Ο Simone Mongelli είναι ένας ξεχωριστός καλλιτέχνης. Με καταγωγή από την Ιταλία, τα τελευταία δεκαεννιά χρόνια μένει στην Αθήνα από επιλογή, μελετώντας την ελληνική παραδοσιακή μουσική, και κάνει κάτι μοναδικό: Body Music, μουσική με τους ήχους που παράγει το σώμα μαζί με τη φωνή. Στις παραστάσεις που ετοιμάζει με την ομάδα του, Bodyterranean, δεν χρησιμοποιεί μουσικά όργανα αλλά δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο φέρνοντας στο επίκεντρο το πιο αρχέγονο μουσικό όργανο: το ίδιο το ανθρώπινο σώμα.
Στην καινούργια τους παράσταση με τίτλο «Bodyterranean 2.0» που θα παρουσιαστεί στις 7 και 8 Δεκεμβρίου στο Ωδείο Αθηνών σε συνεργασία με κάποιες από τις πιο εκφραστικές φωνές της ελληνικής σκηνής, τη Δήμητρα Γαλάνη, τη Μαρία Παπαγεωργίου και τον Γιάννη Χαρούλη, η ελληνική μουσική παράδοση θα ξεδιπλωθεί μέσα από την πολυρυθμία, την πολυφωνία, την κίνηση και τις καθηλωτικές ατμόσφαιρες, όπως δεν έχει ξαναγίνει ποτέ.
«Τα τραγούδια της παράστασης, σαν θραύσματα μνήμης του οικουμενικού ψηφιδωτού της ανθρώπινης ιστορίας, μαρτυρούν ιστορίες προσφυγιάς και ακούσιας μετακίνησης», εξηγεί. «Ο σύγχρονος καλλιτέχνης εκφράζεται με τα λόγια του ξενιτεμένου λαϊκού ποιητή των ελληνόφωνων χωριών της νοτίου Ιταλίας ή της Κρήτης, τα ρεμπέτικα τραγούδια των Μικρασιατών συνθετών γίνονται δράση και κίνηση. Η παράδοση δίνει το έναυσμα για να ξεδιπλωθούν μυστικά συναισθήματα και αποτελεί αφετηρία για τη συλλογική επιβεβαίωση ή την προσωπική αμφισβήτηση κοινωνικών αξιών.
«Την Ελλάδα την είχα γνωρίσει ως τουρίστας, ως ταξιδιώτης, την ελληνική μουσική την είχα γνωρίσει, έστω και επιφανειακά, εξ αποστάσεως, σε αυτά τα ταξίδια και με είχε γοητεύσει. Δεν ήξερα το μέγεθος του πλούτου της παράδοσης, αλλά αισθανόμουν και μια οικειότητα με τον πολιτισμό της, την κουλτούρα της».
Μακεδονίτικοι σκοποί, που μοιάζουν να προέρχονται απευθείας από την αρχαιότητα, μπερδεύονται με χορούς της Αφρικής και ξορκίζουν τους αρχέγονους φόβους. Ένα θρακιώτικο τραγούδι δίνει δύναμη στη γυναίκα να διεκδικήσει το διαχρονικό δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό και ο καημός του ανεκπλήρωτου έρωτα ή του θανάτου γίνεται χορός και σκηνική μυσταγωγία. Όλα μαζί στήνουν ένα τελετουργικό σκηνικό και εκφράζονται στο τώρα με τον πιο αρχαίο και ταυτόχρονα τον πιο σύγχρονο τρόπο: Μόνο με το σώμα!».
A Body Music Performance | Simone & the Bodyterraneans | TEDxNTUA
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Μιλάνο αλλά η καταγωγή μου είναι ανάμεικτη από την Ιταλία» λέει, μιλώντας τα καλύτερα ελληνικά που έχω ακούσει ποτέ από Ιταλό. «Ήρθα στην Ελλάδα πριν από δεκαεννιά χρόνια για την παραδοσιακή μουσική της. Ήθελα να μελετήσω τα παραδοσιακά κρουστά της Μεσογείου και τότε στο Μιλάνο ήταν πολύ δύσκολο να βρει κανείς δάσκαλο να μάθει να παίζει τέτοια όργανα, μεσογειακά – υπάρχει μεγάλη απόσταση με τη μουσική της νότιας Ιταλίας αλλά και με της υπόλοιπης Μεσογείου.
Κι επειδή έτρεχα πολύ με εργαστήρια στα σχολεία, με ωδεία, με μπάντες, με διάφορα πρότζεκτ, δυσκολευόμουν πολύ να βρω χρόνο για μελέτη. Αυτό όμως που ήθελα ήταν να μελετάω και να εξελίσσομαι, και κάποια στιγμή είχα την ιδέα, αντί να προσπαθώ να ξεκλέβω λίγο χρόνο από δω κι από κει κόβοντας κάτι, ότι θα μπορούσα να τα κόψω όλα, να φύγω και πάω κάπου όπου θα μπορέσω να αφοσιωθώ σε αυτήν τη μελέτη.
Η Ελλάδα έχει πολύ μεγάλο πλούτο όσον αφορά την παραδοσιακή μουσική, ήταν η πρώτη μου επιλογή. Με ενδιέφερε να υπάρχει μια δομή στην οποία να μπω και να μελετήσω αυτά τα όργανα. Την Ελλάδα την είχα γνωρίσει ως τουρίστας, ως ταξιδιώτης, την ελληνική μουσική την είχα γνωρίσει, έστω και επιφανειακά, εξ αποστάσεως, σε αυτά τα ταξίδια και με είχε γοητεύσει. Δεν ήξερα το μέγεθος του πλούτου της παράδοσης, αλλά αισθανόμουν και μια οικειότητα με τον πολιτισμό της, την κουλτούρα της, γιατί οι άλλες επιλογές για τη Μεσόγειο ήταν λίγο πιο μακρινές, όχι τόσο γεωγραφικά αλλά ως κουλτούρες.
Έψαξα τι έχει εδώ, βρήκα ότι υπάρχουν τμήματα παραδοσιακής μουσικής στα ωδεία, ήρθα επίσκεψη, γνώρισα τους δασκάλους, μου άρεσε το περιβάλλον και αποφάσισα να μείνω. Αρχικά δεν ήξερα για πόσο, απλά ήρθα γι’ αυτόν τον σκοπό. Μετά από δύο χρόνια πήρα το πτυχίο μου από το ωδείο, αλλά είχα ήδη αρχίσει να κάνω κάποιες δουλειές με τη μουσική, και σιγά-σιγά εγκαταστάθηκα πιο σταθερά.
Οι γονείς μου δεν είχαν πολύ άμεση σχέση με τη μουσική και με την έκφραση, αλλά είχε ο παππούς. Ο παππούς ήταν ράφτης και μουσικός, αλλά δυστυχώς τον γνώρισα αφού είχε ήδη πάθει ένα εγκεφαλικό, και δεν τον άκουσα ποτέ να παίζει μουσική. Ως μουσικό τον έχω ζήσει μόνο μέσα από τις αναμνήσεις των παιδιών του. Έπαιζε διάφορα έγχορδα, βιολί, μαντολίνο, κιθάρα, έπαιζε και ντραμς πολύ νέος σε σουίνγκ μπάντες. Ένα πολύ μεγάλο ερέθισμα για να ασχοληθώ με τη μουσική ήταν όταν στα έντεκα ταξίδεψα με τους γονείς μου στην Τυνησία· ο πατέρας μου είχε ένα πρότζεκτ εκεί, δεν είχαμε πάει για τουρισμό ακριβώς.
Ήταν το πρώτο μου ταξίδι εκτός Ευρώπης και θυμάμαι το θετικό πολιτισμικό σοκ που είχα πάθει εκεί. Ήταν η πρώτη φορά που έπαιρνα αεροπλάνο και θυμάμαι τον αέρα μόλις προσγειωθήκαμε να μυρίζει τελείως διαφορετικά, μύριζε γιασεμί πολύ έντονα, τις μυρωδιές των φαγητών τους που ήταν διαφορετικές, και ότι αμέσως συνάντησα την παραδοσιακή μουσική τους, ανθρώπους να παίζουν στον δρόμο και σε συναυλίες. Είχα ενθουσιαστεί, και ιδίως με τα κρουστά, με την ταραμπούκα, οπότε στο Μιλάνο γύρισα με μία ταραμπούκα. Άρχισα να τη χτυπάω όπως είχα δει και αμέσως γράφτηκα στο ωδείο, αλλά η μόνη επιλογή που είχα ήταν να κάνω συμφωνικά κρουστά. Δεν ήταν ακριβώς το ίδιο.
Έκανα πολλά θεωρητικά μαθήματα, σολφέζ… Στην αρχή μου άρεσε η επαφή με τα όργανα και με την παραγωγή του ήχου, αλλά το θεωρητικό κομμάτι δεν μου άρεσε και σχετικά σύντομα άρχισα να παρακολουθώ πιο ελεύθερα τα μαθήματα στο ωδείο, μέχρι που γνώρισα τον δάσκαλό μου στα τύμπανα, τον Φράνκο Ντάουιρα. Μ’ αυτόν κάναμε τζαζ τύμπανα και είναι ακόμα για μένα ο πιο σημαντικός μου δάσκαλος. Ταυτόχρονα άρχισα να γνωρίζω και τη μουσική της Κάτω Ιταλίας –η οποία τότε στο Μιλάνο ήταν πραγματικά άγνωστη– και να προσεγγίζω τα παραδοσιακά κρουστά. Οι ίδιοι οι εσωτερικοί μετανάστες από την Κάτω Ιταλία που ζούσαν στο Μιλάνο είχαν μια περίεργη σχέση με την παραδοσιακή μουσική.
Στην Ελλάδα έχουν κάνει φοβερό έργο τα μουσικά σχολεία και ο νέος κόσμος γνωρίζει την παραδοσιακή μουσική. Μακάρι να γίνει το ίδιο και στην Ιταλία, γιατί δεν είμαστε ακόμα σε αυτό το στάδιο. Βέβαια, υπάρχει και μια διαφορά όσον αφορά τον πλούτο της παράδοσης, γιατί στην Ελλάδα έχει τόσο πολλά και τόσο διαφορετικά πράγματα μουσικά, σε κάθε περιοχή, είναι απίστευτα πολλά τα στοιχεία και οι διαφορές.
Στη βόρεια Ιταλία είναι πάνω από 100 χρόνια θαμμένη η παραδοσιακή μουσική, στη νότια επέζησε λίγο περισσότερο, αλλά έγιναν πολύ μεγάλες προσπάθειες να την πνίξουν, γι’ αυτό και οι εσωτερικοί μετανάστες είχαν αυτήν την ντροπή. Ειδικά την ταραντέλα, που είναι πολύ στενά συνδεδεμένη με πολύ αρχαίες και παγανιστικές τελετουργίες, προχριστιανικές, η Εκκλησία έκανε τα πάντα μέσα στους αιώνες για να την εξαφανίσει. Το ότι δεν κατάφερε να τη σβήσει τελείως είναι ένδειξη ότι αυτή η μουσική έχει μεγάλη δύναμη.
To Margoudi Ki O Alexandris (feat. Pleiades Ensemble)
Το body music είναι κάτι πάρα πολύ απλό, παρότι είναι δύσκολο να το κατανοήσει κανείς μόνο με μία λεκτική περιγραφή. Πάντως η ιδέα είναι πολύ απλή, είναι το να παίζει ένας άνθρωπος μουσική χρησιμοποιώντας μόνο το σώμα του, χωρίς κανένα αντικείμενο, είτε μουσικό όργανο, είτε αντικείμενο άλλης χρήσης. Χρησιμοποιεί σίγουρα τη φωνή του, άρα δεν είναι κάτι πολύ πειραματικό και πολύ καινούργιο, αλλά χρησιμοποιεί και τους ήχους του σώματος, δηλαδή χτυπάει με τα χέρια σε διάφορα σημεία του σώματος παράγοντας διαφορετικούς ήχους.
Χρησιμοποιώντας το σώμα σαν κρουστό όργανο μαζί με τη φωνή μπορούμε να κάνουμε τα πάντα μουσικά. Έχουμε τον ρυθμό και τη μελωδία και βάζοντας μαζί περισσότερα σώματα και περισσότερες φωνές έχουμε και τις πολυρυθμίες και τις πολυφωνίες, άρα αρμονία. Δεν μας λείπει κανένα από τα στοιχεία της μουσικής.
Αυτό είναι κάτι που σίγουρα υπάρχει από πολύ παλιά, γιατί προφανώς οι άνθρωποι, πριν κατασκευάσουν αντικείμενα για να εκφραστούν μουσικά, έχουν δοκιμάσει κάτι πάνω στο σώμα τους. Η κίνηση και ο ήχος πρέπει να ήταν κάτι ενιαίο στις πρώτες προσπάθειες μουσικής έκφρασης του ανθρώπου. Οπότε, προφανώς είναι κάτι που είναι πολύ βαθιά μέσα μας, σαν πρωτόλειο στοιχείο, αλλά από την άλλη δεν το γνωρίζουμε, δεν είναι στις παραδόσεις μας και δεν το βλέπουμε συχνά. Θυμάμαι ότι μικρός χτύπαγα τον θώρακά μου και πειραματιζόμουν με τον ήχο που έβγαινε, αλλά δεν είχα φανταστεί ότι αυτό μπορεί να εξελιχθεί.
Για μένα ήταν σαν να κάνω εξάσκηση με τα χέρια μου πάνω σε ένα τραπέζι, αλλά το έκανα και πάνω στο στέρνο μου για να δοκιμάσω διάφορους συνδυασμούς με τα χέρια μου. Η πρώτη μου επίσημη συνάντηση με τη μουσική με το σώμα συνέβη στην Αθήνα όταν ήρθε ο Μαξ Πόλακ, ένας γνωστός πλέον body music performer, και έκανε ένα σεμινάριο. Παρακολουθώντας το ανακάλυψα ότι δεν μου είναι κάτι τελείως άγνωστο, παρότι το προσέγγιζα ως κάτι τελείως καινούργιο, σαν να μαθαίνω ένα καινούργιο όργανο, αλλά κατάλαβα ότι δεν διέγραφα το background μου στη μουσική και στα κρουστά.
Αυτήν τη στιγμή στον κόσμο, απ' ό,τι ξέρω τουλάχιστον, δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να είναι αμιγώς body music performer, να έχει ξεκινήσει την καριέρα του έτσι. Όλοι προέρχονται από κάπου, κυρίως από την κρουστή μουσική και το τραγούδι, και ανακαλύπτουν τη χρήση του σώματος, οπότε την προσθέτουν σε αυτό που ήδη κάνουν. Η άλλη αφετηρία είναι ο χορός και συγκεκριμένα οι ρυθμικοί χοροί, όπως είναι οι κλακέτες, το φλαμέγκο, το κλοκ ντανς στα Απαλάχια Όρη και στην Ιρλανδία, το στεπ ντανς αφρικανικής καταγωγής, που έχουν ήδη το ρυθμικό στοιχείο στον χορό τους και τον ήχο, αλλά μόνο με τα πόδια.
Έτσι, προσθέτουν και τα άλλα σημεία του σώματος. Στην Ελλάδα τα βήματα που κάνουν οι χορευτές δεν έχουν ήχο. Μπορεί σε κάποιο σημείο του χορού να τονιστεί μία στιγμή για κάποιο λόγο χορογραφικό ή μουσικό, όπως υπάρχουν και τα χτυπήματα του χεριού πάνω στο παπούτσι, αλλά έχουν χορευτική έκφραση, κινησιολογική. Δεν υπάρχει παραγωγή κάποιου ρυθμού με τον χορό.
Simone Mongelli - Bodyterranean
Είναι πολύ σπάνιο να έχει δημιουργήσει κανείς μια ολόκληρη παράσταση με body music. Για να φτιάξω την ομάδα έκανα ακροάσεις. Την πρώτη την έκανα το 2017. Δεν έψαχνα body music performers, επειδή απλώς δεν υπάρχουν, είναι πολύ λίγοι ακόμα και τώρα, που έχουν εξελιχθεί κάπως τα πράγματα στο συγκεκριμένο performing, οπότε η ιδέα μου ήταν να βρω μουσικούς, χορευτές, ηθοποιούς, ανθρώπους που έχουν σχέση με τη σκηνή, που να φαίνεται στην ακρόαση ότι έχουν ταλέντο σε αυτό και μπορούν να εκπαιδευτούν και να μπουν στην ομάδα. Βέβαια, η ομάδα έχει αλλάξει από τότε, τελικά τα έξι μέλη που είναι μαζί μου τώρα είναι όλοι μουσικοί.
Κατάλαβα ότι δεν γίνεται να μην έχει κάποιος εκπαίδευση μουσική, μέχρι τουλάχιστον ένα επίπεδο. Στην ομάδα είναι η Λήδα Δουμουλιάκα, που είναι και χορογράφος και χορεύτρια, η Σίσσυ Πιντέλα, που είναι και χορογράφος αφρικανικών χορών της Δυτικής Αφρικής και χορεύτρια, ο Φώτης Φωτόπουλος, που εκτός από μουσικός είναι και performer, η Ναταλία Λαμπαδάκη και ο Μιχάλης Κωτσόγιαννης, που είναι πιο πολύ μουσικοί και έχουν στην ομάδα περισσότερο φωνητικό ρόλο. Ωστόσο, στην ομάδα όλοι συμμετέχουν σε όλα, και στον ρυθμό και στα κρουστά με το σώμα και στα φωνητικά.
Η ελληνική μουσική με γοήτευσε περισσότερο από άλλες της Μεσογείου για δυο λόγους: γιατί από τη μία δεν είναι και τόσο μακριά από τα δικά μου ακούσματα, δεν θα την περιέγραφα ως δυτική μουσική παράδοση, ενώ οι ιταλικές από μια στιγμή και πέρα έγιναν πολύ δυτικές στις κλίμακες και τις αρμονίες που χρησιμοποιούν. Οπότε η ελληνική μουσική έχει έντονα το ανατολίτικο στοιχείο, αλλά δεν έχει μόνο αυτό, όπως η αραβική μουσική ή η τουρκική. Και από την άλλη, ο πλούτος και η ποικιλία που έχει η ελληνική παραδοσιακή μουσική είναι τεράστια, γενικά, και συγκεκριμένα για μένα ρυθμικά. Ήταν πολύ μεγάλη ανακάλυψη.
Κάνω μια έρευνα εδώ και δέκα χρόνια, η οποία έχει σκοπό την ανάλυση και την περιγραφή των ρυθμών της ελληνικής παράδοσης, χωρίς να χρησιμοποιήσω τη δυτική μουσική θεωρία, αλλά με έναν εναλλακτικό τρόπο που έχει σχέση και με τη μελέτη του χορού και των βημάτων των χορών που αντιστοιχούν στον κάθε ρυθμό. Έχω φτάσει ήδη σε ένα data base με 150 ρυθμούς και είναι in progress, είναι πολύ αρχή ακόμα. Είναι άπειροι οι ρυθμοί και τα ηχοχρώματα, γιατί από το νταούλι στο ντέφι, στο ηπειρώτικο, στο νταχαρέ, στο μπεντίρ, υπάρχουν τόσο πολλά ηχοχρώματα, τόσο πολλά στυλ και τρόποι παιξίματος και ερμηνείας του ρυθμού ώστε η ενασχόληση μπορεί να κρατήσει για μια ζωή.
Apano Stin Triandafyllia (feat. Areti Ketime, Stringless Vocal Group & Bryan Dyer)
Δεν έμαθα τη μουσική από τον παππού μου, την έμαθα πρώτα στα ωδεία, έμαθα θεωρία. Σπούδασα στο πανεπιστήμιο Ανθρωπολογία της Μουσικής και προσέγγισα τη μουσική από αυτή την πλευρά, αλλά η ανάγκη μου για έκφραση στη μουσική σιγά-σιγά με οδήγησε στο να ανακαλύψω μια μουσική που για μένα έχει το μεγάλο χάρισμα της αυθεντικότητας και της αμεσότητας. Είναι μια μουσική που έχει γεννηθεί έξω από τη μουσική βιομηχανία, οπότε δεν έχει, τουλάχιστον στην αρχή της, μπερδευτεί με τη λογική της παραγωγής ενός προϊόντος, αλλά είναι μια μουσική που έχει γεννηθεί για τις εκφραστικές ανάγκες μιας κοινότητας, μικρής ή μεγάλης, κι αυτό για μένα είναι πάρα πολύ πολύτιμο σαν λογική και σαν ιδέα.
Αυτό ψάχνω κι εγώ ως μουσικός, ως καλλιτέχνης, στη δική μου μουσική, ψάχνω την έκφραση. Οπότε στην παραδοσιακή μουσική βρίσκω μια πηγή που μου μοιάζει, από αυτή την άποψη. Από την άλλη, στα δικά μου πρότζεκτ ποτέ δεν αναπαράγω κάτι, αλλά παίρνω στοιχεία και προσπαθώ να τα παντρέψω, όλα πατάνε κάπου αλλά έχουν ως αφετηρία ένα παραδοσιακό υλικό.
Θέλω αυτή η παράσταση πέρα από θέαμα, από performing, να είναι ταυτόχρονα και μια πολιτιστική πρόταση. Θα ακούσουμε μια ομάδα από μουσικούς και χορευτές που με τις φωνές τους και με τα σώματά τους και με τις κινήσεις τους μόνο, χωρίς να χρησιμοποιήσουν τίποτα άλλο, θα αποδώσουν μουσικές που έχω δημιουργήσει ξεκινώντας από υλικό της παράδοσης. Από διασκευές τραγουδιών κυρίως της ελληνικής παράδοσης και της παράδοσης της νοτίου Ιταλίας, μέχρι συνθέσεις που έχουν εμπνευστεί από ένα στοιχείο παραδοσιακό, όπως είναι ένας ρυθμός χορευτικός κι ένα απόσπασμα μιας μελωδίας.
Κι όλα αυτά θα έχουν μια ενορχήστρωση φωνητική και ρυθμική και μια κίνηση στον χώρο, η οποία πάντα προκύπτει από τον ήχο, που δένονται σε μια συνολική σκηνοθεσία. Δεν είναι συναυλία, είναι μια παράσταση η οποία έχει έντονο το θεατρικό στοιχείο, παρότι δεν αφηγείται μια συγκεκριμένη ιστορία και δεν έχει κείμενο, έχει όμως έντονη την αφηγηματική διάσταση και υπάρχει μια ροή από την αρχή μέχρι το τέλος».
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την εκδήλωση «Bodyterranean 2.0, Το σώμα αφηγείται» εδώ.