Επί τρεις αιώνες, από τη βασιλεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι αυτή του Αυγούστου, καλλιτέχνες από τη Μεσόγειο δημιούργησαν καινοτόμα ρεαλιστικά γλυπτά που χαρακτηρίζονται από τη σωματική τους δύναμη και τη ρεαλιστική τους ένταση. Τα χάλκινα αγάλματα, αριστουργήματα της λεπτομέρειας, των εφέ που κάνουν σε παιχνίδι με το φως, την ανάδειξη κάθε μικρής λεπτομέρειας σε δυναμική σύνθεση, την μεγαλειώδη έκθεση του γυμνού σώματος, και λεπτομερείς εκφράσεις της ηλικίας και του χαρακτήρα. Η ανθρώπινη μορφή παρουσιάζεται με τον πιο εκθαμβωτικό τρόπο. Στο μουσείο Γκετί, θα παρουσιαστεί η πρώτη μεγάλη διεθνής έκθεση που συγκεντρώνει περισσότερα από 50 αρχαία χάλκινα αγάλματα, εξαιρετικά σπάνια, από την περιοχή της μεσογείου από τον 4ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 1ο αιώνα μ.Χ.
«Η αναπαράσταση της ανθρώπινης μορφής είναι κεντρικής σημασίας για την τέχνη σχεδόν σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, αλλά πουθενά δεν έχει μεγαλύτερη σημασία και μεγαλύτερη επιρροή στην μετέπειτα ιστορία της τέχνης από όσο στην Ελλάδα», δήλωσε ο Timothy Potts, διευθυντής του μουσείου J. Paul Getty.
Τα μεγάλης κλίμακας μπρούτζινα γλυπτά είναι από τα σπανιότερα που έχουν σωθεί από την αρχαιότητα. Ο λόγος είναι απλός. Ο χαλκός ως πολύτιμο υλικό, έλιωνε προκειμένου να ξαναχρησιμοποιηθεί. Σειρές από άδεια βάθρα σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους αποτελούν μια σκληρή μαρτυρία για την παρουσία και την καταστροφή των χάλκινων αγαλμάτων της ελληνιστικής εποχής
Οι γλύπτες κατά την περίοδο των ελληνιστικών χρόνων ανέδειξαν με τον πιο δραματικό τρόπο τις πτυχές, έπλασαν τα μαλλιά, τις λεπτομερείς απεικονίσεις των φλεβών, τις ρυτίδες τους τένοντες και τους μύες, δημιουργώντας τα πιο αληθοφανή και συναισθηματικά φορτισμένα γλυπτά που έγιναν ποτέ και εξακολουθούν μέχρι σήμερα να γοητεύουν και να εντυπωσιάζουν τους θεατές, ενώ κατέχουν μια περίοπτη θέση στην ιστορία της τέχνης. Με το μουσείο Γκετί συνεργάζονται το Palazzo Strozzi της Φλωρεντίας, το Εθνικό Αρχαιολογικό μουσείο της Ιταλίας, η αρχαιολογική υπηρεσία της Τοσκάνης και η Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον.
Τα μεγάλης κλίμακας μπρούτζινα γλυπτά είναι από τα σπανιότερα που έχουν σωθεί από την αρχαιότητα. Ο λόγος είναι απλός. Ο χαλκός ως πολύτιμο υλικό, έλιωνε προκειμένου να ξαναχρησιμοποιηθεί. Σειρές από άδεια βάθρα σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους αποτελούν μια σκληρή μαρτυρία για την παρουσία και την καταστροφή των χάλκινων αγαλμάτων της ελληνιστικής εποχής. Κατά ένα ειρωνικό τρόπο πολλά χάλκινα αγάλματα εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα και σήμερα, μόνο και μόνο επειδή χάθηκαν σε ναυάγια, βρίσκονταν επί αιώνες στο βυθό της θάλασσας και έτσι μπόρεσαν να ανακτηθούν.
Συνήθως τα χάλκινα αγάλματα τα βλέπουμε να εκτίθενται ανάμεσα σε άλλα εκθέματα από άλλα υλικά. Σπανίως εκτίθενται το ένα δίπλα στο άλλο, ώστε να καταλάβουμε τόσο την ποικιλία των μορφών, των τεχνικών που χρησιμοποιούνται από τους αρχαίους γλύπτες, αλλά και αντικείμενα του ίδιου τύπου και από το ίδιο εργαστήριο, την ίδια εποχή. Για παράδειγμα υπάρχουν δυο ερμαί του Διονύσου, η Mahdia από το Εθνικό Μουσείο Bardo, της Τυνησία και αυτή του μουσείου Getty που έγιναν στο ίδιο εργαστήριο και δεν έχουν εκτεθεί μαζί ποτέ. Η Mahdia βρέθηκε στα ανοικτά των ακτών της Τυνησίας το 1907, μαζί με ένα φορτίο αρχαίου πλοίου που μετέφερε πολλά έργα τέχνης από την Ελλάδα και είναι το μόνο αρχαίο χάλκινο της εποχής υπογεγραμμένο από τον καλλιτέχνη (Boëthos της Καλχηδόνας). Αυτή που ανήκει στο Γκετί προέρχεται από το ίδιο εργαστήριο και είναι ένα μείγμα χαλκού, κασσίτερου, μολύβδου, και άλλα ιχνοστοιχεία που είναι σαν το DNA των μπρούντζινων γλυπτών. Οι πληροφορίες που παίρνουμε από αυτά τα δυο χάλκινα γλυπτά μας επιτρέπουν να μελετήσουμε σε βάθος τόσο την κατασκευή όσο και την μέθοδο αναπαραγωγής.
Τα αριστουργήματα αυτά που βλέπουμε συνήθως μεμονωμένα, παρουσιάζονται εδώ στο ευρύτερο πλαίσιό τους και έχουν να αφηγηθούν μια πλούσια ιστορία, όχι μόνο για το καλλιτεχνικό επίτευγμα, αλλά και για τις πολιτικές και πολιτιστικές ανησυχίες των ανθρώπων που τα παρήγγειλαν αλλά και τα δημιούργησαν περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια πριν. Ανάμεσα στα πολλά και διάσημα γλυπτά είναι και η λεγόμενη κεφαλή ενός άνδρα από τη Δήλο που προέρχεται από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Η δραματικά εκφραστική αυτή προτομή άγνωστου άνδρα με το επιτακτικό βλέμμα χρονολογείται από το τέλος του δεύτερου ή τις αρχές του πρώτου αιώνα π.Χ.. Ο «Παλαιστής», προέρχεται από το Εθνικό Μουσείο της Ρώμης και στην μορφή του διαγράφονται με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο ουλές και μώλωπες. Ξεχωρίζει ως η επιτομή της κατανόησης της ελληνιστικής τέχνης, η οποία επιχειρούσε να συλλάβει κάθε λεπτομέρεια. Ο κουρασμένος μαχητής εξαντλημένος από τον βίαιο αγώνα περιγράφει με την έκφρασή του την δύναμη και το πάθος της μοναδικής ελληνιστικής γλυπτικής.
Σπάνια επιβίωσαν, αλλά οι πολλαπλές εκδόσεις του ίδιου έργου ήταν ο κανόνας στην αρχαιότητα. Ένα καλό παράδειγμα είναι η φιγούρα ενός αθλητή που φαίνεται να κρατάει ένα στλεγγίδα, μια καμπύλη λεπίδα που χρησιμοποιείται για να ξύσει το πετρέλαιο και τις ακαθαρσίες από το δέρμα του , γνωστή στα ελληνικά ως «ξύστρα». Είναι ένα από τα πιο διάσημα αντίγραφα που έγιναν εκείνη την περίοδο. Στην έκθεση υπάρχουν επίσης τρία χάλκινα αγάλματα της Ύστερης Ελληνιστικής ή Πρώιμης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορικής περιόδου, γύρω στα 300π.Χ .από έναν κορυφαίο γλύπτη της εποχής.
σχόλια