TO BLOG ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΥ
Λάζα Λαζάρεβιτς, η δύναμη ενός σπουδαίου Σέρβου συγγραφέα Facebook Twitter
Φωτ.: © Jon Cuadros

Λάζα Λαζάρεβιτς, η δύναμη ενός σπουδαίου Σέρβου συγγραφέα

 

 

Λάζα Λαζάρεβιτς, η δύναμη ενός σπουδαίου Σέρβου συγγραφέα

Η νύχτα ήταν λαμπρή. Ο ουρανός λάμπει, το φεγγάρι φωτοβολεί, δροσερός ο αέρας, δεν κινείται τίποτε· είδα τότε τον μπαμπά πως ανασηκωτά κρυφοκοίταζε στην κάμαρη των καλφάδων και πάλι πήγε μακρύτερα. Τέλος στάθηκε κάτω απ' τη στέγη της αποθήκης κι έβγαλε το πιστόλι. Αυτήν τη στιγμή πρόβαλε, δεν ξέρω από πού, η μητέρα. Τρόμαξε ο άνθρωπος, κάρφωσε πάνω της το βλέμμα του με το στόμα ανοιχτό.


-Βάσα, αδερφέ, αφέντη μου! Τι σκοπεύεις να κάνεις;


Ο πατέρας μου σκιάχτηκε. Στέκεται σαν λαμπάδα, κοιτάζει τη μητέρα με άδειο βλέμμα. Η φωνή του σαν κουδούνι σπασμένο.


—Πήγαινε, Όλγα, άφησέ με. Εγώ χάνομαι.


—Πώς χάνεσαι, αφέντη μου; Ο Θεός μαζί σου. Τι λόγια είν' αυτά;


Όλα τα 'δωσα, είπε αυτός κι άπλωσε τα χέρια.


—Ας τα 'δωσες, αδερφέ. Σάματις εσύ δεν τα κέρδισες;


Ο πατέρας αποτραβιέται λιγάκι και την κοιτάζει σαστισμένος.


― Μα όλα, είπε αυτός, όλα, τ' ακούς;


- Δεν πειράζει, είπε η μητέρα.


- Και τ' άλογο, είπ' αυτός.


- Το παλιοψοφίμι! λέει η μητέρα.


- Και το χωράφι.


- Την ερημιά!


Αυτός χύνεται κοντά της. Την κοιτάζει στα μάτια, σαν για να τη φάει. Μα αυτό σαν ένας άγιος - που 'ταν κιόλας.


-Και το σπίτι! της λέει και γουρλώνει τα μάτια.

-Δεν πειράζει, λέει η μητέρα, εσύ να 'σαι καλά.

-Όλγα!


-Βάσα!


-Τ' είν' αυτά που λες, Όλγα;


-Ο Θεός, λέω, να δώσει ζωή σε σένα και στα παιδιά μας. Εμάς δε μας έθρεψε ούτε το σπίτι ούτε ο χωράφι. Εσύ μας ζωοτρόφησες. Κανείς μας δε θα πεινάσει, ενόσω εσύ είσαι ανάμεσά μας.


0 πατέρας μου σα να ζαλίστηκε και στηρίχτηκε μέ τον αγκώνα του στης μητέρας τον ώμο.


-Όλγα, άρχισε να λέει, μα και σύ...


Εδώ η φωνή του πνίγηκε, σκέπασε τα μάτια του το μανίκι και σώπασε. Εκείνη τον έπιασε απ' το χέρι.


- Όταν παντρευτήκαμε, δεν είχαμε τίποτε, μόνο ένα χαλί, ένα ταψί και δυο τρία σκαφίδια. Σήμερα, δόξα να 'χει ο Θεός, είναι γεμάτο το σπίτι.


Εγώ είδα πως έπεσε μια σταλαματιά δάκρυ κάτω απ' το μανίκι του μπαμπά κι άστραψε στο φως του φεγγαριού.


- Λησμόνησες πως έχουμε ακόμη την αποθήκη γεμάτη κηκίδι; [Σημ. μετ.: ο καρπός του κυπαρισσιού, απ' τον οποίο κατασκευαζόταν το μελάνι της γραφής]


- Γεμάτη είναι, λέει ο πατέρας με φωνή μαλακή σαν μετάξι. Σέρνει το μανίκι πάνω στα μάτια και κατεβάζει το χέρι.


- Και τι κάνουν εκείνες οι δυο αρμαθιές τα φλωριά; Γιατί να κείτουνται τόσα χρήματα, πάρ' τα για την πραμάτεια σου.


- Να τα βάλουμε στα σιτάρια.


- Μήπως τάχα γεράσαμε πολύ, δόξα να χει ο Θεός! Έχουμε γεια! Και τα παιδιά μας είναι γερά. Θα παρακαλούμε το Θεό και θα δουλεύουμε.


- Σαν τίμιοι άνθρωποι.


- Εσύ δα δεν είσαι από κείνους που κάθονται με τα χέρια τα δεμένα, καθώς υπάρχουνε τέτοιοι. Εγώ δε δίνω τα χέρια σου ούτε για τα καλά όλου του κόσμου.


- Και θ' αποχτήσουμε πάλι σπίτι.


- Και θα το βγάλουμε πέρα με τα παιδιά.


- Και τότε δε θα μ' αναθεματίζουνε πεθαμένο. Από τότε δεν τα είδα!


- Έλα να τα δεις, του λέει η μητέρα και τον σέρνει από το χέρι, σαν μωρό παιδί.


Εγώ με τρία πηδήματα βρέθηκα στο δωμάτιο. Είπα μόνο στην αδερφή μου σιγά:


-Πλάγιασε!


Κι εγώ σκεπάστηκα πανωκέφαλα με το πάπλωμα. Μόλις ο πατέρας κι η μητέρα πάτησαν το κατώφλι και να και χτύπησαν βροντερά οι καμπάνες για τον όρθρο.


Βαρύς ο ήχος ξαπλώνεται μες στη σιγαλιά της νύχτας και τρομάζει του χριστιανού η ψυχή. Καθώς ο αγέρας παίρνει τα κλαδιά τα κατάξερα, έτσι κι αυτός ο ήχος παίρνει τον πόνο και τη θλίψη. Σκίζει τους δεσμούς της ματαιότητας·  η ψυχή ταπεινωμένη μιλά με τον ουρανό.


-Παιδί μου, σήκω να πάμε στην εκκλησιά!...

Λάζα Λαζάρεβιτς, Απόσπασμα από το «Πρώτη φορά με τον πατέρα στον όρθρο». Περιέχεται στη συλλογή διηγημάτων « Στις όχθες του Σάβου» που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ενύπνιο, σε μετάφραση Βλάνταν Τζόρτζεβιτς, σελ. 64-67

 

 


Ο Λάζα Λαζάρεβιτς, (1851-1891)  θεωρείται ένας από τους κορυφαίους Σέρβους συγγραφείς του 19ου αιώνα και αρκετοί αναφέρονται σε αυτόν ως «ο Σέρβος Τουργκένιεφ». Πρωταρχικό μέλημά του είναι να προσεγγίσει τα δεσμά που κρατούν φυλακισμένη την ανθρώπινη ψυχή και να τα επιλύσει, ίσως όχι με τον καλύτερο, αλλά τουλάχιστον με έναν διαφορετικό τρόπο.

 

Χαρακτηριστικό των διηγημάτων του —το μόνο έργο του που μας παραδίδεται- είναι η κλιμακωτή κορύφωση του δραματικού ύφους, η ενδελεχής σκιαγράφηση των χαρακτήρων, η ολοκληρωμένη ψυχολογική ανάλυσή τους. Ο αναγνώστης πλημμυρίζει συγκίνηση ακόμα και από τον τρόπο που ο συγγραφέας παρουσιάζει τα άψυχα αντικειμένα, λες και τους μεταδίδει πνοή κατευθείαν μέσα από την καρδιά του.

 

Στις Όχθες του Σάβου, η ζωή είναι δοσμένη σε όλη της την τραγικότητα και την ανθρώπινη τρυφερότητα.

― Από το οπισθόφυλλο της ελληνικής έκδοσης

 

Dinu Lipatti - Schubert Impromptu in G flat Major

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ