Το θρυλικό Studio Νικολέρης ανακοίνωσε πως κλείνει μετά από 90 χρόνια, μουδιάζοντας την Θεσσαλονίκη. Αυτή ήταν η συναρπαστική ιστορία του, όπως την είχε διηγηθεί στη LIFO και τον Άρη Δημοκίδη η φωτογράφος Χρύσα Νικολέρη, λίγα χρόνια πριν πεθάνει.
Ο παππούς μου ξεκίνησε ως βοηθός φωτογράφου" είχε ξεκινήσει την αφήγησή της η φωτογράφος Χρύσα Νικολέρη, που έφυγε νωρίς, μετά από σύντομη μάχη με τον καρκίνο. "Ο παππούς έφυγε 6 χρονών από την Ανατολική Ρωμυλία, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και λίγο μεγαλύτερος δούλεψε στου πιο καταξιωμένου φωτογράφου της Κωνσταντινούπολης, του περίφημου Ν. Αντριωμένου. Τα δύο πρώτα χρόνια εκεί, αυτό θυμάμαι από τις ιστορίες του παππού μου, δεν τον άφηνε ο φωτογράφος να δει πως γίνεται το ρετούς! Ήτανε το παιδί για όλες τις δουλειές και κοιμότανε στο πατάρι του φωτογραφείου."
—Ο τρόπος που γινόταν το ρετούς τότε ήταν μεγάλο μυστικό ε;
Ναι! Κάποτε, όταν τον εμπιστεύτηκε πολύ ο Αντριωμένος, του το έμαθε. Είχε πάρει ένα μπουκάλι, το είχε κόψει από κάτω, και είχε κάνει το κάτω κομμάτι μεγεθυντικό φακό! Το χρησιμοποιούσε σαν λούπα και δούλευε με ένα κερί. Και ο τρόπος που δούλευε το ρετούς ήταν ο τρόπος που οι περισσότεροι ζωγράφοι ζωγραφίζουνε: δηλαδή δεν τελειώνεις σε ένα σημείο και μετά πας στο επόμενο, αρχίζεις από ένα σημείο, μετά πηδάς σε ένα πιο εκεί, επανέρχεσαι, κρατάς μια απόσταση... Δεν είναι δηλαδή μια διαδικασία μηχανική, αλλά ζωντανή. Το ρετούς πάνω στην πλάκα, στο γυαλί, γίνονταν και με την άκρη ενός ξυραφιού, και χρησιμοποιώντας λευκό μολύβι και μαύρο μολύβι για να κάνεις τα highlights και τα lowlights και όλα αυτά...
Στην αρχή όταν άνοιξε το φωτογραφείο στη Δράμα, η ταμπέλα έγραφε "καλλιτεχνικό φωτογραφείο". Μετά από λίγο βγάζει το "καλλιτεχνικό" και βάζει "Φωτογραφείο Νικολέρης". Και κατά τη διάρκεια της ζωής του όποτε δεν έμενε ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα κατέβαζε την πινακίδα, περίμενε λίγο να του αρέσει το επόμενο βήμα και ξανάβαζε «φωτογραφείο Νικολέρης».
Μετά, ο Θεόδωρος Νικολέρης αποφασίζει να καταταγεί εθελοντής στον ελληνικό στρατό το 1920, με την έναρξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Υπηρετεί στη 12η Μεραρχία, όπου βιώνει από πρώτο χέρι την προέλαση και μετέπειτα την καταστροφή, την τραγική εκκένωση, την απώλεια. Οι φωτογραφίες του εκείνης της περιόδου αποτελούν έως και σήμερα όχι μόνο αδιαμφισβήτητες ιστορικές μαρτυρίες αλλά και σπουδαία καλλιτεχνήματα, εάν λάβει κανείς υπ' όψιν τις πρακτικές συνθήκες αλλά και τα τεχνικά μέσα που διέθετε.
Το 1925 ο Θεόδωρος Νικολέρης εγκαθίσταται στη Δράμα, όπου ιδρύει το Studio Νικολέρης. Ασχολείται με όλα σχεδόν τα είδη της φωτογραφίας, κυρίως όμως με το πορτρέτο.
—Είναι αλήθεια πως όταν άνοιξε ο παππούς σου το δικό του φωτογραφείο όποτε δεν έμενε ευχαριστημένος με τη δουλειά του εξαφάνιζε την ταμπέλα;
Ναι! Στην αρχή όταν άνοιξε το φωτογραφείο στη Δράμα, η ταμπέλα έγραφε "καλλιτεχνικό φωτογραφείο". Μετά από λίγο βγάζει το "καλλιτεχνικό" και βάζει "Φωτογραφείο Νικολέρης". Και κατά τη διάρκεια της ζωής του όποτε δεν έμενε ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα κατέβαζε την πινακίδα, περίμενε λίγο να του αρέσει το επόμενο βήμα και ξανάβαζε «φωτογραφείο Νικολέρης».
—Μπορεί οι πελάτες να μην έβλεπαν άσχημες φωτογραφίες, αλλά αυτός τις έβλεπε...
Ήθελε πάντα να πηγαίνει ένα βήμα πιο μπροστά. Ήταν αυστηρός με τη δουλειά του. Κάποτε, τη δεκαετία του '30 είχε βγάλει κάτι περίφημα γυμνά, στη Δράμα. Τότε η περιοχή ήταν πολύ πλούσια χάρη στα καπνά κι ερχότανε μπουλούκια, θεατρικές ομάδες δηλαδή, και χορεύτριες, οι οποίες δεν ήταν Ελληνίδες. Και αυτές τις χορεύτριες τις φωτογράφισε μια φορά γυμνές, τα γυμνά παρουσιάστηκαν το 1985 σε τιμητική έκθεση στη Διεθνή Έκθεση Φωτογραφίας της Αρλ, όσο ήταν ακόμα εν ζωή...
Το 1944 ο Θεόδωρος Νικολέρης εγκαθίσταται στη Θεσσαλονίκη, όπου και μεταφέρει τοStudio Νικολέρης. Το 1964 μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου και δημιουργεί δεύτερο στούντιο: εκεί φωτογραφίζει πορτρέτα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας) από το βασιλικό ζεύγος Κωνσταντίνου και Άννας, τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, τον ακαδημαϊκό και διευθυντή της Τράπεζας της Ελλάδος Ξενοφώντα Ζολώτα, την πρωταγωνίστρια του θεάτρου Μαρίκα Κοτοπούλη καθώς και αναρίθμητους γάμους.
Στη συνέχεια το στούντιο της Αθήνας αναλαμβάνει ο πρωτότοκος γιός του Θωμάς και αυτό της Θεσσαλονίκης ο μικρότερος Διογένης.
Εγώ γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη και ο μπαμπάς μου ήτανε φωτογράφος. Θέμα συζήτησης στο σπίτι ήταν η φωτογραφία, κυρίως το πώς θα γίνει καλύτερο κάτι, πώς θα ευχαριστήσουν τον πελάτη... Ήταν κάτι πολύ φυσιολογικό: όπως σηκώνεσαι, τρως το αγαπημένο σου φαγητό, κοιμάσαι, τον διαχωρισμό δεν τον βίωσα και δεν τον συνειδητοποίησα γιατί ήτανε ένα κομμάτι της ζωής μας. Μεγάλωσα ανάμεσα σε πολλά ξένα φωτογραφικά περιοδικά...
—Και πότε πρωτοξεκίνησες εσύ να τραβάς φωτογραφίες, πότε σκέφτηκες ότι σ' αρέσει;
Δεν ξέρω αν σκέφτηκα ότι μ' αρέσει, αλλά ήταν ένα είδος κοινωνικοποίησης. Δηλαδή στο σχολείο που πήγαινα, φωτογράφιζα επειδή ήμουν ντροπαλή, ήταν μια ευκαιρία για να κάνω επαφές. Φωτογράφιζα τα αθλητικά γεγονότα, συνόδευα το σχολείο στις διάφορες εξορμήσεις σαν φωτογράφος... Η κάμερα ήταν ένα αξεσουάρ, ήταν η γέφυρα για να μπορέσω να έχω επαφή με διαφορετικές καταστάσεις τις οποίες εγώ τις επέλεγα πχ. αργότερα φωτογράφιζα ιστιοπλοϊκούς αγώνες. Διαπίστωσα ότι αυτό ήταν και το κάλυμμα μου, και ο τρόπος που μπορώ να επικοινωνώ.
—Πώς αποφάσισες όμως να ασχοληθείς επαγγελματικά;
Δεν πέρασα πουθενά αλλού! (γέλια) Είχα πάει να δώσω Γερμανική φιλολογία μια μέρα αφού είχαν γίνει οι εξετάσεις, και αναρωτιόμουν, αναρωτιόμουν... «Καλά πρώτη ήρθα;», έλεγα, «πού είναι οι άλλοι;».
—Πώς ήταν στην αρχή το επάγγελμα;
Κοίταξε έχουν αλλάξει πάρα πολλά, έχω περάσει πάρα πολλά στάδια. Όταν ξεκίνησα ήταν στο '80 που υπήρχε η οικονομική άνεση και τότε δεν προλάβαινες να δουλέψεις, συνεργαζόμουν από πάντα και με περιοδικά. Αυτή είναι η μόνη νοσταλγία που έχω, χωρίς να σημαίνει ότι το παρελθόν είναι καλό ή κακό, αυτό ήταν ότι υπήρχε ένα είδος αξιοκρατίας, ότι αν δούλευες καλά, ήσουν καλός και θα πληρωνόσουν και καλά.
—Τώρα πώς είναι η καθημερινότητα των φωτογράφων;
Τώρα περνάω πολύ καλά από τη μια πλευρά, πάρα πολύ δύσκολα οικονομικά από την άλλη. Ασχολούμαι όμως και με τη διδασκαλία: το ίδρυμα Νιάρχος επιδοτεί, αυτή μου φαίνεται είναι η τρίτη χρονιά, το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και τρέχει προγράμματα για άνεργους πολίτες που περιλαμβάνουν τομείς όπως φωτογραφία, design, χαρακτική, video art, ζωγραφική. Πέρσι που άρχισα να ασχολούμαι με αυτό το κομμάτι και το κοινό ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίου, το επίπεδο ήταν υψηλό και οι ηλικίες 25 μέχρι 40 περίπου, αντί να τους διδάξω μόνο εγώ πράγματα, έμαθα κι εγώ η ίδια.
—Δηλαδή;
Μέσα από αυτή τη διαδικασία βοηθήθηκα πάρα πολύ στο να μπορέσω να βρω κάτι διαφορετικό και να αρχίσω να ασχολούμαι με ένα είδος φωτογραφίας που εμένα με γεμίζει εξίσου με αυτό που είχα χάσει. [Τα τελευταία 15 χρόνια συμμετείχα σε εκθέσεις με φωτογραφίες τραβηγμένες με Polaroid, μέχρι που σταμάτησαν να βγαίνουν.] Μου αρέσει να φωτογραφίζω λίγο μετά το ξημέρωμα και λίγο μετά τη δύση του ηλίου, μου αρέσει πολύ η βροχή, ή το λεγόμενο flatlight, το φως πίσω από τα σύννεφα. Προτιμώ τις ακραίες ώρες για να φωτογραφίζω, προτιμώ το παιχνίδι των σκιών με το φως. Άρα οι νέες τεχνολογίες που έμαθα με βοήθησαν να ανακαλύψω στοιχεία και μοτίβα που με την polaroid ήταν αδύνατο να φωτογραφίσω - γιατί η polaroid έχει χρονικούς περιορισμούς, δηλαδή στο πολύ φως ή στην πολλή σκιά δε αποτύπωνε καλά τις εικόνες. Και αυτό που συνέβη φέτος και ήταν μαγικό, ήταν ότι παρακολούθησα κι εγώ μαθήματα, κανα δυο μαθήματα μη φανταστείς πολλά, δυο χαρακτικής και ζωγραφικής, οπότε ήρθα στη θέση του μαθητή και έγινε μια αναστροφή ρόλων. Ήταν τέλεια κι ένιωσα πολύ ελεύθερη. Φαντάσου ότι βγήκα εκτός θέματος σε ελεύθερο θέμα, το έκανα και αυτό!
—Είσαι γνωστή για τα πορτρέτα σου. Πώς δουλεύεις με τον πελάτη;
Συνήθως φροντίζω να περνάω καλά.
—Τον χαλαρώνεις;
Όχι γιατί κι εγώ πρέπει να χαλαρώσω, δεν είμαι η μαμά του για να τον χαλαρώσω. Και εγώ πάντα ξεκινάω κάτι καινούργιο όπως και ο άλλος... Επομένως...
[Δείχνει το κασσετοφωνάκι που κρατάω μπροστά στο στόμα της]
Ξέρεις αυτό έχει και πολλά κοινά με τη φωτογραφική μηχανή, γιατί είναι κι αυτός ένας απειλητικός μηχανισμός! Όταν έρχεσαι με τη γκουμούτσα πάνω στον άλλον, θέλει κάποιον χρόνο για να το συνηθίσω. Όπως και οι πελάτες μου. Οπότε αν υπάρχει μια μέθοδος που ακολουθώ, έχει να κάνει με το χρόνο. Έχω μάθει να σέβομαι το χρόνο που χρειάζομαι, είτε αυτός είναι 5 δευτερόλεπτα είτε 10 λεπτά, και του δίνω και του φωτογραφιζόμενου χρόνο.
—Δηλαδή;
Τον προειδοποιώ ότι δε θα φύγει από κει πέρα αν δε μείνω ευχαριστημένη, οπότε θα παραγγείλουμε καμιά πίτσα, κανένα τοστ, δε θα τελειώσουμε αν δεν βγει το σωστό αποτέλεσμα. Από κει και πέρα είναι και η γενική αντιμετώπιση μου προς τη ζωή: Το ζεις το πράμα, δεν το προγραμματίζεις, έχεις μια καλή βάση κι ό,τι προκύψει το παίρνεις και το γλεντάς.
—Όταν βρίσκεστε ας πούμε οικογενειακώς που όλοι έχετε λίγο πολύ σχέση είτε με τη βιντεοσκόπηση είτε με τη φωτογράφιση, βγάζετε φωτογραφίες ο ένας τον άλλον, σε χαλαρό στυλ; Ή νιώθετε σαν επαγγελματίες και πάτε να στηθείτε, ξέροντας όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες;
Ρωτάς «βγάζετε φωτογραφίες με χαλαρό στυλ;»... Μπορούμε να μείνουμε στο πρώτο συνθετικό της ερώτησης, το «βγάζετε φωτογραφίες»;
—Δεν βγάζετε;
Δεν βγάζουμε! Αρχίσαμε να βγάζουμε από τη στιγμή που ήρθαν στον κόσμο τα ανίψια μου. Αλλιώς δεν...
—Είσαι πιο πολύ του φιλμ ή της ψηφιακής;
Είμαι ακόμα του φιλμ και ειδικά του έγχρωμου φορμάτ, από μεσαίο φορμάτ και πάνω, 6Χ6, 10Χ12,5, μακάρι να μπορούσα να είχα τη δυνατότητα να δουλέψω πολύ με αυτό το μέσο.
—Στις μέρες μας βλέπουμε πάρα πολλούς ερασιτέχνες φωτογράφους να μπορούν πάρα πολύ εύκολα να φωτογραφίσουν ή να δείξουν τη δουλειά τους, με το Instagram και όλα αυτά... Πώς σου φαίνεται ότι ο καθένας μας πλέον μπορεί να 'γίνει φωτογράφος', βάζοντας ένα φίλτρο και κάνοντας μια φωτογραφία ωραία στο πι και φι;
Ο καθένας θεωρείται φωτογράφος από ποιον;
—Από τον εαυτό του!
Αυτό είναι δικό του πρόβλημα, του καθενός. Παρ' όλα αυτά, και παρ' ό,τι μέχρι πρότινος δεν τα πολυσυμπαθούσα αυτά τα μέσα, τώρα πλέον είμαι και στο Instagram. Και εντάξει υπάρχει πάρα πολύ μη καλό υλικό εκεί, αλλά δίνεται η ευκαιρία -και αυτό είναι το μαγικό-, σε ανθρώπους να μαθαίνουν φωτογραφία. Άνθρωποι που δεν είχαν είτε την οικονομική άνεση, είτε τον χρόνο, είτε το περιβάλλον τους τους είχε απορρίψει ή οι ίδιοι είχαν απορρίψει τον εαυτό τους, τώρα φωτογραφίζουν από το κινητό, παίρνοντας το χρόνο τους. Τη φωτογραφία τη βλέπεις εσύ, εσύ προσπαθείς να το διορθώσεις το λάθος, όταν εσύ νομίζεις ότι είσαι έτοιμος. Δεν υπάρχει κάποιος να σε πιέζει, δεν υπάρχει κάποιος να σε κρίνει, οπότε εσύ είσαι, αν θέλεις, δάσκαλος του εαυτού σου.
—Επομένως θεωρείς την κουλτούρα του Instagram και θετική και προβληματική...
Όπως κάθετι που γίνεται γρήγορα, απότομα και ξαφνικά, έχει και τα πολύ καλά του, και τα κακά του. Είμαι υπέρ του να δοκιμάζουμε όλοι τα πάντα, αλλά με σεμνότητα και με ενδοσκόπηση.
—Τώρα που έχει γίνει της μόδας η φωτογραφία, η εύκολη φωτογραφία, το selfie κτλ, η τέχνη της φωτογραφίας έχει γίνει δημοκρατικότερη, αλλά ταυτόχρονα έχει φτηνύνει και κάπως; Οι επαγγελματίες φωτογράφοι και οι καλλιτέχνες φωτογράφοι έχουν χάσει αυτήν την αυθεντία που μπορεί να είχαν ή που τους αναγνωριζότανε;
Έχει χαθεί η απόσταση. Αλλά και πριν από τα selfie, και πριν από τα κινητά, η φωτογραφική μηχανή ήταν ένα μέσο που πολύς κόσμος μπορούσε να το έχει στα χέρια του. Επομένως και παλιά ανάλογα και με την κουλτούρα του, καθένας μπορούσε να θεωρεί ότι είναι κάτι εύκολο κι ότι δεν διαφέρει ο ίδιος απ' τους επαγγελματίες... Όμως η δουλειά και η αξία κάποιου χάνεται όταν ο ίδιος δε σέβεται αυτό που κάνει.
Όλες οι φωτογραφίες δόθηκαν για αποκλειστική δημοσίευση στο LIFO.gr, μετά από σχετική άδεια. Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευσή τους.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 8.8.2017