαιρο, ήμουν αθλητικός τύπος, ίσως γι’ αυτό αντέχω να τραγουδάω ακόμα. Αλλά και όταν πω ότι θα σταματήσω το τραγούδι δεν σκοπεύω να αφήσω εντελώς τον χώρο, θα ανοίξω μια σχολή να έρχονται νέα παιδιά να μαθαίνουν πράγματα, αυτό θέλω να κάνω κάποια στιγμή.

Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Ο Λευτέρης Πανταζής την εποχή που ήταν πρόεδρος του Πανιώνιου. Φωτ.: Eurokinissi

• Έναν χρόνο αφού έβγαλα το «Για πρώτη φορά», το 2003, ήμουν πρόεδρος του Πανιωνίου και παίζαμε στο Camp Nou. Είχε 70.000 κόσμο και o Joan Laporta, ο πρόεδρος της Barcelona, είπε «είναι κοντά μας είναι και ο πρόεδρος της ελληνικής ομάδας, που είναι και τραγουδιστής». Τότε ακούστηκε κομμάτι μου στο γήπεδο και ο κόσμος χειροκρότησε – σηκώθηκε η τρίχα μου, ήταν μεγάλη τιμή για μένα. Έχω ζήσει με τη δουλειά μου συγκινητικές στιγμές, από αυτές που καταπίνουν και κάνουν στην άκρη τις κακές.

• Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, πολύ. Και γιατί να μην είμαι; Ξυπνάω το πρωί και μιλάω με τον καθρέφτη μου, από τότε που ξεκίνησα να τραγουδάω κοιτάω τον εαυτό μου σε αυτόν και πάντα βρίσκω κάτι κακό και του βάζω χέρι, κάτι που με έχει βοηθήσει πάρα πολύ. Όταν έκανα τεράστιες επιτυχίες και φοβόμουν μη με κλέψουν, μη θελήσουν να μου κάνουν κακό, όλες αυτές τις σκέψεις τις καταπολέμησα μιλώντας με τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Και ξυπνάω πια τώρα κάθε πρωί, κάνω τον σταυρό μου που σηκώνομαι στα πόδια μου και λέω στον καθρέφτη «πάμε να κερδίσουμε».

• Με την αγάπη του κόσμου έζησα καλά. Χάρη σε αυτήν έχω ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο, μπορώ να βοηθάω την οικογένειά μου και τους φίλους μου που θεωρώ ότι είναι η περιουσία μας. Μπορεί και να τσακωθείς με την οικογένειά σου, να φύγουν τα παιδιά σου, αλλά έναν φίλο που σε αγαπάει πραγματικά θα τον έχεις για πάντα. Δεν θέλω να μένω μόνος. Τη μοναξιά μπορεί να την επιλέγεις κάποιες στιγμές στη ζωή σου, αλλά λίγη χρειάζεται, όχι πολλή.

• Για όλες μου τις αποφάσεις μιλούσαν ο Λευτέρης με τον Πανταζή, συμβουλεύονταν ο ένας τον άλλον. Ο Πανταζής είναι ένας καλλιτέχνης γεμάτος ζωή, θέλει να αστράφτει, να τραγουδάει, να διασκεδάζει τον κόσμο, να υπογράφει αυτόγραφα, να βγαίνει φωτογραφίες. Ο Λευτέρης είναι πιο προσγειωμένος, είναι ο παραγωγός, ο επιχειρηματίας, εκείνος που κρατάει τα γκέμια να μην του φύγει ο καλλιτέχνης. Έτσι κράταγα πάντα τις ισορροπίες, σκεφτόμουν «δεν θα κρατήσει όλο αυτό για πάντα, έρχεται η φθορά του χρόνου, δεν θα είσαι για πάντα 25 και 30, θα φτάσεις και 60. Όταν λοιπόν ξέρεις τι σου γίνεται και μέχρι πού φτάνεις κάθε φορά, μόνο καλό είναι.

• Δεν έχω χαρεί το να κάτσω με το κορίτσι μου σε ένα παγκάκι ή να πάμε ένα σινεμά, αφού δούλευα από πιτσιρικάς για την οικογένεια, σε μένα έπεσε ο κλήρος. Τα κατάφερα, αλλά ήμουν στη δουλειά παρά πέντε και έφευγα και πέντε. Ο πατέρας μου το έλεγε αυτό, «να είσαι πάντα στην ώρα σου, να σέβεσαι για να σε σέβονται». Δεν θέλω να κάνω τον άγιο, προσπαθώ να τα έχω καλά με τη ζωή, που είναι κι αυτή γυναίκα, για να ζω όσο καλύτερα γίνεται, μέχρι να μου πει ο Θεός «για έλα εσύ εδώ».

Λευτέρης Πανταζής Facebook Twitter
Ζω τριάντα χρόνια στη Βουλιαγμένη, ήταν οικόπεδο εδώ και έχτισα το σπίτι των ονείρων μου, το είχα ονειρευτεί λευκό, με τζαμαρίες γύρω γύρω, να έχει μπόλικο φως.Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Σίγουρα με έχουν αδικήσει, συμβαίνουν κι αυτά. Είχε έρθει η στιγμή που έπρεπε να αποφασίσω αν θα μείνω ή αν θα φύγω από ένα σχήμα, έμεινα τελικά και έπαθα εγκεφαλικό από τη στενοχώρια και από την πίεση που ένιωθα, έχασα και τη φωνή μου. Τότε μου είπαν οι γιατροί ότι θα μιλήσω σε έξι μήνες και ότι θα τραγουδήσω σε έναν χρόνο. Τελικά μίλησα την έβδομη μέρα και τραγούδησα σε έναν μήνα, έβγαλα τότε το «Άπιστος». Αν αυτό δεν είναι ένα θαύμα που έχει να κάνει με την αγάπη του κόσμου, τότε τι είναι;

• Πριν από δέκα χρόνια έκανα την παραγωγή σε ένα θεατρικό στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο και είχα ταλέντα εκεί. Ήταν η κόρη μου και η Σάττι ανάμεσά τους, που τότε έλεγε τις «Κούπες», πριν τις δισκογραφήσει. Μετά χαθήκαμε. Φέτος, πριν πάει στη Γιουροβίζιον, μου είπε ότι ήθελε να συμμετάσχω σε ένα τραγούδι της, στο «Mixtape», και είπα «γιατί όχι;». Είναι μια πολύ δυνατή καλλιτέχνιδα. Κάναμε τεράστια επιτυχία και θα κάνουμε και καινούργια πράγματα μαζί, μπορεί να τραγουδήσουμε μαζί και τον χειμώνα.

• Ζω τριάντα χρόνια στη Βουλιαγμένη, ήταν οικόπεδο εδώ και έχτισα το σπίτι των ονείρων μου, το είχα ονειρευτεί λευκό, με τζαμαρίες γύρω γύρω, να έχει μπόλικο φως. Από δω μέσα έχουν περάσει βασιλιάδες και φτωχοί, έχουν συμβεί τόσα ωραία, κι αυτό το θεωρώ ευλογία. Μου αρέσει πολύ και που είμαι κοντά στη θάλασσα, καμιά φορά όταν σχολάω από τη δουλειά πάω και μιλάω μαζί της, της λέω το παράπονό μου κι αυτή τα καταπίνει όλα. Της λέω πράγματα που οι άνθρωποι πολλές φορές δεν τα καταλαβαίνουν.

• Ένας χορτασμένος άνθρωπος τι να φοβηθεί; Τα έχω περάσει και τα έχω ζήσει όλα, έχω γνωρίσει πάρα πολύ κόσμο, είμαι ευγνώμων που μπόρεσα και έζησα όλα αυτά που έχω ζήσει. Να φοβάμαι τι, το τέλος; Θα έρθει κι αυτό κάποια στιγμή. Εκτός κι αν μέχρι τότε βγουν τίποτα χάπια και παραγγείλω ένα βαρέλι από αυτά για να ξαναγίνω είκοσι χρονών – ποτέ δεν ξέρεις, η επιστήμη προχωράει.

Ο Λευτέρης Πανταζής εμφανίζεται με την Έλλη Κοκκίνου στο Romeo κάθε Πέμπτη και Σάββατο.

Τα τραγούδια του κυκλοφορούν από την Panic Records

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Αλέκα Κανελλίδου

Μουσική / Αλέκα Κανελλίδου: «Δεν είμαι περιπετειώδης τύπος, ούτε της καριέρας»

H τραγουδίστρια που έχει απομονωθεί εδώ και πολλά χρονιά στη Ραφήνα προτιμά να ντύνεται ωραία και να τραγουδάει μία φορά την εβδομάδα από το να παίζει μπιρίμπα και να βλέπει ταινίες.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
O Διονύσης Σαββόπουλος στο φετινό Rockwave σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Μουσική / O Διονύσης Σαββόπουλος στο φετινό Rockwave σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Για τον 80χρονο τροβαδούρο η απόσταση από το Ηρώδειο μέχρι το Rockwave δεν είναι και τόσο μεγάλη… Το περασμένο καλοκαίρι έστησε μια «εθνική» γιορτή για τα 50 χρόνια αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα μας, το ερχόμενο θα διοργανώσει μια προσωπική γιορτή για τα 60 χρόνια παρουσίας του στο τραγούδι.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ