Γιατί πέρασαν παραπάνω από είκοσι χρόνια για να κάνετε καινούργια ταινία;
Είκοσι χρόνια έχω να κάνω μυθοπλασία. Εκεί, στα μέσα του '80, είχε εκδηλωθεί μια κρίση αφηγηματικού διαλόγου με το κοινό μας. Η απώλεια ενός κοινού που με ενδιέφερε πάρα πολύ, ώστε να συνομιλεί η δουλειά μου, με επηρέασε - δεν απομακρύνθηκε το κοινό μόνο από τη δική μου δουλειά αλλά και από άλλων σκηνοθετών της γενιάς μου. Επίσης, μια σειρά από συμπτώσεις που αφορούσαν την επαγγελματική μου αλλά και την προσωπική μου ζωή. Η εμπλοκή μου με το Εθνικό Κέντρο Κινηματογράφου - δεν μπορούσα να είμαι και κριτής και να προβάλλω τον ίδιο μου τον εαυτό. Κυρίως όμως η ανακάλυψη ενός νέου τότε για μένα είδους κινηματογράφου, που ήταν το ντοκιμαντέρ, μού εστίασε τα ενδιαφέροντα σ' έναν άλλο χώρο. Δεν εγκατέλειψα το κινηματογραφικό πλάνο αλλά το αντικατέστησα με μια ντοκιμαντερίστικη οπτική που μου έδωσε ένα άλλοθι και ένα κίνητρο να ασχοληθώ με τον αγαπημένο μου χώρο: τα Επτάνησα. Αισθανόμουν πάντα πολύ μεγάλο το ιστορικό εύρος των νησιών και ταυτόχρονα είχα και την ευκαιρία να εμπλακώ κινηματογραφικά με αυτό. Ποτέ δεν με ενδιέφερε η Αθήνα ή τίποτα άλλο. Ο Αγγελόπουλος, για παράδειγμα, νιώθει τη μέθεξη με τη βόρεια Ελλάδα. Εγώ με τα υγρά και πράσινα Επτάνησα.
Ποιαείναι η κινηματογραφική ιδιαιτερότητα των Επτανήσων;
Η υγρή, τρελή και απρόβλεπτη συμπεριφορά των ανθρώπων. Επειδή στα Επτάνησα οι καιροί αλλάζουν συνεχώς μέσα στη μέρα, αυτό επηρεάζει τη ζωή των κατοίκων. Δημιουργεί μια ανεξέλεγκτη, πολλές φορές και συναισθηματική, φόρτιση που φτάνει σε ένα υψηλό επίπεδο τρέλας, σε μια εκτός ελέγχου συμπεριφορά που είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα.
Και εκεί έρχεται το έργο του Θεοτόκη και να η ταινία...
Ύστερα από έναν κύκλο που έκανα και αφού γνώρισα το ντοκιμαντέρ και το θεατρικό χώρο, που μου ήταν πάρα πολύ χρήσιμα, γιατί προσδιόρισα μεν τη σχέση μου με το κάδρο και το περιεχόμενό του και από την άλλη μεριά γνώρισα το μυστικό κόσμο της ερμηνείας και των ανθρώπων αυτών που λέγονται ηθοποιοί. Όλο αυτό, όμως, μου δημιούργησε μια εσωτερική πίεση και ξανάπιασα στα χέρια μου το 2002 τους Σκλάβους στα δεσμά τους. Ήταν ένας νεανικός μου πόθος και είχα απωθημένο να καταπιαστώ μαζί τους. Δεν ήταν εύκολο, γιατί μέσα στο βιβλίο περιγράφονται τα πάθη μιας ολόκληρης τάξης. Μπορεί να είναι κινηματογραφικό, αλλά είναι έντονα περίπλοκο.
Βοήθησε η λεγόμενη «κινηματογραφική αφήγηση» του Θεοτόκη;
Η κινηματογραφική αφήγηση αναφέρεται στους καθαρούς χαρακτήρες, στις ουσιαστικές συγκρούσεις που περιγράφουν την άνοδο και την πτώση ταξικών στρωμάτων. Διαγράφει χαρακτηριστικά τα ανθρώπινα πάθη και τα μεγάλα συναισθήματα. Όλο αυτό είναι ένα εξαιρετικό υλικό για να το κρατήσεις σαν μια στερεή και πολύ συγκροτημένη βάση, ώστε να την επεξεργαστείς σεναριακά και να γίνουν τα πρόσωπα πιο σύνθετα και πιο σύγχρονα.
Πώς ξεφεύγει σαν υλικό από τον τοπικισμό για να αγγίξει το πιο γενικό;
Η ταινία δεν έχει μια κερκυραϊκή ντοπιολαλιά, εξωτερικά τοπία του νησιού και άλλα τοπικά λήμματα. Όλα αυτά τα απέφυγα. Από την αρχή συμφωνήσαμε με τους ηθοποιούς ν' αποφύγουμε χαρακτηριστικά που υπογράμμιζαν το ιδιαίτερο μιας περιοχής και τη γοητεία μιας εποχής. Αντίθετα, παραπέμποντας σε ένα μπεργκμανικό ύφος με εσωτερικούς χώρους όπου η δράση είναι ανθρωποκεντρική, έκανα κάποιες επιλογές: άλλαξα τον αργό υφολογικό ρυθμό μου με έναν πιο γρήγορο και πάρα πολλά πλάνα ώστε ο θεατής να είναι πάντα μέσα στα γεγονότα. Κράτησα την κάμερα μόνο στο χέρι ώστε να τοποθετήσω το θεατή μέσα στο κάδρο. Το τρίτο που έκανα ήταν ότι αλλοίωσα τα χρώματα. Ο χρωματισμός είναι συναισθηματικός και όχι ο κλασικός έγχρωμος. Δόξα τω Θεώ, έχουμε αρκετές καλές έγχρωμες ελληνικές ταινίες. Ας δούμε κάτι το διαφορετικό. Τέλος είναι η μινιμαλιστική μουσική του Μίνωα Μάτσα. Καμία σχέση με παραδοσιακούς επτανησιακούς ήχους.
Ποια πιστεύετε πως είναι η επικαιρότητα στο έργο Σκλάβοι στα Δεσμά τους;
Η πτώση των αξιών. Πράγμα που χαρακτηρίζει από την αρχή το δράμα του Θεοτόκη. Καθώς γύριζα την ταινία συνειδητοποίησα ότι η συμπεριφορά των ηρώων προκαλεί ύβρη, αφού ξεπερνάει τα ηθικά δεδομένα. Η βίαιη άνοδος προσώπων και κοινωνικών ομάδων, καθώς αντιλαμβάνονται τις αλλαγές και τις καταρρεύσεις αξιών, δημιουργεί μια ανατροπή. Αυτή η ανατροπή υπάρχει και στη σημερινή κοινωνία να είναι καταστροφική. Όσο και να σκεπτόμαστε πως αυτά γίνονταν στις αρχές του 20ούαιώνα, κατά μια σύμπτωση, τώρα που μιλάμε, βρισκόμαστε σ' έναν κύκλο που έρχεται και συναντάει πάλι την ίδια κατάσταση.
Είναι η ανατροπή πάντα κάτι αρνητικό;
Στο τέλος της ταινίας έχω παρέμβει στο βιβλίο για να απαντήσω στο ερώτημά σου. Να καταδείξω δηλαδή πως, όταν κλείνει ένας κύκλος ζωής επώδυνα, ταυτόχρονα ανοίγει ένας καινούργιος κύκλος αισιοδοξίας. Η ζωή τελικά συνεχίζεται και οι εξελίξεις τη βελτιώνουν.
Οι ηθοποιοί, βάζω μέσα και αυτούς της διανομής σας, έχουν μειωμένη κινηματογραφική αντίληψη εξαιτίας της τηλεόρασης;
Τολμώ να πω πως το πρόβλημα δεν είναι οι ηθοποιοί αλλά το ότι δεν έχουμε κινηματογραφικούς σκηνοθέτες. Ελάχιστα πρόσωπα και κυρίως νέων ανθρώπων μπορούν να με διαψεύσουν. Οι σκηνοθέτες, και βάζω μέσα και τον εαυτό μου, αγνοούσαμε τις ερμηνευτικές διεργασίες με αποτέλεσμα να στεκόμαστε πολύ συχνά αμήχανοι απέναντι σε πολύ καλούς ηθοποιούς. Οφείλουμε να παραδεχτούμε πως προκειμένου ένας σκηνοθέτης να καταθέσει το ταλέντο του και την άποψή του, πίεζε τους ηθοποιούς του να πειθαρχήσουν σε αυτό που είχαν στο μυαλό τους. Αυτή η πειθαρχία δεν ήταν πάντα πολύ αποτελεσματική, αφού πολλοί καλοί ηθοποιοί λογόκριναν το ταλέντο τους. Η έλλειψη δεν χρεώνεται στους ηθοποιούς, αλλά στους σκηνοθέτες. Η τηλεόραση αυτό το καθιέρωσε. Έτσι, οι ηθοποιοί, γυρνώντας στις ταινίες, είχαν περισσότερο αμβλυμένο παρά οξυμένο το ερμηνευτικό τους ταλέντο. Πώς είναι δυνατόν στο θέατρο να έχουμε θαυμάσιες ερμηνείες και στις ταινίες να μην έχουμε το ίδιο επίπεδο.
Δεν ακούγεται συχνά πια το«για ελληνική ταινία καλή είναι».
Είναι μια έκφραση που με πληγώνει και δεν την έχω χρησιμοποιήσει ποτέ. Όποιος λέει το «για ελληνικό καλό είναι» θα πρέπει ίσως ν' αναλογιστεί και τα οικονομικά μεγέθη. Εγώ έκανα μια ταινία εποχής με χιλιάδες ευρώ σε μετρητά και μια αντίστοιχη ξένη στοιχίζει εκατομμύρια. Είναι επόμενο λοιπόν να ξεκινάω με μια συγκεκριμένη οπτική. Δεν θέλω να τη σχολιάσω επειδή είμαι κινηματογραφιστής, δεν πρέπει να με αγγίξει. Ο μόνος λόγος που δημιουργούμε είναι η ψυχολογία μιας μοναδικότητας στη δουλειά μας. Αν την αποδεχθώ, θα πρέπει να σταματήσω να δημιουργώ.
σχόλια