Αφορμή για αυτή την συζήτηση στάθηκε ο δίσκος που είχε βγάλει τότε η Χάρις Αλεξίου «Βύσσινο και νεράτζι», με δημοτικά τραγούδια. Φιλότιμη δουλειά που την είχε κάνει με αγάπη, αλλά και εύλογους εμπορικούς δισταγμούς, που αποδείχτηκαν βάσιμοι. Δεν είχε επιτυχία. Η συνάντηση είχε γίνει στο σπίτι της στο Φάληρο, την γνώριζα πρώτη φορά, συνεπώς δεν υπήρχε οικειότητα ούτε διάθεση για «εξομολογήσεις» και «εκ βαθέων». Το προτιμούσαμε κι οι δύο, νομίζω. Οι άνθρωποι που έχουν δώσει εκατοντάδες συνεντεύξεις, λειτουργούν καλύτερα όταν μιλούν για συγκεκριμένα πράγματα ― δεδομένου ότι την πολλή εξομολόγηση τη βαριέται κι ο θεός.
Ομολογώ, είχα ξεχάσει αυτή τη κουβέντα και μου τη θύμισε ένα βίντεο στο τέλος της σημερινής μας συνέντευξης με τον θρύλο των δημοτικών τραγουδιών,την Τασία Βέρρα. Τραγουδούν μαζί ένα τραγούδι, έξω καρδιά. Σκέφτηκα ότι ίσως θα άξιζε να ψηφιοποιηθεί.
Καλή ανάγνωση!
Η ιδέα γι’ αυτό το δίσκο πώς σας γεννήθηκε; Δεν είναι κάποια καινούργια επιθυμία. Υπήρχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Κατά καιρούς, όταν παιδιά από διάφορες περιοχές της Ελλάδας μού φέρνανε ν’ ακούσω τραγούδια με δημοτικά στοιχεία, σκεφτόμουν ότι αντί να τα βάλω σαν ορφανά μέσα σε δίσκους, ανάμεσα σε ζεϊμπέκικο και χασάπικα είναι καλύτερα να τα βάλω όλα μαζί.
Και το συγκεκριμένο timing; Μόλις τελείωσα τις εμφανίσεις μου πέρσι και είπα θα φύγω, θα ξεκουραστώ, δε θα βάλω κανένα ραντεβού μπροστά μου, τότε εμφανίστηκε αυτή η παλιά ιδέα και είπε «τώρα εγώ τι θα κάνω;»... Δεν το περίμενα νά 'ναι τόσο εύκολο, τόσο ξεκούραστο. Θυμάμαι, πήρα τα τραγούδια μαζί μου όταν έφυγα για το Παρίσι -κάτι ντέμο πολύ πρόχειρα...
Φύγατε για το Παρίσι; Έχετε κι εκεί σπίτι; Το χειμώνα μου τον πέρασα εκεί. Ήθελα να φύγω, να ξεφύγω.
Κι ακούγατε δημοτικά στο Παρίσι; Ναι. Είχα τα ακουστικά και περπατούσα στο δρόμο, κι άκουγα τα δημοτικά. Αναρωτιόμουν αν μου είναι πιο αρεστά επειδή τ’ ακούω στο Παρίσι, γιατί εκεί ακούω και Καζαντζίδη, ας πούμε. Που εδώ δεν ακούω. Αλλά δεν ήταν έτσι. Είχα γκώσει από το ζεϊμπέκικο και το χασάπικο. Δεν ήθελα να ξαναπώ χασάπικο. Ήθελα κάτι που νά ’χει μια αγνότητα πάλι- νά ’ναι αθώο και απλό.
Αν ξέρατε σίγουρα, μέσω των προακροάσεων κλπ., ότι αυτό το πράγμα που αγαπήσατε τόσο δεν θα πάει, θα το βγάζατε; Ναι. Το έκανα πολύ συνειδητά αυτό. Γι’ αυτό σάς μίλησα γι’ αυτή την περίοδο που δεν δουλεύω σε μαγαζιά -δεν θέλω να δουλεύω σε μαγαζιά- και θέλω μόνο δώρα να κάνω στον εαυτό μου. Μπαίνοντας λοιπόν στο στούντιο και λέγοντας «στα χείλη να καρπίσουν τα φιλάκια / σαν τα σταφυλάκια», νιώθω το στόμα μου να υγραίνεται... Ήταν κάτι που έγινε χωρίς προσπάθεια. Φεύγαμε από το στούντιο και πηγαίναμε στα κλαρίνα. Ένα βράδι πήγαμε στη Φιλιώ Πυργάκη.
Τρελάθηκε η Φιλιώ όταν σας είδε; Εγώ τρελάθηκα! Εγώ αυτά τη γυναίκα δεν την είχα δει ποτέ. Θαύμασα αυτή τη ρώμη που έχει, το ότι τραγουδάει με όλο της τον εαυτό. Ένας βράχος επάνω στο πάλκο.
Ένας ολόκληρος κόσμος ξεχασμένος. Που δεν τον ξέρουμε καν.
Είχατε ποτέ τον πειρασμό να παίξετε το παιχνίδι των media, προκειμένου κάτι καλό που κάνετε, να έχει την ανάλογη δημοσιότητα; Νομίζω ότι έχω κάνει καλή οικονομία σ’ αυτό - παρόλο που, όταν είσαι μέσα στο παιχνίδι, πρέπει να παίξεις. Βέβαια ήμουνα και «αγαπημένο παιδί» των media. Δεν έχω φάει πόρτα στη ζωή μου. Παρόλα αυτά, έχει συμβεί να παίζω με αποκλειστικότητες, με ανταλλαγές - αυτό παίζει μέσα στη λογική τού μάρκετιγκ.
Λέγοντας «στα χείλη να καρπίσουν τα φιλάκια / σαν τα σταφυλάκια», νιώθω το στόμα μου να υγραίνεται...
Όταν βλέπετε πράγματα ευτελή να έχουν δεκαπλάσια προώθηση από τις δουλειές σας, τι νιώθετε; Νιώθω ανελεύθερη πολύ. Και ένοχη, επειδή είμαι μέρος αυτής της κατάστασης. Αισθάνομαι ότι θά ’πρεπε η συμπεριφορά μου να είναι πιο επαναστατική μέσα στο χώρο. Το ότι ήμουν καλοδεχούμενη δεν μου καλλιέργησε την αγωνιστικότητα.
Είχατε τον πειρασμό σε αυτόν το δίσκο να ανατρέψετε αυτό το παιχνίδι τού μάρκετινγκ; Αυτό ήταν και το πρώτο πράγμα που είπα. Μου λέγανε «πρέπει να κάνουμε βίντεο κλιπ», βρε άσε, ας μην κάνουμε βίντεο κλιπ. «Αυτό δεν θα το παίξει το ραδιόφωνο», βρε ας μην το παίξει το ραδιόφωνο. Με κοιτάζανε οι μουσικοί μέσα στο στούντιο με ένα συγκαταβατικό χαμόγελο, σαν να μου λέγανε «τώρα που παίζουμε κι εμείς, βρήκες να τα κάνεις αυτά;» Όμως πολύ συνειδητά το κάνω, και δεν ξέρω αν θα το έκανα αν δεν είχα γνωρίσει τόσο μεγάλη επιτυχία.
Εσείς μ’ αυτή τη μουσική μεγαλώσατε; Τα πρώτα μου ακούσματα ήταν το δημοτικό τραγούδι. Γεννήθηκα στη Θήβα τη δεκαετία τού ’50, έζησα μέχρι οχτώ χρονών εκεί. Νομίζω το '56 πήραμε το πρώτο μας ραδιόφωνο. Οι άνθρωποι τότε καθόντουσαν στο τραπέζι με το κρασί τους κι έπιαναν το τραγούδι. Το πρώτο μη δημοτικό τραγούδι που άκουσα στο ραδιόφωνο ήταν το «Γαρίφαλο στ’ αυτί».
Θα ήταν σοκ! Όχι. Η μάνα μου σιγοτραγούδαγε κάνοντας δουλειές ελαφρά τραγούδια - Χαιρόπουλο, Αττίκ. Μικρασιάτισσα, έχοντας ζήσει και στη Θεσσαλονίκη, είχε έναν άλλο πολιτισμό. Έτσι μεγάλωσα εγώ. Ανάμεσα στην λεπτότητα της Μικράς Ασίας και τα δημοτικά τραγούδια της Θήβας. Μάλιστα τον Παπασιδέρη πήγα και τον βρήκα στη Σαλαμίνα όταν ήθελα να κάνω τον πρώτο μου δίσκο με δημοτικά, Τα τραγούδια της γης μου. Γιατί ήταν καθαρός και δεν είχε τουρκέψει.
Στο γιό σας αρέσουν οι δίσκοι σας; Ο γιός μου τώρα αρχίζει και με ακούει. Είναι εικοσιτεσσάρων χρονών, του ζητάω τη γνώμη του.
Γι' αυτή τη δουλειά τι σας είπε; Μου είπε «εντάξει, εμένα αυτά δεν μου λένε τίποτα, αλλά νιώθω ότι είναι καλά τραγούδια».
Πάντως, μιλώντας πριν για τις εταιρείες, συνειδητοποίησα πόσο δύσκολο είναι να μπεις στη βασιλεία των ουρανών όταν είσαι πλούσιος και εμπορικός. Να ισορροπήσεις ανάμεσα στην αλήθεια και τα πολλά λεφτά.
Ναι. Είναι η στιγμή που παίρνεις απόφαση ότι γίνεσαι προϊόν. Εφόσον η φωνή σου ηχογραφείται, μπαίνει σε ένα σι ντι και βγαίνει στο εμπόριο, είσαι ένα προϊόν προς πώληση.
Δεν είναι μόνο το μάρκετινγκ, είναι και η εξέλιξη ενός παιδιού που ξεκινάει άδολα και με ενθουσιασμό να τραγουδάει, και σιγά σιγά αποκτάει λεφτά και δύναμη και κοινωνικό στάτους. Και έχει διάφορα διλήμματα να αντιμετωπίσει. Τώρα κατάλαβα την ερώτησή σας... 'Οντως, σου δημιουργούνται καινούργιες, ψεύτικες ανάγκες, μαθαίνεις να ζεις σε ένα μεγαλύτερο σπίτι, να έχεις δύο καναπέδες αντί για έναν, δύο αυτοκίνητα, να έχεις και ένα εξοχικό... και τ’ άλλο και τ’ άλλο και τ’ άλλο. Είναι η αναγνώριση, τα βλέμματα των ανθρώπων στρέφονται πάνω σου και, αν την άλλη μέρα δεν συμβεί αυτό, λες «τι έγινε, γιατί δεν με κοιτάξανε;» Αρχίζει η επιτυχία να σε κάνει να φοβάσαι ότι απ’ τη μια μέρα στην άλλη όλα μπορούν να χαθούν, γιατί ποτέ δεν σκέφτεσαι πού ήσουνα και πού έφτασες. Είναι πολύ εύκολο να χαθούν αυτές οι ισορροπίες.
'Εχουν χαθεί ποτέ για σας, έστω και λίγο; Που να μην ξέρω τι μου γίνεται; Ναι, τό ’χω περάσει. Να μου φταίνε όλα και όλοι. Να αισθάνομαι ότι έχω ακολουθήσει ένα σύστημα που με σέρνει απ’ τη μύτη.
Τη δόξα πάντα την κουμαντάρατε; Η δόξα έρχεται γιατί κάνεις κάτι για τους πολλούς. Αλλά η δόξα δεν είναι ένα κομμάτι του κορμιού σου, της ύπαρξής σου. Την άλλη μέρα ξέρεις ότι ο άλλος μπορεί να σε φτύσει.
Ποια είναι η σκέψη που σας συνεφέρνει ώστε να κρατάτε τις ισορροπίες σας; Μακάρι νά ’χα έναν τρόπο, έναν κανόνα. Ίσως να μπορώ να φιλοσοφώ τα πράγματα με ένα τρόπο δικό μου.
Και τι σας λέει αυτός ο τρόπος; Μου λέει ότι η ζωή είναι πολύ μικρή. 'Οτι αξία έχει το καλό και το ωραίο. Η αρετή και η ομορφιά.
Κι αυτό που είπατε στη γιορτή των βραβείων «Αρίων», ότι θέλετε να συναντηθεί η Χαρούλα με την Αλεξίου, τι είδους φιλοσοφία ήταν; Να σας πω τι ήθελα να πω. Ως Αλέξιου, ως καθιερωμένο όνομα, δεν ήθελα να πάω εκεί.
Γιατί; Γιατί έλεγα «τι δουλειά έχω εγώ τώρα μ’ αυτόνα και με κείνον και με τον άλλον». Η Χαρούλα όμως έβλεπε μια γιορτή που της άρεσε πάρα πολύ. Δηλαδή θά ’θελα πάρα πολύ εκεί μέσα -όπως βλέπω στα «Όσκαρ» μαζεμένους όλους τους ηθοποιούς που αγαπάω- να ήμασταν όλοι μαζεμένοι, να μιλάω με όλους τους ανθρώπους και να τους χαιρετάω, με όλα τα «στρατόπεδα». Τώρα βέβαια θα μπορούσε κάποιος να πει «πήγες εκ του ασφαλούς»... Τη δεύτερη φορά μού άρεσε λιγότερο, την τρίτη ακόμα λιγότερο. Τώρα δεν ξέρω αν θέλω να το κάνω, αφού δεν νομίζω ότι αυτή η ιδανική εικόνα μπορεί να υπάρξει.
Πάει να πει πως αυτή η συμφιλίωση που θέλατε, από κάπου μπάζει. Εσείς πάτε από γενναιοδωρία, αλλά αυτό ενδεχομένως αποθρασύνει ακόμα περισσότερο τους θρασείς. Έχετε δίκιο. Δεν μου αρέσει η σκέψη ότι εγώ πάω από γενναιοδωρία, για να δώσω άφεση αμαρτιών σε κάποιον, αλλά πάλι η «αμαρτία» συμβαίνει, και έχουμε όλοι ευθύνη γι’ αυτό. Οπότε μπορείς να συναντάς τον άλλον, να του δίνεις το χέρι σου, αλλά ok, μέχρι εκεί.
Χωρίς υπερβολικά μίση και πάθη. Ακριβώς.
Δεν θα σας τα έλεγα όλα αυτά αν δεν είχατε διαμορφώσει ένα έντονα κοινωνικό προφίλ, με τα τραγούδια σας, τις συναυλίες σας, τα βαφτίσια στην Κύπρο τού παιδιού... Δεν έκανα βαφτίσια εγώ...
Δεν βαφτίσατε το παιδί του Σολωμού; Όχι. Έκανα δώρο ένα τραγούδι.
Τέλος πάντων. 'Εχετε πάντα ένα αίσθημα κοινωνικής ευθύνης. Το οποίο δεν ξέρω πώς το χειρίζεστε σ’ αυτή τη νέα εποχή όπου όλα έχουν διαχυθεί Αριστερά, Δεξιά και ούτω καθ’ εξής... Ναι. Δεν ξέρουμε πού πήγανε τα όριά μας. Το άπλωμα των ιδεών, η μία ιδεολογία που μπήκε μέσα στην άλλη δημιούργησαν ξαφνικά έναν ενθουσιασμό, φάνηκαν σαν ένα άνοιγμα του μυαλού — ότι μπορούν οι άνθρωποι να είναι πιο μονοιασμένοι, να συνεργάζονται περισσότερο. Εγώ νομίζω ότι τελικά μ’ αυτόν τον τρόπο η μια ιδεολογία ακύρωσε την άλλη. Παραδείγματος χάριν, αν ένας άνθρωπος πιστεύει στον Θεό και κάποιος άλλος δεν πιστεύει, αυτοί οι δύο δεν μπορούν να είναι κάτω απ’ την ίδια στέγη, πρέπει ο καθένας να περπατάει μόνος του και να υποστηρίζει τη δική του αλήθεια, με τα δικά του επιχειρήματα, όποια κι αν είναι αυτά.
Και πώς συμπεριφέρεστε σ’ αυτή την απολιτίκ κατάσταση, κυρία Αλεξίου; Δεν μου αρέσει καθόλου, γιατί αισθάνομαι ότι αρχίζω και γίνομαι κι εγώ απολιτίκ. Δεν μπορεί να βλέπεις χαριτωμένους ανθρώπους μέσα στη Νέα Δημοκρατία, χαριτωμένους ανθρώπους μέσα στο ΠΑΣΟΚ, αξιόλογους ανθρώπους μέσα στην Αριστερά, και να είσαι μια χαρά με όλους. Ε, δεν γίνεται αυτό το πράγμα. Γιατί έχουμε φτάσει στο σημείο να ανταλλάσσουμε χειραψίες με όλους τους ανθρώπους πια, όμως εμένα μου λείπει το ότι ιδεολογικά δεν ανήκω κάπου συγκεκριμένα. Παιδί της Αριστερός, που κάποια στιγμή ψήφισε και ΠΑΣΟΚ, και μετά δυσαρεστήθηκε, και μετά δεν ήξερε τι να κάνει.
Και τώρα δεν ξέρετε η να ψηφίσετε; Ή ξέρετε; Δεν ξέρω. Κοιτάξτε όμως. Θα πάω στη σιγουριά μου. Θα πάω στην Αριστερά πάλι. Και δεν με νοιάζει πόσο ντεμοντέ είναι. Αισθάνομαι ότι είναι η πιο ισχυρή φωνή.
Εννοείτε συγκεκριμένη, γιατί ισχυρή δεν είναι η κακομοίρα! Ζητάει το αδύνατο. Κάποιος πρέπει να ζητάει το αδύνατο.
Κυρία Αλεξίου, όταν κάποτε οι πολιτικές ζητούσαν το αδύνατο υπήρχε και μέσα μας ένα ισχυρό ζητούμενο. Σήμερα μέσα σας υπάρχει κάτι τέτοιο; Πείτε μου ειλικρινά. Γιατί εγώ, ντρέπομαι που το λέω, τα πράγματα που ζητάω πλέον ανήκουν στη σφαίρα του ιδιωτικού - να ευχαριστηθώ τον ήλιο, τα βιβλία, την παρέα με τους φίλους μου... Κοιτάξτε, αν μπορούσα να τα ευχαριστηθώ έτσι, δεν θα το είχα ανάγκη.'Οντως, ο άνθρωπος που μεγαλώνει περνάει και σε μια άλλη σφαίρα, δεν έχει ανάγκη την πολιτική στέγη για να ευχαριστηθεί τον ήλιο και την αγάπη του παιδιού του. Οσο πλησιάζεις τον θάνατο άλλα πράγματα σκέφτεσαι, άλλα πράγματα σε φοβίζουν. Δεν τα ξέρεις ακριβώς, αλλά όλα προς τα ’κει πάνε. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που μπορεί να μου φέρει την απόλυτη ειρήνη. Να μην αναζητάω τίποτα, να είμαι απλώς ήσυχη και να απολαμβάνω τη ζωή μου. Έχω όμως μια έγνοια σε μια γωνιά του εαυτού μου: ότι δεν θέλω να χάσω αυτό που έχει να κάνει με τα ωραία πράγματα. Και οι φιλίες υφίστανται την κόπωση και δοκιμάζονται, και μπαίνουν και μέσα στη σύμβαση. Οπότε τι είναι αυτό που τελικά θα σου φέρει ειρήνη; Το να πάψεις να ζητάς, λένε ορισμένοι γκουρού...
Οσο πλησιάζεις τον θάνατο άλλα πράγματα σκέφτεσαι, άλλα πράγματα σε φοβίζουν. Δεν τα ξέρεις ακριβώς, αλλά όλα προς τα 'κει πάνε. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που μπορεί να μου φέρει την απόλυτη ειρήνη. Να μην αναζητάω τίποτα, να είμαι απλώς ήσυχη και να απολαμβάνω τη ζωή μου.
Είστε σ’ αυτή τη φάση; Δεν είμαι. Ξέρω ότι μπορώ να ζήσω με πολύ απλό τρόπο. Αλλά την άλλη μέρα ξυπνάω και τό ’χω ξεχάσει.
Γίνομαι λίγο κίτρινος, αλλά διάβασα κάπου ότι είστε πάλι μόνη. Είμαι μόνη...
Αυτά είναι πράγματα που λέγονται; Δεν έχει τύχει να το πω ποτέ, αλλά είμαι μόνη.
Πολλές φορές στα τραγούδια σας διακρίνω μια γυναίκα που πολύ το παλεύει με τη μοναξιά της. Πρέπει να σας πω ότι, από τότε που είμαι μόνη, δεν έχω γράψει κανένα τραγούδι (γέλια).
Και αυτό το «είναι σκληρό για μια γυναίκα νά ’ναι μόνη» Είναι παλιό αυτό.
Σας πειράζει; Με πειράζει. Πώς δεν με πειράζει. Αν και το διάλεξα. «Είναι σκληρό για μια γυναίκα να ναι μόνη» (τραγουδάει και γελά, κάπως πικρά).
Ακόμα; Ναι. Η μοναχική ζωή έχει και τις σκοτεινές της πλευρές. Τη θέλεις τη συντροφιά. Θέλεις να είσαι ζευγάρι. Μπορεί να γεμίζουμε το χρόνο μας, να κάνουμε πράγματα, αλλά το να γείρεις στον ώμο ενός ανθρώπου το θέλεις.
Και πώς θα πάει το πράμα; Α, τώρα ντρέπομαι. Νομίζω ότι είμαι αρκετά μεγάλη για να κοιτάξω κάποιον αλλιώς. Νομίζω ότι δεν θα μου συμβεί ξανά αυτό.
Από όσα σας συνέβησαν, ποια θεωρείτε τη μεγαλύτερη επιτυχία σας; Το ότι έφτασα στα πενήντα πέντε και δεν το κατάλαβα πώς πέρασε η ζωή. Κι ας έζησα συγκλονιστικά πράγματα. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη και λέω «τώρα πρόσεξε μη μεταμορφωθείς σε κάποιο τέρας, γιατί είσαι πενηνταπέντε χρονών και νιώθεις σαν εικοσιοχτώ». Κι όμως, δε μου φτάνει.
Και σε ποιο θέμα την πατήσατε; Δεν την πάτησα. Δεν την πάτησα ποτέ. Μερικές φορές άφησα τον εαυτό μου να είναι υποβιβασμένος χωρίς να το αξίζει. Αλλα είναι μικρές περίοδοι.
Είστε τόσο σίγουρη και όταν τραγουδάτε; Κάθε άλλο. Η ώρα της έκθεσης είναι το χειρότερο.
Αφού δείχνετε ότι το απολαμβάνετε. Η καρδούλα μου το ξέρει. Ποτέ δεν έχω αισθανθεί δυνατή και κυρίαρχη πάνω στη σκηνή. Κλείνει η φωνή μου, με πιάνουν διάφορα ψυχοσωμαπκά, λέω «πάει τελείωσε, δεν έχω άλλη φωνή». Τώρα στο δίσκο έλεγα είκοσι φορές κάθε τραγούδι για να πω ότι το είπα καλά. Ή πήγαινα μια μέρα στο στούντιο και έφευγα. Ήμουνα τόσο αδύναμη, ενώ όλοι πιστεύουν ότι η Αλεξίου... Αφού βλέπω αυτά τα παιδιά στο Fame Story που έχουν μια ωραία σιγουριά και λέω «καλά, όταν θα βγείτε στην πραγματική ζωή θα καταλάβετε».
Μπορεί και να μην καταλάβουν.Ίσως έχετε δίκιο. Κι εγώ όταν ήμουν νέα ήμουν πιο σίγουρη. Όσο πιο πολύ ξέρεις, τόσο πιο πολύ φοβάσαι.
σχόλια