Τον Οκτώβριο του 1978 έκανε πρεμιέρα στην Αμερική η ταινία του νεαρού τότε Βρετανού κινηματογραφιστή Άλαν Πάρκερ, σε σενάριο που υπέγραφε ο επίσης νεαρός και σχετικά άγνωστος Αμερικανός Όλιβερ Στόουν.
Όλα προμήνυαν ότι το «Εξπρές του Μεσονυχτίου» (ένας όρος που αποτελεί slang των φυλακισμένων για την απόπειρα απόδρασης) θα γινόταν επιτυχία, σίγουρα όμως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει το μέγεθος αυτής της επιτυχίας, το πόσο διαχρονική θα αποδεικνυόταν αυτή η ταινία και -κυρίως- το πόσο αμφιλεγόμενη.
Τα συστατικά της επιτυχίας ήταν πολύ συγκεκριμένα και η συνταγή άψογα εκτελεσμένη. Κατ' αρχάς η Κωνσταντινούπολη της δεκαετίας του '70, ιδανικό σκηνικό για να αφηγηθεί κανείς μια δυνατή δραματική ιστορία με φολκλόρ νότες – διατηρώντας ωστόσο έντονη την αίσθηση ότι όλα συμβαίνουν κάπου «κοντά» στον Δυτικό κόσμο.
Τι κι αν οι τουρκικές Αρχές -μάλλον δικαιολογημένα, όπως θα αποδεικνυόταν στην πορεία- αρνήθηκαν να δώσουν άδεια για να πραγματοποιηθούν τα γυρίσματα στις φυσικές τοποθεσίες κι έτσι η ταινία γυρίστηκε σχεδόν εξολοκλήρου στη Μάλτα, στο Φρούριο του Σεν Έλμο της Βαλέτας;
Έπειτα, η ίδια η αληθινή ιστορία του Μπίλι Χέιζ, όπως την είχε αφηγηθεί ο Αμερικανός φοιτητής στο ομώνυμο αυτοβιογραφικό βιβλίο του που είχε κυκλοφορήσει έναν χρόνο νωρίτερα:
Το 1970, σε ηλικία 23 ετών, ο Χέιζ προσπάθησε να βγάλει από την Τουρκία 2 κιλά χασίς, φασκιωμένα πάνω στο σώμα του, συνελήφθη στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, για να περάσει πέντε μαρτυρικά χρόνια στις φυλακές της Πόλης, μέχρι να καταφέρει να αποδράσει και να περάσει στην Ελλάδα.
Φυσικά, η σεναριακή διασκευή του Στόουν, που μελλοντικά θα εξελισσόταν σε μέγιστο προβοκάτορα του σινεμά, περιλάμβανε πολλές υπερβολές και παραποιήσεις σε σχέση με το αρχικό υλικό.
Σύμφωνα με τους επικριτές του, παρουσίαζε τους Τούρκους με τρόπο τόσο μονοδιάστατο, σαν να επρόκειτο για ένα έθνος βασανιστών που αντλούσαν ικανοποίηση από το να βασανίζουν ένα δύσμοιρο άμυαλο Αμερικανάκι που υπέπεσε, πάνω στον αυθορμητισμό της ηλικίας του, σε ένα μικρό πταίσμα!
Ο αντίκτυπος του «Εξπρές» ωστόσο δεν περιορίστηκε στο καλλιτεχνικό επίπεδο. Η ταινία, που φυσικά δεν προβλήθηκε ποτέ στους κινηματογράφους της Τουρκίας και ήταν απαγορευμένη μέχρι το 1992, δυναμίτισε τις σχέσεις της γείτονος με τη Δύση, ενώ κατηγορείται ότι επηρέασε καθοριστικά για χρόνια και την τουριστική της βιομηχανία.
Όλα αυτά βέβαια δεν εμπόδισαν την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου να τιμήσει τον Στόουν με το Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου, αλλά και να της απονείμει το -απόλυτα δίκαιο- Όσκαρ Πρωτότυπης Μουσικής για το αξέχαστο soundtrack του Τζόρτζιο Μορόντερ, του πατέρα της synth-disco.
Η ταινία ήταν υποψήφια για ακόμα τέσσερα βραβεία, συγκεκριμένα για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Μοντάζ και Β' Ανδρικού Ρόλου για τον πρόσφατα εκλιπόντα Τζον Χερτ, στον αξέχαστο ρόλο του ηρωνιομανή τροφίμου Μαξ.
Βέβαια, μια από τις παροιμιώδεις αδικίες στα Όσκαρ εκείνης της χρονιάς ήταν η αγνόηση του πρωταγωνιστή Μπραντ Ντέιβις από τις υποψηφιότητες για την κατηγορία του Α' Ανδρικού Ρόλου. Ο πανέμορφος και πρόωρα χαμένος από AIDS το 1991, σε ηλικία μόλις 41 ετών, Αμερικανός ηθοποιός έχει συνδέσει το όνομά του με την ταινία και την απίστευτα πειστική ερμηνεία του που περιλάμβανε όλες τις ψυχολογικές διακυμάνσεις, την ελπίδα, την απόγνωση, τη μανία και τελικά τη λύτρωση του κεντρικού ήρωα.
Χρόνια μετά, αρχικά ο ίδιος ο Χέιζ δήλωσε απογοητευμένος με την κινηματογραφική μεταφορά της ιστορίας του, αναφέροντας πως «παρουσίαζε όλους τους Τούρκους σαν τέρατα». Λίγο αργότερα, σε επίσκεψή του στην Τουρκία το 2004, και ο ίδιος ο Στόουν απολογήθηκε δημόσια για το σενάριό του και για την παραποίηση των αληθινών γεγονότων.
40 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του στις αίθουσες, το «Εξπρές του Μεσονυχτίου» προβάλλεται ξανά στη Nova. Η δύναμη της ταινίας αυτής παραμένει αναλλοίωτη, παρά την πάροδο των χρόνων, το cult following που την ακολουθεί είναι τεράστιο και στη χώρα μας, και η Νοva μάς δίνει μια μοναδική ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε μία ταινία που υπήρξε τόσο αμφιλεγόμενη όσο λίγες στην ιστορία της έβδομης τέχνης.
σχόλια