Οι Βαυαρικές Άλπεις είναι ένας πανέμορφος τόπος, από αυτούς που κερδίζουν τον κάθε επισκέπτη. Μνημειώδες φυσικό τοπίο, κουκλίστικα χωριά και παραμυθένια κάστρα συστήνουν μια ακαταμάχητη επιλογή για μικρούς και μεγάλους. Με κίνδυνο να γίνω πεζή, οφείλω να σημειώσω, επιπλέον, την πεντανόστιμη βαυαρική κουζίνα και τις φημισμένες μπίρες.
Γκάρμις-Πάρτενκιρχεν
Το Γκάρμις-Πάρτενκιρχεν το γνωρίζουν σίγουρα όσοι αγαπούν τα χειμερινά σπορ, μια και είναι δημοφιλές τουριστικό θέρετρο, αφού διαθέτει ένα εξαιρετικό Ολυμπιακό Στάδιο Σκι, με πίστες για άλμα και σλάλομ, διακοσμημένο με τεράστια γλυπτά. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Μέχρι το 1936 η περιοχή ήταν άγνωστη και το Γκάρμις με το Πάρτενκιρχεν ήταν δύο ξεχωριστά χωριά που απείχαν μεταξύ τους ένα, μόλις, χιλιόμετρο. Τότε ήταν που ο Χίτλερ αποφάσισε να πραγματοποιηθούν εκεί οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί αγώνες και με συνοπτικές διαδικασίες τα χωριά έγιναν... δύο σε ένα. Το 1940 επρόκειτο να επαναληφθούν εκεί οι αγώνες, κάτι που δεν έγινε, για ευνόητους λόγους. Η περιοχή δεν γοητεύει μόνο τους σκιέρ. Το Γκάρμις είναι το παλαιότερο από τα δύο χωριά και για πρώτη φορά συναντάμε αναφορές σε αυτό τον 9ο αιώνα. Τα σπίτια είναι ζωγραφισμένα εξωτερικά με υπέροχες βουκολικές και βιβλικές παραστάσεις. Το Πάρτενκιρχεν, πάλι, είναι πιο σεμνό και τριακόσια χρόνια νεότερο. Αυτό που κλέβει την παράσταση είναι η φύση, μια και πάνω από τα χωριά υψώνεται μία από τις ψηλότερες κορυφές των Άλπεων, η Zugspitze, με ύψος 2.964 μέτρα και έναν ορατό από μακριά παγετώνα. Εννοείται ότι πήραμε το τελεφερίκ και ανεβήκαμε στο ψηλότερο σημείο που μπορεί να φτάσει από το χωριό ένας τεμπέλης, χωρίς να χρειαστούν ώρες πεζοπορίας. Το θέαμα είναι εντυπωσιακό, εκτός κι αν έχει κανείς υψοφοβία μεγαλύτερη από την περιέργειά του να δει το Γκάρμις-Πάρτενκιρχεν από πολύ-πολύ ψηλά.
Ομπεραμεργκάου
Το Ομπεραμεργκάου το 1663 βρέθηκε αντιμέτωπο με μια θανατηφόρα επιδημία πανούκλας, από αυτές που τότε αποδεκάτιζαν τον πληθυσμό της Ευρώπης. Οι κάτοικοί του, στην προσπάθειά τους να σωθούν, έκαναν ένα ευφάνταστο τάμα. Αν ο Θεός τούς γλίτωνε, κάθε δέκα χρόνια θα έκαναν αναπαράσταση των Παθών του Χριστού. Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η προσευχή τους εισακούστηκε και μέχρι σήμερα, επειδή οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, ο όρκος τηρείται με ευσέβεια. Αυτές οι αναπαραστάσεις έχουν κάνει το Ομπεραμεργκάου γνωστό σε όλο τον πλανήτη, δεν ήταν όμως αυτός ο λόγος που βρεθήκαμε εκεί. Βλέπετε, το χωριό μοιάζει κυριολεκτικά βγαλμένο από τα παραμύθια. Τα σπίτια του είναι όλα ζωγραφισμένα με θέματα θρησκευτικού περιεχομένου, βουκολικές αναπαραστάσεις της καθημερινότητας και, φυσικά, με σκηνές από παραμύθια. Το είδος αυτό της ζωγραφικής ονομάζεται Luftmalerei και αναπτύχθηκε στη Νότια Βαυαρία κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Οι αδελφοί Γκριμ μπορεί να μην κατάγονται από εδώ, τα παραμύθια τους όμως βρίσκονται σε όλους τους τοίχους. Πιο εντυπωσιακή είναι η ιστορία «Χάνσελ και Γκρέτελ», όπως αυτή είναι αποτυπωμένη σε ένα σπίτι του 19ου αιώνα, στην έξοδο του χωριού. Το χωριό είναι επίσης διάσημο για τα ξυλόγλυπτά του, τα οποία μπορεί κανείς να θαυμάσει στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης, αν και τίποτα δεν συγκρίνεται με έναν καφέ στην πλατεία, ανάμεσα σε τόση ομορφιά.
Μίτενβαλντ
Αν αγαπάτε τη μουσική, ένα πέρασμα από το Μίτενβαλντ επιβάλλεται. Το χωριό έχει μακρά παράδοση στην κατασκευή βιολιών και διαθέτει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον Μουσείο Βιολιού. Αυτός, φυσικά, δεν είναι ο μόνος λόγος να φτάσετε ως εδώ. Ο Γκαίτε έλεγε ότι το Μίτενβαλντ μοιάζει με ζωντανό πίνακα, και δεν είχε άδικο. Τα κτίριά του είναι ζωγραφισμένα, ο Καθολικός του Πέτρου και Παύλου είναι πανέμορφος και ο κεντρικός του πεζόδρομος τόσο όμορφος, που αποκλείεται να μην καθίσετε για μια μπίρα, ίσως και δύο. Προσοχή, μόνο, στους ποδηλάτες. Τον διασχίζουν με κέφι, σαρώνοντας στο πέρασμά τους αφηρημένα πιτσιρίκια.
Λίμνη Eibsee
Στη λίμνη Eibsee πήγαμε έχοντας συγκεκριμένη ατζέντα. Είχαμε υποσχεθεί στο νεαρότερο μέλος της παρέας ότι θα νοικιάζαμε θαλάσσιο ποδήλατο – ή μήπως να πω λιμνίσιο; Όπως και να έχει, κάναμε πετάλι μέχρι τελικής πτώσεως και μετά κάτσαμε στο ξύλινο café που υπάρχει στην όχθη να ξαποστάσουμε. Σε μια άκρη ψήνονταν στα κάρβουνα, περασμένα σε καλάμια και στημένα όρθια, ψάρια, που καταβροχθίζονταν γύρω μας σε ελάχιστο χρόνο. Το θέαμα δεν μπορώ να πω ότι με συγκίνησε, σε αντίθεση με το τοπίο που ήταν πραγματικά εντυπωσιακό. Η λίμνη ήταν πεντακάθαρη και πνιγμένη στο πράσινο, ενώ από πάνω της κρεμόταν η Zugspitze, η ψηλότερη κορυφή των Βαυαρικών Άλπεων. Στο παρελθόν θεωρούσαν ότι εκεί κατοικούσαν μάγισσες και δεν πλησίαζαν. Σήμερα, από τη λίμνη μπορεί να ανέβει κανείς με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι να πάρει τον οδοντωτό σιδηρόδρομο, ο οποίος, μέσω μιας εντυπωσιακής διαδρομής κι ενός μεγάλου τούνελ, φτάνει λίγο πριν από την κορυφή, όπου καταλήγει, παίρνοντας στη συνέχεια τελεφερίκ. Ο δεύτερος τρόπος, που προτείνω σε όσους αγαπούν τα αεροπλάνα, είναι να φτάσουν από τη λίμνη μέχρι την Zugspitze κατευθείαν με τελεφερίκ. Όποιος το επιθυμεί –όχι εγώ, πάντως– μπορεί να επιστρέψει με τα πόδια, σε έξι, μόνο, ώρες. Στην κορυφή, εννοείται, υπάρχει ένα σαλέ, από το οποίο κοιτάζοντας κάτω βλέπεις τη λίμνη μια σταλιά – όσο για σπίτια και ανθρώπους, μην περιμένετε και πολλά. Γενικότερα, είναι από τα τοπία που δύσκολα ξεχνάει κανείς στη ζωή του και απαρτίζεται από 400 κορυφές –όρκο δεν παίρνω– τεσσάρων χωρών, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ελβετίας και της Αυστρίας.
Λίμνη Königssee
Η λίμνη Königssee μοιάζει με φιόρδ και βρίσκεται κάτω από τη σκιά του Βάτσμαν, της δεύτερης ψηλότερης κορυφής, που έχει ύψος 2.713 μέτρα. Είναι πεντακάθαρη, το νερό της είναι πόσιμο (!) και έχει χαρακτηριστεί «εθνικός δρυμός» από το 1902. Φτάνοντας εκεί, το πρώτο που συναντήσαμε, προς μεγάλη μας έκπληξη, ήταν ένα ελληνικό εστιατόριο. Το προσπεράσαμε με σχόλια για το ελληνικό δαιμόνιο και κατευθυνθήκαμε προς τις ηλεκτροκίνητες βαρκούλες που προστατεύουν τα κρυστάλλινα νερά από τη μόλυνση και σε πηγαίνουν στο νησάκι της λίμνης. Εκεί βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Βαρθολομαίου και ένα βασιλικό κυνηγετικό περίπτερο, μια και τέτοια ομορφιά δεν θα μπορούσε να έχει περάσει απαρατήρητη από τους βασιλιάδες της Βαυαρίας. Η βαρκάδα είναι μια μοναδική εμπειρία και αφού δεν χρειάζεται να κάνεις πετάλι, μπορείς να απολαύσεις το μαγικό τοπίο, που σε κάνει να νιώθεις δέος. Η βάρκα, στη συνέχεια, καταλήγει στη νότια πλευρά της λίμνης, απ' όπου, έπειτα από δέκα λεπτά περπάτημα, φτάνει κανείς στη μικρότερη Obersee και τον 470 μέτρων καταρράκτη Ρέτμπαχ. Γενικότερα, γύρω από την Königssee υπάρχουν πολλά μονοπάτια για πεζοπορία, αν υπάρχει χρόνος και διάθεση.
Παλάτι Λίντερχοφ
Ο Λουδοβίκος Β' (1845-1886) ήταν ένας βασιλιάς αλλιώτικος από τους άλλους. Στην ιστορία έμεινε με το προσωνύμιο «τρελός», που το οφείλει στην εμμονή του να φτιάχνει παραμυθένια κάστρα, τινάζοντας τον προϋπολογισμό της Βαυαρίας στον αέρα. Το πιο διάσημο από αυτά είναι το Νόισβανσταϊν, που βρίσκεται στο τέλος της Ρομαντικής Οδού και από το οποίο εμπνεύστηκε ο Disney για να σχεδιάσει το παλάτι της Ωραίας Κοιμωμένης. Το Παλάτι Λίντερχοφ είναι λιγότερο γνωστό, παρόλο που, όσον αφορά το εσωτερικό του, είναι αναμφισβήτητα το πιο ωραίο από τα δημιουργήματα του ονειροπόλου βασιλιά, μια και είναι το μόνο που ολοκλήρωσε κι έζησε εκεί για αρκετά χρόνια, με αποτέλεσμα να συμπυκνώνει την άποψή του περί αισθητικής. Το ροκοκό παλάτι βρίσκεται μέσα σε ένα δάσος κωνοφόρων που καλύπτει τα αλπικά βουνά και εκτείνεται γύρω από τους κήπους, που συνδυάζουν γαλλικά παρτέρια, αγγλικού τύπου πάρκα και ιταλικούς κρεμαστούς κήπους, χωρίς να λείπουν τα εντυπωσιακά σιντριβάνια, με κάποια από τα αγάλματά τους να είναι βαμμένα χρυσά. Μπαίνοντας, το πρώτο που βλέπει κανείς είναι ένας χρυσός ήλιος που καλύπτει την οροφή της εισόδου. Η επιλογή του κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, αφού ο Λουδοβίκος ο Τρελός θαύμαζε και προσπαθούσε να μιμηθεί τον Λουδοβίκο ΙΔ', γνωστό ως Βασιλιά Ήλιο. Το Παλάτι Λίντερχοφ είναι οι δικές του μικρές Βερσαλλίες. Περιδιαβαίνοντας στα δωμάτια, πραγματικά θαμπώνεται κανείς από την πολυτέλεια με την οποία είναι διακοσμημένα και τα εξαιρετικά έργα τέχνης που υπάρχουν παντού. Μια εντυπωσιακή πληροφορία είναι ότι στην τραπεζαρία το τραπέζι βυθιζόταν και κατέβαινε στον κάτω όροφο, ώστε να στρωθεί και να ξανανέβει έτοιμο – ο βασιλιάς προτιμούσε να μη βλέπει αυτούς που τον υπηρετούσαν. Το δωμάτιο με τους καθρέφτες είναι ένα ακόμα από τα highlights – υποθέτω ότι μια δόση ναρκισσισμού την είχε ο μακαρίτης. Ο Λουδοβίκος ήταν ανιψιός του δικού μας Βασιλιά Όθωνα, στον οποίο και ανήκε ένα βελούδινο κάλυμμα που καλύπτει έναν από τους θρόνους του κτιρίου. Η περιήγηση στο Λίντερχοφ δεν εξαντλείται στο κυρίως κτίσμα. Ο Λουδοβίκος είχε επίσης κατασκευάσει ένα μαροκινό κτίριο, ένα μαυριτανικό περίπτερο με θρόνο και το αποκορύφωμα: ένα σπήλαιο εμπνευσμένο από το σπήλαιο της Αφροδίτης που συναντάμε στην πρώτη πράξη της όπερας του Βάγκνερ, «Τανχόιζερ». Βλέπετε, ο Λουδοβίκος ήταν λάτρης της όπερας και ιδίως του Βάγκνερ, τον οποίο γνώριζε προσωπικά. Το σπήλαιο στο εσωτερικό του διαθέτει λίμνη, η οποία φωτιζόταν με κόκκινο, πράσινο ή μπλε φως, που παραγόταν από ηλεκτρική μονάδα – μία από τις πρώτες της Βαυαρίας. Λέγεται, μάλιστα, ότι εκεί δίνονταν παραστάσεις μόνο για τον βασιλιά. Περιττό να πω, έπειτα από όλα αυτά, ότι ο Λουδοβίκος Β' ίσως ήταν τρελός, αλλά –αν ήταν– ήταν ωραίος τρελός!