Ο πάπυρος του Δερβενίου
Ο πάπυρος του Δερβενίου είναι ένα από τα πολυτιμότερα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, καθώς αποτελεί τον μοναδικό και αρχαιότερο αναγνώσιμο πάπυρο που βρέθηκε σε ελληνικό έδαφος. Το 2015 εγγράφηκε στον κατάλογο της Unesco «Μνήμη του Κόσμου» ως το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης. Βρέθηκε το 1962 στο νεκροταφείο του Δερβενίου, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, ανάμεσα στα υπολείμματα της νεκρικής πυράς του κιβωτιόσχημου τάφου Α.
Ο τάφος, στο εσωτερικό του οποίου βρέθηκαν περισσότερα από εκατό πολύτιμα αντικείμενα, ανήκε σε άνδρα της μακεδονικής αριστοκρατίας. Η καύση του παπύρου μαζί με τον νεκρό, ενδεχομένως για θρησκευτικούς λόγους, αποτέλεσε το «διαβατήριο» για τη διάσωσή του. Η μερική απανθράκωση του κυλίνδρου είχε ως αποτέλεσμα να διασωθούν διακόσια εξήντα έξι (266) σπαράγματα παπύρου, γεγονός μοναδικό για τον ελλαδικό χώρο, όπου το κλίμα δεν ευνοεί τη διατήρηση παπύρων.
Ο πάπυρος του Δερβενίου γράφτηκε το διάστημα 340-320 π.Χ., το βιβλίο που αντιγράφεται σε αυτόν όμως είναι πολύ παλαιότερο, πιθανότατα του τέλους του 5ου αι. π.Χ. Ο συγγραφέας του βιβλίου αυτού, το οποίο κινείται στα όρια μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας και είναι γραμμένο σε αττική διάλεκτο, με πολλά ιωνικά στοιχεία ωστόσο, ήταν πιθανότατα ο Ευθύφρων από τα Πρόσπαλτα της Αττικής. Ο Ευθύφρων ήταν σύγχρονος του Σωκράτη και παρουσιάζεται από τον Πλάτωνα, στον ομώνυμο διάλογό του, ως μάντης και θεολόγος.
Από τα σωζόμενα σπαράγματα του καμένου παπύρου κατέστη δυνατό να ανασυσταθούν 26 στήλες μόνο από το επάνω μέρος του κυλίνδρου, δηλαδή του βιβλίου που προέκυπτε από τη συνένωση πολλών φύλλων παπύρου. Το κείμενο διαιρείται σε δύο μέρη: στο πρώτο γίνεται μια περιγραφή των λατρευτικών πρακτικών που σχετίζονται με τη μεταθανάτια τύχη των ψυχών, ενώ στο δεύτερο υπάρχει ένας ορφικός ύμνος που συνόδευε τις τελετουργίες των μυστών, για τους οποίους προορίζει ο συγγραφέας το βιβλίο του.
Το περιεχόμενο του παπύρου έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία για τη μελέτη των θρησκευτικών, εσχατολογικών και κοσμογονικών δοξασιών των αρχαίων Ελλήνων. Παράλληλα, όμως, αποκαλύπτει τη διαχρονική αγωνία και ανάγκη του ανθρώπου να αντιμετωπίσει τον θάνατο και την επιθυμία του να κατανοήσει τη μεταθανάτια τύχη των ψυχών.
Μετάλλιο Αθηνάς από επίσημο μακεδονικό άρμα
Το χάλκινο μετάλλιο με προτομή Αθηνάς που βρέθηκε στην ανασκαφή της πλατείας Διοικητηρίου στη Θεσσαλονίκη αποτελεί ένα αριστουργηματικό δείγμα της ύστερης ελληνιστικής τέχνης (150-100 π.Χ.).
Η απόδοση της μορφής της Αθηνάς ξεχωρίζει για τον δυναμισμό και την ένταση, ενώ έξοχη αντίθεση αποτελεί η γαλήνια μορφή της Μέδουσας που κοσμεί το μπροστινό μέρος του κράνους της θεάς. Μαζί με άλλες 4 χάλκινες διακοσμητικές κεφαλές ζώων που απεικόνιζαν πάνθηρες και σκύλους, αποτελούσαν τα διακοσμητικά στοιχεία ενός άρματος. Σίγουρα επρόκειτο για ένα όχημα πολυτελείας, προορισμένο για επίσημες τελετές και παρελάσεις.
Αυτό το μοναδικής τέχνης αντικείμενο ανήκε πιθανότατα σε έναν επιφανή Μακεδόνα εταίρο ή κάποιο μέλος της βασιλικής οικογένειας.
Μαρμάρινες νεκρικές κλίνες του μακεδονικού τάφου της Ποτίδαιας
Το 1984 εντοπίστηκε στη θέση Πετριώτικα, νότια της αρχαίας Ποτίδαιας στη Χαλκιδική, ένας μονοθάλαμος μακεδονικός τάφος με δωρική πρόσοψη. Στο εσωτερικό του διασώθηκαν λίγα κτερίσματα που τον χρονολογούν γύρω στο 300 π.Χ. Το σημαντικότερο εύρημα του τάφου είναι δύο νεκρικές κλίνες, τοποθετημένες σε γωνία μεταξύ τους. Στη μαρμάρινη πρόσοψή τους αποδίδονται ανάγλυφα και γραπτά στοιχεία, κατά μίμηση των αληθινών ξύλινων κλινών.
Στα μέτωπα των κλινών η διακόσμηση χωρίζεται σε τρεις ζώνες. Στην ανώτερη παριστάνεται διονυσιακή σκηνή μέσα σε υπαίθριο ιερό της Αρτέμιδας, που δηλώνεται με βωμούς, κρήνες, ένα δέντρο και ένα άγαλμα της θεάς. Παριστάνονται ημίγυμνες ανακεκλιμένες μορφές (Αφροδίτη, Μαινάδες, Παπποσιληνός, Διόνυσος, Αριάδνη, Έρωτας), καθώς και ζώα (χήνα, ελαφάκι, λεοπάρδαλη). Στη μεσαία ζώνη εικονίζονται πέντε ζεύγη γρυπών που κατασπαράζουν ελάφια και στην κάτω ζευγάρια ζώων (λιοντάρια, ταύροι, πάνθηρες, αγριόχοιροι κ.ά.) δίπλα σε φυτικά κοσμήματα και κρατήρες. Στο κατώτερο μέρος των κλινών παριστάνονται δύο χαμηλά υποπόδια σε μαύρο βάθος.
Τα θέματα της άνω και κάτω ζώνης αποδόθηκαν αποκλειστικά σχεδόν με καστανό περίγραμμα και περιορισμένη χρήση άλλων χρωμάτων (κόκκινο, γαλάζιο, κίτρινο). Αντίθετα, στη μεσαία ζώνη τα κύρια στοιχεία αποδίδονται με λεπτή εγχάραξη και η τελική απόδοση σχεδόν αποκλειστικά με χρώμα.
Πρόκειται για εξαιρετικό δείγμα ζωγραφικής με την τεχνική της ξηρογραφίας. Ο ζωγράφος τους ήταν ένας αξιόλογος καλλιτέχνης που γνώριζε πολύ καλά την τεχνική του χρώματος, της προοπτικής, των συνιζήσεων και της φωτοσκίασης.
Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης είναι από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας και το κεντρικό μουσείο της Βόρειας Ελλάδας. Οι συλλογές του περιλαμβάνουν πολυάριθμα αντικείμενα που χρονολογούνται από την προϊστορική εποχή μέχρι το τέλος της αρχαιότητας. Προέρχονται από ανασκαφές που διενεργήθηκαν σε όλη τη Μακεδονία από το 1912, καθώς και από περισυλλογές και παραδόσεις.
Επιμέλεια: M. Hulot
σχόλια