Στις 19 Νοεμβρίου πέθανε ο Αμερικανός σκηνοθέτης Μάικ Νίκολς, γνωστός από τις ταινίες Ο Πρωτάρης, Catch-22, Εργαζόμενο Κορίτσι κ.λπ. Ας μείνουμε λίγο στον Πρωτάρη, τον Graduate όπως είναι ο αυθεντικός τίτλος, μια ταινία που συνδέθηκε άρρηκτα με το σάουντρακ που τη συνόδευε. Ο Μάικ Νίκολς είχε την ευφυέστατη ιδέα να χρησιμοποιήσει τη μουσική των Simon & Garfunkel, εισάγοντας ίσως για πρώτη φορά τον «ήχο της νεολαίας» σε μια ταινία που απευθυνόταν στο ενήλικο κοινό. Χρησιμοποιώντας τρία ήδη γνωστά τραγούδια του δημοφιλούς ντουέτου («The sound of silence», «Scarborough Fair», «April come she will»), συν ένα που έγραψε ο Paul Simon ειδικά για την ταινία (αλλάζοντας τον τίτλο από Mrs Roosevelt σε Mrs Robinson), πέτυχε να σκιαγραφήσει πιο έντονα την ψυχοσύνθεση των ηρώων και την εξέλιξη της πλοκής.
High Fidelity (2000). Η αγαπημένη ταινία όλων των βινυλιομανών έχει πολυσυλλεκτική μουσική που καλύπτει το ευρύ φάσμα των προτιμήσεων του ήρωά της: Beta Band, 13th Floor Elevator, Stereolab, Smog, Kinks, Velvet Underground. Μια μικρή μουσική εγκυκλοπαίδεια.
Με την αφορμή αυτή, έφτιαξα μια λίστα με δέκα σάουντρακ που χαράχτηκαν στη μνήμη μας για τη μελετημένη χρήση της μουσικής τους, τα οποία, όπως ο Πρωτάρης, ακούγονται και ανεξάρτητα από την ταινία που επένδυσαν.
10. Straight to Hell (1987). Στις ταινίες του Βρετανού σκηνοθέτη Alex Cox τα σάουντρακ ίσως έχουν περισσότερο ενδιαφέρον από τις ταινίες καθαυτές. Για παράδειγμα, η εν λόγω παρωδία των γουέστερν-σπαγγέτι, από την οποία παρέλαυναν ως ηθοποιοί και μουσικοί ο Joe Strummer και o Shawn McGowan των Pogues (μαζί με τους Courtney Love, Grace Jones και Elvis Costello). Ο Ennio Morricone συναντάει τους πανκ και τα βρίσκουν μια χαρά μεταξύ τους.
9. Buena Vista Social Club (1999). Μ' αυτό το ντοκιμαντέρ ο Βιμ Βέντερς ξανάβαλε στο χάρτη την κουβανέζικη μουσική, με τη βοήθεια του Ry Cooder φυσικά, και ξεκίνησε την αναβίωση των «ζευγαρωτών» χορών.
8. Trainspotting (1996). Η ταινία του Ντάνι Μπόιλ –που θεωρείται το Κουρδιστό Πορτοκάλι του τέλους της προηγούμενης χιλιετίας– έδωσε φωνή στα παραβατικά θύματα της οικονομικής κρίσης της Σκωτίας, με τη συνοδεία επιτυχιών brit-pop, techno/house, new wave (Blur, Pulp, Elastica, New Order, Leftfield), μέχρι Brian Eno και Lou Reed.
7. Singles (1992). Ο σκηνοθέτης Κάμερον Κρόου (πρώην δημοσιογράφος του «Rolling Stone») πέτυχε το grunge τη στιγμή που εξελισσόταν σε παγκόσμιο φαινόμενο και ο πολύς κόσμος άκουσε για πρώτη φορά σ' αυτήν τη χλιαρή ταινία τους Pearl Jam, Mudhoney, Screaming Trees και Smashing Pumpkins.
6. I am Sam (2001). Ακολουθώντας την εμμονή του ήρωα για τους Beatles, το σάουντρακ περιέχει μερικές από τις καλύτερες διασκευές τραγουδιών των Fab Four. Οι Nick Cave, Rufus Wainwright, Ben Harper, Eddie Vedder, Heather Nova, Grandaddy, καταφέρνουν να μας κάνουν να ξεχάσουμε τις αυθεντικές εκτελέσεις.
5. High Fidelity (2000). Η αγαπημένη ταινία όλων των βινυλιομανών έχει πολυσυλλεκτική μουσική που καλύπτει το ευρύ φάσμα των προτιμήσεων του ήρωά της: Beta Band, 13th Floor Elevator, Stereolab, Smog, Kinks, Velvet Underground. Μια μικρή μουσική εγκυκλοπαίδεια.
4. Bird (1988). Στη βιογραφία του Charlie «Bird» Parker, ο Κλιντ Ίστγουντ απέδειξε την αγάπη και τις γνώσεις του για την τζαζ. Καθώς οι αυθεντικές ηχογραφήσεις του Parker ήταν μονοφωνικές, ο Ίστγουντ απομόνωσε μερικά μονοφωνικά σόλο και έβαλε στο στούντιο σύγχρονους μουσικούς για να τα συνοδεύσουν (Ray Brown, Ron Carter, Red Rodney). Εξαιρετική εισαγωγή στο bebop και την εποχή του.
3. Blues Brothers (1980). Την εποχή της αποθέωσης της ντίσκο και της σαχλής ψευτο-ροκ στις ΗΠΑ, ο Τζον Λάντις μετέφερε το μήνυμα της αυθεντικής μαύρης μουσικής, όπως ηχογραφούνταν τη χρυσή εποχή της Stax και της Atlantic. Ο Τζέιμς Μπελούσι και ο Νταν Ακρόιντ στέκονται δίπλα στην Aretha, τον αιδεσιμότατο James Brown και τον Ray Charles σ' ένα από τα πιο χορευτικά σάουντρακ όλων των εποχών.
2. Broken Flowers (2005). Το πιο πολυσυλλεκτικό σάουντρακ του Τζιμ Τζάρμους περνάει με χάρη από την αιθιοπική τζαζ του Mulatu Astatke στο γκαράζ της Holly Golightly και των Brian Jonestown Massacre, στη σόουλ του Marvin Gaye, με ενδιάμεσες στάσεις στη ρέγκε, το στόνερ και την κλασική μουσική.
1. Paris, Texas (1984). Από την πρώτη του ταινία (το Summer in the City, που ήταν αφιερωμένο στους Kinks), ο Βιμ Βέντερς εντυπωσιάζει με τη σοφή επιλογή της μουσικής που επενδύει τις εικόνες του. Η πιο επιτυχημένη επιλογή του ήταν να αναθέσει στον σπουδαίο μουσικό και κιθαρίστα Ry Cooder το σάουντρακ του Paris, Texas. Ο Cooder, επηρεασμένος από τον ξεχασμένο μπλουζίστα Blind Willie Johnson, έγραψε τα ιδανικά ηχοτοπία για τις αχανείς κακοτράχαλες ερημιές του Νότιου Τέξας. Η μελαγχολία της ερήμου συμβολίζει τη μελαγχολία της ερημιάς της ανθρώπινης ψυχής, έτσι όπως την περιγράφει ο Cooder με την ακουστική κιθάρα του.
Straight to Hell (1987)
Buena Vista Social Club (1999)
Trainspotting (1996)
Singles (1992)
I am Sam (2001)
High Fidelity (2000)
Bird (1988)
Blues Brothers (1980)
Broken Flowers (2005)
Paris, Texas (1984)
Τι άλλο καλό κυκλοφορεί;
dEUS
Selected songs 1994-2014
Σημερινή έμπνευση: να εστιάσουμε σε μερικές πρόσφατες κυκλοφορίες από το Βέλγιο. Αλλά πώς να μιλήσεις για τη σύγχρονη βελγική σκηνή, αν δεν αρχίσεις από τους dEUS; Ξεκίνησαν το 1991 με έδρα την Αμβέρσα και στόχο τον συγκερασμό της ροκ και του πανκ με την τζαζ. Το ηχητικό αποτέλεσμα μπερδεύει ακόμα τους μουσικοκριτικούς, ας το χαρακτηρίσουμε, λοιπόν, neo-prog ή prog-rock και θα είμαστε μέσα. Με ινδάλματα τον Frank Zappa και τον Tom Waits, δεν κατάφεραν ποτέ να κατακτήσουν τις μεγάλες αγγλοσαξονικές αγορές, αλλά λατρεύτηκαν στις γειτονικές τους χώρες και τη Μεσόγειο – από τα πιο αγαπημένα ονόματα του ελληνικού συναυλιακού κοινού. Είκοσι τρία χρόνια αργότερα, και παρότι από την αρχική σύνθεση έχουν απομείνει μόνο ο Tom Berman και ο Klaas Janzoons (οι υπόλοιποι σκόρπισαν σε παράλληλα πρότζεκτ και γκρουπ, όπως οι Kiss my Jazz, Moondog Jr και Zita Swoon), οι dEUS παραμένουν ενεργοί. Δύο χρόνια μετά το τελευταίο στούντιο άλμπουμ τους, μόλις κυκλοφόρησαν μια διπλή συλλογή με τίτλο «Selected Songs 1994-2014». Ο δίσκος δεν έχει τη λογική ενός greatest hits, αφού οι dEUS ποτέ δεν υπήρξαν μια συμβατική μπάντα με ραδιοφωνικές επιτυχίες και μελωδίες που κολλάνε στο αυτί. Όπως έχει πει ο Berman, ο στόχος τους άλλαζε από δίσκο σε δίσκο και διαμορφωνόταν ανάλογα με τα εκάστοτε μέλη τους (25 άτομα έχουν περάσει από το γκρουπ μέσα σε μια δεκαπενταετία). Το «Selected Songs 1994-2014» προσφέρει μια πολύ καλή ευκαιρία σε όποιον θέλει να τους προσεγγίσει – και να πάει πέρα από το «Nothing really ends». Χαρακτηριστικό δείγμα της αισθητικής τους είναι το βίντεο «Roses» από το άλμπουμ «In a Bar, Under the Sea» που υπάρχει στο YouTube.
Mad about Mountains
Harlaz
Βέλγοι και οι Mad about Mountains, οι οποίοι στο δεύτερο άλμπουμ τους με τίτλο «Harlaz» παίζουν αυθεντική americana πρώτης ποιότητας. Η μπάντα είναι το σόλο πρότζεκτ του συνθέτη και τραγουδιστή Piet De Pessemier (που υπήρξε μέλος των Krakow και Monza – Ουπς! Δεν τους είχα ξανακούσει), ο οποίος είναι εμφανώς επηρεασμένος από τον Neil Young – για να μην πω ότι ακούγεται όπως εκείνος στα νιάτα του. Σε άλλα σημεία πάλι θυμίζουν τους My Morning Jacket. Οι κιθάρες στο «Where the man waits» είναι country στο μεγαλύτερο μέρος του κομματιού, αλλά αγριεύουν όσο πρέπει για να αποφύγουν την ετικέτα αυτή. Φυσαρμόνικα, κιθάρα, πιάνο – δεν χρειάζονται σχεδόν τίποτε άλλο. Το δεύτερο single του άλμπουμ είναι το γλυκύτατο «If you see her» που διαθέτει έχει ένα πολύ ατμοσφαιρικό, κινηματογραφικό βίντεο. Ξανακοιτάζω άλλη μια φορά για να βεβαιωθώ – ναι, είναι Βέλγοι.
Girls in Hawaii
Hello stranger
Πίσω από το παραπλανητικό όνομα «Girls in Hawaii» βρίσκεται άλλη μια ανδρική βελγική μπάντα με ενδιαφέροντα και κάπως σκοτεινό, αλλά μελωδικό ήχο. Το 2014 κυκλοφόρησαν τον τέταρτο δίσκο τους με τίτλο «Hello Stranger» που είναι live και περιέχει μια εξαιρετική επιλογή των πιο γνωστών κομματιών τους. Περίτεχνα, καλοδουλεμένα φωνητικά, τρυφερές μελωδίες – σε όλα αυτά οφείλονται οι συγκρίσεις τους με τους Mumford & Sons. Ωστόσο, οι εν λόγω Βέλγοι είναι λιγότερο folk από τους Βρετανούς ομότεχνούς τους και κάθε τόσο ανακαλύπτει κανείς ψήγματα της επιρροής των dEUS – στα φωνητικά, στην ασυνήθιστη εξέλιξη μιας μελωδίας, στην αφαιρετικότητα της ενορχήστρωσης, στο κάπως παράφωνο πιάνο ή στα κρουστά, όπως ακούγονται, π.χ., στο «Rorschach». Για ένα δείγμα του ήχου τους αναζητήστε στο YouTube το «Fog» ή το «Misses».
σχόλια