Η δισκογραφία αντικατοπτρίζει μια πραγματικότητα. Μπορεί να μην την πιάνει ακριβώς, αλλά την περιγράφει σ’ έναν καλό βαθμό. Εννοώ πως στην πράξη, στις σκηνές και τα στούντιο, συμβαίνουν πολλά περισσότερα, τα οποία άλλοτε γίνονται δίσκοι ή ψηφιακά αρχεία και άλλοτε όχι. Πάντως οι καταγραφές σε φυσικές μορφές είναι πάντα εδώ, αποδεικνύοντας και το ύψος των ελλήνων μουσικών της τζαζ, αλλά και την καίρια παρουσία τους, από την ίδια θέση με τους ξένους συναδέλφους τους, στις σύγχρονες προτάσεις του καιρού μας.
Νίκη Κοκκόλη
Η Νίκη Κοκκόλη (Nicky Kokkoli) είναι μια νέα σαξοφωνίστρια, συνθέτρια και αυτοσχεδιάστρια, που τώρα κυκλοφορεί το πρώτο CD της, το “Project Nascence” [Private Pressing, 2024], έχοντας δίπλα της (στα tracks 2, 4, 6) τους Δημήτρη Βεντουράκη πλήκτρα, Γιάννη Αράπη ηλεκτρικές κιθάρες, Mizi σκρατς, Δημήτρη Καπούλα μπάσο και Σίμο Ρηνιώτη ντραμς. Λέω για τα tracks 2, 4 και 6, που σημαίνει πως στα υπόλοιπα, τα 1, 3, 5, 7 και 8, η Κοκκόλη πρέπει να είναι μόνη της. Όντως; Μάλλον. Έτσι φαίνεται δηλαδή.
Το πρώτο track έχει διάρκεια λιγότερο από ένα λεπτό. Σίγουρα είναι ένα κομμάτι, που μπορείς να το διαμορφώσεις μόνος σου στο στούντιο, και στο οποίο ακούμε την παραμορφωμένη φωνή της Κοκκόλη να λέει: “Hello, my name is Nicky and this is my story”. Το επόμενο κομμάτι έχει 11λεπτη διάρκεια, λέγεται “Hey Mats”, ξεκινά με ήχους περπατήματος και ηλεκτρικό πιάνο, σε αργό τέμπο, με τα υπόλοιπα όργανα (κιθάρα, σαξόφωνο, πικάπ, μπάσο, ντραμς) να εισέρχονται και αυτά στο προσκήνιο, δίνοντας σχήμα σε μια σύνθεση κάπως «βαριά», ελεγειακή, με διάφορες αβαντ-γκάρντιες ανάμεσα (και με hip hop επιρροές), που διαθέτει και spiritual ροή. Εκείνο που πρέπει να ειπωθεί είναι πως όλη αυτή η σύγκλιση γίνεται με γνώση και δεν ακούγεται ξεκάρφωτη. Οπωσδήποτε λέμε για μια τζαζ, σύγχρονη με πολλά «μαύρα» στοιχεία, με το feeling της να ανακαλεί εκείνο των ιστορικών ηχογραφήσεων της Black Jazz και της Strata-East (από τα σέβεντις).
Τα δύο τελευταία tracks έχουν σύντομες διάρκειες, περί το λεπτό, και δεν μπορείς να πεις πολλά γι’ αυτά. Συνολικά, όμως, θα έγραφα για ένα πολλά υποσχόμενο άλμπουμ από την Νίκη Κοκκόλη, μια μουσικό που θα πρέπει να την δούμε και να την ακούσουμε ξανά στο μέλλον.
Στο 5λεπτο “Staef Kreis” εκφράζονται «τα στάδια του πένθους (με σημείο αναφοράς το δυστύχημα των Τεμπών τον Μάρτιο του 2023)». Οπωσδήποτε και αυτό το track, που είναι στουντιακό, προσδίδει στο άκουσμα κάτι το αναπάντεχο, εκμεταλλευόμενο πλήρως τις τεχνικές ηχογράφησης.
Όμως και στο 6λεπτο “The south stole the snow” έχουμε και πάλι κάτι «βαρύ», επηρεασμένο αυτή τη φορά από την ελληνική παράδοση, με την Κοκκόλη να επιχειρεί μια μακριά εισαγωγή στο άλτο, πριν εισέλθουν όλα τα υπόλοιπα όργανα στην πορεία, προσδίδοντας στη σύνθεση αυτά τα έντονα και κάπως δραματικά χαρακτηριστικά.
Το 16λεπτο “Di strak’ tid” είναι ένας συνδυασμός εφφέ και σαξοφώνου. Σαν κομμάτι έχει ενδιαφέρον, αλλά λόγω της έκτασής του, σπάει τη ροή του δίσκου, που μέχρι εκείνη την ώρα σε κρατούσε σφιχτά. Κι εδώ οι αναφορές στην παράδοση είναι εμφανείς. Στο 7λεπτο “Fanatismeni den ime” υπάρχει ποίημα της Pilar Rodriguez Aranda, μεταφρασμένο στα ελληνικά από την Έλενα Σταγκουράκη. Όπως λέει η ίδια η συνθέτιδα, και ακούμε κι εμείς φυσικά, εδώ γίνεται «αναφορά στις γυναικοκτονίες και στην καταπίεση των γυναικών».
Τα δύο τελευταία tracks έχουν σύντομες διάρκειες, περί το λεπτό, και δεν μπορείς να πεις πολλά γι’ αυτά. Συνολικά, όμως, θα έγραφα για ένα πολλά υποσχόμενο άλμπουμ από την Νίκη Κοκκόλη, μια μουσικό που θα πρέπει να την δούμε και να την ακούσουμε ξανά στο μέλλον.
Επαφή: https://nickykokkoli.bandcamp.com/album/project-nascence
Music Soup Organ Trio
Το Music Soup Organ Trio είναι ένα ελληνικό τζαζ σχήμα, το οποίο αποτελούν οι Νέστωρ Δημόπουλος κιθάρα, Ευγενία Καρλαύτη όργανο και Βαγγέλης Κοτζάμπασης ντραμς. Από δισκογραφικής πλευράς γνωρίζουμε το σχήμα μέσα από το άλμπουμ του “Cut to the Chase”, που είχε κυκλοφορήσει, το 2016, από την αμερικάνικη εταιρεία Chicken Coop του οργανίστα Tony Monaco. Τώρα, ένα δεύτερο άλμπουμ του σχήματος, το “Upbeat Mood” (2024) βρίσκεται στο προσκήνιο, τυπωμένο για την ίδια ετικέτα (την Chicken Coop Records / Summit Records).
Οι Music Soup είναι ένα κλασικό organ-trio (χωρίς μπάσο δηλαδή), που βαδίζει πάνω στη μεγάλη παράδοση του είδους, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε μέσα στις δεκαετίες – από εκείνη του ’50, έως τις μέρες μας. Σαν γκρουπ ερμηνεύει, βασικά, δικές του συνθέσεις (του Δημόπουλου και της Καρλαύτη), παρουσιάζοντας μία μόνο διασκευή στο ασυναγώνιστο “My little red book” του Burt Bacharach.
Τα κομμάτια είναι κυρίως γρήγορα, και κάποια μέσου τέμπο, ώστε το άκουσμα, τελικά, να χαρακτηρίζεται από την έξτρα groovy αισθητική του. Ακούμε λοιπόν το blues “A day in the park”, το δεξιοτεχνικό up-tempo “Around the world” με την ταξιδευτική μελωδία και τις λάτιν αναφορές (το κομμάτι διαθέτει και piano playing από τον Kym Purling), το αισθησιακό “Freeland (To O.P. with love)”, με την καθαρή κιθαριστική φρασεολογία, το οργανικό «σκάψιμο» και την ανεπαίσθητη, αλλά τόσο ουσιαστική κρουστή συνοδεία, το λελογισμένα ροκ “Fun island”, το boogaloo “Appartment in Athens” (που διαθέτει και τρομπέτα από τον Henry Gergen) και βεβαίως, ακούμε, τη θαυμάσια version του “My little red book”, στην οποία η Καρλαύτη δίνει ρέστα, παράλληλα με την όλο νεύρο συνοδεία του Κοτζάμπαση.
Το Music Soup Organ Trio είναι ένα (ελληνικό) τζαζ σχήμα, που μπορεί να διαπρέψει, και δισκογραφικά, οπουδήποτε στον κόσμο – κάτι που το γνωρίζουν, πρώτοι όλων, οι αμερικανοί συνεργάτες του.
Around The World
Επαφή: www.summitrecords.com
Φλώρος Φλωρίδης / Σαβίνα Γιαννάτου
Ο σαξοφωνίστας-κλαρινίστας του free-improv Φλώρος Φλωρίδης (Floros Floridis) και η τραγουδίστρια-βοκαλίστρια Σαβίνα Γιαννάτου (Savina Yannatou) συνεργάζονται εδώ και δεκαετίες. Σίγουρα τους θυμάμαι από τα 00s, αν και δεν αποκλείω να τους είχα δει και στα 90s – με το νέο LP τους να έχει τίτλο “Blink”. Η ηχογράφηση δεν είναι καινούρια. Συνέβη από τον Γιώργο Πεντζίκη στο Magnanimus στούντιο της Θεσσαλονίκης, σε δύο sessions, τον Μάιο και τον Δεκέμβριο του 2008, για να χαραχθεί τώρα (2024) στο βινύλιο από το label To Pikap Records. Το LP περιλαμβάνει επτά κομμάτια συνολικά, υπό τον τίτλο “Movement” (από Ι έως VII), τέσσερα από τα οποία ακούγονται στην πρώτη πλευρά και τρία στη δεύτερη.
Στα πρώτα δύο κομμάτια, τα “Movement I” και “II”, οι δύο αυτοσχεδιαστές προβάλλουν πιο λυρικά patterns, με κεντραρισμένες μελωδίες και με «αιθέρια» φωνητικά, δημιουργώντας ένα περιβάλλον στο οποίο κυριαρχούν ευφρόσυνα συναισθήματα. Στα “Movement III” και “IV”, όμως, η «συμπεριφορά» τους μεταβάλλεται, αφού τα tracks αποκτούν μη προσαρμόσιμα χαρακτηριστικά, με τα πνευστά να συνοδεύουν τη φωνή και τούμπαλιν, με τους βοκαλισμούς της Γιαννάτου να είναι συνεχείς, προβάλλοντας το φαινομενικώς ακατανόητο και το αρχέγονο.
Φυσικά, επειδή τα tracks αυτά αγγίζουν τα έξι λεπτά, υπάρχει μία διακύμανση ηχητική, που μπορεί να αφορά και την ένταση (το volume), αλλά και το συναισθηματικό και επικοινωνιακό φάσμα, που άλλοτε μπορεί να δονείται από το «κλασικό» free-improv και άλλοτε από το παραδοσιακό τραγούδι.
Το σοπράνο σαξόφωνο και η φωνή πρωταγωνιστούν βεβαίως και στο “Movement V”, το πρώτο κομμάτι της Side B, που διαρκεί οκτώ λεπτά κι είναι το μεγαλύτερο του δίσκου. Εδώ νοιώθεις πως η Γιαννάτου είναι έτοιμη, ανά στιγμές, να τραγουδήσει «κανονικά», έστω και πάνω σε μια «σύνθεση» που θυμίζει αποδομημένο δημοτικό, με τον Φλωρίδη να ακολουθεί μια ανάλογη διαδρομή στις μελωδίες του, ενώ στο “Movement VI” η φωνή είναι ακόμη πιο εύπλαστη, κινούμενη από μικρές φράσεις έως φωνολογικά αρχέτυπα, με το κλαρίνο να καθορίζει παράλληλα ένα πλαίσιο παραδοσιακότητας.
Το “Blink” θα ολοκληρωθεί με το “Movement VII”, που είναι ένα παράξενο κομμάτι – το ακούς κάπως και σαν αποδιαρθρωμένο μοιρολόι, δίχως όμως να σου προκαλεί πένθιμα συναισθήματα. Άξιος δίσκος, που απευθύνεται στους φίλους του είδους.
Επαφή: https://topikaprecords.bandcamp.com/album/blink
Unshaped_Ahead
Οι Unshaped_Ahead είναι ένα σόλο πρότζεκτ του βιολιστή Δήμου Βρύζα. Κάτω απ’ αυτήν την ονομασία υπάρχουν τρία άλμπουμ διαθέσιμα, με το “Further Beyond” [Private Pressing, 2024] να είναι το πιο πρόσφατο και με τον Βρύζα να είναι υπεύθυνος για ό,τι ακούγεται εδώ – δηλαδή για το βιολί, πειραγμένο ή μη, τα εφφέ, τις λούπες και όποια άλλη ηλεκτρονική διαχείριση συμβαίνει.
Το άκουσμα είναι πλουραλιστικό. Στην αρχή, στο πρώτο track, ακούς ήχο φαζαριστής κιθάρας, μαζί με... ξεκούρδιστο πιάνο και κρουστά. Φυσικά δεν υπάρχουν τέτοια όργανα εδώ, παρά μόνο βιολί και εφφέ, αλλά το λέω για να δείξω τον χώρο που καταλαμβάνουν αμέσως οι/ο Unshaped_Ahead, που δεν είναι άλλος από εκείνον του πειραματικού ροκ. Το δεύτερο κομμάτι φέρνει στη μνήμη μεσαιωνικό μοτέτο, και περιλαμβάνει πολλαπλές εγγραφές βιολιού, ενώ στο τρίτο εκείνο που επικρατεί είναι ο ροκ λυρισμός, με ταυτόχρονα επαναλαμβανόμενα στοιχεία. Η πλευρά θα κλείσει με το “Right rain”, που είναι ένα κλασικό βιολιστικό avant track.
Η Side B ανοίγει με πιτσικάτο παίξιμο στο βιολί, ενώ στην πορεία κάπου χάνεις τον αριθμό των βιολιών που ακούς. Προχωρημένο track είναι και το “Place”, που ακολουθεί, παρότι διαθέτει και μια κάπως βουκολική διάσταση. Το προτελευταίο κομμάτι αποκαλείται “Full swing” και αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα του δίσκου, καθώς εξελίσσεται σίγουρα χορευτικά, κάπως σαν μουσική επένδυση σύγχρονου μπαλέτου.
Το “Further Beyond” θα ολοκληρωθεί με το “Last thing”, που ηχεί περισσότερο φολκ-ροκ, και είναι, εκεί στο τέλος, ένα από τα ωραιότερα κομμάτια τούτου του εντελώς παράξενου, αλλά σε κάθε περίπτωση απολαυστικού δίσκου.
Επαφή: https://unshapedahead.bandcamp.com/album/further-beyond-2
Sokratis Votskos Quartet
Το Sokratis Votskos Quartet είναι ένα σύγχρονο ελληνικό τζαζ σχήμα, που το αποτελούν οι Σωκράτης Βότσκος σοπράνο σαξόφωνο, μπάσο κλαρίνο, βαρύτονο σαξόφωνο, πιάνο, κοντραμπάσο, φλάουτο, Λέανδρος Πασιάς πιάνο, Ευάγγελος Βραχνός κοντραμπάσο και Κώστας Αναστασιάδης ντραμς. Μαζί μ’ αυτή τη βασική ομάδα συνεργάζονται επίσης οι Θεόδωρος Κουμαρτζής αρχαιοελληνική λύρα, Harris P. αρμενική ντουντούκ, σύνθι, Γιώργος Κλουντζός-Χρυσίδης ντραμς και ακόμη ένα απίστευτο όνομα, ο Νιγηριανός Oghene Kologbo (1957-2021) σε φωνή, που δεν είναι άλλος από τον κιθαρίστα του Fela Kuti (συνεργάτης του σε καμιά 50αριά άλμπουμ!).
Εκείνο που επιχειρείται στο πρόσφατο άλμπουμ του σχήματος, που αποκαλείται “Pajko, fire in the forest on the mountain” [Fair Weather Friends Records, 2024], είναι ένα ηχητικό ταξίδι διαμέσου των αιώνων. Μια περιπέτεια, που μπορεί να εκκινεί από την αρχαιότητα και τον «Επιτάφιο» του Σεικίλου (200 μ.Χ.) και μέσα από τις μνήμες των ήχων των αρμενικών βουνών, τις afro ρυθμολογίες, τις βαλκανικές νύξεις και την τζαζ των σίξτις (John Coltrane, Wayne Shorter) να καταλήγει στο σήμερα.
Το LP διαθέτει τρία tracks στην A side και τέσσερα στην B side. Στο A1 συνδυάζεται η μελωδία από τον «Επιτάφιο» (που αποδίδεται από αρχαία λύρα) με μια τζαζ σύνθεση (με σίξτις άρωμα), για σοπράνο σαξόφωνο και πιάνο. Στο A2 έχουμε μια παράξενη, αλλά επιτυχημένη μείξη του “Footprints” του Wayne Shorter, με το “Giant steps” του John Coltrane, με την πλευρά να κλείνει με το “Moment’s aeternity”, εκεί όπου μπάσο κλαρίνο και ντουντούκ συνοδοιπορούν σ’ ένα hard bop, που κλείνει σε χαμηλούς τόνους και σε αργό τέμπο.
Στο “Pajko”, το πρώτο κομμάτι της δεύτερης πλευράς, έχουμε επίσης μία ιδιόμορφη ενοργάνωση από πιάνο, ντουντούκ και σύνθι Prophet-5, σ’ ένα κλίμα που θα το χαρακτήριζα βαλκανικό, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με το “Balkan rif f (for Milcho Leviev)”, αφιερωμένο, προφανώς, στον πολύ σημαντικό βούλγαρο πιανίστα της τζαζ Milcho Leviev (1937-2019). Δύο μπάσα όργανα, το μπάσο κλαρίνο και το κοντραμπάσο, σε μια συνομιλία, που οπωσδήποτε ξεχωρίζει. Στο “Here’s to Oghene Kologbo” o νιγηριανός μουσικός δίνει το έναυσμα με τη φωνή του, για να ξεκινήσει ένα κομμάτι που έχει μόνο πνευστά (με πολλαπλές εγγραφές) και κοντραμπάσο. Το κομμάτι δεν διαρκεί πολύ (τρία λεπτά), αλλά διαθέτει ένα trance. Το άλμπουμ θα ολοκληρωθεί με το “Spirits of Djena”, εκεί όπου ο Βότσκος χειρίζεται όλα τα όργανα (κοντραμπάσο, βαρύτονο, σοπράνο και τενόρο) σε μια σύνθεση με spiritual χαρακτηριστικά.
Ένας, σίγουρα, ιδιαίτερος δίσκος, που μπορεί να παραξενεύει μ’ ένα πρώτο άκουσμα, αποκαλύπτοντας στην πορεία τις αρετές του.
Moment's Aeternity
Παντελής Καραγεώργης / Γιώργος Κοκκινάρης
Ο κοντραμπασίστας Γιώργος Κοκκινάρης (George Kokkinaris) είναι ένας νέος ακόμη μουσικός με αξιόλογο, ήδη, έργο. Όπως διαβάζω στο βιογραφικό του, ο Κοκκινάρης, που έχει υπάρξει μέλος των Codex Consort, KOHMA duet, Contrabass & Viola Duet κ.λπ. «αποτελεί ενεργό μέλος της avant-garde / free jazz / free improvisation σκηνής της Αθήνας», ενώ «σκοπός του είναι η εξερεύνηση του εύρους δυνατοτήτων του οργάνου και η ανάδειξη αυτού ως σολιστικό όργανο, μέσω του αυτοσχεδιασμού». Ο Κοκκινάρης έχει και προσωπική δισκογραφία, ενώ τώρα τον συναντάμε σε σχήμα ντούο, με τον πολύ γνωστό πιανίστα (που βασικά ζει στη Βοστώνη) Παντελή Καραγεώργη (Pandelis Karayorgis).
Το άλμπουμ των δύο αποκαλείται “Out from Athens” και περιλαμβάνει δεκατρία tracks, ηχογραφημένα τον Αύγουστο του 2023, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι «πράξεις» αυτοσχεδιασμού των δύο οργανοπαικτών. Λέμε «τα περισσότερα», γιατί υπάρχουν ανάμεσα και δύο σόλο tracks (ένα για κοντραμπάσο και ένα για πιάνο), όπως και τρία tracks, που είναι συνθέσεις του Καραγεώργη.
Το πιάνο και το κοντραμπάσο έχουν τον τρόπο να συμπεριφέρονται και στη θεωρία και στην πράξη σαν ορχήστρα. Είναι δύο όργανα, εννοώ, που «ξέρουν» να συνεργάζονται άψογα μεταξύ τους, με αυτό που παράγεται να θεωρείται και να είναι ολοκληρωμένο. Και όντως, κάτι τέτοιο συμβαίνει εδώ, αφού το “Out from Athens” κυλάει με πληρότητα, προβάλλοντας μουσικές αυθόρμητες και καλώς συντονισμένες – μέσα από τις οποίες αναδεικνύονται και οι μεμονωμένες ικανότητες των δύο μουσικών και η συνολική πρόταση.
Περνώντας λοιπόν απ’ όλα τα βάθη και τα ύψη, απ’ όλες τις συναισθηματικές εντάσεις και αποφορτίσεις, και παρουσιάζοντας παιξίματα και πιο συμβατικά και περισσότερο... απονενοημένα –χωρίς στο “Out from Athens” να κυριαρχεί η πειραματική διάθεση–, οι Καραγεώργης και Κοκκινάρης κατορθώνουν να αποτυπώσουν στιγμές αληθινής δημιουργίας, όπως ακούμε στο “Sandbar”, στο “Stele” (αναπαρίστανται ακόμη και αναδράσεις ή ήχοι πνευστών), στο “Erasures” (ξεκινάει πιο λυρικά και εξελίσσεται πιο «Monk-ικά») κ.λπ.
Μια ωραία προσπάθεια από έναν μουσικό με μεγάλη ιστορία (τον Καραγεώργη) και έναν νεότερο συνοδοιπόρο του (τον Κοκκινάρη), που και αυτός έχει επιλέξει, εδώ και καιρό, τον πιο δύσκολο δρόμο.
Επαφή: https://kokkinaris.bandcamp.com/album/out-from-athens
Μιχάλης Σιγανίδης / Γιάννης Αναστασάκης
Μόνο δημιουργικοί μουσικοί μπορούν να κάνουν τέτοιους δίσκους – όπως είναι το “Dead Slow” [defkaz RECORDS, 2024] του Μιχάλη Σιγανίδη (Michalis Siganidis) και του Γιάννη Αναστασάκη (Jannis Anastasakis).
Ζωντανά ηχογραφημένοι λοιπόν στο Antarte στούντιο της Αθήνας, στις 8, 9 και 10 Δεκεμβρίου 2023 –πράγμα που σημαίνει πως ό,τι ακούμε είναι εκείνο που παρήχθη, την συγκεκριμένη στιγμή, δίχως overdubs–, o κοντραμπασίστας Σιγανίδης (που χειρίζεται και ηλεκτρικό μπάσο Banchetti) και ο κιθαρίστας Αναστασάκης, που εδώ χειρίζεται εφφέ, λούπες και σαμπλ (φτιάχνει δηλαδή το ηλεκτρονικό περιβάλλον), συνεργάζονται σ’ ένα σετ δύο κομματιών, που χωρίζονται με τέτοιο τρόπο, ως “Dead slow 1” και “Dead slow 2”, ώστε να μπορέσουν να χαραχθούν σ’ ένα 180άρι βινύλιο.
Ο δίσκος λοιπόν είναι το μπάσο του Σιγανίδη και τα ηλεκτρονικά του Αναστασάκη. Στην πράξη όμως είναι ένας «κόσμος» ολόκληρος – ένας κόσμος «νεκρός», που εξελίσσεται «αργά»; Πείτε το κι έτσι. Η «σκοτεινιά» της ηχογράφησης αντικατοπτρίζεται πρώτα στο εξώφυλλο του άλμπουμ με τα αχνά μωβ και γκρι γράμματα, πάνω στο μαύρο φόντο και βεβαίως περνά, από ’κει και πέρα, στα αυλάκια του δίσκου, υπό την έννοια πως οι μπάσες νότες μπορούν να παραλληλιστούν με κάτι που συμβαίνει στο βάθος, ίσως και πέρα από τις αισθήσεις, σ’ έναν άλλον κόσμο, που συνυφαίνεται με το επέκεινα.
Τα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η μουσική του Σιγανίδη στο “Dead Slow”, καθώς το σκηνικό δεν απολείπει από το να μετατρέπεται συν τω χρόνω από «βιομηχανικό» σε noisy και αντιστρόφως. Φυσικά, σ’ αυτήν όλη τη μεταβολή, που αποκτά χαρακτηριστικά κυκεώνα στη δεύτερη πλευρά, στο “Dead slow 2”, συντείνει και το ηλεκτρονικό οπλοστάσιο του Αναστασάκη, που δρα ακριβώς εκεί. Στο να δημιουργήσει ένα το ίδιο σκοτεινό υπόστρωμα, «κεντημένο» με προσοχή, πάνω στο οποίο τα παιξίματα του Σιγανίδη να πολλαπλασιάζουν την ιδιοτυπία και την εκρηκτικότητά τους.
Τα άλμπουμ αυτά, σαν το “Dead Slow”, κρίνονται από τη δύναμη, ή όχι, που έχουν στο να σε μεταφέρουν, κατά την διάρκεια της ακρόασης, κάπου αλλού. Δηλαδή στο να σε κρατάνε δέσμιο ενός «ταξιδιού», που να μπορεί να εξελίσσεται και απρόσκοπτα, αλλά και να είναι πάντα προσανατολισμένο σε εντελώς απρόσμενες διαδρομές. Αν το καταφέρνουν, τότε έχουν εκπληρώσει το στόχο τους. Στο “Dead Slow” μένεις ακίνητος, παρακολουθώντας πώς δύο άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν μια υπερβατική μουσική πλατφόρμα, με τα απολύτως απαραίτητα –χωρίς, εννοώ, εξωτερικά εντυπωσιακά στοιχεία, πολυπλοκότητες, σχέδια επί χάρτου, ενορχηστρώσεις και τα λοιπά – και αυτό είναι που, τελικά, «μετρά».
Επαφή: www.defkaz.com, https://defkaz.bandcamp.com/album/michalis-siganidis-dead-slow
Dine Doneff
Τέταρτη έκδοση στην δική του neRED music (διανομή από την AN Music), για τον κοντραμπασίστα βασικά Dine Doneff (γνωστός παλαιότερα και ως Κώστας Θεοδώρου). Λέμε για το CD “Suite Yedi” (2024), που ακολουθεί τα “Lost Anthropology” (2023), “In / Out” (2019) και “Rousilvo” (2017), και που είναι ηχογραφημένο ζωντανά, στις 3 Σεπτεμβρίου 2023, στην πόλη Veles της Βόρειας Μακεδονίας.
Σ’ αυτό το άλμπουμ, δηλαδή σ’ αυτή την παράσταση, ο Doneff (που χειρίζεται ηλεκτρική κιθάρα, κοντραμπάσο, ντραμς και κρουστά), συνεργάζεται με τον άλτο σαξοφωνίστα James Wylie (Νεοζηλανδός, που ζει στην Θεσσαλονίκη και που τον γνωρίζουμε από τις ελληνικές εγγραφές του με Yako Trio, Million Hollers, Meating for Business, Μαρία Θωίδου κ.ά.) και την Μαρία Δαύκα, που χειρίζεται bayan (είδος χρωματικού ακορντεόν), αποδίδοντας όλοι μαζί μια οκταμερή σουίτα, που αποκαλείται “Suite Yedi”, δηλαδή σουίτα του... Γεντί Κουλέ.
Παρότι οι συνθέσεις του Doneff δεν έχουν λόγια, από τον τίτλο του δίσκου, το εξώφυλλο και βεβαίως από τους τίτλους των συνθέσεων, όλοι αντιλαμβάνονται πως εδώ υπάρχει κόνσεπτ, σχετικό με την έννοια του αποκλεισμού, της εξορίας, της φυλάκισης, των χαμένων ευκαιριών και της καταπίεσης για λόγους ιδεολογικούς και πολιτικούς (κυρίως, αλλά όχι μόνο), που μπορεί να αφορούν, άλλοτε, άτομα και άλλοτε κοινωνικές ή και εθνοτικές ομάδες. Αυτά τα συναισθήματα του «αποκλεισμένου» επιχειρεί να εκφράσει η μουσική του Doneff – και τούτο όχι μέσα από την αγανάκτηση ή την οργή, αλλά κυρίως μέσα από την πίστη στον αγώνα, για ένα καλύτερο αύριο.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η μουσική, που μπορεί να εμπεριέχει και στοιχεία αυτοσχεδιασμού, δεν είναι σκληρά improv, αλλά λυρική και συναισθηματική, δημιουργώντας περισσότερο μια ελεγειακή προοπτική – μέσα στην οποία μπορεί να χωρά και ο τρόπος να συναισθάνεσαι εκείνον που υποφέρει, αλλά και ο τρόπος να του ανοίγεις διεξόδους και προοπτικές.
Από ηχητικής πλευράς έχουμε, κυρίως, σαξόφωνο, με μπαγιάν, κρουστά και κοντραμπάσο, σε ωραίους μελωδικούς συνδυασμούς, μαζί με φάσεις σόλι, με αναφορές οπωσδήποτε φολκλορικές-βαλκανικές και βεβαίως τζαζ, ακόμη και ηλεκτρικής, όπως συμβαίνει στο “Yaros” – με κομμάτια σαν το “Howl”, εκεί στη μέση, να δημιουργούν μία φόρτιση, που την αντιλαμβάνεσαι σωματικά και ψυχικά και η οποία αποσβένει, σταδιακά, μέσα από ένα σόλο-κοντραμπάσο.
Ένα, σε γενικές γραμμές, χαμηλών τόνων άλμπουμ είναι το “Suite Yedi” του Dine Doneff και των συνεργατών του, που μπορεί να μεταφέρει εικόνες και συναισθήματα μ’ έναν καίριο τρόπο.
Επαφή: www.dinedoneff.com, www.neredmusic.eu