ΔΕΚΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ, άλλες διάσημες, άλλες υποτιμημένες ή παραγνωρισμένες, που υπήρξαν πρωτοπόροι στις τέχνες και στον αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών, διεκδικώντας τη φωνή τους σε εποχές που η ισότητα μεταξύ των φύλων θεωρούνταν απίθανο να επιτευχθεί. Στη διάρκεια της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, τα αγάλματά τους αναδύθηκαν μέσα από τον Σηκουάνα, σε μια κίνηση αναγνώρισης εκ μέρους ενός σύγχρονου κράτους. Ήταν μια προσπάθεια της διοργανώτριας χώρας να συμπεριλάβει κάθε προσωπικότητα, ανεξαρτήτως φύλου και φυλής, και να αναδείξει αυτές που με την προσφορά τους συγκρότησαν τη γαλλική κουλτούρα.
Olympe de Gouges
Η Olympe de Gouges και η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων της Γυναίκας
Η Olympe de Gouges, γεννημένη το 1748, ξεκίνησε την καριέρα της ως θεατρική συγγραφέας στο Παρίσι τη δεκαετία του 1780. Γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια, και παρόλο που η μητέρα της δίδασκε ιδιωτικά, η ίδια δεν είχε καμία επίσημη εκπαίδευση. Λέγεται ότι ήταν αναλφάβητη και ότι υπαγόρευε σε έναν γραμματέα.
Παθιασμένη υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πήρε θέση δημοσίως εναντίον της δουλείας και ήταν η συγγραφέας της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων της Γυναίκας και της Γυναίκας Πολίτη, με την οποία αμφισβήτησε την πρακτική της ανδρικής εξουσίας και υποστήριξε τα δικαιώματα των γυναικών. Τα θεατρικά της έργα και τα φυλλάδιά της κάλυπταν μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων, όπως το διαζύγιο και ο γάμος, τα δικαιώματα των παιδιών, η ανεργία και η κοινωνική ασφάλιση. Υπέρμαχος της Γαλλικής Επανάστασης, σύντομα απογοητεύτηκε όταν η ισότητα (égalité) δεν επεκτάθηκε στις γυναίκες.
Παντρεύτηκε χωρίς τη θέλησή της και θεωρούσε τον θεσμό του γάμου «τάφο της εμπιστοσύνης και της αγάπης». Η De Gouges ήταν μέλος των καλλιτεχνικών και φιλοσοφικών σαλονιών του Παρισιού, όπου την αποκαλούσαν «μια από τις πιο όμορφες γυναίκες του Παρισιού».
Υπέγραφε τις δημόσιες επιστολές της με τη λέξη «citoyenne», τη θηλυκή εκδοχή της λέξης «πολίτης». Αργότερα, το 1792, η Συνέλευση αποφάσισε τη χρήση της λέξης «citoyenne» σε αντικατάσταση των «Madame» και «Mademoiselle».
Δέχθηκε μεγάλες επιθέσεις: «Είναι μια από εκείνες τις γυναίκες στις οποίες κάποιος θέλει να κάνει δώρο ξυράφια, οι οποίες χάνουν τις γοητευτικές ιδιότητες του φύλου τους με τις αξιώσεις τους... Κάθε γυναίκα συγγραφέας βρίσκεται σε λάθος θέση, ανεξάρτητα από το ταλέντο της», είχε γράψει ο Abraham-Joseph Bénard.
«Αν μια γυναίκα μπορεί να ανέβει στο ικρίωμα, πρέπει να μπορεί να ανέβει και στο βάθρο του ομιλητή», έγραφε η de Gouges. Συνδέθηκε με τους μετριοπαθείς Girondins και αντιτάχθηκε στην εκτέλεση του Louis XVI. Τα ολοένα και πιο «πύρινα» γραπτά της, με τα οποία επιτίθετο στους ριζοσπάστες Montagnards του Ροβεσπιέρου και στην Επαναστατική Κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της «Βασιλείας του Τρόμου», οδήγησαν τελικά στη σύλληψη και την εκτέλεσή της στη γκιλοτίνα το 1793. Η εκτέλεσή της χρησιμοποιήθηκε ως προειδοποίηση για άλλες πολιτικά ενεργές γυναίκες.
Alice Milliat
Η πρωτοπόρος του γυναικείου αθλητισμού
Η φιγούρα της πρωτοπόρου του γυναικείου αθλητισμού Alice Milliat είναι ελάχιστα γνωστή. Το όνομά της επισκιαζόταν για έναν σχεδόν αιώνα από αυτό του Pierre de Coubertin. Αυτή η μοναδική αθλήτρια πάλεψε σκληρά για να εξασφαλίσει ότι ο αθλητισμός δεν θα ήταν πλέον αποκλειστικά ανδρικός. Η πίεση που άσκησε για λογαριασμό αθλητριών οδήγησε στην ταχύτερη συμπερίληψη περισσότερων γυναικείων αθλημάτων στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δουλειά της ως δασκάλας και ασχολήθηκε με την κωπηλασία, την κολύμβηση και το χόκεϊ επί χόρτου. Μέλος της Fémina Sport, ενός συλλόγου που ιδρύθηκε το 1911, βοήθησε στη δημιουργία της Γαλλικής Ομοσπονδίας Γυναικείων Αθλημάτων το 1917. Το 1921 βοήθησε στη διοργάνωση των Παγκόσμιων Αγώνων Γυναικών, που διεξήχθησαν τέσσερις φορές, από το 1922 έως το 1934. Ήταν αρχηγός της ομάδας ποδοσφαίρου της Γαλλικής Ομοσπονδίας Γυναικείων Αθλημάτων που περιόδευσε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1920.
Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, υπό την προεδρία του βαρόνου Pierre de Coubertin, δεν αποδεχόταν τις προτάσεις συμπερίληψης των γυναικών. Το γεγονός ότι το 1928 επιτράπηκε στις γυναίκες να λάβουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Άμστερνταμ ήταν δικό της κατόρθωμα, όμως η εύθραυστη υγεία της και οι δυσκολίες εύρεσης χρηματοδότησης για την Ομοσπονδία Γυναικείων Αθλημάτων την ανάγκασαν να παραιτηθεί από πρόεδρος. Σιγά σιγά χάθηκε από τον αθλητικό χώρο, επιστρέφοντας στη δουλειά της δακτυλογράφου και μεταφράστριας. Ευέλικτη και ολοκληρωμένη αθλήτρια και αφοσιωμένη φεμινίστρια, πέθανε στο Παρίσι το 1957 χωρίς να αναγνωριστούν οι προσπάθειές της. Θάφτηκε σε οικογενειακό τάφο στη Νάντη και το όνομά της δεν αναφέρεται καν στην ταφόπλακα.
Gisèle Halimi
Η υπερασπίστρια των περιθωριοποιημένων
Η Gisèle Halimi, δικηγόρος, πολιτικός, δοκιμιογράφος και ακτιβίστρια, γεννήθηκε το 1927 στο La Goulette της Τυνησίας, σε μια εβραϊκή οικογένεια Βερβέρων. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, αποφοιτώντας από τις σχολές Νομικής και Φιλοσοφίας. Η παιδική της ηλικία και οι τρόποι με τους οποίους συνδύαζε την εβραϊκή και τη μουσουλμανική της ταυτότητα είναι ζητήματα που αναφέρονται στην αυτοβιογραφία της «Le lait de l'oranger».
Υπήρξε σύμβουλος του Αλγερινού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, κυρίως της Djamila Boupacha, μιας 22χρονης Αλγερινής ακτιβίστριας, που βασανίστηκε και υπέστη σεξουαλική επίθεση από Γάλλους στρατιώτες κατά τη διάρκεια του πολέμου της Ανεξαρτησίας στην Αλγερία, η οποία είχε καταδικαστεί σε θάνατο. Η υπόθεση έγινε γνωστή στη Γαλλία και η Boupacha τελικά αθωώθηκε και αφέθηκε ελεύθερη. Η διάρκεια και η δημοσιότητα της δίκης έχτισε τα θεμέλια της καριέρας της Gisèle Halimi, που συνέχισε να υπερασπίζεται περιθωριοποιημένα άτομα.
Συμμετείχε ενεργά στο δεύτερο κύμα του γαλλικού φεμινιστικού κινήματος της δεκαετίας του 1960 και του 1970. Το 1971 ίδρυσε την ομάδα Choisir, η οποία προσέφερε νομική προστασία στις γυναίκες που είχαν υπογράψει το Manifeste des 343. Επρόκειτο για γυναίκες που είχαν κάνει παράνομα άμβλωση στη Γαλλία, μία από τις οποίες ήταν και η ίδια. Το 1972 υπερασπίστηκε τη Marie-Claire Chevalier, μια 16χρονη που είχε κατηγορηθεί για άμβλωση μετά από σεξουαλική επίθεση. Η φεμινιστική ομάδα και η εκστρατεία της επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την ψήφιση του νόμου που επέτρεπε την αντισύλληψη και τις αμβλώσεις το 1975 από τη Simone Veil. Πέθανε το 2020.
Simone de Beauvoir
Μια σπουδαία φεμινίστρια διανοούμενη
Η πιο διάσημη από τις Γαλλίδες που τιμήθηκαν σε αυτήν τη διοργάνωση, συγγραφέας, φιλόσοφος, διανοούμενη, ακτιβίστρια και φεμινίστρια. Το γνωστότερο έργο της είναι το «Δεύτερο φύλο», μια εμβληματική φεμινιστική ανάλυση της γυναικείας ύπαρξης και της καταπίεσης των γυναικών.
Η ζωή της Simone de Beauvoir είναι παράλληλη με αυτή του συναδέλφου, φίλου και εραστή της Jean-Paul Sartre. Χαιρετίζεται ως ατρόμητη υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών και ηγετική φυσιογνωμία της υπαρξιστικής σκέψης. Η De Beauvoir δημοσίευσε αμέτρητα έργα, λογοτεχνικά και φιλοσοφικά. Χωρίς να αρκείται στις δάφνες των λογοτεχνικών και πνευματικών της επιτευγμάτων, χρησιμοποίησε τη φήμη της για να δανείσει τη φωνή της και σε διάφορους πολιτικούς σκοπούς. Με τον Sartre υποστήριξαν τους αγώνες της Αλγερίας και της Ουγγαρίας για ανεξαρτησία κατά τη δεκαετία του 1950 και το φοιτητικό κίνημα στη Γαλλία στα τέλη της δεκαετίας του 1960, καταδικάζοντας επίσης την αμερικανική εξωτερική πολιτική κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ. Κατά τη δεκαετία του 1970, συμμετείχε σε διαδηλώσεις για το δικαίωμα στην άμβλωση και την ισότητα των γυναικών.
Στα τελευταία στάδια της καριέρας της, αφιέρωσε μεγάλο μέρος της σκέψης της στη διερεύνηση της γήρανσης και του θανάτου. Το έργο της «A Very Easy Death» του 1964 περιγράφει λεπτομερώς τον θάνατο της μητέρας της, στο «Old Age» (1970) αναλύει τη σημασία και το νόημα των ηλικιωμένων στην κοινωνία και στο «Adieux: A Farewell to Sartre» (1981), που δημοσιεύτηκε έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, θυμάται τα τελευταία χρόνια της ζωής του συντρόφου της. Η Simone de Beauvoir πέθανε στο Παρίσι στις 14 Απριλίου 1986, σε ηλικία 78 ετών.
Paulette Nardal
Η πρώτη μαύρη φοιτήτρια στη Σορβόννη
Η Paulette Nardal υπήρξε ιδρυτικό μέλος του πνευματικού κινήματος Negritude. Γεννήθηκε το 1896 στο Saint-Pierre της Μαρτινίκας, και μετά τις σπουδές της εκεί έφτασε στο Παρίσι το 1920 και έγινε η πρώτη μαύρη φοιτήτρια από τη Μαρτινίκα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Ως φοιτήτρια, πήγαινε τακτικά στο Le Bal Nègre, ένα τζαζ κλαμπ όπου μαζεύονταν μαύροι, πράγμα που της επέτρεψε να παραμείνει συνδεδεμένη τόσο με τη Μαύρη Διασπορά όσο και με την Αφρική. Στο τέλος των σπουδών της, παρουσίασε μια διατριβή για τη Harriet Beecher Stowe, συγγραφέα της «Καλύβας του μπαρμπα-Θωμά». Αυτό το έργο τη μύησε στον πνευματικό αγώνα των μαύρων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 1929, μαζί με τις δυο αδελφές της άνοιξε ένα σαλόνι στο Παρίσι με το όνομα Le Salon de Clamart. Ήταν ένας τόπος συγκέντρωσης, όπου οι μαύροι διανοούμενοι συναντήθηκαν, δικτυώθηκαν και προβληματίστηκαν για την κατάσταση των μαύρων λαών, την εποχή που κυριαρχούσε η αποικιοκρατία στην Αφρική και οι φυλετικές διακρίσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις Δυτικές Ινδίες. Οι ιστορικοί αναφέρονται στο Le Salon de Clamart ως δημιούργημα του πνευματικού περιβάλλοντος που παρήγαγε τις βασικές ιδέες που σχετίζονται με την έννοια του Negritude και το μετέπειτα κίνημα Negritude. Οι αδερφές Nardal δημιούργησαν το περιοδικό πνευματικής κριτικής «La revue du monde noir». Η Paulette έγινε γνωστή για τα άρθρα της, τα οποία διερεύνησαν την κατάσταση των μαύρων γυναικών σε όλη τη Διασπορά.
Η Paulette έμεινε ανάπηρη στις αρχές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου το 1941, όταν το πλοίο με το οποίο ταξίδευε από τη Μαρτινίκα στη Γαλλία δέχτηκε επίθεση από γερμανικό πολεμικό πλοίο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου συμμετείχε ενεργά στη γαλλική αντίσταση. Δημιούργησε επίσης ένα άλλο σαλόνι καθώς και τη φεμινιστική πνευματική επιθεώρηση «La femme dans la cité». Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 υποστήριξε την εκστρατεία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ για τα πολιτικά δικαιώματα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πέθανε στο Fort-de-France της Μαρτινίκας στις 16 Φεβρουαρίου 1985. Ήταν 88 ετών.
Jeanne Baret
Η γυναίκα που έκανε τον περίπλου της γης
Η Jeanne Baret θεωρείται η πρώτη γυναίκα που ολοκλήρωσε το ταξίδι του περίπλου του πλανήτη μέσω θαλάσσης. Ένα βασικό μέρος του ταξιδιού της ήταν ως μέλος της αποστολής του Louis Antoine de Bougainville στα πλοία «La Boudeuse» και «Étoile» το 1766-1769. Εντάχθηκε στην αποστολή μεταμφιεσμένη σε άντρα, αποκαλώντας τον εαυτό της «Jean Baret», ως βοηθός του φυσιοδίφη και ειδικού βοτανολόγου της αποστολής, Philibert Commerçon, λίγο πριν τα πλοία του Bougainville αποπλεύσουν από τη Γαλλία.
Ένα από τα μυστήρια της ζωής της Baret είναι το πώς απέκτησε έστω και στοιχειώδη μόρφωση, καθώς η υπογραφή της σε μεταγενέστερα νομικά έγγραφα αποδεικνύει ότι δεν ήταν αναλφάβητη.
Μετά από ένα περιπετειώδες ταξίδι έφτασαν με τον Philibert Commerson στον Μαυρίκιο και έμειναν με τον Γάλλο κυβερνήτη, Pierre Poivre, που ήταν μανιώδης βοτανολόγος και είχε δημιουργήσει έναν εντυπωσιακό βοτανικό κήπο έξω από το Port Louis, ο οποίος υπάρχει μέχρι σήμερα. Το ζευγάρι αφιερώθηκε στη μελέτη της χλωρίδας της περιοχής, συλλέγοντας και καταγράφοντας περισσότερα από 1.000 είδη, παρά την κακή υγεία του Commerson και τη συρρίκνωση των οικονομικών τους. Όταν ο Commerson πέθανε, η Jeanne επέζησε χωρίς χρήματα ή υποστήριξη.
Όταν επέστρεψε στη Γαλλία, παρά το γεγονός ότι παραβίασε τον γαλλικό ναυτικό κώδικα συμμετέχοντας στο ταξίδι μεταμφιεσμένη, έλαβε σύνταξη από το γαλλικό Ναυτικό για το θάρρος και την υποδειγματική της συμπεριφορά.
Louise Michel
Η αναρχική της Παρισινής Κομμούνας
Η Louise Michel ήταν δασκάλα και σημαντική προσωπικότητα στην Παρισινή Κομμούνα. Η «μεγάλη κυρία της αναρχίας», όπως την αποκαλούσαν, γεννήθηκε το 1830 ως νόθο παιδί μιας υπηρέτριας και του γιου της οικογένειας. Πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο Château de Vroncourt όπου έλαβε φιλελεύθερη εκπαίδευση και έγινε δασκάλα.
Το 1865 άνοιξε ένα σχολείο στο Παρίσι το οποίο έγινε γνωστό για τις σύγχρονες και προοδευτικές του μεθόδους. Αλληλογραφούσε με τον Βικτόρ Ουγκό και άρχισε να δημοσιεύει ποίηση. Αναμείχθηκε στη ριζοσπαστική πολιτική του Παρισιού και στη φεμινιστική ομάδα Société pour la Revendication des Droits Civils de la Femme.
Κατά την έναρξη της Πολιορκίας του Παρισιού, τον Νοέμβριο του 1870, έγινε μέλος της Εθνικής Φρουράς. Όταν ανακηρύχθηκε η Παρισινή Κομμούνα, ρίχτηκε στον ένοπλο αγώνα κατά της γαλλικής κυβέρνησης.
Παραδόθηκε στον γαλλικό στρατό για να σώσει τη μητέρα της από τη φυλάκιση. Τον Δεκέμβριο του 1871, πέρασε από στρατοδικείο μαζί με χιλιάδες κρατούμενους, κατηγορούμενη για αδικήματα όπως η απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης, η ενθάρρυνση των πολιτών να οπλιστούν, η χρήση όπλων και η χρήση στρατιωτικής στολής. Ήταν μεταξύ των 1.169 υποστηρικτών της Κομμούνας που καταδικάστηκαν σε απέλαση. Παρέμεινε στη Νέα Καληδονία για επτά χρόνια, έγινε φίλη με τους ντόπιους Κανάκ και έγινε δασκάλα τους. Επέστρεψε στη Γαλλία το 1895. Πέθανε από πνευμονία το 1905. Στην κηδεία της στο Παρίσι παρευρέθηκαν περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι.
Christine de Pizan
Η πρώτη επαγγελματίας γυναίκα των γραμμάτων στην Ευρώπη
Η Christine de Pizan, που γεννήθηκε το 1364, ήταν ιταλικής καταγωγής Γαλλίδα ποιήτρια και συγγραφέας της αυλής του βασιλιά Καρόλου VI της Γαλλίας. Υπηρέτησε ως αυλική συγγραφέας μετά τον θάνατο του συζύγου της. Οι προστάτες της ήταν οι δούκες Λουδοβίκος Α΄ της Ορλεάνης, Φίλιππος ο Τολμηρός της Βουργουνδίας και ο γιος του, Ιωάννης ο Ατρόμητος.
Το έργο της περιλαμβάνει μυθιστορήματα, ποίηση και βιογραφίες, ενώ έγραψε επίσης λογοτεχνικές, ιστορικές, φιλοσοφικές, πολιτικές και θρησκευτικές κριτικές και αναλύσεις. Τα γραπτά της θεωρούνται από τα πρώτα φεμινιστικά κείμενα. Τα πιο γνωστά έργα της είναι το «The Book of the City of Ladies» και «The Treasure of the City of Ladies», που γράφτηκαν και τα δύο όταν δούλευε για τον Ιωάννη τον Ατρόμητο της Βουργουνδίας. Τα βιβλία της με συμβουλές σε πριγκίπισσες, πρίγκιπες και ιππότες τυπώνονταν μέχρι τον 16ο αιώνα. Τις τελευταίες δεκαετίες, το έργο της έχει επανέλθει στο προσκήνιο.
Για να συντηρήσει την οικογένειά της έγινε γραφέας του δικαστηρίου. Έγραφε ερωτικές μπαλάντες, οι οποίες τράβηξαν την προσοχή των πλούσιων θαμώνων της αυλής. Η ενασχόλησή της με την παραγωγή των βιβλίων της τής χάρισε τον τίτλο της πρώτης επαγγελματία γυναίκας των γραμμάτων στην Ευρώπη. Συναισθηματικά και οικονομικά συνδέθηκε με τη γαλλική βασιλική οικογένεια.
Το 1402 ενεπλάκη σε μια διάσημη λογοτεχνική διαμάχη, την «Querelle du Roman de la Rose», όταν αμφισβήτησε τα λογοτεχνικά πλεονεκτήματα του τότε δημοφιλούς «Romance of the Rose» του Jean de Meun, το οποίο σατιρίζει τις συμβάσεις της αυλικής αγάπης, ενώ απεικονίζει κριτικά τις γυναίκες μόνο ως σαγηνευτικές.
Δημοσίευσε 41 γνωστά έργα ποίησης και πεζογραφίας στη διάρκεια της ζωής της και έγινε διάσημη σε όλη την Ευρώπη. Είχε τόσο κύρος που οι βασιλιάδες τής ανέθεταν πεζογραφικά έργα και οι σύγχρονοί της διανοούμενοι είχαν αντίγραφα των έργων της στις βιβλιοθήκες τους. Μετά τον θάνατό της το 1430, η επιρροή της αναγνωρίστηκε από διάφορους συγγραφείς και τα γραπτά της παρέμειναν δημοφιλή.
Alice Guy
Η πρώτη σκηνοθέτιδα του κινηματογράφου
Η γεννημένη το 1873 Alice Guy-Blaché ήταν μια από τις πρώτες κινηματογραφίστριες, η πρώτη γυναίκα που σκηνοθέτησε ταινία μυθοπλασίας και από το 1896 έως το 1906 ήταν πιθανώς η μόνη σκηνοθέτιδα στον κόσμο. Ήταν καλλιτεχνική διευθύντρια και συνιδρύτρια των Solax Studios στο Flushing της Νέας Υόρκης. Το 1912 γύρισε την ταινία «A Fool and His Money», πιθανώς την πρώτη που είχε αποκλειστικά αφροαμερικανικό καστ.
Οι γονείς της ήταν Γάλλοι που έμεναν στη Χιλή. Μετά τον θάνατο του πατέρα της εκπαιδεύτηκε ως δακτυλογράφος και στενογράφος, για να συντηρήσει τον εαυτό της και τη μητέρα της. Τον Μάρτιο του 1894 άρχισε να εργάζεται στο Comptoir général de la photographie που ανήκε στον Félix-Max Richard. Ο Léon Gaumont ανέλαβε αργότερα διευθυντής της εταιρείας. Αν και αρχικά άρχισε να εργάζεται για τον Léon Gaumont ως γραμματέας του, εξοικειώθηκε με τους πελάτες του, τις σχετικές στρατηγικές μάρκετινγκ και το απόθεμα καμερών της εταιρείας. Γνώρισε επίσης μια χούφτα πρωτοπόρων μηχανικών του κινηματογράφου.
Ξεκίνησε μια πρωτοποριακή καριέρα στον κινηματογράφο που διήρκεσε περισσότερα από 25 χρόνια και περιλάμβανε τη σκηνοθεσία, την παραγωγή, το σενάριο και/ή την επίβλεψη περισσότερων από 700 ταινιών. Σκηνοθέτησε την τελευταία της ταινία το 1919 και το 1922 επέστρεψε στη Γαλλία και δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με τον κινηματογράφο. Πέθανε το 1968.
Simone Veil
Η αγωνίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών
Μια διάσημη γυναίκα που υπηρέτησε το δημόσιο συμφέρον, υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών και επιζήσασα του Ολοκαυτώματος, η Simone Veil, που γεννήθηκε το 1927, ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από την πρόσβαση των Γαλλίδων στην αντισύλληψη και τις αμβλώσεις τον εικοστό αιώνα. Ως υπουργός Υγείας μεταξύ 1974 και 1979, προώθησε τον νόμο του 1975 που νομιμοποίησε τις αμβλώσεις, ο οποίος θα γινόταν γνωστός ως Loi Veil (Νόμος Βάιλ).
Γεννήθηκε σε μια άθεη εβραϊκή οικογένεια στη Νίκαια το 1927. Την επομένη της απόκτησης του απολυτηρίου της από το σχολείο, το 1944, συνελήφθη από την Γκεστάπο μαζί με την οικογένειά της και απελάθηκε πρώτα στο Ντρανσί, μετά στο Άουσβιτς, όπου χωρίστηκε από τον πατέρα και τον αδελφό της, και τελικά στο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Ο πατέρας, η μητέρα και ο αδελφός της πέθαναν στα ναζιστικά στρατόπεδα θανάτου το 1944 και το 1945, ενώ η Σιμόν και οι δύο αδελφές της επέζησαν μέχρι την απελευθέρωση και επανενώθηκαν μετά τον πόλεμο. Την επόμενη χρονιά, η Simone γράφτηκε στο νομικό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Παρισιού και στη συνέχεια στο Institut d'études politiques.
Αφού άσκησε τη δικηγορία για αρκετά χρόνια, η Veil πέρασε τις εθνικές εξετάσεις για το δικαστικό σώμα το 1954 και ξεκίνησε την καριέρα της ως κρατική αξιωματούχος. Εργαζόμενη αρχικά στην Εθνική Σωφρονιστική Διοίκηση και μετά στις Πολιτικές Υποθέσεις, μέχρι το 1970 είχε εργαστεί για τη βελτίωση των δικαιωμάτων των φυλακισμένων γυναικών καθώς και των γονικών δικαιωμάτων των Γαλλίδων, ως γενική γραμματέας του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Δέχτηκε απίστευτες προσωπικές επιθέσεις για τις θέσεις της, αλλά παρά τις προκλήσεις τα κατάφερε και το δικαίωμα στην άμβλωση έγινε νόμος του γαλλικού κράτους το 1975.
Συνέχισε να εργάζεται ως μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μεταξύ 1979 και 1993 και υπηρέτησε ως υπουργός Υγείας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, υποστήριξε τα δικαιώματα των γυναικών, τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και τα δικαιώματα των οροθετικών ατόμων και των υποεκπροσωπούμενων ομάδων. Πέθανε το 2018 και είναι μόλις η πέμπτη γυναίκα που ενταφιάζεται στο Πάνθεον.