ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ομοιόμορφες μέρες που ζούμε όλοι αυτόν τον καιρό κλεισμένοι στα σπίτια μας, είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις κάποια πιο δυσάρεστη απ' όλες τις άλλες ή κάποια άλλη, όσο σπάνια κι αν είναι, πιο ευχάριστη. Όμως στον κάθε καιρό, μονότροπο ή πολύτροπο, τα γεγονότα δεν παύουν να συμβαίνουν. Το ζήτημα είναι πόσο μας αγγίζουν, πόσο τα σκεφτόμαστε, πόσο τα συγκρατούμε ή τα αφήνουμε να περάσουν και να σβήσουν.
Για την οδύνη υπάρχουν πολλών λογιών φάρμακα. Άλλα είναι πλήρως αναποτελεσματικά και την αφήνουν να κυριαρχεί όλο τον επόμενο καιρό.
Έτσι, σ' εμένα δεν μπορεί να σβήσει η βαθιά οδύνη εκείνης της ημέρας, της Τετάρτης 6ης Μαΐου της χρονιάς μας, από τον χαμό της πρώτης κόρης μου, της Έλενας. Μια οδύνη που όσο κι αν εκείνη την ημέρα έφτασε στο κατακόρυφό της, συσσωρευόταν κλιμακωτά τα δύο προηγούμενα χρόνια, καθώς έβλεπα την Έλενα να υποφέρει όλο και πιο βασανιστικά από τους πόνους εκείνης της συνεχώς επανερχόμενης αρρώστιας που όλοι την ξέρουμε, αλλά αποφεύγουμε να την ονοματίσουμε.
Για την οδύνη υπάρχουν πολλών λογιών φάρμακα. Άλλα είναι πλήρως αναποτελεσματικά και την αφήνουν να κυριαρχεί όλο τον επόμενο καιρό. Άλλα είναι τόσο αποτελεσματικά που τη σβήνουν τελείως, σβήνοντας όμως και κάποιες πολύτιμες μνήμες. Άλλα την ενσωματώνουν στις μέρες που ακολουθούν, κρεμούν τη ζωή μας και ταυτόχρονα την ενεργοποιούν. Εγώ είχα την τύχη να μου δοθεί το τρίτο φάρμακο: οι δύο άλλες κόρες μου, η Δάφνη και η Αλεξάνδρα, και οι τρεις εγγονές μου, η Ακακία, η Ναταλία, η Αλίκη. Έτσι μπόρεσα να γράψω μέσα στον εγκλεισμό τα ποιήματα που αποτέλεσαν τη συλλογή Ο δρόμος και πάλι (Κίχλη, 2020), την οποία αφιέρωσα στις τρεις εγγονές μου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.
σχόλια