Βρίσκεται στην ταυτότητα και στο διαβατήριό σας. Είναι αυτό που αναγνωρίζουν φίλοι και γνωστοί στον δρόμο, ακόμη κι αν έχουν να σας δουν χρόνια: το πρόσωπό σας, άρρηκτα συνδεδεμένο με το όνομα και το επώνυμο, το ποιοι είστε, με τις συναλλαγές και τις επιλογές σας. Το πρόσωπό σας ως απόδειξη της μοναδικότητάς σας στον πλανήτη. Ή μήπως όχι; Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι εκεί έξω που κάποτε γελώντας και κάποτε με τρόμο διαπίστωσαν ότι τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους –το ίδιο το πρόσωπό τους– δεν είναι και τόσο μοναδικά. Ότι κάπου στον κόσμο, ίσως και πολύ κοντά τους, υπάρχει ένας σωσίας, ένα «διπλότυπο» της φυσιογνωμίας τους, ένα ολόιδιο πρόσωπο με το οποίο δεν έχουν απολύτως καμία συγγενική σχέση.
«Ήμουν ο τελευταίος που ανέβηκε στο αεροπλάνο και συνειδητοποίησα ότι κάποιος καθόταν στη θέση μου. Του ζήτησα ευγενικά να σηκωθεί και όταν στράφηκε να με κοιτάξει... με κοίταγα εγώ. Ο τύπος είχε το πρόσωπό μου», αφηγείται ο Νιλ Ντάγκλας, ο οποίος βρισκόταν σε ταξίδι για γάμο φίλων του στην Ιρλανδία όταν του έτυχε να σκοντάψει πάνω στον σωσία του.
«Όλοι οι επιβάτες μάς κοιτούσαν και χαμογελούσαν. Και τότε αποφάσισα να βγάλω selfie με τον σωσία μου», λέει ο Ντάγκλας, που μέχρι εκείνη τη στιγμή πίστευε ότι η γνωριμία του με τον σωσία του θα έληγε εκεί. Μόνο που τα παράξενα γεγονότα συνεχίστηκαν. Φτάνοντας στο ξενοδοχείο τον βρήκε να περιμένει στη ρεσεψιόν για το δικό του δωμάτιο και λίγο αργότερα βρέθηκαν ξανά έξω από ένα μπαρ – εκεί αποφάσισαν ότι το σύμπαν τούς έλεγε ότι τουλάχιστον έπρεπε να πιουν ένα ποτό μαζί. Όταν ο Ντάγκλας ξύπνησε το επόμενο πρωί συνειδητοποίησε ότι η selfie τους –του ίδιου με τον σωσία του– είχε γίνει viral.
Οι σωσίες έχουν χρησιμοποιηθεί για ίντριγκες και συνωμοσίες, έχουν το δικό τους μερίδιο στα ευτράπελα αλλά και στα δυσάρεστα της πορείας του ανθρώπινου είδους.
Ποιος γεννήθηκε με το πρόσωπό μου;
Η λαϊκή σοφία λέει ότι όλοι έχουμε σωσία, ένα τέλειο διπλότυπό μας, με τα μάτια της μαμάς (μας), τη μύτη του μπαμπά (μας), ακόμη κι εκείνη την ενοχλητική ελιά στο μάγουλο που καιρό τώρα σκεφτόμασταν να αφαιρέσουμε. Οι σωσίες κατά καιρούς έχουν εμπνεύσει λογοτέχνες, ποιητές, κινηματογραφιστές. Επίσης, έχουν αναστατώσει βασίλεια και αυτοκρατορίες, έχουν χρησιμοποιηθεί για ίντριγκες και συνωμοσίες, έχουν το δικό τους μερίδιο στα ευτράπελα αλλά και στα δυσάρεστα της πορείας του ανθρώπινου είδους στον πλανήτη. Όμως, πέρα από τους θρύλους και τις συναρπαστικές ιστορίες, είναι ποτέ δυνατόν ανάμεσα σε επτά δισεκατομμύρια ανθρώπους να υπάρχει κάποιος –για τον καθένα από μας– που έχει γεννηθεί με το... πρόσωπό μας;
Μέχρι πρότινος κανείς δεν είχε καταφέρει να δώσει μια πειστική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Μέχρι πέρσι συγκεκριμένα, οπότε η Teghan Lucas, διδακτορική φοιτήτρια του Τμήματος Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αδελαῒδας, αποφάσισε να προχωρήσει σε ένα ριψοκίνδυνο πείραμα: να τολμήσει τη σύγκριση ανάμεσα στο πρόσωπο ενός νομοταγούς πολίτη που έμοιαζε τρομακτικά με έναν δολοφόνο.
Έχοντας στη διάθεσή της φωτογραφίες από το κρατικό αρχείο των ΗΠΑ και με τη βοήθεια συναδέλφων της ερευνητών από το πανεπιστήμιο, η Teghan ανέλυσε συστηματικά τα πρόσωπα περίπου 1.000 ανθρώπων, μετρώντας τις διαφορές ανάμεσα σε κομβικά χαρακτηριστικά, όπως τα μάτια και τα αυτιά, ενώ στη συνέχεια υπολόγισε την πιθανότητα να μοιάζουν πραγματικά τα πρόσωπα δύο ανθρώπων.
Τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε ήταν ενθαρρυντικά για το ποινικό σύστημα της χώρας, αλλά απογοητευτικά για όσους πίστευαν ότι τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους θα σκοντάψουν πάνω στον σωσία τους: οι πιθανότητες να μοιραζόμαστε ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με κάποιον άγνωστο είναι λιγότερες από... μία στο τρισεκατομμύριο. Ακόμη και με 7,4 δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη αυτό μεταφράζεται σε 135 περιπτώσεις κατά τις οποίες κάποιος θα βρει τον σωσία του (αν τον βρει). «Πρόκειται για κάτι εξαιρετικά δύσκολο», λέει η Teghan και τη διαπίστωσή της φαίνεται να συμπληρώνει ο David Aldous, στατιστικολόγος από το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ: «Εξαρτάται από το τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος μοιάζει σε κάποιον άλλο. Το εννοούμε με μετρήσιμα χαρακτηριστικά ή με αυτό που σ' εμάς κάτι θυμίζει;».
«Δεν σου μοιάζω»
Στην παραπάνω ερώτηση επιχείρησε να απαντήσει ο Francois Brunelle, ο οποίος μπήκε στη διαδικασία να φωτογραφίσει περισσότερα από 200 «ζευγάρια» –ανθρώπους που είχαν ανακαλύψει τους σωσίες τους– στο πλαίσιο του πρότζεκτ με τίτλο
«Δεν σου μοιάζω».
«Για μένα είναι αυτό που σου συμβαίνει όταν βλέπεις κάποιον και νομίζεις ότι είναι κάποιος άλλος. Είναι το σύνολο που μπερδεύει, όχι τα επί μέρους χαρακτηριστικά. Όταν τους βλέπεις μαζί, είναι σαν να βλέπεις κλώνους. Όταν χωρίσεις το "ζευγάρι", καταλαβαίνεις ότι κάτι άλλο συμβαίνει και ότι δεν είναι ακριβώς η ομοιότητα που προκαλεί σύγχυση».
Πρόκειται, λοιπόν, για μαζική ψευδαίσθηση; Όπως λένε οι ειδικοί, πρόκειται περισσότερο για τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας αποφασίζει να καταχωρίσει το πρόσωπο κάποιου, όχι αποκλειστικά βάσει των χαρακτηριστικών του, αλλά και βάσει των βιωμάτων που αποτύπωσε, μέσω της λειτουργίας της μνήμης, το πρόσωπό του. Επιπροσθέτως, ο εγκέφαλος, για να εξασφαλίσει ότι θα μπορεί να αναγνωρίσει ένα πρόσωπο υπό κάθε πλαίσιο (με κοντά ή μακριά μαλλιά, με μουστάκι ή μούσι, π.χ.), χρησιμοποιεί ένα τμήμα του γνωστό ως ατρακτοειδή έλικα: εκεί το σύνολο των πληροφοριών που έχει συλλέξει φτιάχνει ολόκληρη την εικόνα. Αυτό το άθροισμα των επί μέρους χαρακτηριστικών έχει αποτέλεσμα να αναγνωρίζουμε φίλους στον δρόμο. Προσοχή όμως: όσο παρατηρητικοί κι αν είμαστε, ο εγκέφαλος έχει την τάση να συγκρατεί τα γενικά χαρακτηριστικά και πολύ πιο σπάνια τις λεπτομέρειες.
Σύμφωνα δε με τον Winrich Freiwald, ειδικό σε θέματα αντίληψης ανθρωπομετρικών χαρακτηριστικών από το Πανεπιστήμιο του Ροκεφέλερ, κάποιος με σχετικά «εύκολο» πρόσωπο, με κοινά χαρακτηριστικά, είναι πολύ πιο εύκολο να συγκριθεί με κάποιον άλλο. Αυτός ο άνθρωπος με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, βάσει υπολογισμών, μπορεί να έχει περισσότερους από 74.000 δυνητικούς σωσίες. Αλλά προφανώς δεν μιλάμε γι' αυτό...
Ο λόγος γίνεται για την αντικειμενική ομοιότητα μεταξύ δύο ανθρώπων. Σύμφωνα με τον Brunelle, και μετά το φωτογραφικό πρότζεκτ του, μπορεί με σιγουριά να ειπωθεί ότι οι λόγοι για τους οποίους η ομοιότητα μας απασχολεί εδώ και αιώνες αφορούν περισσότερο το αίσθημα οικειότητας με κάποιον που μοιραζόμαστε παρόμοια χαρακτηριστικά παρά την αντικειμενική ομοιότητα...
«Όταν κάποιοι συναντιούνται με τους σωσίες τους πρώτη φορά λένε "όχι, δεν βλέπω καμία ομοιότητα. Αλήθεια, δεν βλέπω". Και ενώ η ομοιότητα είναι τόσο προφανής σε όλους τους άλλους, είναι τρελό να το ακούς αυτό, αλλά συμβαίνει», λέει ο Brunelle.
Ενδιαφέροντα όλα αυτά τα στοιχεία, αλλά γιατί μας νοιάζει τόσο πολύ αν υπάρχει ο σωσίας μας εκεί έξω;
«Όταν συναντάς κάποιον που σου μοιάζει δένεσαι μαζί του ακαριαία, γιατί μοιράζεστε κάτι», λέει ο Brunelle, εξηγώντας ότι είναι η αίσθηση οικειότητας, αλλά και το γεγονός ότι ενστικτωδώς νιώθουμε πιο ελκυστικοί, λιγότερο μόνοι. Κατά τα λοιπά, η σκληρή αλήθεια, αυτή της επιστήμης, των αριθμών και των μετρήσεων, φυσικά λέει ότι ακόμη κι αν μοιάζουμε σαν δυο σταγόνες νερό με κάποιον είναι απολύτως αδύνατον να έχουμε το ίδιο DNA. Βασικά, είναι πιο πιθανό ο γενετικός μας κώδικας να έχει περισσότερα κοινά στοιχεία με έναν τυχαίο άνθρωπο παρά με τον σωσία μας...
Με πληροφορίες από το BBC