Πέρυσι τον Ιούνιο, στο (αδικοχαμένο) Synch η Peaches εμφανίστηκε μια μ’ ένα σετ ψεύτικων βυζιών, μια μ’ ένα λαμπάκι στο αιδοίο της, μια με μια πετσέτα (σαν να βγήκε μόλις απ’ το μπάνιο) και κάποια στιγμή περπάτησε πάνω στον κόσμο σαν μια μεταμοντέρνα θηλυκή εκδοχή του Ιησού, φωνάζοντας στο κοινό «Γιατί αν ο Ιησούς περπατάει στο νερό, η Peaches περπατάει πάνω σας. Ελάτε, “κότες”, σηκώστε τα χέρια σας να πατήσω πάνω. Αθήνα, μη με ρίξεις. Γιατί, αν το κάνεις, θα είναι η πρώτη φορά και θα πρέπει να ντρέπεσαι για την πόλη σου και για τη χώρα σου. Η Ελλάδα έχει ήδη πολλά που θα έπρεπε να την κάνουν να ντρέπεται». Απόψε είναι πάλι στην Αθήνα, για ένα dj set στο Phillip Champagne Bar στου Ψυρρή και τρώμε μαζί στη Μεταξού, ένα ιστορικό μαγαζί του Κολωνού που άνοιξε το 1960 η Ντίνα Μεταξά, αρχικά ως μπακάλικο κι ύστερα ως μπακαλοταβέρνα.
Στην περιοχή επικρατεί μια καθησυχαστική ηρεμία, που είναι το απόλυτο αντιστάθμισμα στο γειτονικό πολύβουο Γκάζι, στη γωνιά το καταπληκτικό καφενείο Οι Μουριές θυμίζει κάποιο χωριό στην ορεινή Λέσβο, ο ήχος από τα πιρούνια στις βεράντες έχει μια vintage γοητεία (μάλλον έχουν σκάσει τα πρώτα πεπόνια) και τα παιδιά της γειτονιάς περνούν ράθυμα τις νύχτες τους με μπίρες από το περίπτερο στα σκαλοπάτια των αστικών πολυκατοικιών. Η Peaches κάθεται σε μια γωνιά στην ταβέρνα της Μεταξούς. Γύρω της οικογένειες, λαϊκοί άνθρωποι που ήρθαν εδώ απόψε να φάνε πανσέτες και κεφτεδάκια, ακούγοντας ρεμπέτικα και Πόλυ Πάνου κάτω από την τεράστια μουριά της αυλής. Την κοιτάει όλο το μαγαζί. Έχει ξυρισμένους κροτάφους, ξανθιά μοϊκάνα, είναι βαμμένη εκκεντρικά και φοράει ένα δερμάτινο σακάκι, σαν να βγήκε από σκηνή του Mad Max. Δεν έχει καμιά σχέση με την επιθετική περσόνα με τα dildos που εμφανίζεται στη σκηνή.
Ακούει με προσοχή την ορχήστρα. «Αυτό μοιάζει με το κομμάτι του Dick Dale που ήταν στο Pulp Fiction», μου λέει όταν παίζουν τη «Μισιρλού». Κι ύστερα μου αφηγείται την ιστορία με τη Feist, η οποία ήταν συγκάτοικός της κι «ενώ αρχίσαμε να παίζουμε μαζί μουσική, όταν γυρνούσε η καθεμιά στο δωμάτιό της, έκανε τελικά διαφορετικά πράγματα». Η Peaches είναι μια Εβραία του Καναδά που μεγάλωσε σε μια υπερσυντηρητική οικογένεια, ξεκίνησε να δουλεύει σε παιδικό σταθμό με Εβραιόπουλα και σύντομα τα παράτησε όλα, έκανε την εξτραβαγκάντσα της, μετακόμισε στο Βερολίνο και κάπου εκεί άρχισαν όλα (το όνομά της το πήρε από το κομμάτι της Νίνα Σιμόν «Four Women», που στο τέλος του η Σιμόν ουρλιάζει τη φράση «My name is Peaches»).
Έχει υιοθετήσει το ανδρόγυνο προφίλ, μετά, φυσικά, από τον Ziggy Stardust αλλά πολύ πιο πριν από τη Lady Gaga, οι άφυλες εμφανίσεις της, οι δηλώσεις της περί μη δια- χωρισμού μεταξύ άνδρα και γυναίκα (σ’ ένα μετα-φεμινιστικό πλαίσιο) κι η περιβόητη «απέχθεια για το πέος» (χωρίς, όμως, να έχει ποτέ διασαφηνιστεί αν είναι λεσβία) την έχουν τοποθετήσει σ’ ένα παράξενο σύμπαν, της υπερφίαλης ντίβας και της καλλιτέχνιδας που προβοκάρει ασύστολα για να κερδίσει fans.
Στην ουσία είναι μια σπουδαία καλλιτέχνις με κλασικές σπουδές κι υπέροχη φωνή, η πρώτη που έβαλε το electro στη ροκ, αυτή που έστησε μια μεγαλειώδη παράσταση- διασκευή στο Jesus Christ Superstar («δυσκολεύτηκα πολύ να πάρω τα δικαιώματα για την παράσταση, αλλά όταν ήρθε ο Tim Rice στις πρόβες, μου έδωσε το οk») κι αυτή που ιδιοφυώς ξαναβούτηξε τη μουσική στη μαρμίτα με το art performance. Η ορχήστρα παίζει το «Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός». Της μεταφράζουμε τους στίχους στ’ αγγλικά και ενθουσιάζεται. «Μα, αυτό είναι σαν τον κομ- μάτι "Spoonman" των Soundgarden!» λέει κι αρχίζει να τραγουδάει το ρεφρέν.
Μισεί τα κλισέ, αγαπάει το τέταρτο φύλο («αυτό που δεν έχει κανένα κόμπλεξ κι απλώς πορεύεται με όποια πληροφορία σκάει στο μυαλό του, χωρίς κανένα ταμπού»), ετοιμάζει μια νέα παράσταση με 25 από τα καλύτερα τραγούδια της σ’ ένα θεατρικό πλαισιωμένο με στρίπερ και τραβεστί και τρώει με μανία ένα πιάτο με φάβα. Μετά σηκώνεται και πάει στην ορχήστρα. Παίρνει το μπουζούκι και προσπαθεί να πιάσει έναν ρυθμό, κάτι μεταξύ ρεμπέτικου και surf. Ο μπουζουξής την κοιτάει με περιέργεια και δέος. Στο τέλος, της χαρίζει την πένα του. Η Peaches ενθουσιάζεται. Την ίδια στιγμή μια υπερτραφής κυρία κάθεται σ’ ένα τραπεζάκι μόνη της, μπροστά στην ορχήστρα, μ’ ένα τριαντάφυλλο στο στόμα, και σβήνει ένα κεράκι σε μια τούρτα. Μοιάζει με σκηνή από ταινία του Τζον Γουότερς. Η κυρία σβήνει το κερί κι η Peaches χειροκροτεί.
σχόλια